Η βασιλική επίσκεψη Εδουάρδου και Γουόλις Σίμπσον στην Κωνσταντινούπολη και η μάχη το Φόρεϊν όφις να προσεγγίσει την Τουρκία εν όψει του Β’Παγκοσμίου Πολέμου – Πως η Οξφόρδη τίναξε τα σχέδια προσέγγισης Λονδίνου – Άγκυρας στον αέρα
Είχε, επίσης, αρνητικό αντίκτυπο στις προσπάθειες του Λονδίνου για βελτίωση των βρετανο-τουρκικών σχέσεων. Για την υπόθεση αυτή που εξελίχθηκε σε φιάσκο πρώτου μεγέθους για τη βρετανική διπλωματία τεκμηριωμένες αναφορές υπάρχουν στο αρχείο του χειριστή της, του σερ Πέρσι Λορέιν, ο οποίος διετέλεσε πρεσβευτής στην Άγκυρα από το 1934 έως το 1938. Ο ίδιος ήταν και ο εμπνευστής της ιδέας να τιμηθεί με διδακτορικό τίτλο ο Τούρκος ηγέτης από κορυφαίο βρετανικό πανεπιστήμιο.
Η βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία και ο περιορισμός της γερμανικής επιρροής στη χώρα αυτή αποτέλεσε σταθερή επιδίωξη όλων των βρετανικών κυβερνήσεων του μεσοπολέμου. Αυτός ήταν και ο λόγος, εκτός των άλλων, της υποβαθμισμένης Βρετανικής εκπροσώπησης κατά τον εορτασμό των εκατό ετών από τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, που έγινε το 1927 στην Ελλάδα. Οι Βρετανοί αποφάσισαν να κρατήσουν χαμηλό προφίλ ώστε να μην ενοχληθεί υπερβολικά το Κεμαλικό καθεστώς που είχε καταλάβει την εξουσία στην Τουρκία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε αντίθεση με τη γαλλική εκπροσώπηση που ήταν ιδιαίτερα αναβαθμισμένη στις εορταστικές εκδηλώσεις της Πύλου, η βρετανική αντιπροσωπεία είχε ως επικεφαλής έναν υποστράτηγο, τον σερ Άλφρεντ Κόντρινγκτον. (Επρόκειτο πάντως για τον εγγονό του Βρετανού ναυάρχου, που κατέστρεψε τον Τουρκο-αιγυπτιακό στόλο το 1827 με τη βοήθεια πολεμικών πλοίων από τη Γαλλία και τη Ρωσία) Σημαντική λεπτομέρεια: Πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα το 1927 ήταν ο σερ Πέρσι Λορέιν, ο οποίος τοποθετήθηκε στην Άγκυρα επτά χρόνια αργότερα.
Η αναγόρευση του Κεμάλ σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ήταν ένα από τα θέματα που χειρίσθηκε ως διπλωματικός εκπρόσωπος της Αυτού Μεγαλειότητος στην τουρκική πρωτεύουσα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κολάκευε αχαλίνωτα όχι μόνο τους ηγέτες, αλλά και αξιωματούχους των χωρών στις οποίες είχε διαπιστευθεί με σκοπό να γίνει ευκολότερο το έργο του.
Το 1938, ως πρεσβευτής στη Ρώμη, ο σερ Πέρσι Λορέιν είχε στείλει στο Λονδίνο χωρίς κρυπτογράφηση μια εγκωμιαστική έκθεση για τον υπουργό Εξωτερικών Κόμη Γκαλεάτσο Τσιάνο, ελπίζοντας ότι θα διέρρεε και θα έφθανε στον ίδιο μέσω των Ιταλικών μυστικών υπηρεσιών. Η πρόταση για την απονομή διδακτορικού τίτλου στον Κεμάλ Ατατούρκ εγκρίθηκε ασμένως από το Φόρειν Όφις. Κανένας δεν είχε υπολογίσει, όμως, την πιθανότητα διαφωνίας του πρυτάνεως – κάτι που τελικά συνέβη.
Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Χέρμπερτ Φίσερ εξέφρασε κατηγορηματικά την αντίρρησή του στη βράβευση του Τούρκου ηγέτη με την αιτιολογία ότι οι σφαγές κατά Ελλήνων στη Σμύρνη ήταν ακόμη νωπές στη μνήμη. Turkish massacres of Greeks at Smyrna were still too vivid a memory, όπως αναφέρεται στο πρωτότυπο. Αναφέρονταν στους περίπου 10,000 αμάχους που σφαγιάσθηκαν από τους Τούρκους στην πρωτεύουσα της Ιωνίας (με τον συνολικό αριθμό των τραγικών θυμάτων της Μικρασιατικής Καταστροφής να υπολογίζεται σε 920,000!).
Επίσης, έχει επισημάνει τον ρόλο του τελευταίου, ως υπουργού Παιδείας σε κυβέρνηση του Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ στην ψήφιση νόμου που «ευκόλυνε εκλεχτούς νέους του λαού να μπαίνουν δωρεάν και να σπουδάζουν στα κολλέγια της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ». Ο Φίσερ σκοτώθηκε σε τροχαίο στις 18 Απριλίου 1940, όταν τον χτύπησε φορτηγό σε δρόμο της Οξφόρδης.
Το πρόβλημα για τους Βρετανούς ήταν ότι η τουρκική πλευρά είχε ενημερωθεί επισήμως για την υποτιθέμενη αναγόρευση του Κεμάλ Ατατούρκ. Η κατάληξη της υπόθεσης αποτέλεσε, όπως ήταν φυσικό, πλήγμα για το βρετανικό γόητρο. Ο πρεσβευτής στην Άγκυρα «χρεώθηκε», όχι τόσο την ιδέα για το διδακτορικό, όσο το ότι δεν μπόρεσε να προφυλάξει την κυβέρνηση της χώρας του από ένα φιάσκο.
Αυτό συνέβη παρότι ο σερ Πέρσι Λορέιν ήταν γνώστης του χαρακτήρα και των απόψεων του Φίσερ, τον οποίο είχε καθηγητή στο μάθημα της Ιστορίας όταν σπούδαζε στην Οξφόρδη. Το πιο δυσάρεστο για τους Βρετανούς ήταν το τάιμινγκ του γεγονότος, καθώς συνέπεσε με επικείμενη επίσκεψη του Βασιλιά της Αγγλίας στην Τουρκία. Για η πρώτη φορά Βρετανός μονάρχης θα πατούσε το πόδι του σε τουρκικό έδαφος και το Λονδίνο γι’ αυτό τον λόγο είχε ανεβάσει ψηλά το πήχη των προσδοκιών, αποβλέποντας σε αναβάθμιση των διμερών σχέσεων ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα.
Ο Εδουάρδος επέβαινε στη θαλαμηγό «Nahlin», η οποία κατέπλευσε τα Δαρδανέλια στις 3 Σεπτεμβρίου 1936, μετά από ενδιάμεσους σταθμούς σε λιμάνια της Αδριατικής και τον Πειραιά. Μαζί του ταξίδευε και η Αμερικανίδα Μπέσι Γουόλις Σίμπσον, η οποία ήταν στα πρόθυρα διαζυγίου με τον σύζυγό της.
Οι φήμες, εν τω μεταξύ, οργίαζαν στην Αγγλία για τον Εδουάρδο, ότι ήταν σφοδρά ερωτευμένος μαζί της. Ο Κεμάλ Ατατούρκ υποδέχθηκε τον Βρετανό μονάρχη με κάθε επισημότητα παρότι η επίσκεψη ήταν ιδιωτικού χαρακτήρα. Δύο τουρκικά πολεμικά πλοία και ισάριθμα βρετανικά πλαισίωναν τη βασιλική θαλαμηγό κατά την είσοδό της στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Αναφερόμενος στην υποδοχή που του έγινε, ο Εδουάρδος Η΄ έγραψε στα απομνημονεύματά του: «Ο δικτάτορας της Τουρκίας με χαιρέτισε στην αποβάθρα και λίγο αργότερα διασχίσαμε την πόλη σε ένα ξεσκέπαστο αυτοκίνητο – μια σπάνια εκδήλωση αβρότητας […], καθώς για τις δικές του μετακινήσεις χρησιμοποιούσε θωρακισμένη λιμουζίνα».
Στα απομνημονεύματά της η Σίμπσον κάνει λόγο για τις γεωστρατηγικές σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε το συγκεκριμένο ταξίδι, επισημαίνοντας ότι έγινε σε μια περίοδο κατά την οποία «το Φόρειν Όφις επεδίωκε παντί τρόπω την ενίσχυση των σχέσεων με την Τουρκία».
Η υποβάθμιση τους επιβεβαιώθηκε, στη συνέχεια, και από την επίμονη άρνηση των Τούρκων να προσχωρήσουν στο στρατόπεδο των Συμμάχων κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας επιλέξει τον (προσφιλή γι’ αυτούς τα τελευταία χρόνια) ρόλο του επιτήδειου ουδέτερου. Στις 23 Φεβρουαρίου 1945, ωστόσο, ούτε τρεις μήνες πριν από το τέλος των εχθροπραξιών στην Ευρώπη, η Τουρκία κήρυξε τον πόλεμο στην παραπαίουσα Γερμανία την επιδίωξη να βρεθεί αβρόχοις ποσί στη «σωστή πλευρά της ιστορίας».
Η βασιλική επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη ολοκληρώθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1936. Ο Εδουάρδος Η’ και η ακολουθία του επιβιβάσθηκαν στη βαμμένη με λευκό και χρυσαφί χρώμα αμαξοστοιχία του Τούρκου προέδρου με προορισμό τη Βιέννη. Στο Λονδίνο έφθασαν αεροπορικώς. Επτά εβδομάδες αργότερα, εκδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το (υπ’ αριθμόν δύο) διαζύγιο της Σίμπσον. Στις 10 Δεκεμβρίου, ο Εδουάρδος παραιτήθηκε από τον θρόνο για να (μπορέσει να) παντρευτεί την αγαπημένη του.
Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης: Μεγάλα «ναι» και μεγάλα «όχι»
σε υποψηφιότητες πολιτικών για τιμητικό διδακτορικό τίτλο
O Κεμάλ Ατατούρκ δεν ήταν ο μόνος ηγέτης ξένης χώρας στον οποίο το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αρνήθηκε την απονομή επίτιμου διδακτορικού τίτλου με αιτιολογία τις σφαγές αμάχων από στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας του. Την ίδια αντιμετώπιση είχε μεταγενέστερα και ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο, αν και απόφοιτος σχολής (Corpus Christi) του ίδιου πανεπιστημίου.
Με ψήφους 319 υπέρ και 738 κατά η πρόταση για την απονομή του διδακτορικού τίτλου απορρίφθηκε επειδή είχε την πολιτική ευθύνη για τις φρικαλεότητες του στρατού του σε περιοχές του Μπανγκλαντές κατά τον ινδο-πακιστανικό πόλεμο το 1971.
Ο Σουλτάνος του Μπρουνέι, πάντως, αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας το 1993 παρά τις καταγγελίες για συστηματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα του.
Εντύπωση προκαλεί και η περίπτωση του δικτάτορα της Πορτογαλίας Αντόνιο ντι Ολιβέιρα Σαλαζάρ, η υποψηφιότητα του οποίου για διδακτορικό τίτλο έγινε ομόφωνα δεκτή στις 15 Μαϊου 1940 από το ειδικό συμβούλιο (Hebdomadal Council) του πανεπιστημίου.
Ο Σαλαζάρ δεν απογοήτευσε αυτούς που τον τίμησαν, καθώς η χώρα του, όχι μόνο δεν συμμάχησε με τη Ναζιστική Γερμανία κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά παρείχε μυστικά διευκολύνσεις σε αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις των Συμμάχων στις Αζόρες.
Στην Οξφόρδη, το πρώτο επίτιμο διδακτορικό δόθηκε το 1474 στον Λίονελ Γούντβιλ, μετέπειτα επίσκοπο του Σόλσμπερι. Ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης απονέμεται και στον εκάστοτε πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας.
Μόνο για δύο από αυτούς, τη Συντηρητική Μάργκαρετ Θάτσερ και τον Εργατικό Τόνυ Μπλερ, δεν τηρήθηκε η παράδοση μολονότι αμφότεροι ήταν απόφοιτοι αυτού του πανεπιστημίου. Η υποψηφιότητα της Θάτσερ απορρίφθηκε τον Ιανουάριο του 1985 με ψήφους 319 υπέρ και 738 κατά με αιτιολογία τις περικοπές κονδυλίων για την Παιδεία που αποφάσισε η κυβέρνησή της. Την απόρριψη της υποψηφιότητας του Μπλερ προκάλεσε, τον Ιούνιο του 2000, η μεταρρυθμιστική στάση μελών της κυβέρνησής του απέναντι στο θέμα της εισαγωγής φοιτητών στα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ.
Share to WhatsAppShare to TwitterShare to ΕκτύπωσηShare to Περισσότερα…