Ζούσε στην Μελίγια, στον ισπανικό θύλακα στη Βόρεια Αφρική – Ο Μουσταφά Μάγια Αμάγια είχε δημιουργήσει ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα στρατολόγησης ριζοσπαστικοποιημένων ισλαμιστών
Συνελήφθη στη Μελίγια, ισπανικό θύλακα στη βόρεια Αφρική, επικεφαλής στρατολόγησης τρομοκρατών. Ο Μουσταφά Μάγια Αμάγια, με το παρατσούκλι «Ελ Ταλιμπάν», γεννήθηκε το 1963 στις Βρυξέλλες και προέρχεται από οικογένεια Ισπανών ρομά.
Ο άνδρας, ο οποίος έχει ισπανική υπηκοότητα, θεωρείται ότι είναι ένας από τους μεγαλύτερους στρατολόγους τζιχαντιστών στην Ευρώπη.
Το 2014 συνελήφθη ως επικεφαλής μεγάλου δικτύου στρατολόγησης τρομοκρατών, αναφέρουν βελγικά μέσα. Το 2018 καταδικάστηκε σε οκτώ χρόνια φυλάκιση. Στο βούλευμά τους, οι δικαστές περιέγραψαν τον Αμάγια ως «διευθυντή και συντονιστή ενός από τα μεγαλύτερα δίκτυα στρατολόγησης και αποστολής ριζοσπαστικοποιημένων ισλαμιστών για να ενταχθούν σε τζιχαντιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις».
Σύμφωνα με πληροφορίες, συνελήφθη νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα κατά τη διάρκεια επιχείρησης της ισπανικής αστυνομίας κατά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας.
Καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, στρατολογούσε τρομοκράτες μέσω των κοινωνικών δικτύων.
Ο κατηγορούμενος βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με άλλους Ευρωπαίους μουσουλμάνους τους οποίους στρατολογούσε μέσω του Διαδικτύου για να ταξιδέψουν σε χώρες όπως η Συρία, η Λιβύη ή το Μάλι και ενεργούσε σε συνεννόηση με άλλα άτομα για την επίτευξη του στόχου του.
Ο κρατούμενος γεννήθηκε στις Βρυξέλλες από οικογένεια Ρομά. Λίγο αργότερα εγκαταστάθηκε στη Μελίγια για να ξεκινήσει μια διαδικασία τζιχαντιστικής ριζοσπαστικοποίησης. Το δίκτυο που δημιούργησε περιελάμβανε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης τζιχαντιστών στη Μελίγια για να στέλνει αργότερα τους στρατολογημένους σε ζώνες συγκρούσεων.
Επίσης, είχε συλληφθεί αρκετές φορές κατά τη δεκαετία του 1990 για διακίνηση ναρκωτικών. Μουσταφά Μάγια Αμάγια, όπως αναφέρουν βελγικά μέσα, συνελήφθη στο σπίτι του στον ισπανικό θύλακα της Μελίγια.
Ο κατηγορούμενος είχε τη βοήθεια τεσσάρων μελών ευρύτερου δικτύου δικτύου (βελγικής, τυνησιακής και γαλλικής υπηκοότητας), οι οποίοι καταδικάστηκαν σε έξι χρόνια φυλάκισης και οι οποίοι αναγνώρισαν στη δίκη ότι επικοινώνησαν με τον αρχηγό του πυρήνα επειδή ενδιαφέρονταν να ταξιδέψουν στη Συρία «για να πολεμήσουν κατά του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ και να διεξάγουν τζιχάντ».