Η διπλωματική του εργασία βαθμολογήθηκε με άριστα 10
Μεγάλη διάκριση για Ροδίτη δικηγόρο ο οποίος για την διπλωματική του εργασία βαθμολογήθηκε με άριστα δέκα!
Ο λόγος για τον Μάνο Μιχαήλ Τεχνίτη ο οποίος συμμετείχε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ποινικού Δικαίου και Εγκληματολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου, και χθες παρουσίασε ενώπιον των καθηγητών την μεταπτυχιακή (διπλωματική) του εργασία με θέμα: «H ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΗΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ: H ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΩΝ», καταφέρνοντας να αποσπάσει από τους καθηγητές ως βαθμό το άριστα!
Ο Μάνος Τεχνίτης είναι ένας νέος γεμάτος όρεξη και μεράκι δικηγόρος, ο οποίος ξεκίνησε τις σπουδές του το 2006 με την εισαγωγή του στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο τμήμα ΝΟΜΙΚΗΣ. Το 2011 έλαβε το πτυχίο του με βαθμό Λίαν Καλώς και ενάμιση χρόνο αργότερα ορκίστηκε Δικηγόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου.
Το 2012 έγινε δεκτός στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Εμπορικού Δικαίου και Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος (ΚΡΑΤΙΚΟ Αγγλόφωνο Πανεπιστήμιο), από το οποίο και έλαβε το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης του με βαθμό Λίαν Καλώς. Το ίδιο έτος έγινε δεκτός και στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ποινικού Δικαίου και Εγκληματολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου, όπου χθες παρουσίασε την μεταπτυχιακή (διπλωματική) του εργασία.
Διαθέτει έντονη επιστημονική δραστηριότητα η οποία εκτός των άλλων περιλαμβάνει τη συμμετοχή του ως ομιλητή σε επιστημονικά συνέδρια (Θεσσαλονίκη, Κύπρο, Αθήνα) και εκδηλώσεις με θέμα την παραβατικότητα καθώς και επιστημονικές δημοσιεύσεις σε περιοδικά και βιβλία.
Επίσης διετέλεσε Αρχισυντάκτης του www.theartofcrime.gr (the Art of Crime), του ηλεκτρονικού περιοδικού του Εργαστηρίου Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών του Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η διπλωματική εργασία
Αντεγκληματική πολιτική εννοούμε κατά ένα ορισμό το σύνολο των διαδικασιών μέσω των οποίων η Πολιτεία οργανώνει τις απαντήσεις της στο εγκληματικό φαινόμενο. Δεν είναι όμως τίποτα άλλο από συγκερασμός συμφερόντων. Και τα μεγαλύτερα συμφέροντα είναι τα οικονομικά, τα οποία και περιορίζονται ανάλογα με το ισχύον πολιτικό υπόβαθρο σε μια χρονικά δεδομένη στιγμή.
Στη δική μας χρονική στιγμή θεωρούμε ότι το ιδεολογικό υπόβαθρο είναι ο φιλελευθερισμός που τείνει στο νεοφιλελευθερισμό. Αφού λοιπόν εξ ορισμού η αντεγκληματική πολιτική είναι «υπάλληλη» ως έννοια της γενικής πολιτικής, μοιραία ακολουθεί και την τάση της δεύτερης, δηλαδή την πορεία προς το νεοφιλελευθερισμό.
Ως γνωστόν φορέας των οικονομικών συμφερόντων είναι οι Πολυεθνικές Εταιρείες, ένας από τους στόχους των οποίων είναι ο έλεγχος της διοίκησης των κρατών και των υπερεθνικών οργανισμών και ιδίως ο έλεγχος της νομοθεσίας.
Ειδικότερα στο πεδίο της Αντεγκληματικής πολιτικής, οι πολυεθνικές επιθυμούν να μειώσουν ή να εξαλείψουν κυρώσεις και περιορισμούς αναφορικά με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες καθώς και να δημιουργήσουν κυρώσεις ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Μοναδικός σκοπός τους είναι η βελτίωση της εμπορικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας στο πλαίσιο συνεχούς αναζήτησης του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους.
Ετσι τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα δεν αρκούνται απλώς να δημιουργούν «τους κανόνες» αλλά και τις εξαιρέσεις αυτών κατά το συμφέρον τους. Αν λοιπόν οι εξαιρέσεις είναι ασύμβατες με τον κανόνα τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για εξέλιξη ενός μοντέλου αλλά για την ολίσθηση αυτού, κι αυτό θα φανεί περισσότερο στις επόμενες δεκαετίες.
Με τις διαφόρων μορφών παρεμβάσεις τους στα Εθνικά Κράτη οδηγούμαστε δυστυχώς σε αποποινικοποίηση, απεγκληματοποίηση ή αποαδικηματοποίηση μιας πράξης τους (που παραβιάζει για παράδειγμα ανθρώπινα δικαιώματα των εργαζομένων τους, όπως η καταναγκαστική παιδική εργασία, οι μαζικοί θάνατοι, μεγάλες περιβαλλοντικές καταστροφές), που αν αυτό είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικά κατασταλαγμένης βούλησης του νομοθέτη του εκάστοτε Κράτους, τότε η όποια τέτοιου τύπου αναντιστοιχία δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως ατιμωρησία.
Ανήμπορο το Κράτος να προστατεύσει τους πολίτες του από παρόμοιου τύπου σοβαρούς κινδύνους, δίνει έμφαση στην ποινικοποίηση άλλων συμπεριφορών ώστε να δημιουργείται η εντύπωση στους πολίτες του ότι έχει τον έλεγχο.
Η δύναμη που έχουν οι πολυεθνικές εταιρείες να «δημιουργούν κανόνες» είναι τέτοια που αργά ή γρήγορα θα συμπαρασύρει κάθε είδος εφαρμοστέας πολιτικής (οικονομική, εκπαιδευτική, κοινωνική) προς τα συγκεκριμένα συμφέροντα. Και φυσικά δεν είναι τυχαίο που όλο και περισσότερο γίνεται λόγος για «εταιροκρατία», «νόμιμη διαφθορά» και «πολιτικό έλεγχο θεσμών» εις βάρος βεβαίως των πολιτών.