«Φτάσανε οι Απόκριες κι η Καθαρά Δευτέρα, που παίρνουν τα κορμιά φωτιά και τα μυαλά αέρα»

0
2717

Toυ Γιώργου Κουτσουδάκη

Ένα λειτουργικό βιβλίο της ορθόδοξης εκκλησίας, το Τριώδιον, έχει γίνει σχεδόν συνώνυμο με την πιο τολμηρή περίοδο της ελληνικής παραδοσιακής ζωής. Το «άνοιγμα του Τριωδίου» δεν σημαίνει τίποτε περισσότερο από την έναρξη της περιόδου προετοιμασίας για την Ανάσταση.

Ωστόσο, το άνοιγμα του Τριωδίου σημαίνει αυτομάτως και την αρχή μιας όχι και τόσο σύντομης εποχής ευωχίας, ελευθερίας και, κυρίως, ελευθεριότητας.

Παράλληλα, όμως, σηματοδοτεί και μια περίοδο ανατροπής και αμφισβήτησης. Κάθε είδους και μορφής εξουσία, η πολιτική, η κοινωνική και η εκκλησιαστική, αμφισβητούνται και διακωμωδούνται.

Την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου το σκηνικό σε όλη την Ελλάδα αλλάζει, αν και σήμερα κυριαρχούν παντού οι Απόκριες αστικού τύπου, συνήθως αποκομμένες από την παραδοσιακή μορφή τους και αποστεωμένες από τους όποιους τελετουργικούς απόηχους που θα μπορούσαν να εκφράσουν το πολυσήμαντο μήνυμα της ελληνικής Αποκριάς.

Η αποκριάτικη ευωχία αποτελούσε πάντα μια ξεχωριστή παρένθεση στη δύσκολη ζωή των αγροτοποιμενικών πληθυσμών. Παράλληλα, όμως, ήταν και μια ευκαιρία επιβεβαίωσης δεσμών και τόνωσης της κοινωνικής συνοχής.

Στα χωριά μας θυμάμαι στα παιδικά μου χρόνια, αλλά και μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες ο εορτασμός της Αποκριάς γινόταν σε τρία διαφορετικά επίπεδα, στις τρεις κυρίαρχες μορφές κοινωνικής οργάνωσης: Στην οικογένεια, στο ευρύτερο συγγενικό και φιλικό περιβάλλον (που σε πολλές περιπτώσεις αντιστοιχούσε στη γειτονιά) και στην ευρύτερη κοινωνική ομάδα, δηλαδή σε όλο το χωριό. Στο σχήμα αυτό αντιστοιχούσαν οι διαφορετικής μορφής αποκριάτικες συνάξεις.

Στο πρώτο επίπεδο, οι οικογενειακές συγκεντρώσεις και τα κοινά δείπνα όλων των ημερών πριν από την παραμονή ή την Κυριακή της Τυρινής. Κατά κανόνα οι καθημερινές αποκριάτικες συνάξεις άρχιζαν με το άνοιγμα του Τριωδίου ή την Τσικνοπέμπτη και τελείωναν την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς, την Τυρινή. Ο πιο ηλικιωμένος από το σόι προσκαλούσε όλους τους συγγενείς στο σπίτι, παιδιά, εγγόνια, αδέλφια, ξαδέλφια, κουμπάρους, για να αποκριγιώσουν. Δηλαδή το τελευταίο αποκριάτικο δείπνο.

Στο δεύτερο, το τραπέζι της Τυρινής όπου μαζευόταν μια μεγαλύτερη ομάδα. Και στο τρίτο, η καθαροδευτεριάτικη συγκέντρωση όλης της κοινότητας. Από τις οικογενειακές συγκεντρώσεις της Αποκριάς δεν έλειπε το κέφι και η χαρούμενη διάθεση. Ευτράπελες διηγήσεις, καθαρογλωσσίδια και άσεμνα τραγούδια επιβεβαίωναν πάντα το ανατρεπτικό χαρακτήρα της περιόδου.

Η έξοδος στο δημόσιο χώρο επικυρώνει το τέλος της αποκριάτικης ευωχίας και γίνεται συνήθως την Καθαρή Δευτέρα.

Οι μασκαράδες αντλούσαν τις μεταμφιέσεις τους από οικεία θέματα του καθημερινού βίου αλλά, και από (επίσης, οικείες) παραδόσεις που άγγιζαν τα όρια του εξωπραγματικού. Για παράδειγμα, μπορούσε κάποιος να μεταμφιεστεί καταχανάς, ανασκελάς, γελλού, διάολος, αφανταξά, ανεράιδα, να ενσαρκώσει δηλαδή τα υπερφυσικά δημιουργήματα των τοπικών παραδόσεων, μορφές φανταστικές και τρομακτικές, πολλές από τις οποίες έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα. Οι ζωόμορφες μεταμφιέσεις ήταν μέχρι και τις πιο πρόσφατες εποχές αγαπημένο θέμα των αποκριάτικων μεταμφιέσεων: «Ενδύονται προς τούτοις ζώων δέρματα, προσθέτουσι κέρατα εις τας κεφαλάς αυτών, παριστάνοντες ζώα, βόας, ίππους κ.λπ.», σύμφωνα με τη μαρτυρία του συμπατριώτη μου Παύλου Βλαστού. Παράλληλα, μπορούσαν να διακωμωδήσουν θέματα που ξέφευγαν από το πλαίσιο της κοινωνικής αποδοχής.

Τούτες τις μέρες θυμάμαι τα γλέντια στο χωριό μου, θυμάμαι τα αποκριάτικα τραγούδια που κυριαρχούσαν στις διάφορες χοροεσπερίδες. Φυσικά τον πρώτο λόγο τον είχαν τα σατιρικά τραγούδια και οι μαντινάδες. Θυμάμαι τους στίχους με πολύ νόημα μιας μαντινάδας: “Η όρθα μας η στρουμπουλή λοξές ματιές του ρίχνει κι ο πετεινός, το λειρί του με πονηριά της δείχνει”.. Οι εικονικοί – παρωδιακοί γάμοι, ήταν ένα από τα πιο συνηθισμένα θέματα το οποίο, μας δίνει την ευκαιρία να κατανοήσουμε τη σάτιρα που λειτουργεί ως κοινωνική κριτική. Την ημέρα της Αποκριάς (Τυρινής) και την Καθαρά Δευτέρα τα σχήματα αυτά κυριαρχούσαν και επισφράγιζαν την αμφισβήτηση της παραδεδεγμένης τάξης: Ο συμβολικός θάνατος ακολουθείται από τη συμβολική ανάσταση, η καταστροφή και η δημιουργία βαδίζουν σε παράλληλους δρόμους. Συνήθως κυριαρχούν τα διπολικά σχήματα: νέος άνδρας – γριά γυναίκα, μικροκαμωμένος άνδρας – μεγαλόσωμη γυναίκα και έχουν ως στόχο την πρόκληση γέλιου, αλλά και τη δημιουργία κοινωνικών προτύπων.

Συχνά το δρώμενο καυτηριάζει αταίριαστους γάμους που έχουν γίνει στην κοινότητα (μεγάλη γυναίκα – μικρός άνδρας κ.α.) Η ευλόγηση του ανδρογύνου γίνεται με την καθιερωμένη τάξη, με εικονικό παπά και κουμπάρο, με ανθοδέσμη από τσουκνίδες και γαϊδουράγκαθα και ευχές για καλούς απογόνους. Και αυτές οι τελετουργίες μεταφέρουν τον άνθρωπο του σήμερα στο αρχαίο τυπικό που έχει ως βάση του την υποβοήθηση της γονιμότητας της γης, των ζώων και των ανθρώπων.

Καθαρά Δευτέρα Πρώτη μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής που εντάσσεται όμως στον αμέσως προηγούμενο εορταστικό κύκλο, αυτόν της Αποκριάς.

Χαρακτηριστική μαντινάδα της ημέρας είναι η ακόλουθη:

«Εμίσεψεν η Αποκριά με λύρες και παιγνίδια Και μπήκε η Σαρακοστή μ’ ελιές και με κρομμύδια, Απόκαμεν η Αποκριά, η γιόμορφη κοπέλα Και έφταξεν η Σαρακοστή η λαχανοσκουτέλα»


Με τη θειά μου τη Θοδώρα
Επηγαίναμε στη χώρα.
Ήλεγέ μου κι ήλεγά τζη
Κι ήκαμέ μου κι ήκαμά τζη.
Και στου Μπαμπαλή το δέτη
Παίζω τζη αμπωχτέ και πέφτει.
«Έδε τόπος και λιβάδι,
άχις, θεια μου, να ‘σουν άλλη».
«Κάμε, γιε μου, τη δουλειά σου,
και ταχιά ‘μια πάλι θεια σου».
Να κι ο μπάρμπας μου πιο πέρα
Με μια δίστομη μαχαίρα:
«Είντα κάνεις, μπρε, τση θειας σου
κι είν’ τα πόδια τζη στ’ αυθιά σου;».
«Αφαλόπονος την πιάνει
και ζουλίζω τη να γιάνει».
«Ζούλιζέ τηνε, παιδί μου,
απού να ‘χεις την ευκή μου».

ΚΑΛΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΤΕ, ΜΕ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΚΕΦΙ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ