Αρχική Ειδήσεις Εκκλησία Εκοιμήθη ο γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, χαρισματική μορφή του Αγίου Ορους

Εκοιμήθη ο γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, χαρισματική μορφή του Αγίου Ορους

1
808

Εφυγε από τη ζωή, τα ξημερώματα της Πέμπτης, μια από τις σπουδαιότερες εκκλησιαστικές μορφές των τελευταίων δεκαετιών, ο γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης.

Τη θλίψη του για την κοίμηση του Αρχιμανδρίτου Γέροντος Αιμιλιανού, Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρα, εξέφρασε ο Διοικητής του Αγίου Όρους, Κωνσταντίνος Δήμτσας.

«Ο αοίδιμος Γέροντας Αιμιλιανός υπήρξε εκ των μεγάλων συγχρόνων πνευματικών και χαρισματούχων μορφών του Αγίου Όρους, επισφραγίζοντας ανεξίτηλα τόσον την Αγιώνυμο Πολιτεία, την Ι. Μονή Σίμωνος Πέτρα και τα Μετόχια αυτής εντός και εκτός Ελλάδος και γενικότερα την σύγχρονη Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό», αναφέρει ο κ. Δήμτσας και συνεχίζει:

«Γόνος ευλαβούς οικογένειας μικρασιατικής καταγωγής, έφερε παιδιόθεν τον πόθο της μοναχικής κλήσεως και αφιερώσεως. Αφού εκάρη μοναχός, κατέστη Ηγούμενος της Ι.Μ. Μεταμορφώσεως του Μεγάλου Μετεώρου (1961-1973), κατόπιν δε και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρα (1973-200ο), την οποία ανέδειξε σε πνευματική κυψέλη και φυτώριο οικουμενικής εμβέλειας και ακτινοβολίας. Ως Αγιορείτης Καθηγούμενος υπήρξε σύγχρονος, αλλά και πνευματικός αδελφός Αγίων και μεγάλων μορφών του Όρους, όπως του Αγίου Παϊσίου και του οσιακής μνήμης Εφραίμ του Κατουνακιώτου, αλλά και πολλών άλλων.

Ευλαβής προς την Κυρά του Όρους Παναγία Θεοτόκο, ζηλωτής της ορθοδόξου πίστεως, μύστης της θεολογίας, μιμητής των αρχαίων Πατέρων, φιλόπονος, φιλακόλουθος, ασκητικός και ακριβός τηρητής των αγιορείτικων παραδόσεων και των μοναχικών ιδεωδών, κατέστη πρότυπο μοναχικής βιωτής, αφοσιώσεως και ιεραποστολής, αλλά και πνευματικός πατέρας πλήθους αμέτρητου πνευματικών τέκνων, μοναχών και λαϊκών, η δε φήμη αυτού εξαπλώθηκε σε όλη την ορθόδοξη οικουμένη. Κτίτωρ και αναστηλωτής Μετοχίων εντός και εκτός Ελλάδος υπήρξε σύγχρονος πρέσβης του Αγίου Όρους και του Αγιορείτικου Μοναχισμού εκ των διαπρεπεστάτων.

Ως νουνεχής και σοφός Αγιορείτης Καθηγούμενος συνέβαλε καίρια στα αγιορείτικα πράγματα και στη διευθέτηση πολλών ζητημάτων της Ιεράς Κοινότητος σε αγαστή και εποικοδομητική συνεργασία με την Ελληνική Πολιτεία, ενώ και ανέλαβε και σημαντικές αποστολές εξ ονόματος του Αγίου Όρους».

Γέρoντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: «Τα τέσσερα πράγματα που σκοτίζουν την ψυχή»

: Ο άνθρωπος για να έχει πνευματική ζωή, να έχει το φως στη ζωή του, πρέπει να έχει τελεία επικοινωνία με το περιβάλλον του.

Από τη στιγμή που δεν έχει αυτή την απλή, την φυσική, την άνετη εγκατάλειψη και παράδοση του εαυτού του στον άλλον, και επομένως την βίωση του άλλου ως οικείου μέλους, δεν μπορεί να έχει Θεόν. Γι’ αυτό σκοτίζεται η , όταν κλονίζεται η σχέση της με τον Θεό.

Μίσος

Πως όμως κλονίζεται; Με το να μισεί τον πλησίον του. Το μισώ τον πλησίον έχει κατά κύριον λόγο ενεργητική έννοια και σημαίνει, κτυπώ, αρνούμαι, επιτίθεμαι εναντίον του άλλου. Εκφράζει την επιθετική διάθεση της ψυχής. Αντί να έχω φυσική σχέση με τον άλλον, να τον βάζω στην καρδιά μου, έχω το μίσος, που είναι μία έξοδος του άλλου από την καρδιά μου και από την ζωή μου.

Μίσος λοιπόν είναι να βλέπω ως έτερον τον άλλον, να τον πετάω έξω από την καρδιά μου, να μην το θεωρώ ως είναι μου. Αντί να δω ότι ο άλλος είμαι εγώ, βλέπω ότι είναι κάτι διαφορετικό. Αυτό μπορεί να είναι φυσικό για τους ανθρώπους του κόσμου, αλλά για μας, που είμαστε σώμα Χριστού, είναι αφύσικο. Το μίσος είναι εκ των μεγάλων αμαρτημάτων, διότι είναι απόρροια μεγάλης εμπαθείας και δείχνει ότι ο άνθρωπος δούλεψε πολλά χρόνια στην αμαρτία και τα πάθη, και έχει σκληρυνθεί τόσο πολύ η καρδιά του, ώστε κατά κάποιο τρόπο έγινε ανώμαλη και όχι μόνο δεν μπορεί να αγαπήσει, αλλά και μισεί. Χρειάζεται πολύ δάκρυ για να αποβάλλει κάποιος το μίσος. Δεν είναι υπόθεση μιας αποφάσεως απλώς ή αγώνος μιας μέρας. Όταν μισώ κάποιον, δεν μπορώ να πω, αποφασίζω να μην τον μισώ. Μπορώ να πω, αποφασίζω να μην τον χτυπήσω, να μην τον βλάψω, αλλά για να μην τον μισώ πλέον, χρειάζεται μια εσωτερική κάθαρσις. Το μίσος προς τον πλησίον φανερώνει μεγάλο βάθος πάθους, γι” αυτό και συσκοτίζει την ψυχή.

Εξουδένωση

Πως αλλιώς κλονίζεται η σχέση με τους άλλους;

Με την εξουδένωση. Με το να ταπεινώνεις τον άλλον. Με το να τον κρίνεις. Όταν όμως κρίνω τον άλλον, τον βγάζω πάντοτε μικρό, μηδαμινό, τίποτα. Είναι τόσος ο εγωισμός του ανθρώπου, ώστε τίποτε δεν μπορεί να σταθεί ενώπιον της κρίσεώς του, ούτε ένας Θεός, πόσο μάλλον ένας άνθρωπος. Το να θεωρώ τον άλλον ως κατώτερο, περισσότερο όμως το να το εκφράζω, είναι κεφαλαιώδες αμάρτημα.

Ζήλεια

Άλλη μορφή σχέσεώς μας με τους ανθρώπους, η οποία διαταράσσει την ειρήνη και την ενότητα, είναι η ζήλεια με όλες τις έννοιες. Ζηλεύω κάποιον από αγάπη, τον θεωρώ δικό μου και ενώνομαι αναπόσπαστα μαζί του. Η ένωση αυτή δεν είναι εν τω σώματι του Χριστού, είναι μία υποβίβαση του σώματος του Χριστού σε ανθρώπινη σχέση. Είναι επίσης μία πλήρης μοιχική εσωτερική ενέργεια. Αν πάρουμε την ζήλεια με την έννοια ότι ζηλεύω αυτόν τον άνθρωπο και τον απωθώ, τότε η ζήλεια είναι έκφραση εσωτερικής αδυναμίας αλλά και ανώμαλης αγάπης. Δηλαδή τον αγαπώ κατά τρόπο εγωιστικό και αποκλειστικό, πιστεύω ότι έχω δικαιώματα στη ζωή του και ότι αυτός έχει υποχρεώσεις απέναντί μου, ότι πρέπει να μου δίνει λογαριασμό για το που πηγαίνει και τι κάνει. Η ζήλεια λοιπόν είναι διαταραχή των σχέσεών μας λόγω περισσής εσωτερικής ψυχικής ενέργειας.

Ζήλεια είναι κάθε στροφή προς τον άλλον, που ξεκινάει από κάτι υπερβολικό, από έναν ζήλο, από μία ζέση, από μία βράση. Επομένως ζήλος μπορεί να είναι το ενδιαφέρον μου, η αγάπη μου, η φροντίδα μου να τον σώσω, να τον βοηθήσω να βγει από την αμαρτία, να γίνει παιδί του Θεού. Αυτή η ζέσις είναι ένας αφύσικος εσωτερικός οργασμός, μία αφύσικη πνευματική συσσωμάτωση.

Γογγυσμός

Το αντίθετο της ζήλειας είναι ο γογγυσμός, ο οποίος επίσης προέρχεται από αδυναμία της ψυχής. Γογγύζω σημαίνει διαμαρτύρομαι, αρνούμαι, παραπονούμαι, είμαι στενοχωρημένος, δεν ικανοποιούμαι. Αυτόν τον γογγυσμό τον εκφράζω στο περιβάλλον μου, στα γραπτά μου, στην προσευχή μου. Ζητώ λόγου χάριν, κάτι από τον άλλον, ή προσδοκώ ή απαιτώ κάτι. Δεν μου το δίνει όμως, γιατί και αυτός είναι απορροφημένος από τον δικό του αγώνα και πόθο, από την δική του σκέψη, αμαρτία, χαρά, από τη δική του ακολασία, αγιότητα ή αρετή. Τότε πέφτω σε έναν γογγυσμό, διότι περιθωριοποιούμαι στην σκέψη του. Προσεύχεται αυτός, νομίζω ότι με αφήνει μοναχό μου. Ενδιαφέρεται για μένα, νομίζω ότι δεν το έκανε από αγάπη ή ότι το έκανε ελλιπές. Ο γογγυσμός είναι το ανικανοποίητο που νοιώθουμε στη ζωή μας και προέρχεται από ένα μειονεκτικό εγώ. Η ζήλεια προέρχεται από ένα εγώ υπερτροφικό, ενώ η εξουδένωση από ένα εγώ αυτοτρεφόμενο και αυτοδυναμούμενο άνευ Θεού, που βλέπει τον άλλον κατώτερο, μηδαμινό. Το μίσος είναι η διαφοροποίηση, η απώθηση του άλλου από την ύπαρξη μας.

Από το βιβλίο: «ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ» ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΒΒΑ ΗΣΑΪΑ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ ΑΡΧ. ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ

Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: Οι δύο φλόγες που δε χώρισαν ποτέ

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΣΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ ΓΕΡΟΝΤΑ! ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ! ΑΙ ΔΕ ΨΥΧΑΙ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΝ ΖΩΣΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΙΩΝΑ!

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ