Τα τελευταία χρόνια, το «Φωτεινό Χωριό» προσελκύει εκατοντάδες τουρίστες αλλά και φοιτητές αρχιτεκτονικής από όλο τον κόσμο, τους οποίους γοητεύει με την ιστορία του και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρά του
Η Ροδίτισσα Ελένη, μοδίστρα στο επάγγελμα, θα νοσήσει με φυματίωση και θα μεταφερθεί στο Σανατόριο «Βασίλισσα Φρειδερίκη», στην Ελεούσα. Τους γεμάτους αγωνία μήνες που θα ζήσει εκεί θα τους ελαφρύνει η παρουσία του Χασάν, ενός μουσουλμάνου από το χωριό Σάλακο, με τον οποίο θα αγαπηθούν. Γύρω από αυτή την ιστορία αγάπης έχει στηθεί το μυθιστόρημα της Ιριδας Μαυράκη το «Χτικιό», που κυκλοφόρησε τον περασμένο Νοέμβριο από τις εκδόσεις «Παπαζήση».
H έκδοση του βιβλίου συμπίπτει με την αναζωπύρωση της συζήτησης γύρω από το μέλλον του παλιού ιταλικού συνοικισμού Campochiaro (Φωτεινό Χωριό), όπου αρχικά έζησαν Ιταλοί υλοτόμοι και εν συνεχεία φιλοξένησε το Σανατόριο της Ρόδου. Τα τελευταία χρόνια, το «Φωτεινό Χωριό» προσελκύει εκατοντάδες τουρίστες αλλά και φοιτητές αρχιτεκτονικής από όλο τον κόσμο, τους οποίους γοητεύει με την ιστορία του και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρά του.
Το ιδιοκτησιακό, ωστόσο, καθεστώς των κτιρίων είναι περιπεπλεγμένο, ενώ τα ίδια χρήζουν άμεσης αποκατάστασης, ώστε να είναι λειτουργικά. Από την παύση του Σανατορίου και τούδε, ιδέες και προτάσεις για την περαιτέρω αξιοποίηση των εμβληματικών κτισμάτων έχουν υπάρξει πολλές. Το κτίριο του Σανατορίου αρχικά μετονομάστηκε σε «Ιδρυμα Ανιάτων Δωδεκανήσου», αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ ως τέτοιο. Το διάστημα 1975-78 είχε τη χρήση στρατώνα, το 1983-2000 η νοτιοανατολική πλευρά ανακαινίστηκε και λειτούργησε ως σχολείο, σήμερα ένα τμήμα στεγάζει την Εταιρεία Πρόληψης Φυσικών Καταστροφών και Προστασίας Περιβάλλοντος Ρόδου, ενώ έχει στο παρελθόν διατυπωθεί ιδέα για τη δημιουργία μουσείου φυσικής ιστορίας…
«Εχουμε μια ολοκληρωμένη πρόταση, την οποία θα συζητήσουμε όλοι οι εμπλεκόμενοι το Σαββατοκυρίακο» τονίζει μιλώντας στην «Κ» ο Ροδίτης φωτογράφος κ. Νίκος Κασέρης, μέλος της «Ομάδας Πρωτοβουλίας για την προστασία, ανάδειξη και αξιοποίηση των ιταλικών κτηριακών εγκατάστασεων Ελεούσας». Η πρόταση της ομάδας, που συγκροτήθηκε το 2022, αφορά στην αποκατάσταση του ιστορικού συγκροτήματος και εν συνεχεία τη δημιουργία ενός πολιτιστικού πολυχώρου Τέχνης και Πολιτισμού (ή το Κέντρο Μελέτης Κινηματογράφου) με πρωταρχικό σκοπό τη μελέτη, ανάδειξη και παγκόσμια διάδοση του έργου του Θεόδωρου Αγγελόπουλου.
Στην ομάδα έχει ενταχθεί η κ. Φοίβη Οικονομοπούλου-Αγγελοπούλου, που στηρίζει το εγχείρημα, ο Ελληνογάλλος σκηνοθέτης, Μάρκο Γκαστίν, αλλά και πανεπιστημιακοί από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου. «Η ιδέα γεννήθηκε έπειτα από μια έκθεση για το έργο του Θ. Αγγελόπουλου, δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του», θυμάται ο κ. Κασέρης, που θεωρεί ότι έχει φτάσει το κατάλληλο momentum για την αξιοποίηση των κτισμάτων.
«Πρόκειται για τρία διατηρητέα κτίρια, εκ των οποίων τα δύο ανήκουν στον δήμο Ρόδου και το ένα, αυτό του Σανατορίου, έχει περάσει εδώ και πολλά χρόνια στο ΤΑΙΠΕΔ», σημειώνει στην «Κ» ο άρτι εκλεχθείς πρόεδρος της κοινότητας Διμυλιάς, κ. Αλέξης Γιορδάμνης. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ, το σενάριο ανάπτυξης του αφορά στη δημιουργία ενός boutique hotel- μια δελεαστική προοπτική για πολλούς ιδιώτες, οι οποίοι, ωστόσο, δεν το διεκδικούν λόγω του εκτιμώμενου υψηλού κόστους αναστήλωσης.
Ο πρώτος διαγωνισμός απέβη άκαρπος, οπότε υπάρχει η πιθανότητα εξεύρεσης μια συμβιβαστικής λύσης, της παραχώρησης π.χ. του χώρου στον Δήμο έναντι ενός επιμισθίου. «Προσδοκία της τοπικής κοινωνίας είναι η συνολική αξιοποίηση όλων των χώρων, τους οποίους θεωρούμε ενιαίο ιστορικό συγκρότημα» επισημαίνει ο κ. Γιώργος Τόππος, αντιδήμαρχος πολιτισμού στη Ρόδο, «υπάρχουν, ωστόσο, γραφειοκρατικά και νομικά εμπόδια».
Ενδεικτικά, στο κτηματολόγιο δεν υπάρχει καμία αποτύπωση των κτισμάτων, διότι οι Ιταλοί δεν είχαν προλάβει να το κάνουν. «Απαξ και λυθεί η εκκρεμότητα με το κτηματολόγιο, θα πρέπει να κατατεθεί μια οριστικοποιημένη πρόταση σε Πολεοδομία και Δήμο, ενώ βρισκόμαστε σε επικοινωνία με το ΤΑΙΠΕΔ», εξηγεί ο ίδιος τα επόμενα βήματα. «Το χωριό μας δεν είναι χωριό – φάντασμα», τονίζουν τα μέλη του πολιτιστικού συλλόγου Διμυλιάς- Ελεούσας «Το Φουντουκλί», που αρνούνται να αποδεχθούν αυτόν τον χαρακτηρισμό για το Campochiaro, που ανήκει στα γεωγραφικά όρια της κοινότητάς τους. «Αποτελεί κατάλοιπο του στίγματος για τη φυματίωση» ισχυρίζονται. «Στην πλατεία του χωριού οργανώνουμε συστηματικά εκδηλώσεις, από τους δρόμους του χωριού περνάει η σχολική παρέλαση, εδώ περιηγούνται φοιτητές απ’ όλο τον κόσμο» αναφέρει στην «Κ» η κ. Αννα Κώστα.
Ενα χωριό με ανείπωτες ιστορίες
«Εχω εμπνευστεί την υπόθεση του βιβλίου από ερωτικές ιστορίες που πήραν σάρκα και οστά στα χρόνια λειτουργίας του Σανατορίου, από το 1947 έως το 1970», εξηγεί στην «Κ» από το Μάντσεστερ η κ. Μαυράκη, που είναι μουσικός και ερμηνεύτρια. Στο εν λόγω χωριό, μάλιστα, ζει μέχρι και σήμερα ένα ζευγάρι που γνωρίστηκε εκείνη την εποχή· οι 54 αγροικίες του συνοικισμού δεν έπαψαν ποτέ να κατοικούνται. «Στη διάρκεια της πανδημίας βρισκόμουν στο Μάντσεστερ, τηρώνοντας τους κανόνες της καραντίνας· τότε ένιωσα ταύτιση με τους ανθρώπους που έζησαν στο Σανατόριο εξαιτίας μιας λοιμώδους ασθένειας».
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η αύξηση των κρουσμάτων φυματίωσης ήταν μεγάλη, εξ ου και αποφασίστηκε η άμεση μεταφορά των ασθενών στο παλιό σχολείο του ιταλικού χωριού, που είχε ερημώσει μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Ο Μάριο Λάγγο, ο Ιταλός διοικητής των Δωδεκανήσων, είχε προαναγγείλει το 1935 την κατασκευή Σανατορίου, όμως ο πόλεμος ματαίωσε τα σχέδια του. Το 1947 ιδρύθηκε το Κρατικό Σανατόριο Δωδεκανήσου «Βασίλισσα Φρειδερίκη» με 80 κλίνες. Στα πλεονεκτήματα του χώρου ήταν και η απόσταση 36 χιλιομέτρων από την πόλη της Ρόδου, καθώς κυριαρχούσαν ο φόβος της μετάδοσης και το κοινωνικό στίγμα.
«Εκανα έκκληση στους Ροδίτες για μαρτυρίες, ακόμα και ανώνυμες, όμως η ανταπόκριση ήταν πενιχρή, κάτι που αποδεικνύει τη δύναμη του στίγματος ακόμα και τόσες δεκαετίες αργότερα». Συνέπεια της προκατάληψης είναι και οι λίγες οι δημόσιες αναφορές στη λειτουργία του Σανατορίου, η οποία υπήρξε, τηρουμένων των αναλογιών, επιτυχής (σ.σ. το ποσοστό των ιαθέντων ασθενών αυξήθηκε από 13,3% το 1948 σε 32% το 1952 και το ποσοστό θνησιμότητας από 18,8% έπεσε σε 9,8% στο ίδιο διάστημα).
Οι ιστορίες από το χωριό που είχε κτιστεί για να κατοικηθεί από Ιταλούς υλοτόμους, έμειναν εξίσου για πολλά χρόνια στην αφάνεια. Το 2012, όμως, ένα γκρουπ Ιταλών ταξιδιωτών, έφθασε στη Ρόδο όχι, όμως, για τον ήλιο και τη θάλασσα· αλλά για προσκύνημα στο χωριό των γονιών και των παππούδων τους. «Την εποχή εκείνη ήρθαν άνθρωποι, οι οποίοι στα τέλη της δεκαετίας του ’30, ήταν παιδιά· θυμόντουσαν ακόμα το ξέγνοιαστο παιχνίδι στην πλατεία με τα ελληνόπουλα» διηγείται στην «Κ» η κ. Ειρήνη Τόλιου, προϊσταμένη των Γενικών Αρχείων Ρόδου.
«Γίναμε μάρτυρες πολύ συγκινητικών σκηνών, ηλικιωμένοι Ιταλοί αγκαλιάζονταν με Ελληνες, φίλους από την παιδική τους ηλικία». Η επαφή των δύο πλευρών συνεχίστηκε με εποικοδομητικό τρόπο. «Η επικοινωνία με τα παιδιά των παλιών εποίκων στάθηκε αφορμή για να ερευνήσω τα αρχεία με τα διοικητικά έγγραφα της εποχής, καθώς επρόκειτο για μια πτυχή της ιστορίας, την οποία εγώ προσωπικά ως μη Ροδίτισσα αγνοούσα», διευκρινίζει η κ. Τόλιου, το μεράκι της οποίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αδελφοποίηση των δύο πλευρών το 2019.
«Η ιταλική διοίκηση ήθελε να δημιουργήσει ένα δασικό χωριό, εξ ου και έφερε επαγγελματίες υλοτόμους, 100 οικογένειες, από τα χωριά της κοιλάδας του Φιέμμε στις ιταλικές Αλπεις» εξηγεί, «στόχος ήταν να συντηρήσουν, να αραιώσουν και να εκμεταλλευτούν το δάσος που υπήρχε στην περιοχή, αλλά και να καλλιεργήσουν εκτάσεις γης». Η μεταφορά τεχνογνωσίας πρόκειται να συνεχιστεί, κάθως έπειτα από αμοιβαίες επισκέψεις αντιπροσωπειών, η ιταλική πλευρά έχει προτίθεται να εκπαιδεύσει Ροδίτες στις σύγχρονες μεθόδους υλοτομίας και προστασίας του δάσους.