Καθώς η χώρα επιχειρεί να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα και να υιοθετήσει νέα πρότυπα και τεχνολογίες που θα την ευθυγραμμίσουν με τις διεθνείς νόρμες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, καθίσταται ολοένα και πιο σαφές ότι προβλήματα όπως αυτά που αντιμετωπίζουν τα νησιά μας με την ενεργειακή αυτάρκειά τους πρέπει να επιλυθούν το ταχύτερο δυνατό
Γράφει η Αλεξάνδρα Σδούκου *
H γνωστή ρήση «η φθηνότερη κιλοβατώρα είναι αυτή που δεν καταναλώθηκε ποτέ», στην περίπτωση των νησιών της χώρας θα έπρεπε να συμπληρώνεται με τη φράση: «…και η ακριβότερη κιλοβατώρα είναι αυτή που παράγεται στα ελληνικά νησιά!».
Πράγματι, οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με πετρέλαιο που λειτουργούν στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά μας (ΜΔΝ) παράγουν με κόστος που κυμαίνεται από 1,5 μέχρι και 16 φορές υψηλότερο απ’ ό,τι το μέσο κόστος παραγωγής της ΔΕΗ, σε πανελλαδικό επίπεδο, (σύμφωνα με στοιχεία της Δημόσιας Επιχείρησης για τον περασμένο Ιούνιο), πέραν της σοβαρής ρύπανσης του περιβάλλοντος.
Σήμερα, όλα τα ΜΔΝ εξαρτώνται σε συντριπτικό βαθμό, που ξεπερνά το 80%, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αυτόνομους σταθμούς που καίνε ντίζελ, που μεταφέρεται με μικρά δεξαμενόπλοια, με την παλαιότητα των ηλεκτροπαραγωγών ζευγών να προκαλεί συχνές βλάβες με οδυνηρά αποτελέσματα για την οικονομία των νησιωτικών περιοχών.
Είναι χαρακτηριστικό του υψηλού κόστους λειτουργίας των αυτόνομων ντιζελοκίνητων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στα μικρά ΜΔΝ ότι το ετήσιο πλήρες κόστος παραγωγής για το 2018 ανήλθε σε 1.387,5€/MWh στο νησί με τη μικρότερη ζήτηση (Αντικύθηρα) και σε 483,4€/MWh στο νησί με τη μεγαλύτερη ζήτηση (Μεγίστη). Παράλληλα, το μέσο ετήσιο κόστος ηλεκτροπαραγωγής για την πενταετία 2014-2018 κυμάνθηκε μεταξύ 1.283,9€/MWh (Αντικύθηρα) και 451,15€/MWh (Μεγίστη) αντίστοιχα.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τον περιορισμό των εκπομπών ρύπων μάς οδηγεί νομοτελειακά στην οριστική απόσυρση πετρελαϊκών ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων από τα ΜΔΝ.
Οσα προαναφέρθηκαν αποτελούν παθογένειες δεκαετιών του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος που επιδιώκουμε να εξαλείψουμε. Η στρατηγική του υπουργείου, όπως αποτυπώνεται και στο νέο ΕΣΕΚ, είναι ξεκάθαρη και εναρμονίζεται πλήρως με την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για καθαρή ενέργεια στα νησιά: Ανάπτυξη διασυνδέσεων και μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ, σε συνδυασμό με ανάπτυξη υβριδικών σταθμών και ευφυών δικτύων.
Σταδιακά, το ένα μετά το άλλο, τα νησιά μας εντάσσονται στον κατάλογο των ενεργειακά «έξυπνων» περιοχών, που θα χρησιμοποιούν ολοένα και περισσότερο Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας για την τροφοδοσία, μεταξύ άλλων, των ηλεκτρικών δικτύων τους και των αναγκών τους στις μεταφορές και τη θέρμανση.
Καθώς υλοποιούνται με ταχείς ρυθμούς οι διασυνδέσεις των νησιών του Αιγαίου με το ηπειρωτικό σύστημα, κάτι που θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ, διευκολύνεται η πορεία προς την «πράσινη ανάπτυξη» των νησιωτικών περιοχών.
Για τα νησιά μας που δεν θα διασυνδεθούν προκρίνουμε λύσεις αξιοποίησης της «πράσινης ενέργειας», με την εγκατάσταση σύγχρονων μονάδων ΑΠΕ, σε συνδυασμό με καινοτόμα συστήματα αποθήκευσης.
Τα ανανεώσιμα συστήματα ηλιακής και αιολικής ενέργειας που προβλέπεται να εγκατασταθούν στα νησιά μας θα προσφέρουν αδιάλειπτη παροχή ηλεκτρισμού για οικιακές και εμπορικές καταναλώσεις, αδιάλειπτη παροχή νερού, με κάλυψη ηλεκτρικών φορτίων αφαλάτωσης ύδατος, ηλεκτροκίνηση στις μεταφορές, με κάλυψη φορτίων φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας, με χρήση μη ηλεκτρικών εφαρμογών ΑΠΕ (όπως ηλιακά θερμικά), τη χρήση αποδοτικότερων συσκευών τελικής χρήσης ενέργειας, καθώς επίσης τη χρήση αποδοτικότερων λαμπτήρων για το φωτισμό οδών και πλατειών.
Η ολοκλήρωση του προγράμματος διασυνδέσεων θα αποφέρει ετήσια εξοικονόμηση χρεώσεων ΥΚΩ της τάξεως των700 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, η δραστική περικοπή της χρήσης πετρελαίου στα νησιά που θα διασυνδεθούν έως το 2030 θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτησή τους και θα οδηγήσει σε μείωση της ετήσιας κατανάλωσης πετρελαίου για ηλεκτροπαραγωγή, που θα ξεπερνά τους 900 χιλιάδες τόνους πετρελαίου, για να μην αναφερθούμε στα οφέλη που θα προκύψουν σε επίπεδο μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Η Ελλάδα βαίνει ολοταχώς προς την επίτευξη ενός διττού σκοπού, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που διανύουμε, καθώς δεν έχει αναλάβει μόνο την υποχρέωση να ολοκληρώσει το πέρασμα στη μεταλιγνιτική εποχή, αλλά και να διασφαλίσει το πέρασμα στη μετα-πετρελαϊκή εποχή. Υπ’ αυτή την έννοια, η νέα ευρωπαϊκή πρωτοβουλία «Καθαρή Ενέργεια για τα Νησιά της Ε.Ε.» (Clean Energy for EU Islands), στην οποία συμμετέχει ενεργά η χώρα μας μαζί με άλλα 13 κράτη-μέλη, έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, καθώς η Ε.Ε. αναγνωρίζει ότι τα ευρωπαϊκά νησιά έχουν τη δυνατότητα να μετατραπούν σε πρωτοπόρους της ενεργειακής μετάβασης και να αποφέρουν σημαντικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και συνθηκών που συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη.
Η Ε.Ε. θεωρεί ότι τα νησιά βρίσκονται σε ευνοϊκή θέση προκειμένου να μεταβούν με επιτυχία στην καθαρή ενέργεια, αφού διαθέτουν άφθονο δυναμικό σε ΑΠΕ που μπορεί να συνδυαστεί με την υιοθέτηση μέτρων ενεργειακής απόδοσης και λύσεις ευελιξίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο υβριδικός σταθμός στα νησιά της Τήλου και της Ικαρίας θεωρούμε ότι είναι μόνον η αρχή. Στους επόμενους μήνες θα αρχίσει να υλοποιείται και η μετατροπή του Αη Στράτη σε «πράσινο νησί», ενώ πρέπει να τονιστεί ότι επενδυτικά έργα ΑΠΕ (τουλάχιστον 200 αιτήσεις για υβριδικούς σταθμούς…) που είχαν αφεθεί για χρόνια στην τύχη τους, στα συρτάρια του υπουργείου, περνούν σταδιακά σε φάση υλοποίησης.
Tο ολοένα μειούμενο κόστος των συστημάτων αποθήκευσης, σε συνδυασμό με την ευστάθεια των ηλεκτρικών συστημάτων, που μπορούν να προσφέρουν σημαντικές λύσεις, ιδίως στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά, αλλά και σε αυτά που θα καθυστερήσουν να διασυνδεθούν, μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι υβριδικοί σταθμοί μπορούν να είναι, πλέον, βιώσιμοι και άμεσα υλοποιήσιμοι.
Επιπρόσθετα, σημαντικό ρόλο στην απανθρακοποίηση των νησιών μας και στην πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα, έως το 2050, αναμένεται να έχει το πράσινο υδρογόνο, το οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε απομακρυσμένα νησιά και να παρέχει λύσεις για την παραγωγή ηλεκτρισμού, θερμότητας, αλλά και στις μεταφορές.
Η στρατηγική για το υδρογόνο που παρουσιάσθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Ιούλιο απασχολεί ήδη το υπουργείο, που έχει θέσει ως στόχο την προώθηση ενός ευνοϊκού θεσμικού πλαισίου για το καύσιμο, εντός του 2021. Επίσης, στον τομέα των χρηματοδοτήσεων, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης προβλέπει την εκταμίευση σημαντικών κονδυλίων για το σβήσιμο των πετρελαϊκών μονάδων σε έξι μεγάλα ελληνικά νησιά: την Κρήτη, τη Λέσβο, τη Σάμο, τη Χίο, τη Ρόδο και τη Μύκονο. Οι δράσεις θα είναι στοχευμένες και θα αποτυπωθούν στο εδαφικό σχέδιο των νησιών του Αιγαίου, που αναμένεται να είναι έτοιμο έως το τέλος του έτους.
Συμπερασματικά, η «πράσινη ατζέντα», ειδικά για τα νησιά μας, αποτελεί βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης και οι δράσεις προς την ενεργειακή μετάβαση έχουν κριθεί ως επιτακτικές. Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας παραμένει στις επάλξεις των πολιτικών που συμβάλλουν στην τόνωση της νησιωτικότητας, της καινοτομίας και της τοπικής οικονομίας, με γνώμονα την προστασία και το σεβασμό του περιβάλλοντος, καθώς και στην προσήλωσή μας να προσφέρουμε ένα καθαρό μέλλον, με μηδενικούς ρύπους, στις γενιές που έρχονται.
* Η Αλεξάνδρα Σδούκου είναι γενική γραμματέας Ενέργειας & Ορυκτών Πρώτων Υλών
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr