Κύριε διευθυντά
Η επίσκεψη ενός Ρωμιού στην Ιμβρο είναι προσκύνημα που βιώνεται «στεναγμοίς αλαλήτοις». Οπως είναι γνωστό, με τη Συνθήκη της Λωζάννης, το επί αιώνες καθαρά ελληνικό αιγαιοπελαγίτικο μεγάλο αυτό νησί παραχωρήθηκε οριστικά στη νικήτρια Τουρκία, επειδή είχε την τύχη αλλά και την ατυχία να γειτνιάζει με τη μοναδική παγκοσμίως «στενή πύλη» μεταξύ Ανατολής – Δύσης και Βορρά – Νότου.
Συγκεκριμένα, βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τα χρυσοφόρα στενά, την όμορφη και ένδοξη για τους Τούρκους πόλη του Τσανάκαλε και την παγκοσμιοπρόβλητη τουριστικά Τροία. Με ειδικές όμως ρυθμίσεις, που συνυπέγραψε φυσικά και η Τουρκία, καθοριζόταν ένα καθεστώς ενισχυμένης αυτοδιοίκησης από τους εντοπίους Ρωμιούς.
Αλλο όμως η επί των χαρτιών της συνθήκης υπογεγραμμένες εγγυήσεις και άλλο η επιτόπου διαμορφωθείσα στη συνέχεια θλιβερή πραγματικότητα μέχρι σήμερα. Κάτι που δεν καταγγέλθηκε σθεναρά ποτέ από την επίσημη ελληνική πλευρά…
Η Ιμβρος συμπυκνώνει, λες, σε μικρογραφία το σκηνικό της δραματικής μετάλλαξης ολόκληρης της Μ. Ασίας από τα μέσα του 11ου (κυρίως μετά τη μάχη του Ματζικέρτ το 1071 και του Μυριοκεφάλου το 1176) μέχρι τα τέλη του 15ου αι., όταν οι εμφανισθέντες τότε Σελτζούκοι Τούρκοι και αργότερα οι Οθωμανοί διείσδυσαν και κυριάρχησαν σταδιακά στην έως τότε ελληνόφωνη το πλείστον ρωμαίικη επικράτεια της σημερινής Τουρκίας.
Σήμερα, οι νεόδμητες τουρκικές κατασκευές που έχουν κατακλύσει κυρίως την πρωτεύουσα του νησιού Παναγία (όπου στο κέντρο βρίσκονται: ο καθεδρικός ναός, το μητροπολιτικό μέγαρο και το κατασχεθέν γυμνάσιο) είναι σε πλήρη αντίθεση με τα μουντά και θλιβερής γραφικότητας χωριά των αυτοχθόνων Ρωμιών, όπου στις πόρτες κρέμονται λουκέτα και βασιλεύει σχεδόν απόλυτη, παγερή σιωπή.
Οι λίγες σκιές που θα συναντήσει τυχόν κανείς και οι ταπεινοί ιερείς που προσπαθούν με αξιοπρέπεια να κρατήσουν ανοιχτές τις εκκλησίες παρηγορούνται πως τουλάχιστον δεν κυκλοφορούν πια σήμερα βαρυποινίτες με τρομοκρατικές πράξεις. Επιπλέον ελπίζουν πως εάν κάποια μέρα μπει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα τους επιστραφούν ενδεχομένως μερικά από τα «απαλλοτριωμένα» χωραφάκια τους, για να μπορούν να επιβιώσουν όπως στο παρελθόν, αφού δεν τους είχαν απομείνει παρά μόνον τα σπίτια και οι τάφοι των κοιμητηρίων.
Οσο κι αν έχουν, πάντως, βελτιωθεί κατά τα τελευταία χρόνια οι συνθήκες διαβίωσης και συνύπαρξης παλαιών και νέων κατοίκων, τα χωριά-φαντάσματα της Ιμβρου και ιδιαίτερα το μεγάλο Σχοινούδι, με τους άλλοτε 3.500 κατοίκους του, δεν παύουν να αποτελούν ένα θλιβερό στίγμα για τη δημοκρατική Τουρκία.
Τα ακμάζοντα άλλοτε χωριά της Ιμβρου πλήρωσαν βαρύ τίμημα από την ελληνική συντριβή στη Μ. Ασία το 1922, αλλά και αργότερα, κυρίως από τα ελληνικά λάθη στον χειρισμό του κυπριακού ζητήματος.
Ελπίζομε και ευχόμαστε τα σημάδια κάποιας αλλαγής κατά τα τελευταία χρόνια να προοιωνίζουν σταθερά καλύτερες ημέρες, ώστε να αποτραπεί τελικά ένας άδικος αφανισμός στο, τουρκικό πια σήμερα, μεγάλο αυτό νησί του Βορείου Αιγαίου. Να μην παύσει, δηλαδή, να ακούγεται εκεί η ελληνική γλώσσα, η οποία ομιλείται αδιάκοπα από τους Ιμβρίους εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια.
Κατερινα Παπαθωμα-Μαστοροπουλου
Εφ. Καθημερινή