Ποιος ήταν ο Αλέξανδρος Παπάγος – Η ενασχόλησή του με την πολιτική – Ο Παπάγος πρωθυπουργός (Νοέμβριος 1952) – Η επιδείνωση των ελληνοβρετανικών σχέσεων λόγω του Κυπριακού – Η ασθένεια και ο θάνατός του Παπάγου – Πώς έγινε αναπάντεχα πρωθυπουργός ο Κ. Καραμανλής και ποιες ήταν οι συνέπειες για το Κυπριακό
Στις 25/4/2020 γράψαμε στο protothema.gr ένα άρθρο με τίτλο ‘’Ιωάννης Μεταξάς και Μπόρις Γ’ της Βουλγαρίας: θάνατοι από φυσικά αίτια ή δολοφονίες;’’. Το άρθρο αυτό είχε μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες μας και τους ευχαριστούμε θερμά για μία ακόμη φορά. Αρχική μας σκέψη ήταν στο άρθρο μας αυτό να συμπεριλάβουμε έναν ακόμη ύποπτο θάνατο, αυτόν του Αλέξανδρου Παπάγου (4 Οκτωβρίου 1955). Μάλιστα στο άρθρο για τους Μεταξά και Μπόρις (ή Βόρις) υπήρχαν κάποιες αναφορές για τον Α. Παπάγο. Καθώς όμως το άρθρο για τους Μεταξά και Μπόρις ήταν εξαιρετικά μακροσκελές και ο περίεργος θάνατος Παπάγου δεν σχετιζόταν με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το θέμα αυτό σε ξεχωριστό άρθρο. Έχοντας πλέον στη διάθεσή μας και το βιβλίο του Γιώργου Α. Λεονταρίτη ‘’Ο ΠΑΠΑΓΟΣ, ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΓΛΟΙ’’ που περιέχει άκρως ενδιαφέροντα και αποκαλυπτικά στοιχεία, πιστεύουμε ότι θα ρίξουμε περισσότερο φως σε μία ακόμη σκοτεινή περίοδο της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Αλέξανδρος Παπάγος: ένας σπουδαίος στρατιωτικός
Ο Αλέξανδρος Παπάγος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Δεκεμβρίου 1883 και ήταν γιος του Υποστράτηγου Λεωνίδα Παπάγου (1844-1912) και της Μαρίας Αβέρωφ.
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο, γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών την οποία όμως εγκατέλειψε για ν’ ακολουθήσει στρατιωτική σταδιοδρομία. Καθώς είχε υπερβεί την ηλικία εισόδου στη Σχολή Ευελπίδων έφυγε για το Βέλγιο. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή των Βρυξελλών (1902-1904) και στη συνέχεια στη Σχολή Εφαρμογής Ιππικού της Ιπρ (1904-1906). Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα υπηρέτησε ως Ανθυπίλαρχος σε διάφορες θέσεις και το 1910 έγινε υπασπιστής του Υπουργού Στρατιωτικών, αξίωμα στο οποίο παρέμεινε για δύο περίπου χρόνια. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 υπηρέτησε αρχικά ως Υπίλαρχος και στη συνέχεια ως Ίλαρχος, διαγγελέας του Αρχιστράτηγου, διαδόχου Κωνσταντίνου και διακρίθηκε για την ανδρεία του ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις κατάληψης των οχυρών του Μπιζανίου που οδήγησαν στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων (21 Φεβρουαρίου 1913). Ακολούθως τοποθετήθηκε σε σημαντικές θέσεις (1ο Σύνταγμα Ιππικού Θεσσαλονίκης, Επιτελείο 3ου Σώματος Στρατού, Επιτελείο Ταξιαρχίας Ιππικού Αθηνών). Το 1917 και ενώ ήταν ήδη Επίλαρχος (Ταγματάρχης) εκδιώχθηκε από το στράτευμα λόγω των φιλοβασιλικών και αντιβενιζελικών του φρονημάτων και εκτοπίστηκε σε Κυκλάδες (Ίο, Θήρα, Μήλο) και την Κρήτη. Μετά τις εκλογές του 1920 επανήλθε στο στράτευμα. Πήρε μέρος στη μικρασιατική εκστρατεία ως επιτελάρχης μεγάλων σχηματισμών Ιππικού και για τη δράση του τιμήθηκε με το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας. Όμως μετά το κίνημα των Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη (Οκτώβριος 1923) τέθηκε σε αυτεπάγγελτη αποστρατεία. Επανήλθε όμως στο στράτευμα το 1926 με βάση ειδικό νόμο και πήρε προαγωγή αναδρομικά σε Συνταγματάρχη. Φοίτησε στην Ανώτερη Σχολή Στρατηγικών Σπουδών την οποία διοικούσε ο Γάλλος Στρατηγός Augustin Gerard.
Στη συνέχεια υπηρέτησε ως διοικητής στην Ταξιαρχία Ιππικού Λάρισας (1927-1931), από το 1931 ως το 1933 ανέλαβε Υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, έχοντας ήδη τον βαθμό του Υποστράτηγου και διοικητής του 3ου και 1ου Σώματος Στρατού με τον βαθμό του Αντιστράτηγου. Μετά την καταστολή του βενιζελικού κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935 ο Παπάγος μαζί με τους Ναύαρχο Δ. Οικονόμου και Πτέραρχο Γ. Ρέππα ηγήθηκαν πραξικοπήματος το οποίο ανέτρεψε την τελευταία κυβέρνηση του Π. Τσαλδάρη και μαζί μ’ αυτή ουσιαστικά το πολίτευμα της Αβασίλευτης Δημοκρατίας. Υπήρξε Υπουργός Στρατιωτικών στις Κυβερνήσεις Γ. Κονδύλη (10/10-30/11/1935) και Κ. Δεμερτζή (19/12/1935-5/3/1936). Επί πρωθυπουργίας Ι. Μεταξά ανέλαβε Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, ενώ κατά τη δικτατορία Μεταξά τοποθετήθηκε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού και είχε μεγάλη συμβολή στην ανασυγκρότηση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας μας. Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου διορίστηκε Αρχιστράτηγος του Στρατού Ξηράς και πιστώνεται σε μεγάλο βαθμό τον ελληνικό θρίαμβο και την απώθηση των ιταλικών δυνάμεων σε αλβανικό έδαφος. Στις 23 Απριλίου 1941 παραιτήθηκε για να μην λάβει μέρος στις διαδικασίες συνθηκολόγησης. Αποδοκίμασε έντονα τις ενέργειες της κυβέρνησης Τσολάκογλου ενώ καταλόγισε ευθύνες στους Βρετανούς για την ήττα από τους Γερμανούς. Στη διάρκεια της Κατοχής ίδρυσε την πατριωτική αντιστασιακή οργάνωση ‘’Στρατιωτική Ιεραρχία’’. Η αποκάλυψη της δράσης του αυτής είχε σαν αποτέλεσμα τη σύλληψή του μαζί με άλλους 4 αξιωματικούς και τη μεταφορά του σε στρατόπεδα συγκέντρωσης (μεταξύ των οποίων και στο Νταχάου) όπου παρέμεινε ως τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας.
Το 1945-46 πραγματοποίησε σειρά επισκέψεων σε διάφορες χώρες (Αίγυπτο, Η.Π.Α., Μ. Βρετανία), το 1947 έγινε Στρατηγός, ενώ τον Ιανουάριο του 1949 του ανατέθηκε εν λευκώ από την κυβέρνηση Θ. Σοφούλη η γενική διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων. Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων επί του Δημοκρατικού Στρατού στον Γράμμο και το Βίτσι (Αύγουστος 1949) οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον Παπάγο ο οποίος στις 17 Οκτωβρίου 1949 ανακηρύχθηκε Στρατάρχης τίτλος που απονεμήθηκε για πρώτη φορά σε Έλληνα στρατιωτικό. Ως επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων συνέβαλε στην ίδρυση του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης (11/4/1950) και την οργάνωση του ΓΕΕΘΑ του οποίου υπήρξε ο πρώτος αρχηγός.
Η πολιτική σταδιοδρομία του Αλέξανδρου Παπάγου
Στα τέλη Μαΐου 1951 ο Παπάγος παραιτήθηκε από το στράτευμα επικαλούμενος προσβλητική συμπεριφορά προς το πρόσωπό του ανθρώπων της Αυλής. Αν και είχε πει στον βασιλιά Παύλο ότι δεν θα αναμιχθεί στην πολιτική, μετά την προκήρυξη εκλογών στις 30 Ιουλίου 1951 ανακοίνωσε την ίδρυση πολιτικού κόμματος του «Ελληνικού Συναγερμού». Πλαισιωμένος από πολιτικούς όπως οι Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Στέφανος Στεφανόπουλος και Σπυρίδων Μαρκεζίνης, στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 ο Παπάγος με τον «Συναγερμό» συγκέντρωσε ποσοστό 36,53%. Η κυβέρνηση Πλαστήρα η οποία σχηματίστηκε ήταν βραχύβια. Στις 16 Νοεμβρίου 1952 έγιναν νέες εκλογές με καινούργιο πλειοψηφικό σύστημα ,στο οποίο ο Συναγερμός θριάμβευσε με ποσοστό 49,22% και 238 έδρες. Η κυβέρνηση Παπάγου στράφηκε προς τις Η.Π.Α. Οι άριστες ως τότε ελληνοβρετανικές σχέσεις επιδεινώθηκαν. Στις 22/12/1953 η συνάντηση του Παπάγου με τον Βρετανό ΥΠΕΞ Ίντεν δεν είχε αποτέλεσμα.
Ο βασικός λόγος για τη διάρρηξη των σχέσεων Ελλάδας-Βρετανίας, ήταν το Κυπριακό, καθώς εντεινόταν ο αγώνας των Κυπρίων για απαλλαγή από τη βρετανική αποικιοκρατία. Στις 16 Αυγούστου 1954, η Ελλάδα προσέφυγε στον Ο.Η.Ε. Τελικά, αποφασίστηκε το Κυπριακό να μην συζητηθεί στα Ηνωμένα Έθνη. Οι εντάσεις μεταξύ Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων, ήταν η βασική αιτία για τα Σεπτεμβριανά του 1955 και το πογκρόμ των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, το οποίο η κυβέρνηση Παπάγου αντιμετώπισε με χλιαρές διαμαρτυρίες. Από τον Απρίλιο του 1955, άρχισε στην Κύπρο η ένοπλη δράση της ΕΟΚΑ, κάτι που ενόχλησε σφοδρά τους Βρετανούς. Ο Παπάγος θεωρείται ότι ήξερε για την ίδρυση της ΕΟΚΑ και, αν και αρχικά, είχε αντιρρήσεις, μετά την απόρριψη της ελληνικής προσφυγής στον Ο.Η.Ε, υποστήριξε τις ενέργειες του Γρίβα. Αυτό, εξόργισε ακόμα περισσότερο τους Βρετανούς, που έβλεπαν τον Στρατάρχη ως «κόκκινο πανί» και σίγουρα θα ένιωθαν ευτυχείς αν στην πρωθυπουργία της χώρας μας βρισκόταν κάποιος άλλος, με τον οποίο θα μπορούσαν να «συνεννοηθούν» ευκολότερα…
Η ασθένεια του Παπάγου – Άγνωστα στοιχεία
Την Παρασκευή 20 Αυγούστου 1954, με την πλήρη συγκατάθεση του Α. Παπάγου, πραγματοποιήθηκε στην πλατεία Συντάγματος, μεγάλο συλλαλητήριο για την Κύπρο, με ομιλητή τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Σπυρίδωνα, ο οποίος ήταν και Πρόεδρος της Πανελληνίου Επιτροπής Ενώσεως της Κύπρου. Ο Παπάγος στήριζε τα συλλαλητήρια σε όλη τη χώρα και αυτό εξόργιζε τους Βρετανούς.
Έτσι το Φόρεϊν Όφις, αποφάσισε να βάλει «στο παιχνίδι» και τους Τούρκους. Το τουρκικό ΥΠΕΞ, τον Φεβρουάριο του 1954, διακήρυξε τη θέση ότι η Τουρκία ήταν πλέον «ενδιαφερόμενο μέρος» στο Κυπριακό.
Μάλιστα, τον Ιούνιο του 1954, ο Βρετανός πρέσβης στην Άγκυρα, έγραφε στο Φόρεϊν Όφις, ότι αν οι Έλληνες προχωρούσαν οριστικά στη γραμμή τους για απαίτηση πάνω στην Κύπρο (Ένωση με την Ελλάδα), «πιστεύομεν ότι δικαιούμεθα να ζητήσωμεν από τους Τούρκους να κάμουν το ίδιο».
Από την περίοδο που ακόμα ήταν Αρχιστράτηγος στον αγώνα κατά του Δ.Σ.Ε., ο Παπάγος έπασχε από οξεία φυματίωση. Την αντιμετώπιζε με σθένος και τεχνητό πνευμονοθώρακα. Χάρη στη γερή του κράση, κατάφερε να ξεπεράσει το πρόβλημα αυτό. Ωστόσο, από τον Οκτώβριο του 1954, εμφανίστηκε μια νέα, μυστηριώδης ασθένεια. Στις 7 Οκτωβρίου 1954, ο Παπάγος ξεκίνησε για επίσημη επίσκεψη στην Ιβηρική χερσόνησο. Τον συνόδευαν ο, τότε, Υπουργός Παιδείας Γεώργιος Ράλλης και η σύζυγός του Μαρία. Το ταξίδι, θα γινόταν με το αμερικανικό πλοίο «Έξτερ» και θα ξεκινούσε στις 17.00 της 7/10/1954. Λίγο πριν αποπλεύσει το αμερικανικό πλοίο, ένας από τους ιδιαίτερους του, του παρέδωσε έναν φάκελο. Μόλις ο Παπάγος διάβασε το περιεχόμενο του φακέλου, κατσούφιασε. Σε όλη τη διάρκεια της περιοδείας του, ήταν δύσθυμος. Τότε άρχισε να παρουσιάζει γαστρεντερικές ενοχλήσεις. Στις 5 Νοεμβρίου 1954, επέστρεψε από την Πορτογαλία, ωχρός και αδυνατισμένος.
Αυτό αποδόθηκε αρχικά στην κούραση του ταξιδιού. Κάποια μέρα λιποθύμησε στην έπαυλή του στην Εκάλη. Οι δικοί του κάλεσαν αμέσως γιατρούς, αλλά ο Παπάγος δεν το δέχτηκε. Σύντομα επανήλθε στα καθήκοντά του.
Ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, μέλος της Κυβέρνησης Παπάγου, ως Υπουργός Συντονισμού, προχώρησε στην υποτίμηση της δραχμής κατά 50% έναντι του δολαρίου, κάτι που είχε ευεργετικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία.
Όταν όμως αποκαλύφθηκε, ότι ο Μαρκεζίνης δέχτηκε να δεσμεύσει το κράτος έναντι των γερμανικών εταιρειών «Siemens» και «Telefunken», κάτι το οποίο φαίνεται ότι αναφερόταν στην επιστολή που έλαβε ο Παπάγος, πριν φύγει για την Ιβηρική, προκλήθηκε πανικός. Ο Μαρκεζίνης, εγκατέλειψε τον «Συναγερμό» και ίδρυσε το «Κόμμα των Προοδευτικών». Παράλληλα, σε κάποιο συρτάρια του Υπουργείου Εξωτερικών, βρέθηκαν οι αυθεντικές επιστολές Μαρκεζίνη, οι οποίες τον δικαίωναν. Προφανώς, κάποιοι προσπάθησαν να παρασύρουν τον Παπάγο, ώστε να εκτεθεί και να παραιτηθεί. Κάτι τέτοιο, μόνο οι Βρετανοί το ήθελαν.
Στο μεταξύ, η κατάσταση της υγείας του Παπάγου, χειροτέρευε. Με μεγάλη δυσκολία, δέχθηκε τον Αυστραλό πρωθυπουργό Μένζις. Πλέον, παρουσίαζε και συμπτώματα έντονης ανορεξίας. Ο διαπρεπής καθηγητής Ιατρικής Μαλάμος, που παρακολουθούσε τον Παπάγο, του σύστησε να μεταβεί στην Ελβετία, για να εξεταστεί από τον φημισμένο γιατρό Λέφνερ.
Αυτό έγινε. Ωστόσο, ούτε ο Λέφνερ μπόρεσε να εντοπίσει την αιτία της ασθένειας του Παπάγου και απέδιδε την ανορεξία και τη γαστρίτιδα που τον ταλαιπωρούσαν, σε υπολείμματα της παλιάς φυματίωσής του. Τα μεσάνυχτα της 26ης Μαρτίου 1955, ο Παπάγος επέστρεψε στην Αθήνα. Στο μεταξύ, οι εφημερίδες άρχισαν να δημοσιεύουν στοιχεία για την κατάσταση της υγείας του. Στις αρχές Απριλίου 1955, η ΕΟΚΑ άρχιζε την ένοπλη δράση της στην Κύπρο. Οι Βρετανοί, βρίσκονταν σε δυσχερή θέση και, γνωρίζοντας την κατάσταση της υγείας του Παπαάγου, προσπάθησαν να προσεταιριστούν έναν από τους δύο υποψήφιους διαδόχους του, Στέφανο Στεφανόπουλο, Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και Υπουργό Εξωτερικών (ο άλλος ήταν ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος).
Η βολιδοσκόπηση αυτή, έγινε στις 5/9/1955, σε συνάντηση μεταξύ του Σ. Στεφανόπουλου και του Βρετανού ΥΠΕΞ Χάρολντ Μακ Μίλαν. Ο Στεφανόπουλος, δεν δέχτηκε να παίξει το αγγλοαμερικανικό παιχνίδι. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο Μακ Μίλαν είχε «απόλυτα εξακριβωμένες πληροφορίες», ότι πολύ σύντομα ο Στρατάρχης δεν θα ζούσε!
Στο μεταξύ, ο Παπάγος έφθινε συνεχώς κατά ανεξήγητο τρόπο. Από τις αρχές Μαΐου 1955, είχε αναλάβει την παρακολούθησή του ο γιατρός και βουλευτής του «Συναγερμού» Μπόμπολας, ο οποίος επίσης δεν μπορούσε να βρει την αιτία της νόσου. Πρότεινε στους οικείους του να κληθεί ο σπουδαίος Αμερικανός καρκινολόγος Ντέιβιντ Μπαρ. Σε απάντησή του, ο Μπαρ κάνει λόγο για φυματιώδη λοίμωξη, που χρειαζόταν παρατεταμένη και απόλυτη ανάπαυση, ωστόσο πίστευε ότι ο Παπάγος μπορούσε να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του. Στις συναντήσεις του με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον Βασιλιά Παύλο, ο Παπάγος καθηλωμένος σε μία πολυθρόνα, με το ζόρι άρθρωνε κάποιες κουβέντες. Στα τέλη Αυγούστου 1955, έφτασε από το Παρίσι ο φημισμένος Γάλλος γιατρός Ρενέ Μορό. Στην έκθεσή του, γράφει:
«Κατά την εξέτασίν του, μας έκαμεν εντύπωσιν ευθύς εξ αρχής η επίσχνανσις, η κόπωσις, η σωματική εξάντλησις και η ψυχική καταπόνησις αυτού. Παρ’ όλη του την ενεργητικότητα, είναι ανίκανος να καταβάλει προσπάθεια.
Το παρασκήνιο της διαδοχής Παπάγου
Ο Παύλος, βλέποντας το αδιέξοδο που επρόκειτο να δημιουργηθεί, στις 30/9/1955, έσπευσε να συναντήσει τον Παπάγο, ο οποίος μετά βίας τον αναγνώρισε!
Επιστρέφοντας στο Παλάτι, ο βασιλιάς αποφάσισε να ζητήσει από τον Παπάγο να παραιτηθεί. Έτσι, την 1η Οκτωβρίου 1955, έστειλε στο σπίτι του Παπάγου τον Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας των Ανακτόρων Κουτσαλέξη, με σχετική επιστολή στον Στρατάρχη. Ο Κουτσαλέξης, έκπληκτος είδε τον Στρατάρχη ντυμένο με πλήρη διαύγεια, να κάθεται στο σαλόνι του. Ο Παπάγος δεν δέχτηκε να παραιτηθεί, ωστόσο όρισε αναπληρωτή τον Στέφανο Στεφανόπουλο. Αυτό προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στους Παναγιώτη Κανελλόπουλο και Εμμαννουήλ Τσουδερό. Όμως, ο Στεφανόπουλος και ο Κανελλόπουλος, δεν είχαν υπολογίσει τον ξένο παράγοντα.
Ο Βρετανός πρεσβευτής Τσαρλς Πικ, με απροκάλυπτη παρέμβασή του στο εσωτερικό της χώρας μας, διοχέτευε προς το ανακτορικό περιβάλλον τη θέση της κυβέρνησής του, ότι το Φόρεϊν Όφις, έκρινε τον Στεφανόπουλο και τον Κανελλόπουλο, «ανεπιθύμητους και επικίνδυνους για τα σχέδιά του στο Κυπριακό».
Ο θάνατος του Α. Παπάγου – Ο Κ. Καραμανλής πρωθυπουργός
Στις 11.30 μ.μ. της 4/10/1955, ο Αλέξανδρος Παπάγος άφησε την τελευταία του πνοή «συνέπεια ακατασχέτου αιματεμέσεως αρξαμένης από τις 10.30 νυκτερινής», έγραφε στο ιατρικό ανακοινωθέν ο Μπόμπολας.
Ο «Συναγερμός» έμενε χωρίς αρχηγό και το, βασικότερο, η χώρα ακυβέρνητη. Κι ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών στελεχών του «Συναγερμού», υπέγραψε πρωτόκολλο με βάση το οποίο η αρχηγία του κόμματος δινόταν στον Σ. Στεφανόπουλο, προκαλώντας γενική κατάπληξη, ο Παύλος όρκισε πρωθυπουργό τον, μέχρι τότε Υπουργό Δημοσίων Έργων, Κωνσταντίνο Καραμανλή. Αν και συνταγματικά επιλήψιμη, η απόφαση του Παύλου, επηρέασε τους βουλευτές του «Συναγερμού» που εξέλεξαν τον Κ. Καραμανλή αρχηγό του κόμματος.
Προφανώς, υπήρχε πολύ μεγάλο παρασκήνιο για την πρωθυπουργοποίηση Καραμανλή. Σύμφωνα με τον πρώην βουλευτή Παναγιώτη Σωτηρόπουλο, ο οποίος ήταν διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Παναγιώτη Πιπινέλη, σε επιστολή του που δημοσιεύθηκε στον «Νεολόγο των Πατρών» στις 21/12/1958, ο Πιπινέλης, είχε έρθει σε επαφή, τον Σεπτέμβριο του 1955, με Αμερικανούς και Βρετανούς αξιωματούχους, για να υποστηριχθεί πολιτικός, ο οποίος όταν γινόταν πρωθυπουργός, θα εξουδετέρωνε τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης για συμβιβαστική λύση του Κυπριακού. Έχει μάλιστα γραφτεί, ότι ο Κ. Καραμανλής, παρείχε πριν την πρωθυπουργοποίησή του, έγγραφες δεσμεύσεις στους Αγγλοαμερικανούς για την πολιτική που θα ακολουθούσε στο Κυπριακό. Η ιστορία δείχνει, ότι οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου που υπογράφτηκαν το 1959 από την κυβέρνηση Καραμανλή, ήταν η απαρχή μεγάλων δεινών για την Κύπρο, οδήγησαν στην τουρκική εισβολή και κατοχή το 1974 και το αδιέξοδο που υπάρχει μέχρι σήμερα στη μαρτυρική Μεγαλόνησο…
Πηγές: ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ, «Ο ΠΑΠΑΓΟΣ ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΓΛΟΙ», εκδόσεις ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ 2003.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, τ.8, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ