Ιωάννης Δημακόπουλος: Ο ηρωικός φρούραρχος της Μονής Αρκαδίου της Κρήτης με το τραγικό τέλος

0
1040

Ποιος ήταν ο Ιωάννης Δημακόπουλος; – Ο γενναίος αγώνας του στη Μονή Αρκαδίου Ρεθύμνου το 1866 – Η σύλληψή του μετά την ανατίναξη της Μονής και το τραγικό του τέλος

Το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου Ρεθύμνου της Κρήτης στις 9 Νοεμβρίου 1866 αποτελεί μία από τις πλέον συγκλονιστικές και ηρωικές στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Με το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός ασχοληθήκαμε εκτενώς σε άρθρο μας στις 10 Νοεμβρίου 2018. Σήμερα θα μας απασχολήσει η ξεχωριστή ιστορία ενός αξιωματικού από την Αρκαδία που πήρε μέρος ως εθελοντής στην Κρητική Επανάσταση του 1866 και αφού πολέμησε ηρωικά συνελήφθη από τους Τούρκους και εκτελέστηκε. Πρόκειται για τον Ιωάννη Δημακόπουλο από τη Βυτίνα Αρκαδίας.

Ποιος ήταν ο Ιωάννης Δημακόπουλος;
Ο Ιωάννης Δημακόπουλος γεννήθηκε στη Βυτίνα το 1833. Ο πατέρας του Κωνσταντίνος (1803-1871) ήταν συμπολεμιστής του Κολοκοτρώνη και τραυματίστηκε σε κάποια μάχη του ’21 κοντά στην Αλωνίσταινα. Η μητέρα του ονομαζόταν Ελένη. Ο Ιωάννης Δημακόπουλος είχε άλλα τρία αδέλφια: τον Γεώργιο, τον Φωκίωνα και τον Χαρίλαο. Ο Ιωάννης πιθανότατα ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του στην Τρίπολη. Το 1854 πήρε μέρος στην επανάσταση της Θεσσαλίας. Στις 16 Ιανουαρίου 1856 κατατάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό, συγκεκριμένα στο Πεζικό και στις 18 Ιανουαρίου 1863 έλαβε προαγωγή στον βαθμό του Έφεδρου Ανθυπολοχαγού. Όταν ξέσπασε η Κρητική Επανάσταση ο Δημακόπουλος υπηρετούσε υπό τις διαταγές του Γενναίου Κολοκοτρώνη, ως υπασπιστής του. Ο γιος του Γέρου του Μοριά είχε εκτιμήσει τα εξαιρετικά προσόντα του.

Όπως γράφει ο δικαστικός και συγγραφέας Τιμολέων Αμπελάς: «Ο στρατηγός Κολοκοτρώνης γνωρίσας την ικανότητά του τον παρέλαβε εν τω Γραφείω της Επιτροπής του Αγώνος. Εν ταις συνεδριάσεσι των λειψάνων του Αγώνος, αναδιφιζόντων τα έγγραφα του παρελθόντος, ήκουεν επί μακράς ημέρας ο νέος Δημακόπουλος τα κατορθώματα και τας θυσίας της παρελθούσης γενεάς. Αι διηγήσεις εκείναι εξήραν τον άγιον υπέρ πατρίδος ενθουσιασμόν… Εις τοιαύτην ετέλει ακμήν ακμήν ενθουσιασμού, ότε εξερράγη η Κρητική Επανάστασις. Δους την παραίτησίν του και ακριβή λογαριασμόν της διαχερίσεως του μέχρι λεπτού και ζητήσας την ευχήν των προϊσταμένων του απήλθεν εις Κρήτην όπου εύρεν, ον επεπόθησε τάφον υπό τα ερείπια της Ιεράς Μονής του Αρκαδίου».

arkadiou__3_

Ο Ιωάννης Δημακόπουλος στην Κρήτη

Τη νύχτα της 24ης Σεπτεμβρίου 1866 μια ομάδα αξιωματικών και υπαξιωματικών του ελληνικού στρατού αποβιβάστηκε κάτω από τα σφοδρά πυρά τουρκικού πολεμικού πλοίου στον όρμο του Μπαλή Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνου. Μαζί με τους εθελοντές ξεφορτώθηκαν τρόφιμα και πολεμοφόδια. Έφτασαν εκεί προερχόμενοι από τη Σύρο με το πλοιάριο, μάλλον τρεχαντήρι, του Βασίλειου Λελέ, γνωστού με το παρωνύμιο Σοφός για να πολεμήσουν στο πλευρό των Κρητικών που είχαν ξεσηκωθεί δυο μήνες πριν. Για τον Βασίλειο Λελέ γράφει ο Ι.Δ. Μουρέλλος στην «Ιστορία της Κρήτης»: «…ο ηρωικός καπετάνιος με τον υιόν του Σταμάτη και με τον γαμπρόν του σε κάποιο άλλο παράτολμο ταξίδι πούχαν φέρει στην Κρήτη πολεμοφόδια πιάστηκαν από τουρκικό πολεμικό και κρεμάστηκαν στα κατάρτια του τρεχαντηριού τους». Επικεφαλής εκείνου του μικρού σώματος ήταν ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Πάνος Κορωναίος (1809-1899) που λίγο αργότερα ανέλαβε τη γενική αρχηγία ολόκληρης της περιοχής του Ρεθύμνου.

Επικεφαλής στην περιοχή των Χανίων ανέλαβε ο Ταγματάρχης Ιωάννης Ζυμβρακάκης και στην περιοχή του Ηρακλείου ο οπλαρχηγός Μιχαήλ Κόρακας, που είχε πάρει μέρος και στην Επανάσταση του 1821. Η αρχική σκέψη να τοποθετηθεί ένας μόνο γενικός αρχηγός, ο Μέγας Σταβλάρχης Δημήτριος Καλλέργης απορρίφθηκε από τον ίδιο τον υποψήφιο για να μην εκθέσει λόγω της θέσης που κατείχε τον τότε βασιλιά Γεώργιο Α’.

Τον Κορωναίο ακολούθησαν εκτός από τον Δημακόπουλο ,ο Ανθυπασπιστής Δούβρης, οι Επιλοχίες Ζυγομαλάς, Μιμήκος και Αλεξάνδρου, οι Λοχίες Κλεωνάκος, Μπουρής και Παλαμάς και ο Δεκανέας Βεστάρχης. Όλοι είχαν κατέβει στην Κρήτη εθελοντικά αποφασισμένοι να δώσουν ακόμα και τη ζωή τους με τη βοήθεια λίγων Κρητικών οπλαρχηγών που είχαν μεταβεί στην περιοχή για να υποστηρίξουν την απόβαση διαμέσου των χωριών Μελιδόνι και Πέραμα στην Ιερά Μονή Αρκαδίου που βρίσκεται χτισμένη σε μικρό οροπέδιο στη βορειοδυτική πλαγιά του Ψηλορείτη κοντά στο χωριό Αμνάτος. Τους υποδέχθηκαν όχι μόνο τα μέλη της επαναστατικής επιτροπής αλλά και οπλαρχηγοί από τις γύρω περιοχές καθώς και ο ηγούμενος Γαβριήλ (κατά κόσμο Γεώργιος Μαρινάκης) γεννημένος γύρω στο 1825 στο χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου.

arkadiou__4_
arkadiou__5_

Η μάχη στον Βρύσινα και η αποχώρηση του Π. Κορωναίου από το Αρκάδι
Αμέσως μετά την άφιξή του εκεί ο Κορωναίος άρχισε την εκγύμναση, κατά στρατιωτικό τρόπο, ενός σώματος που το απαιτούσαν εθελοντές και ντόπιοι. Σ’ αυτούς μοίρασε και τα όπλα που είχε φέρει μαζί του. Στις 20 Οκτωβρίου όμως στη μάχη στου Βρύσινα οι επαναστάτες όχι μόνο νικήθηκαν αλλά κινδύνευσε να συλληφθεί αιχμάλωτος ο Κορωναίος. Ο Βρύσινας είναι όρος της Κρήτης στην περιοχή του Ρεθύμνου με ύψος 860 μέτρα, τόπος συγκρούσεων μεταξύ Κρητικών και Τούρκων. Προς στιγμήν, το ηθικό των Ρεθυμνιωτών και η εμπιστοσύνη τους προς τον Κορωναίο κλονίστηκε. Γρήγορα όμως βρήκαν και πάλι τη δύναμη για να συνεχίσουν τον αγώνα.

Ο Κορωναίος επέστρεψε στο Αρκάδι και αντιλαμβανόμενος ότι αργά ή γρήγορα οι δυνάμεις των Τούρκων θα στρέφονταν κατά της μονής λόγω της θέσης της και αφού μελέτησε όλο το κτιριακό συγκρότημα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα το καταλάμβαναν οι Τούρκοι και συνεπώς έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Τη γνώμη του υποστήριξε και ανέπτυξε με καθαρά στρατιωτικά κριτήρια στο συμβούλιο που συγκροτήθηκε αργότερα και στο οποίο πήραν μέρος αρκετοί οπλαρχηγοί, ο ηγούμενος, οι σύμβουλοι της Μονής και οι Έλληνες αξιωματικοί. Ο Γαβριήλ με τον οπλαρχηγό Γεώργιο Δασκαλάκη και τους ιερομόναχους διαφώνησαν μαζί του και απέρριψαν τις θέσεις του αποφασισμένοι να μην εγκαταλείψουν το Αρκάδι και να αντιμετωπίσουν τον Μουσταφά Ναϊλή πασά που είχε στείλει ο σουλτάνος και τις δυνάμεις του καθώς στη μονή είχαν καταφύγει εκατοντάδες γυναικόπαιδα από τα γύρω χωριά.

Ο ηγούμενος περίμενε ότι σύντομα θα έφθαναν ενισχύσεις από τα γύρω χωριά κάτι που εμπόδισαν οι καταρρακτώδεις βροχές και οι πυκνές χιονοπτώσεις των επόμενων ημερών. Βλέποντας την αποφασιστικότητά τους ο Κορωναίος τους συνέστησε να κατεδαφίσουν τους στάβλους και έναν νερόμυλο που υπήρχαν κοντά στη μονή γιατί οι Τούρκοι θα τα χρησιμοποιούσαν σαν προγεφύρωμα αν τα καταλάμβαναν. Συνέστησε επίσης την τοποθέτηση κυψελών μελισσών έξω απ’ τη μονή, την απομάκρυνση των γυναικόπαιδων τη διάνοιξη λαγουμιών γύρω από τα τείχη και το φράξιμο των θυρών με χώμα. Και αυτή η πρόταση όμως δεν έγινε αποδεκτή από τον Γαβριήλ κάτι που αποδείχθηκε μέγα λάθος…

Έτσι ο Κορωναίος αποφάσισε να αποχωρήσει οριστικά με τους άνδρες του αφήνοντας ως φρούραρχο τον Ιωάννη Δημακόπουλο. Πριν αναχωρήσει για τον Βρύσινα όπου 500 περίπου επαναστάτες είχαν λάβει θέσεις έτοιμοι να ανακόψουν την προέλαση των Τούρκων προς το Αρκάδι έστειλε εγκύκλιο διαταγή προς τα επαρχιακά συμβούλια, τους οπλαρχηγούς και τους καπεταναίους του Ρεθύμνου να στρατολογήσουν άνδρες για το Αρκάδι. Απευθυνόμενος στον Δημακόπουλο του είπε:

arkadiou__1_
arkadiou__2_

-Θέλεις υπερασπισθή («Θα υπερασπισθείς») το Αρκάδι μέχρι τελευταίας πνοής.

-Θέλω εκτελέσει («Θα εκτελέσω») τας διαταγάς σας κατά γράμμα απάντησε ο γενναίος Αρκάς…

Το «ολοκαύτωμα» του Αρκαδίου
Οι δυνάμεις των Οθωμανών στο μεταξύ αφού επικράτησαν επί των επαναστατών στα Χανιά και σε άλλα μέρη του Ρεθύμνου και αφού νίκησαν τον Ζυμβρακάκη στο Βαφέ του Αποκόρωνα στις 12 Οκτωβρίου 1866 κατευθύνθηκαν προς το Αρκάδι και το έζωσαν. Ήταν περίπου 7.200 πεζοί (Τούρκοι, Τουρκοκρητικοί, Αλβανοί και Αιγύπτιοι) και 200 ιππείς που είχαν μαζί τους 30 κανόνια. Ο αρχηγός τους Γκιριτλή Μουσταφά πασά-Ναϊτλή ήταν Αλβανός στην καταγωγή. Είχε πολεμήσει και το 1821 εναντίον των Ελλήνων στην Κρήτη, μάλιστα ως το 1850 ήταν Διοικητής της Μεγαλονήσου, γι’ αυτό είχε και το προσωνύμιο Γκιριτλή (Κρητικός). Στάλθηκε και πάλι στην Κρήτη στα τέλη Αυγούστου 1866 για να καταπνίξει την επανάσταση στο νησί. Στη μονή Αρκαδίου βρίσκονταν μέλη της επαναστατικής επιτροπής, μοναχοί, 600 γυναικόπαιδα και 250 άνδρες, 40 από τους οποίους ήταν εθελοντές.

Μετά από απανωτές εφόδους και ομοβροντίες κανονιών προς τη μονή οι αποκλεισμένοι στο Αρκάδι αποφάσισαν να ανατιναχτούν παρά να πέσουν στα χέρια των εχθρών. Ο Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης κατά την επικρατέστερη εκδοχή, έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη της μονής. Ο κρότος από την έκρηξη ήταν τόσο δυνατός ώστε λέγεται ότι ακούστηκε μέχρι το Ηράκλειο. Όσοι βρίσκονταν στην πυριτιδαποθήκη αλλά και σε γειτονικά κελιά σκοτώθηκαν ενώ και 100 Αιγύπτιοι έχασαν τη ζωή τους κατά τον Αμερικανό πρόξενο Stillman.

Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο ηρωικός ηγούμενος του Αρκαδίου Γαβριήλ. Οι υπόλοιποι Οθωμανοί στρατιώτες όρμησαν με λύσσα στο ηγουμενείο και τα κελιά που είχαν παραμείνει ανέπαφα και κατέσφαξαν όσους βρίσκονταν εκεί. Ήταν 9 Νοεμβρίου 1866. Υπήρχαν όμως και κάποιοι Έλληνες που πολεμούσαν ακόμα με μπροστάρη τον Ιωάννη Δημακόπουλο.

Η μάχη του Ιωάννη Δημακόπουλου με πολυάριθμους Τούρκους
Οι συγκρούσεις μαίνονταν σε κάποια σημεία της μονής που δεν είχαν ανατιναχτεί. Ο Δημακόπουλος και οι άντρες του μάχονταν επί ώρες μέσα στο σκοτάδι με τη βοήθεια των φλογών από τα κελιά που καίγονταν. Βλέποντας κάποια στιγμή Τούρκους απέναντί του ορμά από το κελί του και με το γιαταγάνι συμπολεμιστή του καθώς το σπαθί του είχε αχρηστευθεί σε προηγούμενη μάχη, αποκεφάλισε έναν από αυτούς. Ο ηρωικός φρούραρχος βρέθηκε τότε ανάμεσα σε εχθρικές λόγχες. Τότε ακούστηκε η φωνή ενός Τουρκοκρητικού: «Μην τον σφάξετε… ζωντανό…».

arkadiou__6_

Οι λέξεις αυτές επαναλήφθηκαν και στα τούρκικα και η ορμή των Τούρκων ανακόπηκε. Έτσι ο Δημακόπουλος επέστρεψε στο κελί του. Λίγο αργότερα ακούστηκε η ίδια φωνή: «Ράι (έλεος) μωρέ. Μα του βασιλιά την κεφαλή δεν θα σας χαλάσωμε όσοι παραδοθείτε». Ήταν τέχνασμα των ντόπιων Τούρκων για να εξαπατήσουν τους Έλληνες. Έτσι πέτυχαν να ξεγελάσουν 37 άνδρες που βρίσκονταν στην τραπεζαρία της Μονής. Όταν αυτοί βγήκαν εμπιστευόμενοι τους Τούρκους και την υπόσχεσή τους σφάχτηκαν όλοι, εκτός από δύο: τον Εμμανουήλ Μπριλάκη που πρόλαβε να αναρριχηθεί στην καπνοδόχο και τον Α. Μπιτσάκη που μεταμφιέστηκε σε Τούρκο και ξέφυγε.

Όταν ένας συμπολεμιστής του Δημακόπουλου έκανε το λάθος να βγει από ένα κελί πυροβολήθηκε αμέσως και σκοτώθηκε. Έξαλλος ο Δημακόπουλος είπε: «Αυτό είναι το ράι σας; Δεν παραδιδόμαστε σε σας που εσκοτώσατε τον άνθρωπο. Θα πολεμήσωμε ίσαμε να μη μείνει ένας μας. Θα πάρετε πρώτα τις τελευταίες μας σφαίρες και έπειτα τα τουφέκια μας». Τα πολεμοφόδια των Ελλήνων τελείωναν. Ένας από τους πέντε άνδρες του φρούραρχου βγήκε από το κελί του για να βρει φυσίγγια, δέχτηκε όμως τα πυρά των Τούρκων και έπεσε νεκρός.
-Άτιμοι Τούρκοι, ελάτε να μας πάρετε. Είμαι ο φρούραρχος. Είμαι Έλλην αξιωματικός. Ελάτε να σας δώσω το σπαθί μου!

Οι Τούρκοι αποσύρθηκαν αλλά εκτός από φυσίγγια, οι γενναίοι υπερασπιστές της μονής δεν είχαν τροφή και νερό. Τότε η Χαρίκλεια Δασκαλάκη, μια γενναία γυναίκα που πολεμούσε μαζί του κατέβηκε στο υπόγειο της μονής και επέστρεψε εν μέσω πυρών στο κελί όπου βρισκόταν ο Δημακόπουλος φέρνοντας ένα σακίδιο με φυσίγγια καθώς και κρασί και ζάχαρη που υπήρχαν στα σακίδια των νεκρών. Η μάχη συνεχιζόταν. Ο Δημακόπουλος και οι άνδρες του πυροβολούσαν σχεδόν στα τυφλά σκοτώνοντας πολλούς Τούρκους. Κάποια στιγμή όμως ο γενναίος αξιωματικός έμεινε με έξι μόνο σφαίρες. Βγήκε από την πόρτα του κελιού του και έριξε πέντε πυροβολισμούς. Την έκτη σφαίρα την κράτησε για τον εαυτό του. Η Χαρίκλεια Δασκαλάκη προσπάθησε να τον αποτρέψει. Του υπέδειξε να πηδήξει από ένα μικρό παράθυρο έξω από τη μονή με την ελπίδα ότι θα σωζόταν. Εκείνος όμως αρνήθηκε. Ξαφνικά οι Τούρκοι εισέβαλλαν στο κελί του Δημακόπουλου. Αυτός σκότωσε έναν με το σπαθί του αλλά περικυκλώθηκε από τους υπόλοιπους.

Το ηρωικό τέλος του Ιωάννη Δημακόπουλου
Ενώ ήταν έτοιμοι να τον σκοτώσουν, ακούστηκε μια φωνή: -Μην τον σφάζετε, τον θέλουμε ζωντανό.
Ο Δημακόπουλος συνελήφθη μαζί με τέσσερις συντρόφους του και οδηγήθηκε έξω από το μοναστήρι. Κάθισε σε ένα χαράκι (βράχο). Τον πλησίασε ένας Τούρκος αξιωματικός. Ο Δημακόπουλος καθόταν σταυροπόδι με το στρατιωτικό του κασκέτο στα γόνατά του.
-«Βρε πού βρίσκεσαι»; του είπε ο Τούρκος που μιλούσε ελληνικά.

-«Να, ευρίσκομαι στον βασιλικό στρατό», απάντησε ο Δημακόπουλος που εξακολουθώντας να έχει το ένα πόδι πάνω στο άλλο, έστριψε ένα τσιγάρο.
-Κάτω το πόδι σου, ο πασάς έρχεται, είπε ο Τούρκος.
-Γιατί; Του βασιλιά άνθρωπος είναι κι αυτός, του βασιλιά άνθρωπος είμαι κι εγώ. Δεν θα ντροπιάσω τον αφέντη μου (ενν. τον βασιλιά).
Όταν ο Μουσταφά έμαθε τη στάση του Δημακόπουλου, διέταξε να μεταφέρουν αυτόν και τους συμπολεμιστές του πιο μακριά και να τους εκτελέσουν. Σε ένα μικρό λάκκο στη θέση Μελισσόκηπος ή Μετοχάκι δυτικά της μονής, τα ξημερώματα της Πέμπτης 10 Νοεμβρίου λογχίστηκαν, πυροβολήθηκαν και έπειτα αποκεφαλίστηκαν ο Ιωάννης Δημακόπουλος, ο Σπύρος Ολύμπιος, ο σαλπιγκτής Βασίλειος ή Αράπης, ο Κωνσταντίνος Δασκαλάκης και ο Νικόλαος Γαληνάκης. Το όνομα του έκτου δεν διασώθηκε. Τα κεφάλια τους πετάχθηκαν μπροστά στους αιχμαλώτους.

Το στρατιωτικό πηλήκιο του Δημακόπουλου, τοποθετήθηκε πάνω στην οθωμανική σημαία. Τρεις μέρες αργότερα, η Χαρίκλεια Δασκαλάκη και η κόρη της Ελένη βρήκαν τα αποκεφαλισμένα πτώματα των Ελλήνων. Ο Δημακόπουλος είχε 18 μεγάλες πληγές και πλήθος μικρότερων αλλά καμία βολή πυροβόλου. Φαίνεται ότι τον άφησαν να βλέπει να βυθίζονται στα σπλάχνα του μαχαίρια και λόγχες.

Οι δύο γυναίκες σταύρωσαν τα χέρια των νεκρών ηρώων, άνοιξαν λάκκο και έριξαν πάνω τους μερικά χαμόκλαδα.
Όπως γράφει ο Τιμόθεος Βενέρης: «…ο γενναίος ούτος της Πίστεως και της Πατρίδος στρατιώτης, όστις με το ευγενές του αίμα και το αίμα των λοιπών ηρώων έγραψε την λαμπροτέραν σελίδα των Κρητικών επαναστάσεων και κατέλαβε περίβλεπτον θέσιν εις το Πάνθεον της Πατρίδος».

Πηγή: ΚΑΡΟΛΟΣ ΕΠ. ΜΩΡΑΪΤΗΣ, «ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (1833-1866) Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΦΡΟΥΡΑΡΧΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΡΚΑΔΙΟΥ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΑΣΓΟΣ, Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ