Το ΜΕΤΑΞΙ της Κω | Μια πανάρχαια βιοτεχνία – Γράφει ο Βασίλης Χατζηβασιλείου

0
1635

 

ΤΟ ΜΕΤΑΞΙ ΤΗΣ ΚΩ

                                Μια πανάρχαια βιοτεχνία

Από τον 4ο π.Χ. αιώνα μέχρι το τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα η πιο ενδιαφέρουσα και ίσως η πιο πολύτιμη από τις βιοτεχνίες της Κω, ήταν η προπαρασκευή κι επεξεργασία του μεταξιού, που πιθανόν να εισήχθηκε από τη Φοινίκη ή τις Ινδίες. Πρόκειται για ένα είδος μεγάλου σκουληκιού, που τρεφόταν από τα φύλλα των μουριών, οι οποίες αφθονούσαν τότε στο νησί. Έτσι άρχισε να αναπτύσσεται ο μεταξοσκώληκας.

Πρώτη μνεία του γεγονότος αυτού γίνεται από τον Αριστοτέλη στο έργο του: «Ιστορία των ζώων» (V.19), όπου, μετά την περιγραφή του μεταξοσκώληκα, μας λέει: «εκ δε τούτου του ζώου και τα βομβύκια αναλύουσι των γυναικών τινες αναπηνιζόμεναι, κάπειτα υφαίνουσιν. Πρώτη δε λέγεται υφήναι εν Κω Παμφίλη Πλάτεω θυγάτηρ». Δηλαδή οι γυναίκες της Κω, όπως γράφει ο Αριστοτέλης, ασχολούνταν με το ξετύλιγμα των κουκουλιών («αναλύουσι»), το κλώσιμο σε κουβάρια («αναπηνιζόμεναι») και με το πλέξιμο των μεταξιών σε υφάσματα. Και η πρώτη που ασχολήθηκε με την ύφανση του νήματος του μεταξιού στην Κω λέγεται ότι είναι η Παμφίλη, η κόρη του Πλαταία.

Τα ονομαστά μεταξωτά υφάσματα της Κω, βαμμένα στο χρώμα της πορφύρας και συνυφασμένα με χρυσά νήματα, γίνονται γνωστά σε όλο των αρχαίο κόσμο και ιδιαίτερα κατά τα ρωμαϊκά χρόνια. Τότε έγιναν πολύ της μόδας και οι κάτοικοι του νησιού απόκτησαν πλούτο από τη βιοτεχνία και το εξαγωγικό τους εμπόριο. Σχεδόν μέχρι το τέλος των Αυτοκρατορικών χρόνων τα μεταξωτά ρούχα της Κω τα φορούσαν επιδεικτικά οι Ρωμαίοι άρχοντες και οι Ρωμαίες κυρίες σε διάφορους χρωματισμούς και κυρίως σε κόκκινους, από τη ζωηρόχρωμη βαφή της θαλάσσιας πορφύρας του νησιού. Βρέθηκαν, άλλωστε, επιγραφές που αναφέρονται σε Κώους εμπόρους πορφύρας. Οι Αυγουστιανοί ποιητές του έρωτα, όπως ο Προπέρτιος και ο Οβίδιος, περιέγραφαν διαρκώς τα μεταξωτά υφάσματα της Κω ως coae vestes, coae textura minervae, lublica coa. Η διαφάνεια των μεταξωτών της Κω σοκάριζε τους ηθικολόγους όταν τα φορούσαν οι γυναίκες, μας λένε ο Οράτιος,  ο Σενέκας και ο Πλίνιος.

Για τα βυζαντινά χρόνια οι πηγές δεν μας δίνουν στοιχεία για την πορεία του μεταξιού στην Κω.  Είναι γνωστό όμως ότι όλη εκείνη την περίοδο οι θαυμάσιες ενδυμασίες των βυζαντινών αυτοκρατόρων, αρχόντων, κληρικών, ακόμη και λαϊκών, ήταν εμπλουτισμένες με την πολύτιμη μέταξα και στο νησί θα συνεχιζόταν ασφαλώς η μακρόχρονη παράδοση της καλλιέργειας και αξιοποίησης του θαυμαστού αυτού προϊόντος. Η εκτροφή του μεταξοσκώληκα (σηροτροφία) και η τέχνη της κατεργασίας μεταξιού (μεταξουργία) στην Κω θα γνωρίσει ιδιαίτερη ακμή κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, τόση που σε φοροτεχνικό διάταγμα («Κανουναμέ») του τέλους του 16ου αιώνα υπήρχε η εντολή ότι αυτοί που ασχολούνταν με τη σηροτροφία στην Κω όφειλαν να δίνουν στο Οθωμανικό Κράτος το ένα δέκατο από τα κουκούλια τους. Η άριστη ποιότητα της πρώτης ύλης  των κουκουλιών έκανε τους Τούρκους να επιβάλλουν την απόδοση σ’ αυτούς του 1/10 από το ακατέργαστο εκείνο, αλλά πολύτιμο προϊόν.

Σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας ως το δεύτερο μισό  του 19ου αιώνα τα μεταξωτά υφάσματα και τα λογής-λογής κεντήματα των γυναικών της Κω, έργα γνήσιας λαϊκής τέχνης του νησιού, θα συναντώνται σε κάθε κώτικο σπίτι, πλούσιο και φτωχό. Από τα μεταξωτά σεντόνια, πουκάμισα και μαντίλια, τις μεταξωτές ζώνες και φούντες, το λεπτοκεντημένο, διάφανο και χρυσοποίκιλτο κάλυμμα της κεφαλής («χειρέλλι») ως τη νυφική φορεσιά, την επηρεασμένη από την ανατολίτικη χλιδή της αντικρινής Μικράς Ασίας, που είχε μαζί και τη σφραγίδα της μεγαλόπρεπης βυζαντινής ενδυμασίας στη συνολική της γραμμή, όλα ετούτα υφαίνονταν με τη μεταξένια κώτικη θαυματουργή κλωστή σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων.

Στα τέλη του 19ου αιώνα η βιοτεχνία αυτή άρχισε να παρακμάζει μετά τη μαζική εισαγωγή στο νησί ανάλογων βιομηχανικά κατασκευασμένων βαμβακερών προϊόντων, ακόμη και τεχνητής μέταξας, που αντικατέστησε το φυσικό, αγνό, φανταχτερό και ανθεκτικό μετάξι. Το πρώτο μισό του 20ού αιώνα συναντούμε ακόμη μερικά άτομα, κυρίως παλιές νοικοκυρές της πόλης Κω, να ασχολούνται παραδοσιακά με τη σηροτροφία και τη μεταξουργία. Μπορεί ο χρόνος να τα σβήνει όλα και να τα οδηγεί στη λήθη,  εξαλείφοντας  και  την παμπάλαια επίσης τέχνη του μεταξιού, η Ιστορία όμως, ως θεματοφύλακας των μεγάλων ανθρωπίνων επιτυχιών του παρελθόντος, οφείλει να μας θυμίζει κατά καιρούς τα ανεκτίμητα αγαθά που μας χάρισαν με τόσο φροντισμένη δουλειά οι πρόγονοί μας.

Με όλη την τεχνογνωσία που διαθέτουμε σήμερα, αναρωτιέμαι αν θα μπορούσαμε με τη συμβολή του Δήμου μας ή άλλων φορέων να αναβιώσουμε και πάλι στην Κω την παραγωγή μεταξιού, σε μια εποχή που το φυσικό μετάξι αποδεικνύεται πολυτιμότατο προϊόν ακόμη και στη φαρμακευτική, ώστε η ενασχόληση αυτή να εξασφαλίζει πρόσθετα έσοδα στα νοικοκυριά, ενισχύοντας παράλληλα και την τοπική μας οικονομία.

ΒΑΣΙΛΗΣ Σ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

 

 

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ