Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Ο εφετινός εορτασμός της Εθνικής Επετείου της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, συμπίπτει με έναν άλλο σημαντικό σταθμό της νεοελληνικής ιστορίας μας, τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την απώλεια για το Έθνος της μιας όχθης του Αιγαίου και την εκρίζωση του Ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες της καθ΄ ημάς Ανατολής. Το γεγονός αυτό αποτελεί μοναδική ευκαιρία να επιχειρήσουμε να ανασκευάσουμε την εσφαλμένη σε αρκετούς εντύπωση, ότι ο ξεσηκωμός του Γένους άρχισε και ολοκληρώθηκε στα γεωγραφικά όρια του σύγχρονου κράτους μας, με δυνάμεις καθαρά Ελλαδικές. Πράγματι, οι περισσότερες αναφορές στην Επανάσταση, έχουν ως γεωγραφικό πλαίσιο τον κορμό της Ελλάδας, κυρίως την Πελοπόννησο, τη Στερεά και το Νησιωτικό τμήμα αυτής, παραγνωρίζοντας ή αποσιωπώντας τη σημαντική συμβολή όλων των συνιστωσών του Ελληνισμού στην εθνικοαπελευθερωτική προετοιμασία και προσπάθεια. Στο πλαίσιο αυτό και η Μικρασιάτες αποτέλεσαν μέρος αυτής της παραδοχής, τόσο στην ανάδειξη του πανελλήνιου αιτήματος για Ελευθερία, όσο και στην πολυποίκιλη και ποικιλότροπη συμμετοχή τους στον Αγώνα.
Οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας, ήταν πάντα οιωνοί όμηροι του Οθωμανικού κράτους και θύματα της εκδικητικής του μανίας. Πλήρωναν με τη ζωή τους σε κάθε κρίση ή σύγκρουση των Ελλήνων με τους Τούρκους, με σφαγές, διώξεις και εξανδραποδισμούς· όπως στις 27 Ιουνίου 1770, μετά την ήττα του Οθωμανικού στόλου στη ναυμαχία της Κρήνης (Τσεσμέ), όταν σφαγιάστηκαν 1.000-1.500 Έλληνες της Σμύρνης, ενώ την 3η Μαρτίου 1797 ακολούθησε νέα σφαγή 1.000 περίπου Ελλήνων. Με την έναρξη της Επανάστασης, οι Τούρκοι φοβούμενοι τη φυγή των Ελλήνων της Σμύρνης και την ενίσχυση του Αγώνα στο κεντρικό πεδίο των μαχών, εφάρμοσαν ναυτικό αποκλεισμό στο λιμάνι της, ενώ στη συνέχεια ένοπλοι και όχλος στράφηκαν κατά του Ελληνικού πληθυσμού με αποτέλεσμα να δολοφονηθούν περισσότεροι από 2.000 άνθρωποι.
Η Μικρά Ασία και ειδικότερα τα Παράλιά της δέχτηκαν από πολύ νωρίς τα μηνύματα της οργάνωσης και υλοποίησης του ξεσηκωμού του Έθνους, όπως γράφει και ο ιστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος. Παρά το κύμα των διωγμών, το γεγονός αυτό συνετέλεσε στην ενίσχυση της εθνικής συνείδησης όλων των Ρωμιών της Μικράς Ασίας. Όπως προκύπτει από τα διασωθέντα αρχεία του Αγώνα οι περισσότεροι Μικρασιάτες αγωνιστές του ’21 απέκρυπταν τα πραγματικά τους ονόματα, από το φόβο αντιποίνων κατά των συγγενών τους, και φρόντιζαν να δηλώνουν ως επώνυμο τον τόπο προέλευσής τους. Έτσι, έχουμε επίθετα πατριδωνυμικά, όπως π.χ. Σμυρνιός, Σμυρνιώτης ή Σμυρναίος, Αϊβαλιώτης ή Κυδωνιάτης, Μοσχονησιώτης, Βουρλιώτης, Καισαρέας, Τραπεζούντιος, και εκατοντάδες άλλα που δήλωναν Ανατολίτες ή Καραμανλήδες.
Από το μεγάλο λοιπόν προσκλητήριο, δε θα μπορούσαν να απουσιάσουν και οι απανταχού Έλληνες της Μικράς Ασίας, η εθνική συνείδηση των οποίων και όχι η γεωγραφική απόσταση καθόρισε τη στάση τους απέναντι στην Επανάσταση του ’21. Το παρόν αφιέρωμα δε φιλοδοξεί να εξαντλήσει το θέμα, υποχρεωτικά θα επικεντρωθεί λόγω και συντομίας, σε δύο περιπτώσεις πόλεων των δυτικών Παραλίων της Μικράς Ασίας, τη Σμύρνη και τις Κυδωνίες (Αϊβαλί ).
Α. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ
Με την έναρξη της Επανάστασης ο απαγχονισμός του «εκ Σμύρνης» Οικουμενικού Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, ήταν η πράξη που συμβολίζει το φόρο αίματος του Ελληνισμού της πρωτεύουσας της Ιωνίας και της Μικράς Ασίας. Το 1818 αναφέρεται έντονη δραστηριότητα των Φιλικών στη Σμύρνη με τη βοήθεια και των 95 ελληνικών συντεχνιών της πόλης. Την περίοδο αυτή επισκέπτεται την πόλη, ο εκ των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας Αθανάσιος Τσακάλωφ. Εκ τότε η Σμύρνη γίνεται κέντρο εξόρμησης κατηχητών, με αρχηγό τον ιατρό Μιχαήλ Ναύτη, τον οποίο ο επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρος Υψηλάντης διορίζει αρχηγό της Εφορίας της πόλης, η δε σύζυγός του Κυριακή Μιτάτη-Ναύτη θεωρείται η πρώτη γυναίκα, που μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Η συσταθείσα «Φιλόμουσος και Φιλάνθρωπος Γραικική Εμπορική Εταιρία» της Σμύρνης, συγκέντρωνε χρήματα για την αγορά και την προώθηση πολεμοφοδίων στην επαναστατημένη Ελλάδα, όπως στην Πάτρα και το Οίτυλο της Μάνης, όπου τα όπλα και τα πυρομαχικά παρελάμβανε ο Νικήτας Σταματελόπουλος (γνωστότερος ως Νικηταράς). Βεβαίως οι Έλληνες της Ιωνίας όπως και γενικότερα της Μικράς Ασίας έχουν συμβολή και σε άλλες πρωτοβουλίες, όπως στην κίνηση του «Μερικού περί Κωνσταντινουπόλεως Σχέδιου» του Αλέξανδρου Υψηλάντη το οποίο προέβλεπε, μεταξύ άλλων, και τον εμπρησμό του τουρκικού στόλου στην Κωνσταντινούπολη. Σχέδιο, το οποίο όμως αποκαλύφθηκε και είχε ως αποτέλεσμα τον αποκεφαλισμό του επικεφαλής της κινήσεως Μικρασιάτη Κωνσταντίνου Γκιούστου και των συνεργατών του.
Εκείνο όμως που σηματοδότησε την ουσιαστική συμβολή των Ιώνων στα επαναστατικά δρώμενα, ήταν η συγκρότηση του τακτικού στρατιωτικού σχηματισμού της Ιωνίου ή της Ιωνικής Φάλαγγας. Η Ιωνική Φάλαγγα συγκροτήθηκε στο Ναύπλιο και αποτελούνταν αρχικά από 360 άνδρες. Σκοπός του στρατιωτικού αυτού σώματος του οποίου ο οργανισμός δημοσιεύθηκε στις 26 Ιουνίου του 1826, ήταν: «η εις έν σώμα ένωσις των εις την ελευθέραν Ελλάδα ευρισκομένων Ιώνων … δια τον υπέρ της ελευθερίας ιερόν ελληνικόν αγώνα». Η Ιωνική φάλαγγα από την αρχή της συγκρότησής της, τέθηκε υπό την αρχηγία του Νικηταρά. Η Φάλαγγα είχε πρωτεργάτη και ιδρυτή της τον καταγόμενο από τη Σμύρνη Ιωάννη Καρόγλου. Το 1836 ο Καρόγλου τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση του Αγώνος, διάκριση που είχαν λάβει ο Κολοκοτρώνης, ο Μπότσαρης, ο Μαυρομιχάλης, ο Κανάρης και ο Νικηταράς. Η Ιωνική Φάλαγγα πήρε μέρος σε μάχες στην Πελοπόννησο, στις μάχες της Δόμβραινας, της Αράχοβας, του Διστόμου και της Ακρόπολης των Αθηνών. Μετά την αποτυχημένη εκστρατεία της Χίου υπό τον Κάρολο Φαβιέρο, η Ιωνική φάλαγγα διαλύθηκε και οι περισσότεροι από τους άνδρες της εντάχθηκαν στις στρατιωτικές μονάδες που ιδρύθηκαν από τον Καποδίστρια.
Β. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΚΥΔΩΝΙΩΝ
Την Επανάσταση, οι Κυδωνιείς την στήριξαν με κάθε τρόπο, τόσο στην περίοδο της προετοιμασίας με τη συμμετοχή στη Φιλική Εταιρεία, όσο και κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, όταν πολλοί εντάχθηκαν σε ένοπλα σώματα. Οι κινήσεις αυτές προκάλεσαν τον σουλτάνο Μαχμούτ Β΄ να λάβει μέτρα και διέταξε τον πασά της Προύσας να επέμβει. Εν τω μεταξύ στις αρχές του Μαΐου του 1821 ελληνικά πλοία καταλαμβάνουν τα Μοσχονήσια στην είσοδο του κόλπου των Κυδωνιών, παρακινώντας στην ουσία τους Αϊβαλιώτες σε εξέγερση. Την 3η Ιουνίου 1821 άρχισαν μάχες, όπου τους οχυρωμένους Κυδωνιείς, ενίσχυσε και η απόβαση 1.000 Ελλήνων. Στη διήμερη σύγκρουση οι απώλειες έφθασαν στους 1.500 Τούρκους και 150 Έλληνες, νεκρούς και τραυματίες. Η πόλη τελικά καταλήφθηκε από τους Τούρκους και στην κυριολεξία ισοπεδώθηκε.
Οι 25.000 Κυδωνιείς που διασώθηκαν διέφυγαν στα νησιά καθώς και στην ηπειρωτική Ελλάδα, προκειμένου να λάβουν μέρος στην Επανάσταση. Προσχώρησαν στις στρατιωτικές ομάδες οπλαρχηγών της Ρούμελης και του Μοριά ή συγκρότησαν αυτόνομες, οι οποίες αποτελούνταν μόνο από καταγόμενους από τις Κυδωνίες, όπως του Χατζή Αποστόλη, του Κωνσταντίνου Αϊβαλιώτη και του Δημήτριου Μοσχονησιώτη που εκπόρθησε το κάστρο του Ναυπλίου στις 30 Νοεμβρίου του 1822. Επίσης σώμα τριακοσίων Κυδωνιέων, υπό τις διαταγές του Δημητρίου Καπανδάρου αγωνίστηκε κατά του Δράμαλη. Ο εκ Κυδωνίων στρατηγός της Επανάστασης Ευστράτιος Πίσσας, στα «Απομνημονεύματά» του, υπολογίζει τους πεσόντες στις διάφορες μάχες Κυδωνιείς σε 5.000.
Κυρίες και Κύριοι,
Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας υπέστη τις σφαγές, τα ολοκαυτώματα που τελέστηκαν εναντίον και των υπολοίπων Ελλήνων και παράλληλα συνεισέφερε με κάθε μέσο και βεβαίως με τη φυσική του παρουσία στην άνδρωση, στην γιγάντωση και στην εδραίωση της Επανάστασης. Είχε ενεργή συμμετοχή στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, η οποία εκδηλώθηκε με τη συμμετοχή μεγάλου αριθμού στα στρατιωτικά σώματα των οπλαρχηγών της ηπειρωτικής Ελλάδας, όπως του Νικηταρά, του Μακρυγιάννη, του Γκούρα, του Κολοκοτρώνη και του Δημήτριου Υψηλάντη.
Κλείνοντας το σύντομο αυτό αφιέρωμα, θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε στη μνημειώδη απάντηση του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια προς τον Βρετανό υφυπουργό Άμυνας και Αποικιών Robert Wilmot-Horton, ο οποίος στην ερώτησή του για τα όρια της ελευθερούμενης Ελλάδας και το ποιους θεωρεί Έλληνες, ο Καποδίστριας του έγραψε στην από 15ης Οκτωβρίου 1827 επιστολή του: «Με ρωτάτε ποια θα έπρεπε να είναι τα γεωγραφικά σύνορα της Ελλάδος. Σας απαντώ. Τα σύνορα της Ελλάδος εδώ και τέσσερις αιώνες, από την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, έχουν οροθετηθεί από ακλόνητα δικαιώματα, τα οποία ούτε ο χρόνος, ούτε οι ανυπολόγιστες συμφορές από τους Τούρκους, ούτε η πολεμική κατάκτηση κατόρθωσαν ποτέ να παραγράψουν. Χαράχθηκαν δε αυτά τα σύνορα από το 1821 από το αίμα το ελληνικό, που χύθηκε στις σφαγές της Κάσου, των Κυδωνιών, της Σμύρνης, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών, του Μεσολογγίου και στις πολυάριθμες ναυμαχίες και πεζομαχίες, στις οποίες δοξάστηκε τούτο το Έθνος». Όσο για τον προσδιορισμό των Ελλήνων ο Καποδίστριας έγραφε: «Το Ελληνικό έθνος το αποτελούν όλοι οι άνθρωποι, οι οποίοι από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν να πρεσβεύουν την ορθόδοξη θρησκεία, να ομιλούν την γλώσσα των πατέρων τους και να παραμένουν υπό την πνευματική και κοσμική δικαιοδοσία της εκκλησίας τους, οποιανδήποτε περιοχή της Τουρκίας και αν κατοικούν».
Για το Σύλλογο Μικρασιατών Κω «Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ»
Ο Πρόεδρος
Αλέκος Μαρκόγλου