Η «Ξένη» που χτύπησε την Αθήνα και σκότωσε εκατοντάδες ανθρώπους
Τον Μάιο του 1854 Άγγλοι και Γάλλοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στον Πειραιά και τον κατέλαβαν. Σκοπός της επιδεικτικής ενέργειας ήταν να ξεκαθαρίσουν στο παλάτι ότι πρέπει να σταματήσουν τη δράση τους οι αντάρτες στη Θεσσαλία και την Ήπειρο, που τις κατείχαν ακόμη οι Τούρκοι.
Ήταν η περίοδος του Κριμαϊκού πολέμου και η Ρωσική Αυτοκρατορία πολεμούσε εναντίον της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η παραμονή των ξένων στον Πειραιά δεν έφερε μόνο πολιτική ταπείνωση και πίεση, αλλά και χολέρα. Μια φονική επιδημία που εξαπλώθηκε και στην Αθήνα.
Οι πρώτοι θάνατοι και η εξάπλωση της χολέρας
Τα πρώτα κρούσματα της ασθένειας εμφανίστηκαν στον Πειραιά τον Ιούνιο, σε μέλη του αγγλογαλλικού πληρώματος. Για το λόγο αυτό, η συγκεκριμένη επιδημία ονομάστηκε «η Ξένη του 1854»
Τόσο οι ξένοι, όσο και οι ντόπιοι της περιοχής, αρχικά υποτίμησαν την αρρώστια. Ο Γάλλος διοικητής Μπαρμπιέ ντε Τινάν, δεν ενέκρινε τη δημιουργία ειδικής ζώνης που θα απέκλειε τον Πειραιά από τη Αθήνα. Οι τοπικές αρχές αδράνησαν. Μόνο όταν έγιναν γνωστοί οι πρώτοι θάνατοι, ο Πειραιάς τέθηκε σε καραντίνα. Ο πρώτος θάνατος που καταγράφηκε ήταν μιας 30χρονης γυναίκας που ήταν εργάτρια.
Ο δήμαρχος Πειραιά, Πέτρος Σκυλίτσης παύθηκε από τα καθήκοντά του, καθώς δεν αντιμετώπισε άμεσα τη φονική χολέρα. Οι αρχές στην Αθήνα τέθηκαν σε επιφυλακή. Κύριο μέλημά τους ήταν να αποφύγουν τη μετάδοση της αρρώστιας στην πόλη. Το έργο που είχαν αναλάβει ήταν πολύ δύσκολο, γιατί οι ξένοι στρατιώτες έσπαγαν τον αποκλεισμό του Πειραιά και επισκέπτονταν την Αθήνα.
Οι Πειραιώτες εγκατέλειπαν μαζικά τα σπίτια τους για να μην κολλήσουν τη χολέρα. Οι περισσότεροι κατέφυγαν στα νησιά του Αργοσαρωνικού, ενώ οι πιο πλούσιοι έφτασαν μέχρι τη Σύρο και το Ναύπλιο. Η πρώτη φάση της εξάπλωσης περιορίστηκε στον Πειραιά και διήρκεσε μέχρι τον Αύγουστο του 1854, οπότε επανήλθε και η επικοινωνία Αθήνας- Πειραιά.
Η χολέρα φτάνει στην Αθήνα
Δεν είναι σαφές πώς έφτασε η ασθένεια στην Αθήνα. Το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι τα πρώτα θύματα ήταν δύο πλύστρες στις οποίες δόθηκαν τα ρούχα ενός ασθενούς από τη Σύρο που είχε χάσει τη ζωή του από τη χολέρα.
Τα ρούχα είχαν σταλεί στους συγγενείς του ως ενθύμιο, οι οποίοι τα έδωσαν στις άτυχες γυναίκες για να τα πλύνουν. Πάντως επισήμως το πρώτο καταγεγραμμένο κρούσμα στην Αθήνα, σημειώθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου σε μια γυναίκα που κατοικούσε στην οδό Λυσικράτους. Μετά από 15 μέρες η επιδημία θέριζε τους Αθηναίους
Η αντίδραση των αρχών και της εκκλησίας και των κατοίκων της Αθήνας
Εκτός από τα νοσοκομεία, οι γιατροί έκαναν βάρδια και στα αστυνομικά τμήματα της πόλης για να ελέγχουν και να καταγράφουν τα νέα κρούσματα. Τα σχολεία έκλεισαν. Οι αρχές έβαλαν λουκέτο και στα καταστήματα όπου μπορούσε να επικρατήσει «συνωστισμός» όπως μαγειρεία και οινοπωλεία.
Λήφθηκαν ειδικά μέτρα για τον καθαρισμό των αγορών (κρεοπωλείων, οπωροπωλείων), που θεωρούνταν εστίες μόλυνσης. Οι ειδικοί συμβούλευαν τον κόσμο να αποφεύγει το κρύο, τον αέρα και την υγρασία, καθώς συντελούσαν στην επιδείνωση της χολέρας.
Οι περισσότεροι Αθηναίοι αντιμετώπισαν την επιδημία με τον ίδιο τρόπο με τους Πειραιώτες. Με τη μαζική φυγή. Τα χωριά του Αμαρουσίου, η Κηφισιά, η Χασιά και τα Καλύβια ήταν οι πιο δημοφιλείς σωτήριοι προορισμοί. Η εκκλησία που πίστευε ότι η χολέρα προέκυπτε λόγω της απομάκρυνσης του ανθρώπου από τον λόγο του Θεού, συνέστησε τη μετάνοια σαν τρόπο αντιμετώπισης. Πολλοί ιερωμένοι έκαναν λιτανείες και προσευχές για να σωθεί ο κόσμος.
Η επιδημία σταμάτησε τον Δεκέμβριο του 1854. Υπολογίζεται ότι συνολικά σε Αθήνα και Πειραιά έχασαν τη ζωή τους περίπου 3.000 άνθρωποι. Ανάμεσά τους και οι Γεώργιος Γεννάδιος και Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, που ήταν ιδρυτικά μέλη της Φιλικής Εταιρίας.
ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Η Λιτανεία για την επιδημία χολέρας στην Αθήνα το 1854
Θέρισε 3.000 άτομα και η εκκλησία πρότεινε
Οι πρώτοι θάνατοι και η εξάπλωση της χολέρας Τα πρώτα κρούσματα της ασθένειας εμφανίστηκαν στον Πειραιά τον Ιούνιο, σε μέλη του αγγλογαλλικού πληρώματος.
Για το λόγο αυτό, η συγκεκριμένη επιδημία ονομάστηκε «η Ξένη του 1854». Ο Γάλλος διοικητής δε ενέκρινε να τεθεί ο Πειραιάς σε καραντίνα Τόσο οι ξένοι, όσο και οι ντόπιοι της περιοχής, αρχικά υποτίμησαν την αρρώστια.
Ο Γάλλος διοικητής Μπαρμπιέ ντε Τινάν, δεν ενέκρινε τη δημιουργία ειδικής ζώνης που θα απέκλειε τον Πειραιά από τη Αθήνα. Οι τοπικές αρχές αδράνησαν. Μόνο όταν έγιναν γνωστοί οι πρώτοι θάνατοι, ο Πειραιάς τέθηκε σε καραντίνα. Ο πρώτος θάνατος που καταγράφηκε ήταν μιας 30χρονης γυναίκας που ήταν εργάτρια.
Ο δήμαρχος Πειραιά, Πέτρος Σκυλίτσης (1784 – 1872) παύθηκε από τα καθήκοντά του, καθώς δεν αντιμετώπισε άμεσα τη φονική χολέρα. Οι αρχές στην Αθήνα τέθηκαν σε επιφυλακή. Κύριο μέλημά τους ήταν να αποφύγουν τη μετάδοση της αρρώστιας στην πόλη.
Το έργο που είχαν αναλάβει ήταν πολύ δύσκολο, γιατί οι ξένοι στρατιώτες έσπαγαν τον αποκλεισμό του Πειραιά και επισκέπτονταν την Αθήνα. Οι Πειραιώτες εγκατέλειπαν μαζικά τα σπίτια τους για να μην κολλήσουν τη χολέρα.
Οι περισσότεροι κατέφυγαν στα νησιά του Αργοσαρωνικού, ενώ οι πιο πλούσιοι έφτασαν μέχρι τη Σύρο και το Ναύπλιο. Η πρώτη φάση της εξάπλωσης περιορίστηκε στον Πειραιά και διήρκεσε μέχρι τον Αύγουστο του 1854, οπότε επανήλθε και η επικοινωνία Αθήνας- Πειραιά.
Η χολέρα φτάνει στην Αθήνα
Δεν είναι σαφές πώς έφτασε η ασθένεια στην Αθήνα. Το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι τα πρώτα θύματα ήταν δύο πλύστρες στις οποίες δόθηκαν τα ρούχα ενός ασθενούς από τη Σύρο που είχε χάσει τη ζωή του από τη χολέρα. Τα ρούχα είχαν σταλεί στους συγγενείς του ως ενθύμιο, οι οποίοι τα έδωσαν στις άτυχες γυναίκες για να τα πλύνουν.
Πάντως επισήμως το πρώτο καταγεγραμμένο κρούσμα στην Αθήνα, σημειώθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου σε μια γυναίκα που κατοικούσε στην οδό Λυσικράτους. Μετά από 15 μέρες η επιδημία θέριζε τους Αθηναίους.
Δείτε σχετικό: Τί νόημα έχουν οι λιτανείες στους δρόμους και στους αγρούς; Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Η αντίδραση των αρχών, της εκκλησίας και των κατοίκων της Αθήνας
Εκτός από τα νοσοκομεία, οι γιατροί έκαναν βάρδια και στα αστυνομικά τμήματα της πόλης για να ελέγχουν και να καταγράφουν τα νέα κρούσματα. Τα σχολεία έκλεισαν. Οι αρχές έβαλαν λουκέτο και στα καταστήματα όπου μπορούσε να επικρατήσει «συνωστισμός» όπως μαγειρεία και οινοπωλεία.
Λήφθηκαν ειδικά μέτρα για τον καθαρισμό των αγορών (κρεοπωλείων, οπωροπωλείων), που θεωρούνταν εστίες μόλυνσης. Οι ειδικοί συμβούλευαν τον κόσμο να αποφεύγει το κρύο, τον αέρα και την υγρασία, καθώς συντελούσαν στην επιδείνωση της χολέρας. Οι περισσότεροι Αθηναίοι αντιμετώπισαν την επιδημία με τον ίδιο τρόπο με τους Πειραιώτες. Με τη μαζική φυγή.
Πολλοί ιερωμένοι έκαναν λιτανείες και προσευχές για να σωθεί ο κόσμος. Η επιδημία σταμάτησε τον Δεκέμβριο του 1854. Υπολογίζεται ότι συνολικά σε Αθήνα και Πειραιά έχασαν τη ζωή τους περίπου 3.000 άνθρωποι. Ανάμεσά τους και οι Γεώργιος Γεννάδιος και Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, που ήταν ιδρυτικά μέλη της Φιλικής Εταιρίας.
τώρα γιατί δεν κάνουμε? παύσαμε να πιστεύουμε?