Κυριακή της Απόκρεω: Ανάμνηση της Μεγάλης Κρίσεως με τον Σεβασμιώτατο στον ΙΝ Αγίας Παρασκευής Κω

0
140


Κυριακή των Απόκρεω, εορτή Αγίου Πολυκάρπου,  ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου και Νισύρου κ. Ναθαναήλ χοροστάτησε στον Όρθρο και προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας στον ΙΝ Αγίας Παρασκευής Κω, όπου και κήρυξε το Θείο λόγο, με συλλειτουργό τον Γενικό Αρχιερατικό της Ιεράς Μητροπόλεως, Πρωτοπρεβύτερο του Οικουμενικού Θρόνου π. Ιωάννη Διακοπαναγιώτη, Ιερατ. Προϊστάμενο του ιερού ναού.

Έψαλλαν ο Γιώργος Σανιδάς και ο Βασίλης Παπαδόπουλος στον δεξιό χορό και στον αριστερό ο Δημήτρης Διακονικολής, ο Αλέξης Τσιούπλης και ο Μιχάλης Χατζηνικήτας.

Με πνευματικά εφόδια την ταπείνωση και τη μετάνοια, που προέβαλαν οι προηγηθείσες Κυριακές του Τριωδίου, δηλαδή η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και η Κυριακή του Ασώτου, η Γ΄Κυριακή του Τριωδίου μας παρουσιάζει δυο βασικές όψεις: την πίστη και την πράξη..

Η μεν πίστη φαίνεται στην Δευτέρα ένδοξη Παρουσία του Κυρίου, η δε πράξη στην αποχή της κρεοφαγίας που ξεκινάει από αύριο έως το Πάσχα.

Η περικοπή της Κρίσεως επισφραγίζει την συνοπτική εξιστόρηση της Θ. Αποκαλύψεως που ξεκίνησε την Κυριακή του Τελώνου με την αρχή του κόσμου, και ολοκληρώνεται την Γ΄Κυριακή με τα έσχατα.

Με την ανάμνηση της Μεγάλης Κρίσεως, με την ανάγνωση της σχετικής ευαγγελικής περικοπής, και με τη σχετική υμνολογία της ημέρας, μπορούμε να συναισθανθούμε τη μεγάλη ευθύνη μας απέναντι στον ευαγγελικό νόμο, του οποίου η τήρηση είναι προϋπόθεση για την προσωπική μας κρίση.

Να συνειδητοποιήσουμε πως η επί γης ζωή μας δε θα μείνει άκριτη, αλλά θα δώσουμε λόγο για ό, τι κάναμε και για ό, τι δεν κάναμε με τη βιωτή μας, αφού θα αποδώσουμε «περί αυτού λόγον εν ημέρα κρίσεως» (Ματθ.12,36) μας διαβεβαίωσε ο Κύριος. Τότε «εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιωάν.5,29).

Ολόκληρο το έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους στηρίζεται σε δύο άξονες, οι οποίοι είναι οι δύο παρουσίες του Κυρίου στον κόσμο. Η πρώτη παρουσία είναι η ταπεινή και αθόρυβη ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, όπως προέβλεπε το σχέδιο της θείας οικονομίας. «Ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάν.1,14). Ο άναρχος και άπειρος Θεός δέχτηκε να περιορισθεί στο χρόνο και το χώρο για τη δική μας σωτηρία. Ήρθε στη γη για να λειτουργήσει το μυστήριο της απολυτρώσεώς μας, ως δάσκαλος, ως αρχιερέας και ως βασιλέας. Άφησε την αγία Του Εκκλησία για να είναι ο συνεχιστής στους αιώνες της σωτηρίας των ανθρώπων όλων των γενεών, έως τη συντέλεια του κόσμου. Όλοι οι άνθρωποι, χωρίς καμιά διάκριση είναι καλεσμένοι στη σωτηρία, χωρίς να υποχρεώνεται κανένας να σωθεί δίχως τη θέλησή του. Το υπέρτατο θείο δώρο της ελευθερίας του ανθρώπου είναι συνάμα ευλογία και κατάρα, σωτηρία και καταστροφή, διότι αφήνεται ο άνθρωπος να επιλέξει αυτός τη χρήση της ελευθερίας του, για το καλό ή το κακό. Τα αποτελέσματα αυτής της χρήσεως θα φανούν στην δεύτερη παρουσία του Χριστού, όπου θα λάβει χώρα η Μεγάλη Κρίση.

Η μέλλουσα Κρίση είναι θεμελιώδης πίστη της χριστιανικής διδασκαλίας, η οποία θα επισυμβεί στο τέλος αυτού του πρόσκαιρου κόσμου και περιγράφεται σαφέστατα στο ευαγγέλιο του Ματθαίου.

Ὁ Κύριος προβάλλει τήν ἀγάπη τή στιγμή πού μᾶς ὁμιλεῖ γιά τή Δεύτερη ἔνδοξη παρουσία Του. Ἀποκαλύπτει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά φανεῖ στήν ἀνθρωπότητα. Μᾶς λέει ὅτι θά χωρίσει τούς ἀνθρώπους ἀνάλογα μέ τήν ἀγάπη πού ἔδειξαν στή ζωή τους. Ἡ ἄριστη ποιότητα τῆς ἀγάπης εἶναι αὐτή πού θά ὁδηγήσει στή σωτηρία. Ἡ ἔλλειψη τῆς τέλειας καί θυσιαστικῆς ἀγάπης εἶναι πού θά κατευθύνει πρός τήν καταστροφή καί τήν κόλαση.

Ὁ Χριστός καλεῖ τούς ἀνθρώπους τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης καί τῆς προσφορᾶς στή δόξα Του μέ τή φράση: «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου». Προσκαλεῖ κοντά Του ὅλους ἐκείνους πού Τόν ἐπιθύμησαν καί Τόν διακόνησαν στά πρόσωπα ὅλων τῶν ἀναγκεμένων τοῦ κόσμου. Ἡ ἀγάπη γίνεται τό κριτήριο τῆς σωτηρίας μας. Ἡ ἀγάπη γίνεται ἡ ἐμπειρία τοῦ παραδείσου πρίν ἀπό τόν παράδεισο καί ἡ χαρά τῆς ζωῆς πρίν ἀπό τή χαρά τῆς αἰωνιότητας. Ποιά ἀγάπη, ὅμως, εἶναι αὐτή πού θά μᾶς κατευθύνει στόν Νικητή τοῦ θανάτου καί στήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα; Ἡ ἀγάπη πού θά γίνει ἡ ἀφορμή τῆς σωτηρίας ἔχει κάποια χαρακτηριστικά, τά ὁποῖα ἀξίζει νά μελετήσουμε.

Τό πρῶτο χαρακτηριστικό τῆς ἀγάπης πού στέκεται αἰτία σωτηρίας εἶναι ἡ κούραση. Ἡ ἀγάπη πού κουράστηκε εἶναι ἀγάπη πού σώζει. Αὐτοί πού ἄκουσαν τό: «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου» εἶναι αὐτοί πού κουράστηκαν γιά τούς ἄλλους. Κουράστηκαν, διότι ξεκόλλησαν ἀπό τή βόλεψή τους καί ἔτρεξαν στίς φυλακές, στά νοσοκομεῖα, στίς κλινικές, στίς φτωχογειτονιές, γιά νά βροῦν τόν πονεμένο, τόν ἄρρωστο, τόν περιφρονημένο, τόν φυλακισμένο, γιά νά δώσουν ἕνα χαμόγελο, ἕνα χάδι, ἕνα καλό λόγο, λίγη παρηγοριά, μία βοήθεια. Κουράστηκαν, διότι μαγείρεψαν γιά τούς ἄλλους, μετέφεραν πράγματα, ἔτρεξαν σέ ὑπηρεσίες, φορτώθηκαν μέ εὐθύνες, προκειμένου νά βιώσουν τήν ἀληθινή ἀγάπη. Κουράστηκαν διότι, ἐνῶ ἔκαναν τό καλύτερο, εἰσέπραξαν ἐπιθετικότητα, ἀχαριστία, ἀποστροφή, λησμοσύνη. Κουράστηκαν, διότι ἔδωσαν τόν ἑαυτό τους καί ἔλαβαν τή χειρότερη συμπεριφορά, ἀλλά δέν τό ἔβαλαν κάτω. Δέν λύγισαν. Δέν σταμάτησαν τή συμπαράσταση, τήν προσφορά καί τή θυσία. Ἀξίζουν νά εἶναι οἱ εὐλογημένοι τοῦ Οὐράνιου Πατέρα, διότι ἀνέβηκαν τόν Γολγοθά τῆς θυσίας μέ κούραση ἀλλά καί μέ ἀπέραντη ὑπομονή. Εἶναι οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα, διότι στήν κούραση πού κατέβαλαν εἰσπράττουν τήν ἀνάπαυση πού ξέρει νά δίνει ὁ Θεός σέ ὅσους πάλλονται ἀπό ἀγάπη.

Τό δεύτερο χαρακτηριστικό τῆς ἀγάπης πού γίνεται αἰτία σωτηρίας εἶναι ἡ ἀγάπη πού ξοδεύτηκε. Ἡ ἀνέξοδη ἀγάπη εἶναι εὔκολη καί ὅλοι μποροῦν νά τήν προσφέρουν. Ἡ ἀγάπη πού ξοδεύεται εἶναι ἀληθινή, διότι στοιχίζει. Οἱ ἄνθρωποι πού ἀγαποῦν ἀληθινά εἶναι ἄξιοι νά ἀκούσουν τό: «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου», διότι δέν πρόσφεραν τήν ἀγάπη τους ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς, ἀλλά ἡ ἀγάπη πού πρόσφεραν ἦταν ἀκριβή καί πολύτιμη. Πλήρωσαν, γιά νά ταΐσουν. Πλήρωσαν, γιά νά ντύσουν. Πλήρωσαν, γιά νά γιατρέψουν. Πλήρωσαν, γιά νά ἐλευθερώσουν. Πλήρωσαν, γιά νά λύσουν προβλήματα. Δέν πλησίασαν τούς καταφρονεμένους αὐτοῦ τοῦ κόσμου, γιά νά τούς ἐκμεταλλευτοῦν. Οὔτε συμπαραστάθηκαν στούς πάσης φύσεως ἐμπερίστατους, γιά νά ἐπιδειχθοῦν. Ἀλλά ξόδεψαν ἀπό τήν περιουσία τους, ἀπό τήν καρδιά τους, ἀπό τήν ὑγεία τους, ἀπό τόν χρόνο τους, ἀπό τή φιλοτιμία τους, χωρίς νά περιμένουν κάποια ἀνταμοιβή καί χωρίς νά ἐλπίζουν σέ κάποια ἀναγνώριση. Αὐτή ἡ ποιότητα τῆς ἀγάπης εἶναι ἀκριβή καί ἀτίμητη. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ ἀγάπη γίνεται εἰσιτήριο γιά τόν Παράδεισο. Ὁ Παράδεισος ἀξίζει σ’ αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἔδωσαν ἐδῶ ὅσο μποροῦσαν περισσότερα καί ἔτσι ἀξίζουν νά ἀπολαύσουν στήν ἀγάπη καί στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ τά καλύτερα. Ὁ ἄνθρωπος πού ξοδεύεται, γιά νά δείξει τήν ἀγάπη του, δέν πτωχεύει, ἀλλά πλουτίζει μέ ἕναν πλοῦτο πού θά τόν ἀκολουθήσει στήν αἰωνιότητα.

Τό τρίτο χαρακτηριστικό τῆς ἀγάπης πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία εἶναι ἡ ἀγάπη πού τίμησε τούς πάντες καί δέν ξεχώρισε κανέναν. Δυστυχῶς, ἔχουμε μάθει νά ξεχωρίζουμε τούς ἀνθρώπους σέ κατηγορίες. Καταχωροῦμε τούς ἄλλους σέ δικούς μας καί σέ ξένους, σέ ἐνάρετους καί σέ ἁμαρτωλούς, σέ ἀξιόλογους καί σέ εὐτελεῖς, σέ ἀγαπημένους καί σέ ἀντιπαθεῖς, σέ πλούσιους καί σέ φτωχούς, σέ μορφωμένους καί σέ ἀγράμματους. Ἄλλους τούς περιφρονοῦμε καί ἄλλους τούς θωπεύουμε. Προσωποληπτοῦμε. Ὅσους θεωροῦμε σημαντικούς τούς πλησιάζουμε καί τούς βάζουμε στή ζωή μας. Ὅσους ἀξιολογοῦμε ὡς ἀσήμαντους τούς ἀποφεύγουμε. Ὅσους θεωροῦμε εὐχάριστους τούς προσεγγίζουμε, γιά νά περνᾶμε καλά. Ὅσους τούς αἰσθανόμαστε δυσάρεστους τούς ἀποφεύγουμε, γιά νά μή μᾶς καταθλίβουν. Ἡ ἀγάπη μάθαμε νά ἔχει μέτρα καί σταθμά. Νά ξεχωρίζει. Νά ἐπιλέγουμε σέ ποιούς, πότε, πόσο καί πῶς θά τήν προσφέρουμε. Ἡ ἀγάπη δίνεται μέ ὅρους καί ὄχι μέ τούς ἴδιους ὅρους πρός ὅλους. Ἔτσι ἡ ἀγάπη καταντάει λειψή, ἀνάπηρη, ἀρρωστημένη, ἐπιλεκτι- κή. Αὐτή ἡ ἀγάπη, ὅμως, δέν σώζει. Ἐκεῖνοι πού θά ἀκούσουν ἀπό τό στόμα τοῦ Λυτρωτῆ τό: «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου» θά ἔχουν δώσει τήν ἀγάπη τους πρός κάθε κατεύθυνση ἀδιάκριτα καί πλούσια. Θά ἔχουν τιμήσει μέ τήν ἀγάπη τους ὄχι μόνο τούς συγγενεῖς καί τούς φίλους. Θά ἔχουν ἀγαπήσει μέ τό ἴδιο μέτρο καί τούς ξένους, τούς περιθωριακούς, τούς ἀτιμασμένους, τούς ἀναξιόπιστους, ἀκόμη καί τούς ἀχάριστους, γιατί μόνον τότε ἡ ἀγάπη γίνεται λαμπερή καί χαρούμενη. Γίνεται ἀληθινή, ὅταν προσφέρεται σ’ αὐτούς πού δέν τήν ἀξίζουν καί σ’ αὐτούς πού δέν τήν ἐκτιμοῦν. Αὐτό δίνει στήν ἀγάπη τόν βασιλικό της χαρακτήρα. Ἡ καθολικότητα τῆς ἀγάπης τήν καθιστᾶ θεϊκή καί σωτήρια. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη εἶναι συνοδοιπόρος πρός τή σωτηρία, ἐφόσον ἀνοίγει σάν ὀμπρέλα πάνω ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους, χωρίς νά ἀφήνει κανέναν ἐκτεθειμένο στήν καταιγίδα τῆς κακίας, τῆς δυστυχίας καί τοῦ πόνου.

Στό εὐαγγέλιο σήμερα ἀκούσαμε τόν τρόπο πού θά φανερωθεῖ ὁ Κύριος κατά τή Δευτέρα παρουσία Του. Ἀκούσαμε ὅτι θά ζυγίσει τούς ἀνθρώπους μέ τή ζυγαριά τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη, πού θά γύρει τήν πλάστιγγα πρός τή δεξιά πλευρά τοῦ Σωτήρα, εἶναι αὐτή πού κουράστηκε γιά τούς ἄλλους, πού ξοδεύτηκε χωρίς δισταγμό, πού ἁπλώθηκε χωρίς διακρίσεις. Μακάρι νά ζήσουμε τή ζωή μας μέ αὐτή τήν αὐθεντική ἀγάπη, γιά νά ἀκούσουμε ἀπό τόν Λυτρωτή τό ποθούμενο: «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου». Ἀμήν.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ