Το Βερολίνο εξάγει την εσωτερική πολιτική του μετά τη νίκη της Ακροδεξιάς και τον καταποντισμό του κυβερνητικού συνασπισμού στις τοπικές εκλογές – Το παράλογο αίτημα επιστροφών στις χώρες πρώτης υποδοχής απειλεί με αποσταθεροποίηση την ΕΕ – Έντονες αντιδράσεις από τα κράτη-μέλη, κάθετα αρνητική η Αθήνα
Νέο αυστηρό πακέτο για τη μετανάστευση και την εσωτερική της ασφάλεια προωθεί μονομερώς η γερμανική κυβέρνηση. Με μια σπασμωδική κίνηση, προχώρησε ήδη, από τα μεσάνυχτα της Κυριακής, στην επέκταση των προσωρινών ελέγχων σε όλα τα χερσαία σύνορα που μοιράζεται με εννέα όμορα κράτη. Τα μέτρα προβληματίζουν και ανησυχούν τις Βρυξέλλες που ζητούν εξηγήσεις από το Βερολίνο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, σηματοδοτούν στροφή της γερμανικής στάσης, η οποία πυροδοτεί ευρύτερες συνέπειες και για χώρες πρώτης υποδοχής μεταναστών όπως η Ελλάδα.
Μέχρι χθες κιόλας πολύ δύσκολα θα φανταζόταν κανείς βαθιά ορύγματα, συρματοπλέγματα, ένοπλες περιπολίες απώθησης εξαθλιωμένων παρείσακτων, ελεεινούς καταυλισμούς προσφύγων πλάι σε ένα σιδερόφραχτο συνοριακό τείχος αλά Μεξικό υψωμένο στην καρδιά της Ευρώπης.
Πόσο μάλλον κατά μήκος των άνω των 3.700 χιλιομέτρων της μεθορίου της Γερμανίας με τους γείτονές της… Προφανώς για μια χώρα απαλλαγμένη από τις ερεβώδεις νευρώσεις του μακρινού παρελθόντος -που διατρανώνει ότι είναι ανεκτική και φιλική προς τους ξένους ενώ επαίρεται ότι δεν κάνει εκπτώσεις σε εκδηλώσεις μισαλλοδοξίας- αυτή η δυστοπική πτυχή μοιάζει να ξετυλίγεται σαν από εφιαλτικό σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Εως τώρα. Αύριο, ποιος ξέρει;
Από την άλλη, το φαινόμενο της μετανάστευσης είναι υπαρκτό. Σαφώς και υπάρχει ανησυχία στον ντόπιο πληθυσμό. Ο φόβος για το άγνωστο και το διαφορετικό είναι διαρκώς παρών. Ωστόσο οι μετανάστες που φτάνουν στη Γηραιά Ηπειρο εξακολουθούν να αποτελούν το 0,6% του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Ποια ενοχλητική μύγα, λοιπόν, τσίμπησε ξαφνικά την ισχυρή Γερμανία των σχεδόν 85 εκατομμυρίων κατοίκων; Πώς κατάντησε το Βερολίνο να καταπάτα βάναυσα το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης; Πώς ξέπεσε η Γερμανία από πρωτομάστορας των ευρωπαϊκών θεσμών στην υπονόμευση της Συνθήκης Σένγκεν, της ζώνης ελεύθερης κυκλοφορίας μεταξύ των κρατών-μελών, η οποία συνιστά κύριο πυλώνα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος; Πού χάθηκαν το ευρωπαϊκό κύρος και η υπόληψή της, από τη στιγμή που ο αυταρχικός Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν την καλωσορίζει ειρωνικά στο αντιμεταναστευτικό κλαμπ;
Μεταστροφή
Εν τω μεταξύ, εξαιτίας αυτής της μεταστροφής της, τα ερωτήματα πυκνώνουν ακόμη περισσότερο: τι απέγινε ο προ εννέα ετών όρκος αυτοπεποίθησης της Ανγκελα Μέρκελ «Wir schaffen das!» (Μπορούμε να το διαχειριστούμε); Πού χάθηκε εκείνο το θαρραλέο πνευματικό μάντρα τής επί 16 χρόνια, έως το 2021, καγκελαρίου που έλαμψε ως φάρος γερμανικής ενσυναίσθησης για τη μαζική υποδοχή περισσότερων από 1 εκατομμύριο προσφύγων; Ας μην το πολυσκαλίζουμε, όμως, με περιττές απορίες ενόσω η τρέχουσα πολιτική αδυναμία τρέφει τη συλλογική αμνησία. Απλώς οι παλιές δεσμεύσεις ξεθωριάζουν καθώς η χώρα βαθμιαία αλλάζει. Από το 2015 έχει δεχτεί περισσότερους από 3 εκατομμύρια πρόσφυγες. Μόνο το 2023 υπέβαλαν αίτηση για άσυλο πάνω από 350.000 άτομα, αριθμός που ξεπερνά το 50% σε σύγκριση με έναν χρόνο νωρίτερα, κάτι που δεν φαίνεται να καλοδέχεται η κοινή γνώμη.
Εστω κι αν οι μισοί από τους αιτούντες άσυλο προέρχονται από τους 1,3 εκατομμύρια λευκούς χριστιανούς Ουκρανούς πρόσφυγες πολέμου, η προδιάθεση της πλειονότητας της κοινωνίας απέναντι όλων είναι αρνητική. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση το 77% των ερωτηθέντων, που φυσικά δεν έγιναν αιφνιδίως ρατσιστές, ζητά αλλαγή στην πολιτική μετανάστευσης και ασύλου. Οι μέρες της πραγματιστικής πολιτικής ανοιχτών θυρών για την αθρόα εισροή εργατικών χεριών στη Γερμανία, που οραματίστηκε η «mutti» (μανούλα) Μέρκελ, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Οπως έχουν σβήσει αμετάκλητα και τα τεχνητά ολόγεμα φεγγάρια της ευημερίας, την ενέργεια των οποίων τροφοδοτούσε το άφθονο και, κυρίως φθηνό, ρωσικό αέριο.
Κακά τα ψέματα… Η άλλοτε κραταιά Γερμανία δεν καλοστέκεται πλέον στα πόδια της. Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης τρεκλίζει και εξαιτίας των δογματικών δημοσιονομικών εμμονών της. Και όσο πάει χειροτερεύει. Αναπόδραστα, οι πολιτικές πιέσεις οξύνονται, καθώς η ανάπτυξη είναι μηδενική, το κόστος ζωής διογκώνεται, τα προνοιακά επιδόματα περικόπτονται. Ενα μέρος των πιο ευάλωτων πολιτών, υπό την καπηλεία της σκληροπυρηνικής ακροδεξιάς ρητορικής, διοχετεύει την απογοήτευσή του μέσω της προκατάληψης και του μίσους κατά των μεταναστών. Μια άλλη φιλήσυχη και σχετικά καλοζωισμένη μερίδα της κοινωνίας νιώθει απροστάτευτη στις απειλές του ισλαμικού εξτρεμισμού.
Τρομοκρατική επίθεση
Ηρθε στα τέλη Αυγούστου και μια τρομοκρατική επίθεση επί γερμανικού εδάφους για να ξεσαλώσει εκφοβιστικά η εχθροπαθής Ακροδεξιά που αναζητά αποδιοπομπαίους τράγους προκειμένου να υλοποιήσει το αντιμεταναστευτικό της αφήγημα. Οχι μόνο κατά των παράτυπων μεταναστών, αλλά ανοιχτά ενάντια σε κάθε μορφή μετανάστευσης, «της μητέρας όλων των προβλημάτων της χώρας», όπως δημαγωγικά είχε ισχυριστεί ο Γερμανός πρώην υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ.
Ωστόσο το μακελειό στην πόλη Ζόλινγκεν της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας δεν αφορούσε ένα μεμονωμένο αιματηρό γεγονός. Δεν το διέπραξε ένας διαταραγμένος φονταμενταλιστής τζιχαντιστής που έδρασε ως μοναχικός λύκος. Την ευθύνη για το συγκεκριμένο τρομοκρατικό χτύπημα ανέλαβε το «Ισλαμικό Κράτος», με όλο τον πανικό που έσπειρε η ανακοίνωσή του για ενδεχόμενη επέκταση της δράσης του σε όλη τη Γερμανία.
Επρόκειτο, άλλωστε, για ένα ζοφερό λουτρό αίματος που στοίχισε τη ζωή σε τρεις αθώους διερχόμενους, μία γυναίκα και δύο άνδρες, και στον σοβαρό τραυματισμό ακόμη πέντε ανθρώπων. Ο δράστης, ένας 26χρονος Σύρος που έφτασε στη Γερμανία το 2022, αφού είχε περάσει από τη Βουλγαρία και βρισκόταν πάνω από έναν χρόνο σε λίστα απέλασης στη χώρα πρώτης εισόδου όπου καταγράφηκε, επιτέθηκε βάναυσα με κουζινομάχαιρο στους αμέριμνους πολίτες που συμμετείχαν στο φεστιβάλ για τον εορτασμό της 650ής επετείου της πόλης. Το ολέθριο φονικό αποκάλυψε αστοχίες και παραλείψεις των αρχών ασφάλειας καθώς και κρίσιμες αδυναμίες στην επικουρική επιτήρηση των διαμενόντων σε προσφυγική δομή.
Στον σάλο που ξεσηκώθηκε η κεντροαριστερή συγκυβέρνηση του τρίχρωμου «φωτεινού σηματοδότη» (die Ampel), όπως αποκαλείται από τα χρώματα των κόμματων που τη συγκροτούν, αντέδρασε αμέσως λες και είχε το σχέδιο μέτρων στα σκαριά. Το οποίο, εν τέλει, πράγματι είχε εκπονήσει.
Επιτάχυνε τις αυστηρές αποφάσεις της για περιορισμό της παράτυπης μετανάστευσης και την αντιμετώπιση της ισλαμιστικής απειλής. Και ταυτόχρονα πρόσθεσε στο πακέτο μέτρων και δραστικές περικοπές σε όλα επιδόματα πρόνοιας για τους μετανάστες που έχουν εγγραφεί στο παρελθόν σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Με δυο λόγια, ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Ολαφ Σολτς και οι κυβερνητικοί συνοδοιπόροι του με μια εντυπωσιακή κωλοτούμπα υιοθέτησαν τις «ταρζανιές» της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, του ακροδεξιού κόμματος AfD, που απαιτεί «burgergeld» (κοινωνική βοήθεια) αποκλειστικά και μόνο για τους Γερμανούς.
«Ψωμί, κρεβάτι και σαπούνι»
Για τους αιτούντες άσυλο πρόσφυγες επιφυλάσσει μόνο τα βασικά υλικά επιβίωσης, «ψωμί, κρεβάτι και σαπούνι». Ούτε ένα ευρώ σε μετρητά. «Με τέτοιες δημοκρατικές κυβερνήσεις, δεν υπάρχει πλέον ανάγκη για την Ακροδεξιά στην εξουσία», περιγέλασαν τη γερμανική κυβέρνηση τα αριστερόστροφα ΜΜΕ. Λογικό. Κατέληξε να εφαρμόζει την πολιτική που εξήγγειλε η μοχθηρή AfD εδώ και 10 χρόνια.
Στην πραγματικότητα, εν όψει ομοσπονδιακών εκλογών σε έναν χρόνο, η κυβέρνηση είναι θορυβημένη, αν όχι απεγνωσμένη, από τα πρόσφατα καταστροφικά της αποτελέσματα στις τοπικές εκλογές της Θουριγγίας και της Σαξονίας στην Ανατολική Γερμανία, όπου θριάμβευσε η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία.
Στην ταραχή της εν μέσω δημοσκοπικής καθίζησης των κομμάτων (Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι, Ελεύθεροι Δημοκράτες) που απαρτίζουν την ευδιάκριτα διχασμένη κυβέρνηση συνασπισμού διάλεξε να ευθυγραμμιστεί μερικώς με τα ακραία αιτήματα της καλπάζουσας στις δημοσκοπήσεις και τις κάλπες AfD για το Μεταναστευτικό, με στόχο να γίνει ελκυστική στους ψηφοφόρους που τα έχουν πάρει στο κρανίο μετά τη σφαγή στο Ζόλιγκεν. Τζάμπα προσπάθεια… Με επακόλουθο την πανωλεθρία στις τοπικές εκλογές των δύο ανατολικογερμανικών κρατιδίων.
Η αλήθεια είναι ότι οι Γερμανοί πολιτικοί, συνήθως, δεν είναι παρορμητικοί. Πειθαρχημένοι, μεθοδεύουν συστηματικά τις κινήσεις τους μέχρι σημείου χειραγώγησης των οπαδών τους. Ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς, υπό την πίεση της ανόδου του μαινόμενου λαϊκισμού, σταδιακά όξυνε τη ρητορική του στο Μεταναστευτικό. Υποσχόταν να απελάσει μετανάστες που κατηγορούνται για διάπραξη σοβαρών εγκλημάτων. Δεν αρκούσε. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Der Spiegel» τον περασμένο Δεκέμβριο τάχθηκε υπέρ των απελάσεων «μεγάλης κλίμακας» για εκείνους που ζητούσαν άσυλο και η αίτησή τους απορρίφθηκε. Ούτε αυτό φτούρησε.
Θυμήθηκε ξαφνικά ότι έπρεπε να απελαθούν 15.000 μετανάστες από τη Γερμανία στην Ιταλία ως χώρα πρώτης υποδοχής τους. Και οι Ιταλοί δέχτηκαν πίσω μόνο 11, ούτε καν μια ντουζίνα. Και έγινε περίγελος. Τελικά, 2.132 αιτήσεις επιστροφής μεταναστών από τη Γερμανία έγιναν δεκτές το 2023 στην Ιταλία. Με την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι να επιθυμεί να δημιουργήσει ειδικά κέντρα κράτησης μεταναστών σε αλβανικό έδαφος, χωρητικότητας 36.000 ατόμων ετησίως. Τρέχα γύρευε δηλαδή. Και η Ε.Ε. αντιδρά μάλλον συγκρατημένα στην ανακοίνωση της ιταλοαλβανικής συμφωνίας. Για τα τωρινά τερτίπια της Γερμανίας, μούγκα.
Διγλωσσία
Από τη μεριά του, ο Σολτς, προκειμένου να μη χάσει την παραδοσιακά ευαισθητοποιημένη εκλογική πελατεία του κόμματός του (SPD), γλύκαινε πού και πού τον λόγο του. Τόνιζε ήπια ότι ως χώρα θα παραμείνουν μια ανοιχτή κοινωνία και θα συνεχίσουν να προσφέρουν προστασία σε όσους διώκονται. Αλλά επέμενε ότι «δεν μπορεί απλώς να έρχεται στη χώρα όποιος θέλει. Πρέπει να μπορούμε να επιλέγουμε ποιος θα έρθει».
Ο χαμηλός τόνος στο δικό του νέο «μπορούμε να το διαχειριστούμε» αντιπροσώπευε το κατοπτρικό αντίθετο της δήλωσης της Χριστανοδημοκράτισσας Ανγκελα Μέρκελ στις 31 Αυγούστου του 2015. Δεν στόχευε δηλαδή πλέον να υποδέχεται τους αιτούντες άσυλο μετανάστες. Απλώς με τη διγλωσσία του φανέρωνε ότι η μετατόπιση της Γερμανίας στο Μεταναστευτικό χτιζόταν εδώ και μήνες.
Παρά τις σκληρές αντιπαραθέσεις για το θέμα με τους Χριστιανοδημοκράτες, αποδείχτηκε ότι κατά ένα μέρος αμφότεροι συνέπλεαν χάριν του γερμανικού «volk interessen» (λαϊκού συμφέροντος), όπως το εννοούσαν. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μάλιστα, έφτασε να ζητήσει την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης προκειμένου να μπορέσει να παρεκκλίνει από τις συνήθεις ευρωπαϊκές διαδικασίες για το θέμα του ασύλου.
Διόλου τυχαία, ο ηγέτης του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Φρίντριχ Μερτς ζήτησε τον περασμένο Αύγουστο την «de facto απόρριψη όλων των αιτημάτων ασύλου από τη Συρία και το Αφγανιστάν», προς τους θριαμβευτικούς πανηγυρισμούς των ακροδεξιών εξτρεμιστών που ξεσπάθωναν με φαρισαϊκό ενθουσιασμό αναφωνώντας: «Επιτέλους, μπαίνει τέλος στον άστοχο δρόμο της αναγκαστικής πολυπολιτισμικότητας!»…
Γίνεται πλέον φανερό ότι η αδιάλλακτα μεταναστοδιώκτρια AfD, που απαιτεί άμεση αναστολή της υποδοχής μεταναστών για τουλάχιστον πέντε χρόνια, επηρέαζε σημαντικά τη δημόσια συζήτηση, όριζε την πολιτική ατζέντα και επέβαλε τη δική της ρότα στο Μεταναστευτικό. Αναπόφευκτα σχεδόν η Γερμανίδα υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φρέιζερ ανακοίνωσε ότι την ερχόμενη Δευτέρα η χώρα θα επιβάλει «αναβαθμισμένους» συνοριακούς ελέγχους ώστε να σταματήσει τις αφίξεις παράνομων μεταναστών.
Αδιαφορώντας αν με αυτόν τον τρόπο ξηλώνει εριστικά την ελεύθερη μετακίνηση στην Ευρώπη, χωρίς καν να αφήνει μια μισάνοιχτη πόρτα συνεννόησης με τους γείτονές της. Και επιδεικνύοντας ότι δεν καίγεται καρφάκι στη γερμανική κυβέρνηση αν με τις μονομερείς ενέργειές της μπορεί να επιδεινώσει διχαστικά τις διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., δυσχεραίνοντας τη συνεργασία τους σε μεταναστευτικά ζητήματα.
Προφανώς η Γερμανία επείγεται να εξαγάγει την εσωτερική της κρίση -και δεν είναι η πρώτη φορά που το επιχαίρει- στους Ευρωπαίους εταίρους της. Μόνο που οι πειθήνιοι υποτακτικοί της λιγοστεύουν. Ηδη ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ κάνει λόγο για «απαράδεκτα» γερμανικά σχέδια που πρακτικά αναστέλλουν τον χώρο Σένγκεν. Αυτομάτως και ο υπουργός Εσωτερικών της Αυστρίας Γκέρχαρντ Κάρνερ δήλωσε αυστηρά ότι η χώρα του δεν θα δεχτεί επιστροφές αιτούντων άσυλο από τη Γερμανία.
Οσο για τις επίσημα ενημερωμένες από τη Γερμανία Βρυξέλλες, η «τα ζώα μου αργά» Κομισιόν προβληματίζεται, πονοκεφαλιάζει και αναλύει τα δεδομένα που προκύπτουν. Και φυσικά, εύχεται ότι οριστική λύση θα δώσει το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο, το οποίο ύστερα από προεργασία και προετοιμασία θα τεθεί σε εφαρμογή το 2026. Μέχρι τότε, ζήσε Μάη μου… Ενόσω το γερμανικό σκληρό συνοριακό μπλόκο ξεκάνει αύριο με όλες τις καθυστερήσεις τις μεταφορές στην Κεντρική Ευρώπη και τις δυνητικές οικονομικές επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται.
Εξίσου σημαντική είναι η αφ’ υψηλού, αν όχι αυταρχική, αντίληψη της Γερμανίας απέναντι στους εταίρους της. Πουθενά, μα πουθενά δεν εκφράστηκε μια υποτυπώδης επίσημη αυτοκριτική ή έστω μια εκδήλωση μεταμέλειας από τα μεγάλα συστημικά κυβερνώντα κόμματα της χώρας σε ό,τι αφορά τη μεταναστευτική συμπεριφορά τους.
Επί χρόνια οι ροές κατατρεγμένων προσφύγων από τις εμπόλεμες ζώνες, καθώς και οι οικονομικοί μετανάστες που προσπαθούν να επωφεληθούν από τα ανθρωπιστικά προνόμια και τη διεθνή προστασία των πρώτων, μετά την άφιξή τους στις ακτές της Μεσογείου συνεχίζουν το ταξίδι τους προς τη Γερμανία. Ο Κανονισμός του Δουβλίνου έχει ως βασική πτυχή ότι η πρώτη χώρα όπου ένας μετανάστης εισέρχεται και στην οποία υποβάλλει για πρώτη φορά αίτηση για άσυλο είναι υπεύθυνη για τη διεκπεραίωση της αίτησης. Αποσκοπεί δηλαδή να εμποδίσει τους αιτούντες άσυλο να υποβάλουν αιτήσεις σε πολλές χώρες ώστε να μειώσουν τον αριθμό των ατόμων που μετακινούνται μεταξύ τους.
Αυθαιρεσία
Την τελευταία δεκαετία το Βερολίνο αγνόησε επιδεικτικά και σε μεγάλο βαθμό τον Κανονισμό του Δουβλίνου επιτρέποντας στους μετανάστες να υποβάλουν δεύτερη αίτηση ασύλου στη Γερμανία. Ξαφνικά, με λερωμένη τη φωλιά, μετά τη χρόνια ρουτίνα, στριμωγμένη σήμερα πολιτικά και οικονομικά, «αφυπνίστηκε». Και ζητεί πιεστικά τα ρέστα από τους άλλους. Επιχειρώντας να καταστήσει άλλες χώρες κάτι σαν κουρελούδες, κάτω από τις οποίες θα κρύβει υποκριτικά τα δικά της παραπτώματα και προβλήματα.
Το χειρότερο είναι ότι επαναφέρει το ζήτημα της επιστροφής των μεταναστών στις χώρες πρώτης υποδοχής, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, από τις συνολικά 74.622 αιτήσεις που κατέθεσε η Γερμανία το 2023 προς άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. προκειμένου να δεχτούν πίσω μετανάστες σύμφωνα με τον Κανονισμού του Δουβλίνου -τον οποίο παραβίαζε-, τελικά μόνο 5.053 επέστρεψαν στις χώρες υποδοχής.
Οσο περίπλοκο και αν εμφανίζεται το ζήτημα της επιστροφής μεταναστών από τη Γερμανία στις χώρες όπου είχαν αρχικά καταγραφεί, το θέμα δεν περνά απροβλημάτιστα ντούκου από τις ελληνικές αρχές. Χώρια που υπάρχει αμυδρή, εντούτοις υπαρκτή, πιθανότητα να βρει η γερμανική στάση θιασώτες και μιμητές της πολιτικής της μεταξύ μερικών κρατών-μελών της Κεντρικής Ευρώπης. Την Τσεχία και την Ουγγαρία, ας πούμε, που θα μπορούσαν να αποφασίσουν να στείλουν πίσω στην Ελλάδα, ως χώρα πρώτης υποδοχής, ταλαίπωρους μετανάστες που την εγκατέλειψαν και εγκαταστάθηκαν στα εδάφη τους. Τα ελληνικά υπουργεία Μετανάστευσης και Προστασίας του Πολίτη φαίνεται να έχουν στον νου τους αυτό το ακραίο ενδεχόμενο.
Ωστόσο υπάρχουν και μετανάστες που με ανεπίσημο υπηρεσιακό έγγραφο ταξίδεψαν παράτυπα από την Ελλάδα στη Γερμανία και ζήτησαν εκεί άσυλο. Αυτή η κατηγορία για την οποία η Γερμανία έχει διατυπώσει στο παρελθόν αίτημα επιστροφής τους δύσκολα απελαύνεται στην Ελλάδα. Τον κυρίαρχο λόγο τον έχει η γερμανική Δικαιοσύνη. Οι υπό εκτοπισμό, άλλωστε, προσφεύγουν στα γερμανικά δικαστήρια, τα οποία αρνούνται την απέλασή τους με το αιτιολογικό ότι χώρες όπως η Ελλάδα δεν πληρούν τις βασικές απαιτήσεις της Ε.Ε. για τη φροντίδα των μεταναστών.
Εχουν ήδη αποφανθεί αρνητικά τα δικαστήρια σε προηγούμενες προσφυγές, καθώς έκριναν ότι το κράτος όπου πρόκειται να απελαθεί ένας μετανάστης διαθέτει λιγότερες παροχές από αυτές που απολαμβάνει στη Γερμανία. Εξάλλου, δεν είναι και το ευκολότερο να μπαγλαρώσουν οι γερμανικές αρχές ένα τσούρμο δύσμοιρων παράτυπων μεταναστών και να τους στείλει πακέτο πίσω. Το θέμα πέρα από τις σοβαρές ανθρωπιστικές ενστάσεις είναι και χρονοβόρο. Ωστόσο, περιθώρια εφησυχασμού δεν υπάρχουν από ελληνικής πλευράς.
Η υπόθεση έχει πλέον κεντρικά πολιτικά χαρακτηριστικά που απαιτούν παρεμβάσεις υψηλής κλίμακας και αναγνωρισμένου έγκυρου προφίλ. Μέχρι στιγμής δεν έχει διαμορφωθεί συγκροτημένο ένα επίσημο ευρωπαϊκό μέτωπο κρατών-μελών απέναντι στη στροφή της Γερμανίας. Ηδη, πάντως, ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σήκωσε το γάντι της γερμανικής πρόκλησης. Στη συνάντησή του στη Βιέννη με τον Αυστριακό καγκελάριο Καρλ Νεχάμερ τοποθετήθηκε ευθαρσώς λέγοντας ότι «δεν μπορεί κανείς να έχει την απαίτηση από την Ελλάδα, μια χώρα η οποία ουσιαστικά πριν από λίγα χρόνια εξήλθε μιας πρωτοφανούς δημοσιονομικής κρίσης, να έχει ένα πιο ευνοϊκό πλαίσιο κοινωνικής προστασίας για τους πρόσφυγες απ’ ό,τι έχει για τους ίδιους τους Ελληνες πολίτες».
Και συμπλήρωσε: «Εμείς δεν θα υποδείξουμε πώς θα οργανώσει το κοινωνικό της κράτος η Γερμανία. Αυτό πρέπει να απασχολήσει την ίδια». Επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα δεν έχει διάθεση να επωμιστεί το βάρος για τις δικές τους λανθασμένες πολιτικές επιλογές. Τέλος, διαμήνυσε σωστά προς την Ε.Ε. ότι θα πρέπει να διαθέσει περισσότερους χρηματοδοτικούς πόρους προκειμένου να φυλάξει καλύτερα τα σύνορά της.
Νέο σκηνικό
Ολα αυτά βέβαια καταχωρούνται σε ένα υπό διαμόρφωση σκηνικό που ουδείς γνωρίζει προκαταβολικά πώς θα εξελιχθεί προσεχώς. Καλού κακού, πάντως, ας έχουν όλοι οι δημοκρατικοί Ευρωπαίοι ηγέτες τις κεραίες τους τεντωμένες. Ειδικότερα από τη στιγμή που οι μονομερείς γερμανικές πολιτικές κινήσεις θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν «σοβαρές νομικές προκλήσεις». Ακόμη και στην ακραία δυσοίωνη εκδοχή, παράλογη στη συγκυρία, αλλά δυνητικά εφικτή που θα έχει ως δυσμενές αποκορύφωμα την κατάργηση του άρθρου του γερμανικού Συντάγματος που εγγυάται το δικαίωμα ασύλου. Μια προμελετημένη πιθανότητα εκτροπής την οποία θα δόξαζαν η γερμανική Ακροδεξιά, οι λυσσασμένοι νεοναζί με πολιτική προβιά, οι απανταχού της ηπείρου κρυφοί και φανεροί ομοϊδεάτες τους και φυσικά ο απολυταρχικός Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ασφαλώς γιατί μια τέτοια ενέργεια θα οδηγούσε στην αποσάθρωση όλου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Ευτυχώς, για την ώρα, η πλειονότητα των Γερμανών πολιτών κρατεί το μυαλό μέσα στο κεφάλι της. Δεν παρασύρεται από τα τοξικά φαντάσματα του σκοτεινού παρελθόντος. Δεν ξεστρατίζει προς την ψυχρή μανία των αντιμεταναστευτικών λαϊκιστικών σειρήνων που σπέρνουν αναίτια δυσπιστία, επιδιώκοντας πολιτική αστάθεια για να κάνουν κουμάντο.
Υπάρχει, εξάλλου, ακόμη ζωντανή στην κουλτούρα της χώρας η παλιά γερμανική παροιμία που λέει: «Der Argwohn isst mit dem Teufel aus der gleichen Schüssel». Με μια φράση στα ελληνικά: «Η καχυποψία και ο διάβολος τρώνε από το ίδιο πιάτο». Ας ελπίσουμε πως σε έξι μήνες αυτό το στρογγυλό επιτραπέζιο σκεύος θα είναι ρηχό και άδειο!
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: AFP / Visual Hellas
Ειδήσεις σήμερα https://www.protothema.gr