Με την υπ’ αρίθμ. 4/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, που εκδόθηκε χθες, με την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έγινε δεκτή η αίτηση της μονοπρόσωπης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «Πεμπέ Χασάν Μονοπρόσωπη ΕΠΕ», με τον διακριτικό τίτλο “Αγνογάλ”, που εδρεύει στην Λεωφόρο Ρόδου – Καλλιθέας, να τεθεί σε κατάσταση πτώχευσης.
Το δικαστήριο, με την απόφασή του, όρισε ημέρα παύσης των πληρωμών της εταιρείας την 27η Ιανουαρίου 2017 και όρισε σύνδικο της πτώχευσης τον κ. Μιχαήλ Παπαποστόλου του Αλεξάνδρου, λογιστή – φοροτεχνικό Α’ τάξης, ενώ διέταξε την σφράγιση της περιουσίας της πτωχεύσασας από τον σύνδικο.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται η 2α Απριλίου 2018 προκειμένου να συνέλθουν οι πιστωτές της εταιρείας σε συνέλευση στο κατάστημα του Πρωτοδικείου Ρόδου, ενώπιον του Εισηγητή για να συντάξουν τον πίνακα εικαζομένων πιστωτών και να εκλέξουν την επιτροπή πιστωτών.
Η ιστορική βιομηχανία παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων «Αγνογάλ», όπως ξανάγραψε η «δημοκρατική», βρέθηκε αντιμέτωπη με «βρόχο» τεραστίων οφειλών προς το δημόσιο.
Το εργοστάσιο γαλακτοκομικών προϊόντων, έχει ήδη κατασχεθεί κατά το ήμισυ από την ΔΟΥ Ρόδου.
Η ΔΟΥ Ρόδου προχώρησε συγκεκριμένα σε αναγκαστική κατάσχεση της περιουσίας μέλους της οικογενείας, μέχρι του ύψους των 6.856.703,27 ευρώ.
Το ακίνητο περιήλθε στην κατοχή και κυριότητα του οφειλέτη κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου με κληρονομητήριο μετά το θάνατο του πατέρα του.
Η πορεία του ονόματος “Αγνογάλ” ξεκίνησε περίπου το 1928, στην “Κολονιάλε”, όταν ο ιδρυτής της τότε εταιρείας, ο Πεμπέ Χασάν, στην Παλιά Πόλη της Ρόδου, έδωσε με οκτώ λίτρα γάλα το εναρκτήριο λάκτισμα της δραστηριότητάς της στο χώρο των γαλακτοκομικών.
Όλα αυτά τα χρόνια προσέφεραν στην εταιρεία, σημαντικές εμπειρίες και ανεκτίμητη πείρα στον τομέα της.
Η αυτοτελής και ανεξάρτητη εταιρεία, που λειτουργούσε από το 2010 και διαχειρίζεται το brand “Αγνογάλ” συνέχισε την επιτυχημένη πορεία των προκατόχων, που χαρακτηρίζεται από διαρκή εξέλιξη και εκσυγχρονισμό.
Η εταιρεία απασχολούσε εξάλλου επί σειράν ετών 15 υπαλλήλους και ο ετήσιος τζίρος της έφτασε τα τελευταία έτη τα 1,3 εκατ. ευρώ.
Χθες ενώπιον του δικαστηρίου μάρτυρας που εξετάστηκε υποστήριξε ότι ο εξοπλισμός της εταιρείας αποτιμάται σήμερα στα 300.000 ευρώ περίπου, ενώ απέδωσε την φθίνουσα πορεία της στην οικονομική κρίση, στην δραστηριοποίηση στο νησί νέων ομοειδών επιχειρήσεων, σε λάθος επιλογές του νόμιμου εκπροσώπου της, στο αυξημένο κόστος παραγωγής και στο γεγονός ότι επιδιώχθηκε με μεγάλο κόστος να αναβιώσει έτερη επιχείρηση ιδιοκτησίας του εκλιπόντος, πρώην ιδιοκτήτη της, που είχε μεγάλο άνοιγμα.
Στην αίτηση πτώχευσης, που υποβλήθηκε αρμοδίως στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, τονίζεται ότι στα πρώτα χρόνια η εταιρεία, λειτουργούσε ως επιχείρηση ομαλά, από τις αρχές όμως του 2016, λόγω της πτώσης του τζίρου και της οικονομικής κρίσης άρχισαν να υπάρχουν αρχικά πρόβλημα ρευστότητας, και στην συνέχεια να καταλήξει σε παύση πληρωμών.
Επισημαίνεται ότι η εταιρεία έχει περιέλθει σε μόνιμη, γενική, διαρκή και πραγματική αδυναμία προς πληρωμή των εμπορικών χρεών από την 27η Ιανουαρίου 2017.
Φέρεται σύμφωνα με την αίτηση να οφείλει σε μισθώματα από τις αρχές του 2015 το χρηματικό ποσό των 16.800 ευρώ.
Σε μεταχρονολογημένες επιταγές το ποσό των 59.448 ευρώ, στο Ελληνικό Δημόσιο 273.262,64 ευρώ, σε ΔΕΗ, ΔΕΥΑΡ και ΟΤΕ το χρηματικό ποσό των 58.254 ευρώ και σε προμηθευτές 178.861,85 ευρώ. Σε προσωπικό οφείλει συνολικά 34.244,65 ευρώ.
Το ύψος των οφειλών της ανέρχεται συνολικά στο ποσό των 620.871,14 ευρώ.
Τα περιουσιακά της στοιχεία περιλαμβάνουν επαγγελματικά οχήματα εμπορικής αξίας 40.000 ευρώ και επαγγελματικό εξοπλισμό συνολικού ύψους 150.000 ευρώ.
Εχει απαιτήσεις ύψους 84.218,88 ευρώ έναντι τρίτων.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Κώστας Σαρής.
Το δικαστήριο, με την απόφασή του, όρισε ημέρα παύσης των πληρωμών της εταιρείας την 27η Ιανουαρίου 2017 και όρισε σύνδικο της πτώχευσης τον κ. Μιχαήλ Παπαποστόλου του Αλεξάνδρου, λογιστή – φοροτεχνικό Α’ τάξης, ενώ διέταξε την σφράγιση της περιουσίας της πτωχεύσασας από τον σύνδικο.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται η 2α Απριλίου 2018 προκειμένου να συνέλθουν οι πιστωτές της εταιρείας σε συνέλευση στο κατάστημα του Πρωτοδικείου Ρόδου, ενώπιον του Εισηγητή για να συντάξουν τον πίνακα εικαζομένων πιστωτών και να εκλέξουν την επιτροπή πιστωτών.
Η ιστορική βιομηχανία παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων «Αγνογάλ», όπως ξανάγραψε η «δημοκρατική», βρέθηκε αντιμέτωπη με «βρόχο» τεραστίων οφειλών προς το δημόσιο.
Το εργοστάσιο γαλακτοκομικών προϊόντων, έχει ήδη κατασχεθεί κατά το ήμισυ από την ΔΟΥ Ρόδου.
Η ΔΟΥ Ρόδου προχώρησε συγκεκριμένα σε αναγκαστική κατάσχεση της περιουσίας μέλους της οικογενείας, μέχρι του ύψους των 6.856.703,27 ευρώ.
Το ακίνητο περιήλθε στην κατοχή και κυριότητα του οφειλέτη κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου με κληρονομητήριο μετά το θάνατο του πατέρα του.
Η πορεία του ονόματος “Αγνογάλ” ξεκίνησε περίπου το 1928, στην “Κολονιάλε”, όταν ο ιδρυτής της τότε εταιρείας, ο Πεμπέ Χασάν, στην Παλιά Πόλη της Ρόδου, έδωσε με οκτώ λίτρα γάλα το εναρκτήριο λάκτισμα της δραστηριότητάς της στο χώρο των γαλακτοκομικών.
Όλα αυτά τα χρόνια προσέφεραν στην εταιρεία, σημαντικές εμπειρίες και ανεκτίμητη πείρα στον τομέα της.
Η αυτοτελής και ανεξάρτητη εταιρεία, που λειτουργούσε από το 2010 και διαχειρίζεται το brand “Αγνογάλ” συνέχισε την επιτυχημένη πορεία των προκατόχων, που χαρακτηρίζεται από διαρκή εξέλιξη και εκσυγχρονισμό.
Η εταιρεία απασχολούσε εξάλλου επί σειράν ετών 15 υπαλλήλους και ο ετήσιος τζίρος της έφτασε τα τελευταία έτη τα 1,3 εκατ. ευρώ.
Χθες ενώπιον του δικαστηρίου μάρτυρας που εξετάστηκε υποστήριξε ότι ο εξοπλισμός της εταιρείας αποτιμάται σήμερα στα 300.000 ευρώ περίπου, ενώ απέδωσε την φθίνουσα πορεία της στην οικονομική κρίση, στην δραστηριοποίηση στο νησί νέων ομοειδών επιχειρήσεων, σε λάθος επιλογές του νόμιμου εκπροσώπου της, στο αυξημένο κόστος παραγωγής και στο γεγονός ότι επιδιώχθηκε με μεγάλο κόστος να αναβιώσει έτερη επιχείρηση ιδιοκτησίας του εκλιπόντος, πρώην ιδιοκτήτη της, που είχε μεγάλο άνοιγμα.
Στην αίτηση πτώχευσης, που υποβλήθηκε αρμοδίως στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, τονίζεται ότι στα πρώτα χρόνια η εταιρεία, λειτουργούσε ως επιχείρηση ομαλά, από τις αρχές όμως του 2016, λόγω της πτώσης του τζίρου και της οικονομικής κρίσης άρχισαν να υπάρχουν αρχικά πρόβλημα ρευστότητας, και στην συνέχεια να καταλήξει σε παύση πληρωμών.
Επισημαίνεται ότι η εταιρεία έχει περιέλθει σε μόνιμη, γενική, διαρκή και πραγματική αδυναμία προς πληρωμή των εμπορικών χρεών από την 27η Ιανουαρίου 2017.
Φέρεται σύμφωνα με την αίτηση να οφείλει σε μισθώματα από τις αρχές του 2015 το χρηματικό ποσό των 16.800 ευρώ.
Σε μεταχρονολογημένες επιταγές το ποσό των 59.448 ευρώ, στο Ελληνικό Δημόσιο 273.262,64 ευρώ, σε ΔΕΗ, ΔΕΥΑΡ και ΟΤΕ το χρηματικό ποσό των 58.254 ευρώ και σε προμηθευτές 178.861,85 ευρώ. Σε προσωπικό οφείλει συνολικά 34.244,65 ευρώ.
Το ύψος των οφειλών της ανέρχεται συνολικά στο ποσό των 620.871,14 ευρώ.
Τα περιουσιακά της στοιχεία περιλαμβάνουν επαγγελματικά οχήματα εμπορικής αξίας 40.000 ευρώ και επαγγελματικό εξοπλισμό συνολικού ύψους 150.000 ευρώ.
Εχει απαιτήσεις ύψους 84.218,88 ευρώ έναντι τρίτων.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Κώστας Σαρής.
Πηγή:www.dimokratiki.gr