Ο Χρίστος Πολυχρόνης κι η Μιλένα, γύρισαν και τα κατάφεραν
Γράφει η Ροδούλα Λουλουδάκη
Δε φεύγουν όλοι, κάποιοι έρχονται κιόλας, κι όχι μόνο έρχονται, αλλά πάνε και καλά! Ο Ροδίτης Χρίστος Πολυχρόνης, με μητέρα Φινλανδέζα, στα 23 του έφυγε από τη Ρόδο, κι έζησε 11 χρόνια στο Ελσίνκι όπου η ζωή του πήγαινε πολύ καλά και στη δουλειά και με τη Βραζιλιάνα γυναίκα του, τη Μιλένα. Κοντεύουν δύο χρόνια που γύρισαν στη Ρόδο, μαζί με τη μικρή τους κόρη, έκαναν μαγαζί με σάντουιτς υπέροχα, καταπληκτικά, στην καρδιά της πόλης, και πάλι πάνε καλά! Γιατί όταν έχεις «πρόταση» ο κόσμος την αποδέχεται και όταν έχεις και συνέπεια, και είσαι θετικός και δουλευταράς.
Δεν είναι κακό να φεύγεις, ν΄ ανοίγουν οι ορίζοντές σου, να αποκτάς εμπειρία και να επιστρέφεις να τη φέρνεις πίσω όπως έκανε ο Χρίστος. Ας μην θρηνούμε μόνο γι αυτούς που έφυγαν, ας περιμένουμε όταν θα ξανάρθουν. Και ο Χρίστος δεν ξέχασε την αγαπημένη του Ρόδο και η Βραζιλιάνα, πανέμορφη σύζυγός του την έκανε τώρα αγαπημένη πόλη.
Τους βρήκα στο μαγαζί τους, θετικούς, χαρούμενους, απ΄ αυτούς που σε γεμίζουν ελπίδα όταν τους συναντάς και σε κάνουν να πιστεύεις ότι τίποτα δε χάθηκε ακόμα!
Πήρατε μια μεγάλη απόφαση να έρθετε, σε δύσκολους καιρούς. Πώς και τ΄ αποφασίσατε;
Αγαπάμε τη Φινλανδία, αλλά ο τελευταίος χειμώνας που μείναμε εκεί, ο περσινός, ήταν πολύ δύσκολος. Πολύ κρύο, καθόλου ήλιος… Πέρασαν τρεις μήνες για να δω μια ηλιαχτίδα. Η Μιλένα, είχε πάει στη Βραζιλία, για ένα μήνα με το παιδί, κι εγώ είχα πάρα πολύ δουλειά, μεγάλη ευθύνη στη δουλειά και όλα ήταν παγωμένα. Τα τελευταία πέντε χρόνια, από τα 11 συνολικά που έμενα στη Φινλανδία, έλεγα στη Μιλένα: «πάμε στα ζεστά;» Ήρθε ο πέμπτος χρόνος, και γυρνώντας η Μιλένα από τη Βραζιλία, μου λέει εκείνη: «πάμε στα ζεστά, γιατί όχι…»!
Ήσασταν όμως πολύ καλά πια εκεί!
Ναι, είχαμε αγοράσει σπίτι, δύο αυτοκίνητα, η Μιλένα έχει σπουδάσει γεροντολογία, αλλά εργαζόταν σε προγράμματα κοινωνικής ένταξης προσφύγων, κι εγώ ήμουν πολύ καλά στη δουλειά μου.
Ροδίτης, από μητέρα Φινλανδέζα και μπαμπά από τον Άγιο Ισίδωρο! Γιατί φύγατε τότε από τη Ρόδο, δεν είχε ξεκινήσει η κρίση!
Μητέρα Φινλανδέζα, πατέρα Ροδίτη, τα πράγματα ήταν στο σπίτι κάπου ανάμεσα… Στα 23-24 μου χρόνια, ήθελα να βγω, να δω πώς είναι έξω ο κόσμος, ν΄ ανοίξω τα φτερά μου, ν΄ ανοίξει το μυαλό μου, να κάνω άλλα πράγματα. ¨Όταν πήγα στο Ελσίνκι, προέκυψε η σχολή μαγειρικής που τότε ήταν η καλύτερη σε όλη τη Σκανδιναβία. Δόξα τω Θεώ έβλεπα ότι και εμένα μου άρεσε, αλλά και η δουλειά μου άρεσε. Έκανα πρακτική σε εστιατόρια με 2 αστέρια Michelin, κι επειδή ο ξάδελφός μου ο οποίος ασχολείται αποκλειστικά με τοπικά, βιολογικά προϊόντα, έφτιαξε εστιατόριο όπου σε αντίθεση με τις συνήθειες των Φινλανδών, έβγαζε όλους μαζί τους μεζέδες στο τραπέζι, η δουλειά πήγε πολύ καλά και δούλεψα κι εγώ εκεί. Ήταν τόσο μεγάλη η επιτυχία του, που έστησε κι άλλα εστιατόρια, κι εγώ μπήκα επίσης σε μία άλλη φιλοσοφία δουλειάς.
Τι δεν σας άρεσε όμως;
Κουράστηκα, είναι πολύ απαιτητική η δουλειά μας σ΄ αυτό το επίπεδο, κι όταν γεννήθηκε η κόρη μας, αποφάσισα να μη δουλεύω βράδυ. Την ημέρα, δίναμε 600 γεύματα, σε εργαζόμενους στα υπουργεία στο Ελσίνκι και τα καλοκαίρια και στα φεστιβάλ της περιοχής, γεγονός το οποίο είναι πολύ σημαντικό για τη Φινλανδία. Έχει πολύ δουλειά, πολύ πίεση, αλλά εκεί δε μιλάς, κατεβάζεις το κεφάλι και μόνο κάνεις. Ωστόσο είχα την ευτυχία να ασχοληθώ με μιά άλλη φιλοσοφία του φαγητού, μου άρεσε η δουλειά μου, είχαμε φτιάξει τη ζωή μας εκεί, κι εγώ είχα συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι θα μείνουμε.
Η Μιλένα είναι Βραζιλιάνα, με Ιταλικό αίμα και επιρροές κι από την Ινδία. Μια Βραζιλιάνα στη Ρόδο! Πώς γνωρίστηκε μαζί της ο Ροδίτης;
Στο σπίτι Βραζιλιάνου φίλου όπου πήγα για να μαγειρέψω για τα γενέθλια της γυναίκας του. Από εκείνη την ημέρα είμαστε συνέχεια μαζί. Η Μιλένα, για δύο χρόνια ταξίδευε και μέσα στα ταξίδια της η Ελλάδα ήταν ένα ξεχωριστό κομμάτι. Εκείνο το πρώτο βράδυ της έκανε εντύπωση που γνώρισε έναν Έλληνα, κι εμένα μου έκανε εντύπωση που μου είπε «ευχαριστώ», στα ελληνικά.
Ο καιρός λοιπόν, αυτός είναι το μεγάλο πρόβλημα για τον Έλληνα!
Ο καιρός είναι μεγάλο θέμα. Τέσσερις μήνες αφότου η Μιλένα μου είπε «πάμε», είχαμε βρει ένα ζευγάρι από την Κρήτη και νοικιάσαμε το σπίτι, πουλήσαμε τα πράγματα σε παζάρια-είναι πολύ διαδεδομένο εκεί- αλλά και σε φίλους και με 8 βαλίτσες, ήρθαμε στη Ρόδο. Κάναμε την απόπειρα να έρθουμε στα πάτρια εδάφη.
Ήρθατε για να μείνετε;
Το σκεπτικό μας ήταν να έρθουμε για δύο χρόνια, η Μαρίνα-Μικαέλα ήταν τότε 3,5 χρονών, θέλαμε να δούμε πως θα είναι με το διαφορετικό κλίμα…
Και πώς είναι η Μαρίνα και η Μιλένα;
Οι πρώτες λέξεις που είπε στα ελληνικά ήταν «μπαμπά, μ’ αρέσει πολύ εδώ…». Περνάει τέλεια, έχει κάνει μικρούς φίλους… Η Μιλένα λατρεύει τη θάλασσα, κολυμπάει κάθε μέρα, είναι πιο χαρούμενη και χαλαρή εδώ.
Ήρθατε όμως σχεδόν δύο χρόνια πριν, μέσα στην βαθιά κρίση με ό,τι συνεπάγεται αυτό!
Ακούγαμε, μαθαίναμε για τα προβλήματα και μάλιστα οι Φινλανδοί που επιβαρύνονταν κι αυτοί οικονομικά για να έρθουν χρήματα στην Ελλάδα, αλλά και τα Μέσα Ενημέρωσης έλεγαν ότι οι Έλληνες είμαστε τεμπέληδες, θέλουμε μόνο να περνάμε καλά και να χαιρόμαστε τον ήλιο… Μ΄ ενοχλούσαν αυτά τα σχόλια γιατί δεν είμαστε έτσι οι Έλληνες και δεν είναι αυτός ο λόγος που φτάσαμε εδώ.
Όταν ήρθατε τι βρήκατε; Ανοίξατε το μαγαζί σας, πόσο εύκολο ήταν αυτό;
Όταν ήρθαμε να εγκατασταθούμε μας πήρε οκτώ μήνες να ανοίξουμε το μαγαζί. Λόγω της γραφειοκρατίας, της αμέλειας ή της ασυνέπειας κάποιων…
Είπατε τότε «γιατί ήρθαμε;».
Η Μιλένα το είπε δύο φορές και όταν ήταν έτοιμη να το πει και για τρίτη φορά, το είπα και εγώ για πρώτη φορά. Όλα ετοιμάστηκαν όμως τελικά και ξεχάσαμε τα εμπόδια που παρουσιάστηκαν. Είμαστε άνθρωποι με τεράστια υπομονή, τα βλέπουμε όλα από την καλή τους πλευρά και αγωνιζόμαστε, δεν εγκαταλείπουμε, δεν κάνουμε πίσω και τελικά βλέπουμε ότι η προσπάθεια που κάνουμε έχει ανταπόκριση.
Τι φτιάχνετε, τι προσφέρετε στον κόσμο;
Το νέο είδος γρήγορου φαγητού, το σάντουιτς, το οποίο δίνει πάρα πολύ μεγάλη βάση στην ποιότητα, στη γεύση, στην καθαριότητα, στην εξυπηρέτηση και γενικά στο ότι υπάρχει και η άλλη πλευρά του γρήγορου μεν, αλλά όχι του ετοιματζίδικου. Από το κρεμμύδι μέχρι το κρέας, όλα τα επεξεργάζομαι εγώ. Να σκεφτείτε δεν έχουμε κατάψυξη, η προετοιμασία γίνεται κάθε μέρα, κάθε πρωί.
Και πάτε καλά!
Ναι, γιατί ο Έλληνας που μπήκε στο μαγαζί μας ήρθε αμέσως κοντά σ΄ αυτό που προσφέρουμε και το αγάπησε. Ελληνικά προϊόντα, και πουλάμε μόνο ελληνικά ποτά γιατί όταν είσαι στο εξωτερικό γίνεσαι πιο Έλληνας και στηρίζεις το ελληνικό προϊόν που είναι τέλειο, είναι πάρα πολύ καλό.
Προσαρμοστήκατε λοιπόν!
Η αρχή ήταν δύσκολη. Ερχόμασταν από μία χώρα πάρα πολύ οργανωμένη, σε όλα τα θέματα. Όμως η μικρή ήταν πανευτυχής γιατί έκανε αμέσως φίλους και η Μιλένα εδώ είναι πιο χαρούμενη. Όσο για μένα, κάνω αυτό που γουστάρω, είμαι στον τόπο που μ’ αρέσει, έχω την οικογένειά μου δίπλα, φίλους λίγους και καλούς, κι αν θα βγάλω λεφτά είναι δεύτερο θέμα. Αν ήθελα τα πολλά λεφτά, θα έμενα στη Φινλανδία!