Αρχική Ειδήσεις Φήμες Κωνσταντινούπολη: Άγνωστες πτυχές από την ηρωική αντίσταση ως τις 29 Μαΐου 1453

Κωνσταντινούπολη: Άγνωστες πτυχές από την ηρωική αντίσταση ως τις 29 Μαΐου 1453

0
2804

Σαν σήμερα η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς – Το χρονικό της πολιορκίας

Η πολιορκία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης, είναι αναμφίβολα από τα πλέον σημαντικά γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας.

Το Βυζάντιο, η παρακμή και η αντίστροφη πορεία του οποίου είχαν αρχίσει, όπως συμφωνούν όλοι οι σύγχρονοι ιστορικοί από τα μέσα του 11ου αιώνα, με κομβικό σημείο την ήττα του Μαντζικέρτ (1071) και πρώτο ισχυρό πλήγμα την άλωση της Πόλης από τους Λατίνους (1204), δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τους Οθωμανούς.

Η ηρωική αντίσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και μερικών χιλιάδων πολεμιστών δεν ήταν ικανή να σώσει την Βασιλεύουσα, για μια ακόμη φορά από μια εχθρική πολιορκία.

Με την πολιορκία και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς που συνέβη πριν από 571 χρόνια (29 Μαίου 1453), θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο, ελπίζοντας να φωτίσουμε κάποιες άγνωστες πτυχές τους.

Πριν την πολιορκία

Στις 31 Οκτωβρίου 1448, πέθανε ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος και καθώς δεν είχε παιδιά, τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Κωνσταντίνος ΙΑ΄
Παλαιολόγος ο Δραγάτζης (το οικογενειακό επώνυμο της μητέρας του), ο οποίος ως τότε ήταν δεσπότης στην Πελοπόννησο.

Η στέψη του νέου αυτοκράτορα έγινε στον Μυστρά στις 6 Ιανουαρίου 1449 και δυο μήνες αργότερα έγινε η υποδοχή του στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ είχε πολλά προσόντα. Στο διάστημα της ηγεμονίας του στον Μοριά, είχε αναπτύξει σημαντική δράση. Βασικό μέλημά του ήταν ο προσεταιρισμός των βαλκανικών δυνάμεων. Ήδη είχε αποκαταστήσει καλές σχέσεις με τη Δημοκρατία της Ραγούζας (σημ. Ντουμπρόβνικ) και είχε αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τη Βενετία.

Πίστευε ότι οι Οθωμανοί μπορούν να αντιμετωπιστούν. Ωστόσο, η εποχή που ανέβηκε στον θρόνο του Βυζαντίου, ήταν δύσκολη και κρίσιμη.

Παράλληλα, τον Φεβρουάριο του 1451, πέθανε ο σουλτάνος Μουράτ Β΄ και τον διαδέχθηκε ο γιος του Μωάμεθ Β΄ που ήταν μόλις 19 ετών.

Ο Μωάμεθ Β΄, είχε ανέβει στον σουλτανικό θρόνο σε ηλικία 13 ετών, το 1444, όταν παραιτήθηκε ο πατέρας του μετά τη νίκη του στη μάχη της Βάρνας το 1444, η οποία ουσιαστικά έπεισε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο ότι δεν θα μπορούσε να ανακόψει την προέλαση των Οθωμανών στην Ευρώπη.

poli1

Από τις αρχές του 1445 ο Μωάμεθ μαζί με ορισμένους επιτελείς του, άρχισε να προγραμματίζει μεγάλη επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Τότε όμως ο μεγάλος βεζίρης Χαλίλ τον ανέτρεψε με πραξικόπημα και επανέφερε τον Μουράτ στον θρόνο.

Στη δεύτερη “θητεία” του Μωάμεθ Β΄, υπήρχαν κάποια σημεία αστάθειας στο οθωμανικό κράτος. Ιδιαίτερα στο ανατολικό τμήμα του, όπου ο εμίρης της Καραμανίας Karaman-oglu(Καραμάνογλου), έδειχνε αποσχιστικές τάσεις.

Αρχικά ο Μωάμεθ έδειξε σημάδια υποχωρητικότητας και διαλλακτικότητας με το Βυζάντιο και τις χριστιανικές χώρες. Την άνοιξη του 1451 κινήθηκε εναντίον του Καραμάνογλου ο οποίος αναγκάστηκε να ζητήσει ειρήνη.

Τότε οι Βυζαντινοί έκαναν ένα μοιραίο λάθος. Έστειλαν πρεσβεία στον Μωάμεθ, ζητώντας περισσότερα χρήματα, διπλάσια συγκεκριμένα, για τις δαπάνες “φύλαξης” του Οθωμανού πρίγκιπα Ορχάν, ο οποίος ήταν μέλος της οθωμανικής δυναστείας που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη και αποτελούσε κίνδυνο για τον Μωάμεθ Β΄, καθώς θα μπορούσε να διεκδικήσει τον θρόνο με τη βοήθεια των Βυζαντινών, όπως είχε γίνει και 30 χρόνια πριν με τον Μουσταφά, γιο του Βαγιαζήτ Α΄.

poli2

Ο Χαλίλ, “φίλος των Ρωμαίων”, εξοργίστηκε. Αντίθετα ο σουλτάνος, δέχτηκε τη βυζαντινή πρεσβεία με προσποιητή κατανόηση και απάντησε ότι θα αποφασίσει για το αίτημα των Βυζαντινών αργότερα.

Αφού πήγε στην Προὐσα, όπου αντιμετώπισε με επιτυχία μια ανταρσία των γενίτσαρων, επέστρεψε στην, τότε, πρωτεύουσά του, την Αδριανούπολη.

Η άστοχη ενέργεια των Βυζαντινών που αναφέραμε, αποτέλεσε την αφορμή για να πάρει ο Μωάμεθ τις τελικές του αποφάσεις. Διέταξε να σταματήσει η χορηγία για τον Ορχάν και άρχισε νυχθημερόν να καταστρώνει σχέδια για την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Ως πρώτο βήμα αποφάσισε την οικοδόμηση μεγάλου κάστρου στο Βόσπορο.

Η οικοδόμηση του κάστρου άρχισε τον Μάρτιο του 1452 και είχε για τους Οθωμανούς πανηγυρικό χαρακτήρα. Χτίστηκε στο στενότερο σημείο του Βόσπορου, στην τοποθεσία Ασώματος, εκεί όπου παλαιότερα υπήρχε η εκκλησία του Αρχάγγελου Μιχαήλ. Εκεί συγκεντρώθηκαν χιλιάδες χτίστες και υλικά που μεταφέρθηκαν από την Ανατολή.

poli3

Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης κατάλαβαν ότι είχε αρχίσει και έσφιγγε ο κλοιός απελπιστικά γύρω απ’ αυτούς. Κάποιοι προσπάθησαν να εμποδίσουν την οικοδόμηση του κάστρου, αλλά σκοτώθηκαν από τους Οθωμανούς. Πρεσβεία που έστειλε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, επέστρεψε άπρακτη. Άλλοι Τούρκοι, έκαναν επιθέσεις στους Βυζαντινούς αγρότες της Σηλυβρίας. Ο αυτοκράτορας έκλεισε τις πύλες της πόλης. Στο τέλος Αυγούστου το χτίσιμο του κάστρου είχε ολοκληρωθεί. Bogaz-Kesen το ονόμασε ο Μωάμεθ. Bogaz σημαίνει πορθμός (πβ. μπουγάζι = στενό θαλάσσιο πέρασμα, πορθμός) αλλά και λαιμός. Kesen, σημαίνει κοπτήρας, συνεπώς Bogaz-Kesen θα μπορούσε να αποδοθεί ως “λαιμοκοπίη”. Το κάστρο αυτό, γνωστό σήμερα ως Rumili-hisar (“Κάστρο της Δύσης”), οι Βυζαντινοί το ονόμασαν Νεόκαστρο.

Ο Μωάμεθ τοποθέτησε σ’ αυτό φρουρά από 400 άνδρες και κανόνια (“πετροβόλους μηχανάς”) και διέταξε ότι κάθε πλοίο που θα περνούσε τον Βόσπορο, όφειλε να σταματά εκεί και να πληρώνει δασμό (“κομμέρκιον”). Διαφορετικά θα βυθιζόταν.

Έτσι εξασφάλισε τον έλεγχο της ναυσιπλοΐας και απομόνωσε την Κωνσταντινούπολη από τις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας, απ’ όπου προμηθευόταν τα απαραίτητα για τον επισιτισμό των κατοίκων της.

Επίσης ο Μωάμεθ, υπέγραψε συνθήκη με τον Ούγγρο ηγεμόνα Ουννάδη, ο οποίος παρά τις ήττες που είχε υποστεί ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνος.
Παράλληλα για να εμποδίσει τα αδέλφια του Κωνσταντίνου, Δημήτριο και Θωμά, δεσπότες της Πελοποννήσου, να στείλουν βοήθεια στην Πόλη, έστειλε εναντίον τους τον ικανό στρατηγό Τουραχάν με χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι έφτασαν ως τη Μεσσηνία καταστρέφοντας και λεηλατώντας τα εδάφη του Δεσποτάτου.

poli4

Στις αρχές Νοεμβρίου 1452, δυο βενετικά πλοία που κατέπλεαν από τον Εύξεινο Πόντο αρνήθηκαν να σταματήσουν στο Νεόκαστρο για επιθεώρηση. Παρά τις βολές των κανονιών εναντίον τους κατάφεραν να ξεφύγουν χωρίς ζημιές. Δεκαπέντε μέρες αργότερα ένα τρίτο προσπάθησε να κάνει το ίδιο, αλλά βυθίστηκε από ένα κανονιοβολισμό. Ο πλοίαρχος Αντόνιο Ρίτζο και το πλήρωμα αιχμαλωτίστηκαν και οδηγήθηκαν στο Διδυμότειχο όπου βρισκόταν ο Μωάμεθ. Αυτός διέταξε τον αποκεφαλισμό των μελών του πληρώματος. Ο Ρίτζο καταδικάστηκε σε ανασκολοπισμό και το σώμα του “εκτέθηκε” δίπλα στον δρόμο (Δούκας, Νικολό Μπάρμπαρο).

Στο μεταξύ, στην Κωνσταντινούπολη η κατάσταση ήταν αποκαρδιωτική. Διάφοροι πρόσφυγες από τα περίχωρα είχαν καταφύγει σ’ αυτήν επιτείνοντας το πρόβλημα του επισιτισμού. Τα ταμεία του κράτους ήταν σχεδόν άδεια. Η συμφωνία με τον Ουννάδη, αποτελούσε τεράστιο πλήγμα, ενώ στο εσωτερικό της Βασιλεύουσας επικρατούσε πολιτικοϊδεολογική διαμάχη. Η μόνη ελπίδα πλέον, ήταν η βοήθεια της Καθολικής Ευρώπης. Ο Κωνσταντίνος έστειλε πρεσβεία στον Πάπα Νικόλαο Ε΄, ο οποίος έθεσε ως όρο την ένωση των δυο Εκκλησιών. Ο αυτοκράτορας φαινόταν διαλλακτικός, αλλά συναντούσε σφοδρή αντίδραση από τον λαό και τον κλήρο. Έτσι ζήτησε από τον Πάπα να στείλει ιερείς ικανούς και πειστικούς, οι οποίοι θα βοηθούσαν να πραγματοποιήσει την ένωση. Έτσι τον Νοέμβριο του 1452 έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη ο καρδινάλιος Ισίδωρος (του Κιέβου), γεννημένος το 1385 στην Ελλάδα (πιθανότατα στη Μονεμβασία), κάτοχος σημαντικής παιδείας και ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος Λέσβου Λεονάρδος (γνωστός ως ο Λεονάρδος ο Χίος, ελληνικής καταγωγής κι αυτός). Μαζί τους είχαν και 200 πολεμιστές.

Στις 12 Δεκεμβρίου 1452 ο καρδινάλιος λειτούργησε στην Αγιά Σοφιά και κατόπιν κηρύχθηκε η ένωση που είχε ψηφίσει η Σύνοδος της Φλωρεντίας. Ο λαός ωστόσο, στη μεγάλη του πλειοψηφία, συγκεντρώθηκε στις εκκλησίες που λειτουργούσαν ανθενωτικοί ιερείς και κυρίως στη Μονή του Παντοκράτορα, όπου ζούσε ο Γεώργιος Σχολάριος, ο πρώτος Πατριάρχης μετά την άλωση…

Το μίσος για τους Λατίνους, οφειλόταν στην κατοχή της Κωνσταντινούπολης από αυτούς (1204-1261) και όσα δεινά είχαν υποστεί τότε, αλλά και αργότερα οι Βυζαντινοί. Επίσης, οι ανεκτικότερες, σε κάποια σημεία, αρχές του Ισλάμ και του οθωμανικού κράτους από εκείνους που επέβαλε η Καθολική Δύση και η καταπίεση των Ορθόδοξων Ελλήνων στις γενουατικές και βενετικές αποικίες, μεγάλωναν ακόμα περισσότερο την αντιπάθεια των Βυζαντινών προς τους Δυτικούς.

Από την πλευρά τους οι Δυτικοί, αν και φαίνεται ότι ήθελαν να βοηθήσουν τους Βυζαντινούς, αντιμετώπιζαν τα δικά τους προβλήματα.
Οι Βενετοί με τους Γενουάτες είχαν μεγάλη έχθρα. Οι σχέσεις τους με τον Πάπα δεν ήταν πολύ καλές, γιατί ο ποντίφικας δεν πλήρωσε ποτέ για κάποιες βενετσιάνικες γαλέρες που χρησιμοποίησε το 1444…

poli5

Ο στόλος τους, σε μεγάλο βαθμό, ήταν επιφορτισμένος με την προστασία των αποικιών της Γαληνοτάτης. Οι Γενοβέζοι, που είχαν στην κατοχή τους το Πέραν της Κωνσταντινούπολης και ορισμένες αποικίες, όπως και τη Χίο, αρκέστηκαν να δημοσιεύσει μια-δυο προτροπές προς τους χριστιανικούς λαούς της Ευρώπης, να κινηθούν εναντίον των Τούρκων.

Η Ραγούζα (σημ. Ντουμπρόβνικ), αν και είχε επικυρώσει πρόσφατα τα προνόμια της Κωνσταντινούπολης, εμπορευόταν και σε οθωμανικά λιμάνια. Έτσι δεν διακινδύνευε κανένα τμήμα του μικρού της στόλου, παρά μόνο αν αυτός αποτελούσε τμήμα ευρύτερου χριστιανικού συνασπισμού.
Μόνο ο Αλφόνσος, βασιλιάς της Νεάπολης, με συμφέροντα και διεκδικήσεις στην Ελλάδα και τους Καταλανούς υπηκόους του να εμπορεύονται στην Κωνσταντινούπολη κινήθηκε έμπρακτα. Έστειλε, με βασικό χρηματοδότη τον Πάπα, ένα στολίσκο στο Αιγαίο, τον οποίο όμως απέσυρε αργότερα.

Στις αρχές Ιανουαρίου 1453, ο Μωάμεθ Β΄, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να κινηθεί εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Ο Χαλίλ, που ίσως χρηματιζόταν από τους Βυζαντινούς, ήταν αντίθετος στο σχέδιο αυτό.
Όμως οι στρατιωτικοί, ο εξωμότης Ζαγανός, ο Τουραχάν αλλά και ο ευνούχος Σεχαμπεντίν ήταν θερμοί θιασώτες της απόφασης του Μωάμεθ για επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης.
Το καλοκαίρι του 1452, ένας Ούγγρος (κατ’ άλλους Σάξονας) μηχανικός, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και προσέφερε τις υπηρεσίες του στους Βυζαντινούς. Ο Κωνσταντίνος όμως, δεν μπορούσε να του δώσει τα χρήματα που ζητούσε. Έτσι πήγε στον Μωάμεθ και συμφώνησε, εισπράττοντας τετραπλάσια χρήματα απ’ όσα ήθελε, να φτιάξει ένα τεράστιο κανόνι. Σε τρεις μήνες, έχοντας και τεχνική υποστήριξη έφτιαξε το πρώτο κανόνι. Ήταν αυτό που τοποθέτησε στο Ρούμελι Χισάρ ο Μωάμεθ και βύθισε το βενετσιάνικο πλοίο του Ρίτζο.

Έπειτα ο σουλτάνος, διέταξε τον Ουρβανό να φτιάξει ένα κανόνι διπλάσιο από το πρώτο. Αυτό, χυτεύθηκε στην Αδριανούπολη και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο. Η κάννη του είχε μήκος περίπου 8 μέτρα. Το πάχος του μπρούντζου από το οποίο ήταν φτιαγμένο, ήταν 2 μέτρα και η περιφέρειά του, ένα μέτρο στο πίσω μέρος και 2,5 μέτρα στο μπροστινό.
Τον Μάρτιο, το κανόνι άρχισε το ταξίδι του για την Κωνσταντινούπολη. Το έσερναν 60 βόδια και διακόσιοι άνδρες βάδιζαν πλάι του για να κρατούν σταθερό το κάρο του κανονιού. Στο μεταξύ, υπό τις οδηγίες του Ουρβανού τα χυτήρια παρήγαγαν και άλλα κανόνια, μικρότερα όμως από το “θηρίο” που περιγράψαμε.

Στις 26 Ιανουαρίου 1453, έφτασαν στην Πόλη δυο γενουατικά πλοία με 700 πολεμιστές. Επικεφαλής τους ήταν ο (Γενουάτης) Giovanni Giustiniani Longo (Ιουστινιάνης). Γεννημένος το 1418, εξαιρετικός στρατιωτικός και ειδικός στην αντιμετώπιση των πολιορκιών, έλαβε τον τίτλο του πρωτοστράτορα και την υπόσχεση ότι θα του παραχωρηθεί η Λήμνος, αν η Πόλη δεν πέσει.

Παράλληλα, από τις αρχές του 1453, οι Οθωμανοί επιτέθηκαν στις πόλεις της Προποντίδας (Άγιος Στέφανος, Επιβάτες και Ηράκλειας) και του Εύξεινου Πόντου (Βιζύη, Αγχίαλος, Μεσημβρία) που βρισκόταν υπό βυζαντινή κυριαρχία και τις κατέλαβαν. Μόνο η Σηλυβρία φαίνεται ότι αντιστάθηκε αποτελεσματικά. Κατά μία εκδοχή, έπεσε στα χέρια των Τούρκων μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης.

poli6

Το χρονικό της πολιορκίας

Ακολουθεί ένα χρονολόγιο όλων όσων έγιναν από την αρχή της πολιορκίας ως την άλωση, αναφέροντας τα σημαντικότερα γεγονότα. Στις παρενθέσεις υπάρχουν οι συγγραφείς που αποτελούν την πρωτογενή πηγή των πληροφοριών.

2 Απριλίου 1453: Γίνεται ορατό το πρώτο εχθρικό απόσπασμα. Καταστρέφονται οι γέφυρες της τάφρου και κλείνουν οι πύλες της Πόλης (Κριτόβουλος, Κάλλιστος).
Παράλληλα, με μια τεράστια αλυσίδα την οποία εγκατέστησε ο Γενοβέζος μηχανικός Μπαρτολομέο Σαλίνγκο κλείνει η είσοδος του Κεράτιου Κόλπου (Μπάρμπαρο, Λεονάρδος Χίου, Φραντζής, Δούκας).

5 Απριλίου 1453: Οι δυνάμεις των Οθωμανών με επικεφαλής του Μωάμεθ φτάνουν έξω απ’ τη Βασιλεύουσα. Οι υπερασπιστές καταλαμβάνουν τις θέσεις τους στα τείχη της.

6 Απριλίου 1453: Το σούρουπο της μέρας αυτής ξεκινούν οι κανονιοβολισμοί εναντίον της Πόλης. Ο οθωμανικός στόλος (6 τριήρεις, 10 διήρεις, 15 γαλέρες με κουπιά, 75 «φούστες», πλοία πιο ελαφριά απ’ τις διήρεις και 20 παραντάρια, βαριές μεταφορικές μαούνες με πανιά), με επικεφαλής τον Βούλγαρο εξωμότη Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου, επιχειρούν να σπάσουν χωρίς αποτέλεσμα την αλυσίδα του Βοσπόρου (η επίθεση αυτή, ίσως έγινε στις 9 Απριλίου).

12 Απριλίου 1453: Ξεκινά μαζικός βομβαρδισμός των τειχών της Πόλης. Τα κανόνια αποδεικνύοντας δύσχρηστα. Γλιστρούν μέσα στη λάσπη από τις βροχές τ’ Απρίλη ωστόσο οι βολές τους προξενούν ζημιές στα τείχη. Οι υπερασπιστές της Πόλης με επικεφαλής τον Ιουστινιάνη, τις επιδιορθώνουν με αξιοθαύμαστη ταχύτητα. Νέα προσπάθεια του οθωμανικού στόλου να σπάσει την αλυσίδα του Κεράτιου, αποτυγχάνει. Ο Μωάμεθ νιώθει ταπεινωμένος και διατάζει να βελτιωθούν οι βλητικές ικανότητες των κανονιών.

18 Απριλίου 1453: Μαζική επίθεση εναντίον της Πόλης αποτυγχάνει. Μετά από τετράωρη μάχη, οι πολιορκητές αποχωρούν αφήνοντας πίσω τους 200 νεκρούς. Κανένας Χριστιανός δεν έπαθε τίποτα. (Μπάρμπαρο, Κριτόβουλος)

20 Απριλίου 1453: Τρεις γενοβέζικες γαλέρες, με όπλα και προμήθειες, σταλμένες από τον Πάπα πλησιάζουν την Προποντίδα. Μαζί τους ενώνεται και αυτοκρατορικό πλοίο με επικεφαλής τον Φλαντανελά. Οι Τούρκοι τα αντιλαμβάνονται και κινούνται εναντίον τους. Μετά από μια συγκλονιστική ναυμαχία, τα πλοία φτάνουν ασφαλή στο αγκυροβόλιο του Κεράτιου. Ο Μπαλτόγλου τραυματισμένος σοβαρά στο μάτι, καθαιρείται, ραβδίζεται και περνά στη φτώχεια και την αφάνεια την υπόλοιπη ζωή του (Μπάρμπαρο, Κριτόβουλος, Δούκας).

21 Απριλίου 1453: Νέος βομβαρδισμός των τειχών της Πόλης. Με οδηγίες κάποιου Γενοβέζου, εμπνευσμένου προφανώς από το ανάλογο κατόρθωμα του Κρητικού ναύαρχου Νικόλαου Σόρβολου (ή Καραβίτη), ο οποίος το 1439 πέρασε βενετικά πλοία από τον ποταμό Αδίγη, στη λίμνη Γκάρντα, μια διαδρομή 17 χλμ. σε χιονισμένο ορεινό αυχένα, ο Μωάμεθ διατάσσει την κατασκευή δρόμου στην ξηρά (μιμούμενος τον Δίολκο στην αρχαία Κόρινθο), για να οδηγηθούν τα πλοία του στον Κεράτιο. Ο δρόμος φτιάχνεται αυθημερόν και τα ξημερώματα της 22ας Απριλίου, περίπου 70 τουρκικά πλοία φτάνουν στον Κεράτιο, κοντά στην Κοιλάδα των Πηγών. Οι εμβρόντητοι πολιορκημένοι συνεδριάζουν για το πώς θ’ αντιμετωπίσουν τη νέα κατάσταση .

28 Απριλίου 1453: Βυζαντινά πλοία ξεκινούν για να πυρπολήσουν τον οθωμανικό στόλο. Επικεφαλής τους ήταν ο Τζιάκομο Κόκο, ο Βενετός πλοίαρχος Τρεβιζάνο και ο υπαρχηγός του Ζαχαρία Γκριόνι. Η ολιγοήμερη καθυστέρηση της επιχείρησης, οδηγεί στην προδοσία της από κάποιον Γενοβέζο. Η προσπάθεια αποτυγχάνει .40 Χριστιανοί ναύτες συλλαμβάνονται από τους Οθωμανούς και σφαγιάζονται. Σε αντίποινα, 260 Τούρκοι αιχμάλωτοι, αποκεφαλίζονται πάνω στα τείχη.

Αρχές Μαΐου 1453: Απογοήτευση επικρατεί στους υπερασπιστές της Πόλης, αλλά και διαμάχες, κυρίως μεταξύ Βενετών και Γενοβέζων.

3 Μαΐου 1453: Ένα μπριγκαντίνι, με πλήρωμα 12 άνδρες μεταμφιεσμένους σε Οθωμανούς εθελοντές, φεύγει από την Πόλη προς το Αιγαίο, ελπίζοντας ότι θα συναντήσει βενετικά πλοία που θα έσπευδαν σε βοήθεια

6-7 Μαΐου 1453: Νέες τουρκικές επιθέσεις, αποκρούονται. Διαπρέπει ο Έλληνας Ραγκαβής που έκοψε στα δύο τον σημαιοφόρο του σουλτάνου Αμίρ μπέη. Σύντομα όμως περικυκλώθηκε και σκοτώθηκε (Μπάρμπαρο, Σλαβικό Χρονικό).

Μέσα Μαΐου 1453: Ξεκινούν προσπάθειες εκσκαφής ορυγμάτων κάτω από τα τείχη. Ο Ζαγανός πασάς, χρησιμοποίησε επαγγελματίες υπονομευτές από τα ορυχεία ασημιού του Νόβο Μπρόντο στη Σερβία. Οι Βυζαντινοί, με επικεφαλής τον Γερμανό (;) Γιοχάνες Γκραντ και τον Λουκά Νοταρά, εξουδετερώνουν όλες τις υπόγειες επιθέσεις (16 – 23 Μαΐου).
(Μπάρμπαρο, Φραντζής, Λεονάρδος Χίου)

18 Μαΐου 1453: Ένας πύργος που προσπαθούν οι Οθωμανοί να «κολλήσουν» στα τείχη της Πόλης, καταστρέφεται από βαρελάκια με δυναμίτιδα που τοποθέτησαν κοντά του μερικοί Βυζαντινοί. Μαζί με τον πύργο, σκοτώνονται και όσοι βρίσκονταν σ’ αυτόν.
Την ίδια μέρα επιστρέφει το μπριγκαντίνι που είχε σταλεί στο Αιγαίο και αναφέρει στον αυτοκράτορα ότι δεν έρχεται καμία βοήθεια για την Πόλη (Μπάρμπαρο).

24 Μαΐου 1453: Σε λιτανεία στην Πόλη, γλιστρά η εικόνα της Θεοτόκου από το βάθρο όπου βρισκόταν.

Μόνο με πολύ μεγάλες προσπάθειες ξαναμπαίνει στη θέση της. Καταρρακτώδης βροχή, χαλάζι και ομίχλη οδηγούν στη διακοπή της λιτανείας. Κάποια περίεργα φώτα που εμφανίστηκαν γύρω από τον τρούλο της Αγίας Σοφίας και σε απόσταση, πίσω από τα οθωμανικά στρατεύματα (Μπάρμπαρο), δεν εξηγήθηκε ποτέ από πού προέρχονταν.

25 Μαΐου 1453: Ο Μωάμεθ συγκαλεί το μυστικοσυμβούλιο του. Προηγήθηκε μία αποτυχημένη προσπάθεια, μέσω του νεαρού αρνησίθρησκου Ισμαήλ, να πείσει τον Παλαιολόγο να παραδοθεί. Ο Χαλίλ, σχεδόν πείθει τον σουλτάνο να σταματήσει την πολιορκία, αλλά ο Ζαγανός πασάς και άλλοι στρατιωτικοί, επιμένουν. Ο Μωάμεθ συμφωνεί μαζί τους και ετοιμάζεται για την τελική επίθεση.

Σάββατο 26 – Κυριακή 27 Μαΐου 1453: Σφοδροί βομβαρδισμοί των τειχών. Οι υπερασπιστές της πόλης ωστόσο, στη διάρκεια της νύχτας, βοηθούμενοι κι από αμάχους επιδιορθώνουν τις ζημιές. Ελαφρύς τραυματισμός του Ιουστινιάνη, από ένα θραύσμα. Η πληγή του δένεται και επιστρέφει στα τείχη, όπου είχε διαπρέψει (Σλαβικό Χρονικό).

Δευτέρα 28 Μαΐου: Ημέρα ξεκούρασης για τους πολιορκητές. Ο Μωάμεθ ήθελε να είναι πανέτοιμοι για την επόμενη ημέρα.

Τρίτη 29 Μαΐου 1453: 1.30 π.μ. Ξεκινά η φοβερή επίθεση των Οθωμανών. Οι γενναίοι υπερασπιστές αντιστέκονταν με κάθε τρόπο. Ο Μωάμεθ έβλεπε ότι για μια ακόμη φορά δεν μπορούσε να επιβληθεί.

poli9

Λίγο πριν την ανατολή του ήλιου, μια βολίδα μπομπάρδας (κανονιού), χτύπησε τον Ιουστινιάνη διαπερνώντας τον θώρακά του. Αιμορραγώντας ασταμάτητα, μέσα σε αφόρητους πόνους, ο Γενοβέζος ζήτησε από τον Παλαιολόγο να φύγει. Παρά τις προσπάθειες του αυτοκράτορα δεν μεταπείστηκε. Τον ακολούθησαν οι άντρες του.
Ο Ιουστινιάνης κατέφυγε στη Χίο όπου πέθανε την 1η Ιουνίου 1453.

Παράλληλα, από την Κερκόπορτα (Δούκας, Σαντεντίν) οι πρώτοι Οθωμανοί μπήκαν στην Πόλη. Σύντομα ακολούθησαν και άλλοι. Ο αυτοκράτορας, έδειξε ότι δεν ήθελε να ζήσει περισσότερο από την Πόλη. Πετώντας τα αυτοκρατορικά εμβλήματα, με τον ξάδελφό του Θεόφιλο, τον γενναίο Ισπανό απ’ το Τολέδο δον Φρανσίσκο και τον ηρωικό συμπολεμιστή Ιωάννη Δαλμάτη, όρμησαν προς τους εχθρούς. Κανείς δεν τον ξαναείδε από τότε.

Ως το απόγευμα όλα είχαν τελειώσει. Απέμενε μια μικρή εστία αντίστασης. Κρητικοί ναύτες στους τρεις πύργους κοντά στην είσοδο του Κεράτιου Κόλπου, εξακολουθούσαν να αντιστέκονται, χωρίς να μπορούν να εκτοπιστούν. Βλέποντας ωστόσο ότι ήταν πλέον απελπιστικά μόνοι και απομονωμένοι, παραδόθηκαν με δυσφορία στους αξιωματικούς του Μωάμεθ, υπό τον όρο ότι η ζωή και η περιουσία τους θα παρέμειναν άθικτες. Τα δύο πλοία τους ήταν αραγμένα κάτω απ’ τους πύργους. Ανενόχλητοι από τους Τούρκους, που τους κοιτούσαν με θαυμασμό, τα καθέλκυσαν και έφυγαν για την Κρήτη (Φραντζής).

Ο απολογισμός της άλωσης και όσων την ακολούθησαν ήταν τραγικός. Ο Κριτόβουλος αναφέρει 4.000 νεκρούς και 50.000 αιχμαλώτους. Ο Λεονάρδος της Χίου, κάνει μνεία για 60.000 αιχμαλώτους. Ίσως οι αριθμοί είναι υπερβολικοί, καθώς ο πληθυσμός της Κων/πολης το 1453, ήταν μικρότερος των 50.000.
Η αναφορά των Φραγκισκανών μοναχών εκτιμά τους νεκρούς υπερασπιστές και κατοίκους της Πόλης, σε 3.000.

poli8

Επίλογος

Στα τέλη Μαρτίου 1453, ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ κάλεσε τον γραμματέα του Φραντζή και του ζήτησε να καταγράψει όλους τους άνδρες της Πόλης που μπορούσαν να φέρουν όπλα. Το αποτέλεσμα, ήταν τραγικό: 4.983 Έλληνες και γύρω στους 2.000 ξένους. Αυτοί αντιμετώπισαν περισσότερους από 100.000 αντιπάλους (κάποιοι ανεβάζουν τον αριθμό τους στους 250.000).

poli11

Όπως γράφει ο Στίβεν Ράνσιμαν:

«Εάν ο σουλτάνος Μωάμεθ ήταν λιγότερο αποφασιστικός ή ο Χαλίλ πασάς περισσότερο πειστικός ή εάν η βενετσιάνικη αρμάδα είχε αποπλεύσει δεκαπέντε ημέρες νωρίτερα ή εάν κατά την τελευταία κρίση ο Τζουσινιάνι δεν είχε τραυματιστεί στα τείχη και η παράπλευρη πύλη της Κερκόπορτας δεν είχε μείνει μισάνοιχτη, μακροπρόθεσμα λίγα θα είχαν αλλάξει. Το Βυζάντιο ίσως θα είχε εξακολουθήσει να υφίσταται για μια ακόμα δεκαετία και η τουρκική εξάπλωση θα είχε καθυστερήσει».

Η 29η Μαΐου σηματοδοτεί ένα σημείο-καμπή στην παγκόσμια ιστορία, το τέλος της ιστορίας του Βυζαντινού πολιτισμού. Η ιστορία των Ελλήνων κάτω από τον οθωμανικό ζυγό είναι «μη εποικοδομητική και μελαγχολική» γράφει ο Σ. Ράνσιμαν.
Ωστόσο, ο Ελληνισμός επιβίωσε και δεν πέθανε. Και όσο κι αν θέλουν και προσπαθούν μερικοί για το αντίθετο, ελπίζουμε κι ευχόμαστε να μην πεθάνει ποτέ…

Πηγές: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», τόμος Θ, Εκδοτική Αθηνών.
STEVEN RUNCIMAN, «Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ. 1453», Δ’ Έκδοση, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ.

Ειδήσεις σήμερα:

Ο τελευταίος των Παλαιολόγων βρίσκεται στα νησιά Μπαρμπάντος - «Κοιτάει» προς την Πόλη
Ο τάφος του Φερδίνανδου Παλαιολόγου, στα νησιά Μπαρμπάντος, χτισμένος σε αρχαιοελληνικό ρυθμό

Πηγή: Σταύρος Μαυρογένης

Ο τελευταίος των Παλαιολόγων βρίσκεται στα νησιά Μπαρμπάντος – «Κοιτάει» προς την Πόλη

Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Η κληρονομιά του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά» επιβίωσε έπειτα από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και τον θάνατό του στο καθήκον, κατά τη διάρκεια της τελευταίας μάχης υπεράσπισης της Πόλης, όχι μόνο ως θρύλος αλλά και με τα γονίδια, χάρη στους απογόνους του!

Μάλιστα, η κληρονομιά αυτή του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ξεπέρασε την άλλη -άγνωστη μέχρι τη στιγμή του ηρωικού θανάτου του -άκρη του Ατλαντικού, αφού ένας απευθείας απόγονός του, ίσως και ο τελευταίος γνωστός, ο Φερδίνανδος Παλαιολόγος, τάφηκε στα νησιά Μπαρμπάντος!

Το συγκινητικό είναι, ότι τάφηκε κι αυτός με τον τρόπο που άρμοζε στους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες μιας και το σώμα του προγόνου του, που έπεσε στη μάχη, δεν βρέθηκε ποτέ…

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η πιο πρόσφατη «ανακάλυψη» της απόδειξης αυτής της ρομαντικής ιστορίας, που ίσως κλείνει και το κεφάλαιο του τι απέγινε η δυναστεία των Παλαιολόγων, τελευταίων αυτοκρατόρων της χιλιόχρονης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μάλλον έγινε από τον Σταύρο Μαυρογένη, Διδάκτωρα Διεθνούς Δικαίου και Πολιτικής για την Κλιματική Αλλαγή, ο οποίος προ δεκαετίας πραγματοποιούσε ως νεαρός ερευνητής στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής με χρηματοδότηση από τo «United Νations Εnvironment Program» και την Αναπτυξιακή Υπηρεσία της Νορβηγικης κυβέρνησης, έρευνες για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής σε διάφορες νησιωτικές περιοχές του Ατλαντικού και του Ειρηνικού.

Όπως περιγράφει στο Newsbomb.gr, στα νησιά Μπαρμπάντος, σε ένα καταπληκτικό σημείο με θέα τον ωκεανό, του τράβηξε την προσοχή ένας καλαίσθητος και προσεγμένος τάφος, ο οποίος αναφερόταν στην Ελλάδα.

Όταν πλησίασε περισσότερο, με έκπληξη διαπίστωσε ότι ενθάδε κείται… ίσως ο τελευταίος των Παλαιολόγων, ο Φερδίνανδος, απευθείας απόγονος του Κωνσταντίνου!

«Ενθάδε κείται ο Φερδίνανδος Παλαιολόγος, απόγονος της αυτοκρατορικής γραμμής των τελευταίων χριστιανών αυτοκρατόρων της Ελλάδας», γράφει η επιτύμβια στήλη. (Here lyeth ye body of Ferdinando Paleologus Descended from ye imperial lyne Of ye last Christian Emperors of Greece Churchwarden of this Parish 1655-1656 Vestryman, Twenty years Died Oct. 3 1678)

Ο τάφος αυτός είχε χαθεί στη λήθη των αιώνων, όμως -περίεργη σύμπτωση θα το χαρακτήριζαν αυτό μερικοί- τη χρονιά της ίδρυσης του ελληνικού κράτους και της επίσημης αποτίναξης του τουρκικού ζυγού – το επόμενο «κεφάλαιο» δηλαδή από την Άλωση της Πόλης-, το 1831, ένας τυφώνας που έπληξε την εκκλησία στα Μπαρμπάντος, έφερε στην επιφάνεια τον μάλλον εξαιρετικής ιστορικής σπουδαιότητας τάφο του -πιθανότατα- τελευταίου απογόνου των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου!

Οι ντόπιοι μάλιστα, λίγα χρόνια αργότερα, αναγκάστηκαν να ανοίξουν τον τάφο, εξαιτίας κάποιων περίεργων διαδόσεων σχετικών με αυτόν, εκείνη την εποχή… Τη χρονιά της θέσπισης του πρώτου ελληνικού Συντάγματος λοιπόν, το 1844, βρήκαν τον σκελετό του τελευταίου Παλαιολόγου ανάποδα σε σχέση με όλους τους άλλους νεκρούς στο κοιμητήριο: Το κεφάλι ήταν στη Δύση και τα πόδια στην Ανατολή, προσανατολισμένο προς την Κωνσταντινούπολη, όπως ήταν το Βυζαντινό πρακτικό… Το 1909 ανεγέρθη και το παρόν μνημείο με κίονες δωρικού ρυθμού και σε πέτρα από το ίδιο υλικό με αυτή του τάφου του πατέρα του.

«Ο Έλληνας πρίγκιπας της Κορνουάλης»

Η «γραμμή αίματος» του Μαρμαρωμένου Βασιλιά μάλλον τερματίζεται εκείνη την εποχή, το 1693, όταν και πέθανε σε μικρή ηλικία και ο γιος του Φερδινάνδου, ο οποίος τάφηκε και στο ίδιο σημείο. Ή μήπως… όχι;

Όπως διαβάζουμε στη wikipedia και σε άλλες πηγές, ο Φερδινάνδος Παλαιολόγος χαρακτηρίζεται ως Ιταλο-Άγγλος ευγενής και στρατιώτης ο οποίος, μέσω του πατέρα του Θεόδωρου Παλαιολόγου, ήταν απόγονος του Θωμά Παλαιολόγου. Ο Θωμάς ήταν ο αδελφός των αυτοκρατόρων Ιωάννη Η’ ( βασ. 1425-1448 ) και Κωνσταντίνου ΙΑ’ (βασ. 1449-1453 ) και γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ Β Παλαιολόγου ( βασ. 1391-1425 ) της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος κατέφυγε στην Ιταλία και συγκεκριμένα στο Πέζαρο, το 1460, όταν και οι Οθωμανοί κατέλαβαν την πατρίδα του την Πελοπόννησο και από εκεί η γενεαλογία του φτάνει μέχρι τα νησιά του Ατλαντικού.

Σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες από την ιστορική έρευνα πληροφορίες-την οποία μάλλον δεν έχει κάνει και κανείς- ο Φερδινάνδος λοιπόν ήταν ένας από τους τελευταίους ζωντανούς απογόνους των τελευταίων βυζαντινών αυτοκρατόρων.

Ο Φερδινάνδος πολέμησε τότε στο πλευρό του Βασιλιά της Αγγλίας αλλά μετά τη νίκη των κοινοβουλευτικών στον πόλεμο, αυτοεξορίστηκε στο μακρινό και εξωτικό Μπαρμπάντος, όπου και είχε σημαντική περιουσία -φυτείες- από τη μεριά της μητέρας του. Μάλιστα, εκεί έγινε γνωστός ως ο «Έλληνας πρίγκιπας από την Κορνουάλη». Το σπίτι που έχτισε τότε, το Clifton Hall, υπάρχει ακόμα και είναι αναγνωρισμένο ως ένα από τα μεγαλύτερα, μεγαλόπρεπα και παλαιότερα μεγάλα σπίτια στα Μπαρμπάντος.

Ο τάφος του Θεόδωρου Παλαιολόγου

Γνωστός είναι και ο τάφος του πατέρα του Φερδινάνδου, του Θεόδωρου Παλαιολόγου, ανιψιό του τελευταίου αυτοκράτορα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου. Ήταν όπως αναφέρθηκε ο γιος του Θωμά Παλαιολόγου, αδελφού του αυτοκράτορα, ο οποίος ακολούθησε το δρόμο του προγόνου του, του αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου στη Γηραιά Αλβιώνα.

Ο Θεόδωρος Παλαιολόγος διέφυγε από τον Μυστρά κι εγκαταστάθηκε στην Αγγλία όπου έζησε ως το 1636, οπότε και απεβίωσε σε βαθύ γήρας.

Τάφηκε στον μεσαιωνικό ναό του Αγίου Λεονάρδου, στην περιοχή Λάνταλφ της νοτιοανατολικής Κορνουάλης. Ο τάφος σήμερα δυστυχώς είναι χαμένος κάτω από το δάπεδο του Ναού, αλλά μια μπρούτζινη αναμνηστική πλάκα ενημερώνει τους προσκυνητές για το σχετικό ιστορικό.

Πάντως οι τοπικοί εκκλησιαστικοί παράγοντες εκεί, έχουν γνώση και συνείδηση της μεγάλης σημασίας που έχει για εμάς τους Έλληνες το σημείο εκείνο, κι έτσι αντιμετωπίζουν με σεβασμό και ευγένεια την συγκίνηση που μας δημιουργεί η επίσκεψή μας στο Ναό αυτό.

Η ύπαρξη άλλων απογόνων των Παλαιολόγων χάνεται στα βάθη της ιστορίας και στα ταραγμένα και αβέβαια χρόνια του ύστερου Μεσαίωνα. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις, εμφανίστηκαν κάποιοι οι οποίοι διεκδίκησαν την «κληρονομιά», παρέχοντας ή όχι κάποιες αποδείξεις για το γενεαλογικό τους δένδρο. Η περίπτωση του Φερδινάνδου, αποτελεί την πιο αξιόπιστη, μέχρι τουλάχιστον η σύγχρονη επιστήμη και η γενετική -με τις μεθόδους εξέτασης DNA– αποδείξουν κάτι διαφορετικό…

Σε κάθε περίπτωση, ο μύθος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, ζει για πάντα από τον λαό του…

Ένεκα της επετείου της Άλωσης, ακολουθεί η τελευταία ομιλία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τη νύχτα της 28ης Μαΐου 1453, λίγες ώρες πριν την τελευταία απέλπιδα μάχη που σήμανε το τέλος της αυτοκρατορίας, σύμφωνα με το Χρονικό της Άλωσης του Φραντζή.

«Όλοι εσείς, ευγενέστατοι άρχοντες και εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί και γενναιότατοι στρατιώτες κι όλος ο πιστός και ακριβός λαός μου, ξέρετε καλά πως έφτασε η ώρα που ο εχθρός της πίστης μας σκοπεύει να μας πιέσει πιο δυνατά από πριν, με κάθε πολεμικό τέχνασμα και μηχάνημά του, και θα μας κάμει πόλεμο τρανό με συμπλοκή μεγάλη και σύρραξη από στεριά και θάλασσα με όλα του τα δυνατά, για να χύσει, αν μπορέσει, το φαρμάκι του σα φίδι και να μας καταπιεί σαν ανήμερο λιοντάρι. γι’ αυτό σας λέω και σας παρακινώ να σταθείτε αντρείοι και με γενναία ψυχή, όπως κάνατε πάντα σας ως τώρα ενάντια στους εχθρούς της πίστης μας. Σ’ εσάς εμπιστεύομαι την περίλαμπρη και ξακουσμένη τούτη πόλη και πατρίδα μας και βασιλεύουσα των πόλεων.

Ξέρετε καλά, αδέρφια, πως για τέσσερα πράγματα χρωστούμε να σκοτωθούμε παρά να ζήσουμε: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβεια μας, δεύτερον για την πατρίδα, τρίτον για το βασιλιά ως νόμιμο κυρίαρχο και τέταρτον για τους συγγενείς και φίλους μας. Λοιπόν, αδέρφια, αν χρωστάμε για ένα απ’ αυτά τα τέσσερα ν’ αγωνιζόμαστε ως την τελευταία πνοή μας, πολύ περισσότερο για όλα τούτα, αφού το βλέπετε ολοφάνερα πως κινδυνεύουμε να χάσουμε τα πάντα.

Αν για τις δικές μου αμαρτίες παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους απίστους, διακινδυνεύουμε την αγία μας πίστη, που μας χάρισε ο Χριστός με το ίδιο του το αίμα, κι αυτή είναι το σπουδαιότερο απ’ όλα. Και αν κανένας κερδίσει όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του, τι φελάει; Δεύτερον, θα στερηθούμε πατρίδα τόσο ξακουστή μαζί με την ελευθερία μας. Τρίτον, χάνουμε τη βασιλεία, που άλλοτε ήταν περίφημη και τώρα ταπεινωμένη κι εξευτελισμένη κι εξουθενωμένη, την παίρνει ο τύραννος και άπιστος. Τέταρτον, θα στερηθούμε τ’ αγαπημένα μας παιδιά και τους σπιτικούς και συγγενείς μας.

Αυτός ο αλιτήριος ο αμιράς είναι πενήντα εφτά μέρες ως τα σήμερα που ήρθε και μας απόκλεισε και δεν έπαψε να μας πολιορκεί μέρα και νύχτα με κάθε πολεμικό μέσο και δύναμη. Και με τη βοήθεια του παντεπόπτη Χριστού και Κυρίου μας, πολλές φορές ως τα σήμερα διώχτηκε ντροπιασμένος απ’ το κάστρο μας. Μα και τώρα μην δειλιάσετε, αδέρφια, αν το κάστρο γκρεμίστηκε σ’ ένα μέρος απ’ τη βρονταριά και τα βλήματα των πολιορκητικών μηχανών, γιατί, καθώς βλέπετε, όσο μπορέσαμε το διορθώσαμε ξανά. Εμείς, όλη μας την ελπίδα τη στηρίξαμε στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού, ενώ αυτοί στ’ άρματα και στ’ άλογα και στη δύναμη και στον αριθμό.

Εμείς, όμως, βασιζόμαστε στ’ όνομα του Θεού και Σωτήρος μας και κατά δεύτερο λόγο στα χέρια μας και στην παλικαριά μας, που μας χάρισε η δύναμη η θεϊκή. Ξέρω πως αυτό το αμέτρητο λεφούσι των απίστων θα χυμήξουν απάνω μας, όπως συνηθίζουν, με βάναυσο τρόπο κι έπαρση και θράσος μεγάλο και ορμή, για να μας πιέσουν τόσο λίγοι που είμαστε και να μας ζορίσουν με την έφοδό τους βγάζοντας φωνές μεγάλες κι αμέτρητους αλαλαγμούς, για να μας τρομάξουν.

Τα μπαγλατίσματά τους αυτά τα ξέρετε καλά και δε χρειάζεται να επιμείνω περισσότερο. Μέσα σε λίγο διάστημα θα τα κάμουν αυτά και αμέτρητες πέτρες και άλλα βέλη και βλήματα θα ρίξουν απάνου μας σαν τον άμμο της θάλασσας. Αλλά νομίζω πως δε θα σας κάνουν κακό, γιατί σας κοιτάω και χαίρεται η καρδιά μου και με τέτοιες ελπίδες τρέφω το λογισμό μου, πως αν και είμαστε πολύ λίγοι, ωστόσο είσθε όλοι σας επιδέξιοι και άξιοι και ρωμαλέοι και δυνατοί κι έτοιμοι για κάθε τι.

Να προφυλάσσετε καλά τα κεφάλια με τις ασπίδες σας στη συμπλοκή και στη σύρραξη. Το δεξί χέρι σας, που θα κρατάει το σπαθί, να είναι πάντα προτεταμένο. Οι περικεφαλαίες σας κι οι θώρακες κι οι σιδερένιες αρματωσιές σας έχουν αρκετή αξία μαζί με τον υπόλοιπο οπλισμό σας και στην ώρα της σύγκρουσης θα σας εξυπηρετήσουν πολύ. Τέτοια οι αντίπαλοι μας δε μεταχειρίζονται, ούτε έχουν καθόλου. Επιπλέον, επειδή βρίσκεστε μέσα στο κάστρο προφυλαγμένοι, ενώ αυτοί προχωρούν απροφύλαχτοι και με δυσκολία, γι αυτό, συστρατιώτες μου, φανείτε ετοιμοπόλεμοι, ακλόνητοι και μεγαλόψυχοι με τη βοήθεια του Θεού.

Πάρτε για παράδειγμα τους λίγους ελέφαντες των αρχαίων Καρχηδονίων, πώς κυνήγησαν με τα ξεφωνητά και την εμφάνισή τους τόσο μεγάλο πλήθος των Ρωμαίων. Κι αν τους κυνήγησαν άλογα ζώα, πόσο περισσότερο εσείς, που είστε κύριοι των αλόγων ζώων, ενώ αυτοί που έρχονται να συγκρουστούν μαζί μας είναι σαν άλογα και ακόμα χειρότεροι. Ρίχνετε καταπάνω τους λόγχες και σπαθιά και δοξάρια και κοντάρια. Και να λογαριάζετε πως κυνηγάτε κοπάδι από αγριογούρουνα, για να καταλάβουν οι άπιστοι πως δεν δίνουν μάχη με άλογα ζώα σαν κι αυτούς, αλλά με κυρίους και αφέντες κι απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων.

Ξέρετε καλά πως ο άπιστος αυτός αμιράς και εχθρός της αγίας μας πίστης, χωρίς καμιά σοβαρή αιτία διάλυσε τις καλές σχέσεις που είχαμε και καταπάτησε τους όρκους τους πολλούς του χωρία να τους λογαριάσει καθόλου, παρά ήρθε ξαφνικά κι έχτισε φρούριο στο στενό του Ασωμάτου, για να μπορεί να μας κάνει κάθε μέρα ζημιά. Έβαλε φωτιά κι αφάνισε τα χωράφια και τα περιβόλια και τα σπίτια μας. Τ’ αδέρφια μας τους Χριστιανούς, όσους βρήκε τους σκότωσε και τους σκλάβωσε. Τη συνθήκη που είχαμε τη διάλυσε.

Με τους Γαλατιανούς, όμως, έπιασε φιλίες κι αυτοί χαίρονται τώρα, μη ξέροντας οι δυστυχισμένοι το μύθο με το παιδί του γεωργού, που έψηνε σαλιγκάρια κι είπε: Ω, ανόητα ζώα και τα λοιπά. Ήρθε, λοιπόν, αδέρφια και μας έκανε αποκλεισμό ανοίγοντας κάθε μέρα το θεόρατο στόμα του και κοιτώντας να βρει κατάλληλη περίσταση για να μας καταπιεί, εμάς και την πόλη τούτη, που έχτισε ο τρισμακάριστος και τρανός βασιλιάς Κωνσταντίνος και την αφιέρωσε και την πρόσφερε στην πανάγια και υπεραγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπαρθένο Μαρία, για να είναι κυρία και βοηθός και σκέπη στην πατρίδα μας και καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και χαρά όλων των Ελλήνων, καύχημα σ’ όλους όσους είναι στην Ανατολή.

Κι αυτός ο ασεβέστατος θέλει να κυριέψει την Πόλη, που ήταν άλλοτε ξακουστή και πεντοβολάει σαν τριαντάφυλλο της εξοχής. Αυτήν που σκλάβωσε μια φορά όλη την υφήλιο, μπορώ να πω, αυτός θέλει τώρα να την υποδουλώσει και να επιβάλει ζυγό και σκλαβιά στην βασιλεύουσα των πόλεων. Και τις άγιες εκκλησίες μας, όπου προσκυνούσαμε την Αγία Τριάδα και δοξολογούσαμε την Παναγία και όπου ακούγονταν οι άγγελοι του Θεού να υμνούν το θείο και την ενσάρκωση του Θείου Λόγου, αυτές θέλει τώρα να τις μεταβάλει σε προσκύνημα της βλασφημίας του και του μωρολόγου ψευδοπροφήτη Μωάμεθ και σε στάβλο αλόγων και καμήλων. Βάλτε τα, λοιπόν, αυτά καλά μέσα σας αδέρφια και συμπολεμιστές μου, για να μείνει αιώνια σας η μνήμη και η δόξα και η ελευθερία».

Έπειτα, γυρνώντας προς τους Βενετσιάνους, που στέκονταν στα δεξιά του, τους είπε:

«Ευγενείς Ενετοί, αδελφοί αγαπημένοι εν Χριστώ τω Θεώ, άντρες ρωμαλέοι και στρατιώτες δυνατοί και στον πόλεμο ξεχωριστοί, εσείς που πολλές φορές με τα γυαλιστερά σπαθιά σας και με τη θεϊκή χάρη εξοντώσατε τα στίφη των αγαρινών και το αίμα τους έτρεξε ποτάμι απ’ τα δικά σας χέρια, σας παρακαλώ σήμερα να υπερασπιστείτε με όλη την καρδιά σας την πόλη τούτη, που βρίσκεται σε τέτοιον κίνδυνο πολεμικό. Ξέρετε καλά πως την είχατε πάντα σα δεύτερη πατρίδα και μητέρα σας. Γι’ αυτό σας το λέω ξανά και σας παρακαλώ να φερθείτε αυτή την ώρα σαν ευσεβείς και ομόπιστοι κι αδέρφια».

Έπειτα γύρισε στους Γενουάτες προς την αριστερή μεριά και τους είπε:

«Ω, Γενουάτες, εντιμότατοι αδελφοί, άντρες πολεμιστές και ατρόμητοι και φημισμένοι, ξέρετε καλά και κατέχετε πως η άμοιρη τούτη πόλη δεν ήταν μονάχα δική μου, αλλά και δική σας από πολλές απόψεις. Εσείς πολλές φορές τη βοηθήσατε με προθυμία και με τη δική σας επικουρία τη λυτρώσατε από τους εχθρούς της, τους αγαρινούς. Και τώρα πάλι είναι η περίσταση κατάλληλη για να τη βοηθήσετε δείχνοντας την εν Χριστώ αγάπη και αντρεία και παλικαριά σας».

Έπειτα στράφηκε κι είπε σ’ όλους γενικά.

«Δεν έχω καιρό να σας μιλήσω περισσότερο. Μονάχα παραδίνω στα χέρια σας το ταπεινωμένο μας σκήπτρο για να το προφυλάξετε με ζήλο. Ζητάω ακόμα κι αυτήν τη χάρη: από την αγάπη σας να δείξετε την πρεπούμενη τιμή και υποταγή στους στρατηγούς και δημάρχους και εκατοντάρχους σας, καθένας ανάλογα με τη σειρά και το τάγμα και την υπηρεσία του. Μην το ξεχάσετε αυτό. Κι αν εφαρμόσετε ολόψυχα τα όσα σας παρήγγειλα, έχω ελπίδα στο Θεό να γλιτώσουμε απ’ τη δίκαιη φοβέρα του, που κρέμεται απάνω μας. Κοντά σ’ αυτό μας περιμένει ο αδαμάντινος στέφανος στα ουράνια, αλλά και στον κόσμο η μνήμη μας θα είναι αιώνια κι αντάξιά μας».

Αφού είπε αυτά και τελείωσε την ομιλία του κι ευχαρίστησε μα δάκρυα και στεναγμούς το Θεό, όλοι αποκρίθηκαν σα μ’ ένα στόμα λέγοντας με κλάματα: «Ας πεθάνουμε για του Χριστού την πίστη και για την πατρίδα μας». Αφού άκουσε αυτό ο βασιλιάς και τους ευχαρίστησε με το παραπάνω, τους έταξε να τους κάνει πάμπολλες δωρεές. Έπειτα τους είπε ξανά:

«Λοιπόν, αδέρφια και συστρατιώτες, το πρωί να είστε έτοιμοι. Με τη χάρη και την αρετή που σας χάρισε ο Θεός και με τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος, που σ’ αυτήν βασίζουμε όλες τις ελπίδες μας, θα κάμουμε τους εχθρούς μας να φύγουν από δω πέρα ντροπιασμένοι».

Ακούγοντας αυτό οι δύστυχοι Ρωμιοί έκαναν καρδιά σα λιονταριού κι αφού συγχώρεσαν ένας τον άλλον, ζητούσαν να φιλιωθούν αναμεταξύ τους κι αγκαλιάζονταν με κλάματα, χωρίς ούτε τ’ αγαπημένα τους παιδιά να μνημονεύουν, ούτε για γυναίκες ή για πλούτη να νοιάζονται, παρά μονάχα να σκοτωθούν υπερασπίζοντας την πατρίδα τους. Κι ο καθένας γύρισε στην προσδιορισμένη του θέση και φρουρούσαν σίγουρα το κάστρο. Όσο για τον βασιλιά, αυτός πήγε στον πανσεβάσμιο ναό της του Θεού Σοφίας κι αφού προσευχήθηκε με κλάματα, κοινώνησε τα άχραντα και θεία μυστήρια. Το ίδιο έκαμαν και πολλοί άλλοι εκείνη τη νύχτα. Έπειτα πήγε στο παλάτι, όπου στάθηκε λίγο και ζήτησε απ’ όλους συγχώρεση. Ποιος μπορεί να μολογήσει τα κλάματα και τους θρήνους που έγιναν εκείνη την ώρα στο παλάτι. Κι από ξύλο ή πέτρα να ήταν, κανένας δε θα μπορούσε να μη θρηνήσει»…

Διαβάστε επίσης:

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ