Αυτή είναι η σπανιότερη εικόνα της Παναγίας!

1
1134

Η εικόνα της Παναγίας που γνέθει, ενώ κανακεύει τον μικρό Ιησού είναι σίγουρα μια εικόνα της Παναγίας που δεν έχετε ξαναδεί. 

Πρόκειται για μια από τις σπανιότερες εικόνες της Παναγίας, όπου ως Μητέρα του Κυρίου, Τον κανακεύει σαν μωρό και  γνέθει για να Του πλέξει ρουχαλάκια.

Η Εικόνα βρίσκεται στην Πατριαρχική Μονή του Αγίου Γεωργίου Καΐρου, όπου και έζησε ο Κύριος ως πρόσφυγας.

Η Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου ευρίσκεται στην περιοχή του Παλαιού Καΐρου. Στο διάβα των αιώνων, λειτούργησε ως γυναικείο μοναστήρι, νοσοκομείο, πτωχοκομείο, γηροκομείο, σχολείο και κοιμητήριο, γνώρισε δε αλλεπάλληλες καταστροφές και ανακαινίσεις, με τελευταία αυτή του 1904, όταν υπέστη σοβαρότητες καταστροφές από πυρκαγιά και αποκατεστάθη από τον Πατριάρχη Φώτιο (1900-1925).

Το 1998 το ελληνικό κράτος ανέλαβε την ανέγερση νέου τείχους για να διασωθούν τα αρχαία τμήματά του, με δύο εισόδους, την κεντρική προς το Ηγουμενείο και την είσοδο προς το ελληνικό κοιμητήριο, το οποίο μαρτυρεί και διασώζει ένδοξες μνήμες του αιγυπτιώτη ελληνισμού.

Η εικόνα της Παναγίας που γνέθει 

Τί συμβόλιζαν τα Τίμια Δώρα των Μάγων

Τα Τίμια Δώρα που έφεραν οι σοφοί της ανατολής στο βασιλιά που είχε μόλις γεννηθεί ήταν χρυσός, λιβάνι και σμύρνα.Ο Μελχιόρ έφερε τον χρυσό, που συμβόλιζε ότι το βρέφος θα γινόταν βασιλιάς. Ο Γκασπάρ έφερε το λιβάνι, σύμβολο της θείας καταγωγής. Και ο Βαλτάσαρ έφερε τη σμύρνα, η οποία συμβόλιζε τον πρόωρο θάνατο του Ιησού. Ως αντάλλαγμα για τα δώρα, οι Μάγοι ζήτησαν ένα από τα σπάργανα του βρέφους, απόδειξη για όσους δε θα τους πίστευαν, το οποίο και τους έδωσε η ίδια η Παναγία.

Μεταξύ των ποικίλων θησαυρών και πολυτίμων κειμηλίων πού με πολλή ευλάβεια φυλάσσονται στην Ιερά Μονή του Αγίου Παύλου στο Αγιον Όρος την πρώτη θέση καταλαμβάνουν τα Τίμια Δώρα.

Σύμφωνα με την ιστορικοθρησκευτική μας παράδοση, πριν την Κοιμήσή της η Παναγία Μητέρα του Κυρίου τα παρέδωσε μαζί με τα Άγια Σπάργανα του Χριστού, την Τίμια Εσθήτα και την Αγία Ζώνη της στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων οπού και παρέμειναν μέχρι το έτος 400 μ.Χ. περίπου .Μετά την Άλωση ή ευλαβέστατη Μάρω, χριστιανή σύζυγος του σουλτάνου Μουράτ Β’ (1421-1451) καί μητρυιά του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή τα μετέφερε αυτοπροσώπως στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου στο Αγιο Όρος. Ή Μονή αυτή της ήταν γνωστή καθόσον ό πατέρας της Γεώργιος Βράγκοβιτς, δεσπότης της Σερβίας, έκτισε το καθολικό της προς τιμή του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου του Τροπαιοφόρου.

Κατά την αγιορείτικη παράδοση, καθώς η Μάρω ανερχόταν από τον αρσανά (λιμάνι) στην Μονή, η Κυρία Θεοτόκος την εμπόδισε με υπερφυσικό τρόπο να πλησίαση στη Μονή και έτσι να παραβίαση το άβατο του Αγίου Όρους. Αυτή υπάκουσε και παρέδωσε ταπεινά τα Τίμια Δώρα στους ευλαβείς μοναχούς και πατέρες, οι όποιοι και έστησαν στο σημείο εκείνο της θεομητορικής παρουσίας ένα Σταυρό πού σώζεται μέχρι σήμερα και λέγεται «Σταυρός της Βασιλίσσης». Το σουλτανικό έγγραφο με τις σχετικές πληροφορίες παραδόσεως των Τιμίων Δώρων φυλάσσεται στο αρχείο της Μονής του Αγίου Παύλου.Η αυθεντικότητα των Τιμίων Δώρων στηρίζεται κατά ένα μέρος στην προφορική παράδοση και κατά το υπόλοιπο στην ιστορία. Εκείνο όμως πού ακράδαντα βεβαιώνει την αυθεντικότητα των Τιμίων Δώρων είναι ή άρρητη ευωδία πού ορισμένα απ’ αυτά αδιαλείπτως και ορισμένα κατά καιρούς αναδίδουν και η πλούσια ιαματική και θαυματουργική χάρη πού μέχρι τις μέρες μας αναβλύζουν.

Μια μικρή ιστορία για τον τέταρτο Μάγο, αυτόν που δεν πρόλαβε τη γέννηση και αναζητούσε σ’ όλη του τη ζωή τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, τον ζώντα Θεό, τον Ιησού Χριστό

Όλοι ξέρουμε την όμορφη ιστορία των τριών Μάγων, που ξεκίνησαν από τη Βορσίππα στα βάθη της Περσίας ακολουθώντας ένα αστέρι, για να προσκυνήσουν τον νεογέννητο Βασιλιά.
Πρώτος προσκύνησε ο Γασπάρ, που είχε τον μικρότερο βαθμό, προσφέροντας σμύρνα (δηλ. μύρο) που συμβολίζουν την ανθρώπινη φύση του Χριστού.
Δεύτερος προσκύνησε ο Βαλτάσαρ που προσέφερε χρυσό που συμβολίζει τη βασιλική ιδότητα. Και τρίτος προσκύνησε ο Μελχιώρ, ο ανώτερος όλων, που προσέφερε λιβάνι που συμβολίζει τη Θεϊκή και ιερατική ιδιότητα του Χριστού. Τα δώρα αυτά τα κράτησε η Παναγία και λίγο πριν την κοίμηση της, τα παρέδωσε (μαζί με την Αγία Ζώνη, την Τιμία Εσθήτα και τα Άγια Σπάργανα του Χριστού) στην εκκλησία των Ιεροσολύμων. 

Μετά από διάφορες περιπέτειες, τα δώρα των Μάγων παρεδόθησαν απ’ τη Μάρω (μητρυιά του Μωάμεθ Β’ του Πορθητού, σύζυγο του σουλτάνου Μουράτ Β’ και ευλαβεστάτη Χριστιανή) μετά την άλωση της Κων/πολης στην ιερά Μονή του Αγ. Παύλου στο Άγιον Όρος, όπου φυλάσσονται και εκτίθενται έως σήμερα. Ήταν όμως μόνο τρείς οι Μάγοι; Μάλλον όχι. 

Πόσοι ήταν κανείς δεν ξέρει. Ξέρουμε όμως για ένα τέταρτο μάγο. Τον από τα Εκβάτανα της Περσίας. Ο Αρταβάν όταν διάβασε τα σημάδια που προμήνυαν τη γέννηση του νέου Βασιλιά πούλησε όλα τα υπάρχοντα του και με τα χρήματα που πήρε αγόρασε τρία υπέροχα διαμάντια. Όταν ανέτειλε το λαμπρό αστέρι που σηματοδοτούσε τη γέννηση του Θεανθρώπου, ο Αρταβάν ξεκίνησε τη μακρά πορεία του για τη Βορσίππα. Εκεί θα συναντούσε τους τρείς άλλους Μάγους που τον περίμεναν και όλοι μαζί θ’ ακολουθούσαν το αστέρι που θα τους καθοδηγούσε. Διασχίζοντας όμως την έρημο, συνάντησε ένα άρρωστο και ταλαιπωρημένο Εβραίο. Ο σοφός και φιλάνθρωπος Αρταβάν, διέκοψε το ταξίδι του για να θεραπεύσει τον άρρωστο και οι τρεις φίλοι του Μάγοι, μη γνωρίζοντας τι είχε συμβεί, αναχώρησαν χωρίς αυτόν. 

Φτάνοντας ο Αρταβάν στη Βορσίππα και διαπιστώνοντας ότι οι φίλοι του είχαν ήδη αναχωρήσει, ξεκίνησε το επίπονο και κοπιαστικό ταξίδι μόνος του. Έφτασε στη Βηθλεέμ όταν είχε ξεκινήσει η σφαγή των νηπίων ταλαιπωρημένη νεανίδα και την πήγαιναν για πούλημα. Αν και γνώριζε ότι η όποια από το στρατό του βασιλιά Ηρώδη και η Αγία Οικογένεια ήταν ήδη καθ’ οδόν για την Αίγυπτο. Στη Βηθλεέμ έδωσε το πρώτο διαμάντι για να σώσει ένα νήπιο από τη σφαγή. Το νήπιο αυτό σύμφωνα με την παράδοση ήταν ο ξάδελφος του Χριστού, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Αποφασισμένος να προσκυνήσει το Θείο Βρέφος, ακολούθησε την Αγία Οικογένεια στην Αίγυπτο. Τριαντατρία χρόνια αναζητούσε ο Αρταβάν τον Ιησού, βοηθώντας φτωχούς, αρρώστους και δυστυχισμένους. Τότε ήταν που πούλησε το δεύτερο διαμάντι για να μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες των. 

Υπέργηρος πλέον μεταβαίνει στην Ιερουσαλήμ, ακολουθώντας τις φήμες για τον Μέγα Διδάσκαλο, το Υιό του Θεού. Φτάνοντας μαθαίνει ότι αυτός που αναζητά, σταυρώνεται εκείνη την ώρα. Βαδίζοντας με τρεμάμενα πόδια προς το λόφο του Γολγοθά, συναντά μια ομάδα ανθρώπων που τραβούσαν μια καθυστέρηση μπορεί να ήταν μοιραία και να μην του επέτρεπε να συναντήσει ζωντανό Αυτόν που αναζητά, ο φιλάνθρωπος Αρταβάν, απελευθερώνει τη δυστυχισμένη νεανίδα δίνοντας το τρίτο και τελευταίο διαμάντι του λέγοντας :

» Να κόρη μου τα λύτρα σου. Είναι ο τελευταίος θησαυρός μου, που τον φύλαγα για τον Βασιλιά». 

Εκείνη την ώρα μέγας σεισμός έγινε (Ο δε Ιησούς πάλιν κράξας μετά φωνής μεγάλης, αφήκε το πνεύμα.Και ιδού, το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω, και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν…) κι ένα κεραμίδι από την οροφή του Πραιτωρίου πέφτει πάνω στον Αρταβάν. 

Ο γέροντας λιποθυμά και η νεανίς σκύβει και τον παίρνει στην αγκαλιά της. Μια μελωδία ακούγεται, σαν να μιλούσε η ίδια η φύση αλλά με λέξεις που η νεάνιδα δεν μπορούσε να καταλάβει αν και η καρδιά της γέμιζε με αγαλλίαση. Τότε τα χείλη του γέροντα κινούνται και η νεανίς τον ακούει να λέγει «Όχι έτσι Κύριε. Διατί πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε δε σε είδομεν ξένον και εφιλοξενήσαμεν, ή γυμνόν και ενεδύσαμεν; Πότε δε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή και ήλθομεν προς σε. Τρίαντα και τρία έτη σ’ αναζητώ, αλλά δεν είδα ποτέ το πρόσωπο σου, ούτε σε υπηρέτησα, Βασιλέα μου»
Και η μελωδία ακούστηκε ξανά, ένας ψίθυρος που ερχόταν από μακρυά, αλλα τώρα η νεανίς μπορούσε να καταλάβει τις λέξεις. 
» Αληθώς σας λέγω, καθ’ όσον εκάμετε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε» .

Το πρόσωπο του γέροντα Αρταβάν έλαμψε και άφατη χαρά ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του. Τα δώρα του είχαν γίνει αποδεκτά και θα συναντούσε πλέον Αυτόν που τόσα χρόνια έψαχνε. Και ξεψύχησε.

Ή δεν έπεσε πάνω του το κεραμίδι από το Πραιτώριο. Και έφυγε απογοητευμένος από την Ιερουσαλήμ. Ίσως να μην μπορούσε να δεχτεί αυτό που συνέβαινε, να σταυρώνουν οι άνθρωποι τον σωτήρα Βασιλιά τους. Ίσως κιόλας δεν το πίστευε. Και συνέχισε το ταξίδι του. Μα όλο και κάποιος δυστυχισμένος μπλεκόταν στα βήματά του. Κι η δυστυχία περίσσευε χρόνο με τον χρόνο. Κι έβλεπε ανθρώπους να σκοτώνουν ανθρώπους στ’ όνομα του Θεού και της πίστης. Κι έβλεπε πολέμους να μαίνονται στ’ όνομα της ειρήνης. Κι είδε συγκρούσεις για λίγα μέτρα γης να ποτίζουν κάμπους ολόκληρους μ’ ανθρώπινο αίμα. Κι άκουσε θρήνους μανάδων που ’χασαν άντρες και παιδιά, και κλάματα παιδιών που ’χασαν τους γονείς τους. Κι απορούσε πώς τόση σοφία που είχαν μαζέψει οι άνθρωποι δεν τους έμαθε τίποτε για την αξία της ζωής και τη δύναμη της αγάπης. Κι αυτό δεν το χωρούσε ο νους του. Κι ο μάγος κρύωσε. Και πείνασε. Και στήθηκε σε ουρές μαζί με πεινασμένους, κοιμήθηκε σε πεζοδρόμια μαζί με αστέγους, μπήκε σε βάρκες μαζί με πρόσφυγες. Κι ακόμη, λένε, ψάχνει τον Θεό. Κι όσο Τον ψάχνει, τόσο βρίσκει τον άνθρωπο μπροστά, γύρω και μέσα του.

Αν λοιπόν κάποιος σας ρωτήσει ποιός ήταν ο Αρταβάν πείτε του ότι ήταν εκείνος που δεν έφτασε στην Φάτνη να συναντήσει τον Βασιλιά των Βασιλέων. Γιατί ο δρόμος του για τον Θεό, πέρασε μέσα από τους ανθρώπους…

Τα λείψανα και οι κάρες των τριών Μάγων θεωρείται ότι βρίσκονται στον Καθεδρικό Ναό της Κολωνίας από το 1164 .

dogma.gr

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ