«Ο θρύλος λέει πως ο Άγιος παρουσιαζόταν συχνά πυκνά στον κάμπο της Καρδάμαινας.
Η Ασπασία Σοφιανού τον έβλεπε να υπερίπταται πάνω από τα σπαρτά, καθισμένος σ’ ένα θρόνο, ενώ άλλοι έβλεπαν ένα μετέωρο καντηλάκι, που διέγραφε κύκλους και άφηνε οσμή από θυμίαμα.
Πολλές φορές, η Ασπασία δεν καταλάβαινε πώς βρισκόταν στο βουνό και πώς επέστρεφε κάτω. Μια φορά απ’ αυτές την καθοδηγούσε ένα όραμα και έδεσε σ’ ένα σημείο του βουνού ένα μαντήλι. Ήταν το μέρος που της υπέδειξε ο Άγιος, για να έρθουν οι χωριανοί και να σκάψουν. Αυτό έγινε μετά το 1920. Πήγαν δυο φορές, έσκαψαν και δεν βρήκαν τίποτα. Μάλωναν στο γυρισμό το κοριτσάκι ότι τους κοροϊδεύει, αλλά αυτό επέμενε. Την τρίτη φορά βρήκαν την πόρτα μιας μικρής κατακόμβης.

Ανάμεσα σ’ αυτούς που πήγαν την Τρίτη φορά και ανακαλύφθηκε η είσοδος της κατακόμβης, ήταν κάποιοι επίτροποι και κάποιοι άλλοι. Μεταξύ αυτών ήταν ο Γιώργης ο Στελέτος και ο Κώστας ο Πλαγγέτης. Η χαρά τους, αλλά και όλων των χωριανών για την ανακάλυψη αυτή ήταν ανείπωτη. Θεώρησαν ότι ήταν ευλογία για το χωριό τους, αυτό που έγινε. Η κοινότητα έφτιαξε μονοπάτι και η ενορία ανέδειξε την κατακόμβη. Κάποια στιγμή όμως μπήκαν στη μέση Ασφενδιανοί και Πυλιώτες και διεκδικούσαν το μοναστήρι. Ξεσηκώθηκαν τότε οι Καρδαμιώτες και κόντεψε να γίνει μεγάλος καυγάς. Πρωτοστάτησε ο Μανώλης ο Βρόντας και τους είπε:
« Αφού ο Άγιος παρουσιάστηκε στην Καρδάμαινα,δικό μας είναι το μοναστήρι.» και έτσι παραχωρήθηκε στην Καρδάμαινα.
Η παράδοση, έτσι όπως διασώθηκε, λέει ότι το εκκλησάκι είναι έργο ενός Κώου μοναχού, του Αρσένιου Σκηνούρη, που έζησε περί τον 11ο μ. Χ αιώνα.
Να αναφέρουμε ότι μέσα στο εκκλησάκι υπάρχουν αρκετές αγιογραφίες, που δύσκολα όμως διακρίνεις τα πρόσωπα των Αγίων που απεικονίζουν, εκτός από την παράσταση της Παναγίας και του αγίου Ιωάννη.
Οι εκκλησίες της Καρδάμαινας του π. Ιωάννη Περαντωνάκη»