Ἡ σημερινή ἀνάρτηση εἶναι τό τέταρτο καί τελευταῖο μέρος τοῦ εὐρύτερου θέματος «Ἡ ζωή στήν ἀποστολική ἐποχή», μέ τό ὁποῖο εὐελπιστοῦμε νά συμβάλουμε στήν κατανόηση τῆς τότε ζωῆς καί καθημερινότητας, ἄλλα καί πτυχῶν τῶν πρώτων χρόνων τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πρώτη ἀνάρτηση ἦταν εἰσαγωγική, ἡ δεύτερη ἀναφέρθηκε σέ διαφορές στήν καθημερινότητα, τότε καί τώρα, καί ἡ τρίτη σέ διαφορές στήν ἐκκλησιαστική ζωή καί λατρεία.
Μέ τό σημερινό κείμενο θά δοῦμε ἐπιλεκτικά καί πολύ σύντομα κάποια σημεῖα ἐντάσεων, μικρά προβλήματα καί δυσκολίες πού ὑπῆρχαν καί ἀποδίδουν μέ ἀκρίβεια τήν πραγματική, καί ὄχι ὡραιοποιημένη, εἰκόνα ἑνός ζωντανοῦ ὀργανισμοῦ πού ἔκανε τά πρῶτα του βήματα στόν σκληρό ἐλληνιστικό-ἑλληνορωμαϊκό κόσμο.
Ἤδη ἀπό τήν ἐποχή πού ὁ Χριστός ἦταν μαζί μέ τούς δώδεκα Ἀποστόλους ὑπῆρχαν προβλήματα καί ἀστοχίες τῶν μαθητῶν πού οἱ εὐαγγελιστές, δίχως δισταγμό, παρουσιάζουν στά κείμενά τους.
Δειγματοληπτικά μποροῦμε νά ἀναφέρουμε τήν τριπλή ἄρνηση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου ὅταν ὁ Διδάσκαλος ἦταν μόνος, ἀπροστάτευτος, ἐξουθενωμένος καί βάδιζε πρός τό μαρτύριο (Ματθ. 26:69-75 καί τά παράλληλα χωρία), τήν προδοσία τοῦ Ἰούδα, ἑνός ἐκ τῶν Δώδεκα (Λουκᾶ κεφάλαιο 22), ὁ ὁποῖος εἶχε ζήσει τόν Κύριο ἀπό κοντά, εἶχε δεῖ καί ἀκούσει πολλά καί σημαντικά, χωρίς ὅμως νά τόν ἀποτρέψουν ἀπό τήν προδοσία… Αὐτά ἴσως εἶναι τά πιό σημαντικά, ἀλλά τά συνοδεύουν καί μιά σειρά ἄλλα ὅπως ἡ ἀδυναμία τοῦ Πέτρου καί τῶν ἄλλων μαθητῶν νά μείνουν ξάγρυπνοι κατά τήν ἀγωνιώδη προσευχή τοῦ Κυρίου στή Γεθσημανή, λίγες στιγμές πρίν ἀπό τή σύλληψή του (Μαρκ. 14:32-42), τήν ἀδυναμία τους νά θεραπεύσουν ἀσθενεῖς (Μαρκ. 9:14-29), τίς διαφωνίες ἀνάμεσα στούς μαθητές γιά τό πρωτεῖο στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν μέ τήν ἐμπλοκή τῆς μητέρας τοῦ Ἰακώβου καί τοῦ Ἰωάννου (Ματθ. 20:20-23), τήν ἀγανάκτηση τῶν ἄλλων μαθητῶν μπροστά σέ αὐτές τίς ἀπαιτήσεις (Ματθ. 20:24-28, Λουκ. 22:24-27) κ.λπ.
Αὐτά τά περιστατικά, καί ὅποια ἄλλα συναφῆ ὑπάρχουν, δέν ἀπαλείφθηκαν ἀπό τήν Καινή Διαθήκη, ἀκόμη καί ἄν κάποιος μποροῦσε νά θεωρήσει ὅτι ἐκφράζουν ἀποτυχίες στό ἔργο τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ Ἐκκλησία, ἀπό τήν πρώτη στιγμή, ἀντελήφθη ὅτι τό ἔργο αὐτό δέν παραμερίζει τά προσωπικά χαρακτηριστικά κάθε ἀνθρώπου, δέν διαγράφει τίς ἀδυναμίες του, δέν ἀκυρώνει τά λάθη του. Ἀντιθέτως! Ὁ καθένας μας πορεύεται μέ αὐτά προσπαθώντας νά τά ὑπερβεῖ!
Τήν ἴδια ἀκριβῶς στάση ἀκολούθησε ἡ Ἐκκλησία, ἤδη ἀπό τήν Ἀποστολική Ἐποχή.
Τό σημαντικότερο ἀπό τά κάπως ἄβολα, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, περιστατικά εἶναι ἡ ἀντιπαράθεση τοῦ ἀπ. Παύλου μέ τόν ἀπ. Πέτρο στήν Ἀντιόχεια πού συνέβη λίγο μετά τήν Ἀποστολική Σύνοδο (Γαλ. 2:11-14). Σύμφωνα μέ τήν περιγραφή ὁ ἀπ. Πέτρος παρασύρθηκε καί, ἀκολουθώντας τίς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, ζήτησε οἱ ἐξ ἐθνῶν χριστιανοί νά τρῶνε σέ χωριστά τραπέζια ἀπό τούς ἐξ Ἰουδαίων πιστούς. Ὁ ἀπ. Παῦλος, μόλις τό ἀντελήφθη, ἀντέδρασε πολύ δυναμικά τονίζοντας ὅτι ἡ στάση τοῦ ἀπ. Πέτρου ὁδηγεῖ σέ ἀλλοίωση τῆς «ἀλήθειας τοῦ εὐαγγελίου». Ἡ ἱστορία δικαίωσε τόν ἀπ. Παῦλο, καθώς ἡ πρακτική τοῦ διαχωρισμοῦ τῶν πιστῶν δέν υἱοθετήθηκε, ἀλλά καί τόν ἀπ. Πέτρο, ὁ ὁποῖος, ἀντιλαμβανόμενος τήν ὀρθότητα τοῦ ἐλέγχου τοῦ ἀπ. Παύλου, ἄλλαξε στάση, μέ διάκριση καί πλήρη ἀπουσία ἐγωισμοῦ, καί διέσωσε τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἀνεξαρτησία της ἀπό τόν ἰουδαϊσμό.
Τό δεύτερο γνωστό «ἐνοχλητικό» περιστατικό εἶναι ὁ «παροξυσμός» ἀνάμεσα στόν ἀπ. Παῦλο καί στόν ἀπ. Βαρνάβα σχετικά μέ τό ἄν θά ἔπαιρναν μαζί τους στή δεύτερη ἀποστολική τους περιοδεία τόν Ἰωάννη Μᾶρκο (Πρ. 15:37-41). Ὁ ἀπ. Παῦλος προέβαλε ἐνστάσεις καί, τελικά, οἱ δύο ἀπόστολοι ἀκολούθησαν ξεχωριστούς δρόμους: ὁ μέν Βαρνάβας μαζί μέ τόν Ἰωάννη Μᾶρκο, ὁ δέ Παῦλος μέ τόν Σίλα.
Προβλήματα ὑπῆρξαν καί πρό τῆς μεταστροφῆς τοῦ ἀπ. Παύλου στήν Ἐκκλησία τῆς Ἰερουσαλήμ, ὅταν οἱ ἑλληνιστές Ἰουδαῖοι χριστιανοί διαμαρτυρήθηκαν ἔντονα ὅτι οἱ χῆρες τους δέν ἐλάμβαναν τήν προσοχή καί τή φροντίδα πού τούς ἄξιζε (Πρ. 6:1-7). Τό ζήτημα αὐτό πού ἦταν καθαρά πρακτικό, ἀλλά ταυτόχρονα ἔκρυβε καί μία ὑποβόσκουσα ἀντιπαλότητα, ἤ ἔστω ἀδυναμίες στήν ὀργάνωση, ἀντιμετωπίστηκε ἄμεσα μέ τήν ἐκλογή τῶν ἑπτά διακόνων. Ἐνδιαφέρον εἶναι ὅτι οἱ διάκονοι ἀνῆκαν στίς τάξεις τῶν ἑλληνιστῶν γεγονός πού δείχνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία, καί ἰδιαιτέρως οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι, προτίμησαν νά ἀποφύγουν νά ἀναμείξουν τούς πρώην ἑλληνιστές καί τούς ἐξ Ἰουδαίων χριστιανούς, καθώς φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε μία ἤπια ἔνταση καί ἴσως ἀμοιβαία δυσπιστία.
Δέν πρέπει νά λησμονοῦμε ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἔνιωθαν ἔντονο φόβο γιά τόν πρώην διώκτη Σαῦλο μέ ἀποτέλεσμα νά μήν τολμοῦν νά ἐπικοινωνήσουν μαζί του, ἀλλά νά χρειαστεῖ νά τόν ὁδηγήσει πρός αὐτούς ὁ ἀπ. Βαρνάβας, ὥστε νά τόν γνωρίσουν, νά διαπιστώσουν μέ τά μάτια τους τήν αὐθεντικότητα τῆς μεταστροφῆς του καί νά μπορέσουν, ἐν τέλει, νά τόν ἐμπιστευθοῦν (Πρ. 9:26-28).
Τά δύο τελευταῖα περιστατικά παρουσιάζουν μία πολύ εἰλικρινῆ καί ἀληθινή εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας: οἱ χριστιανοί ἦταν βαπτισμένοι, ἀναγεννημένοι ἐν Χριστῷ, ἀλλά ταυτόχρονα οἱ ἀνθρώπινες συμπάθειες καί ἀντιπάθειες ἤ ὁ φόβος γιά τόν ἐχθρό, τόν πρό ὀλίγου διώκτη, δέν ἦταν δυνατό νά «κοποῦν μέ τό μαχαίρι».
Οἱ ἀπόστολοι στήν περίπτωση τοῦ γογγυσμοῦ τῶν ἑλληνιστῶν ἀπέφυγαν μέ τή στάση τους τή σύγκρουση, τοποθέτησαν τούς διακόνους καί ἄφησαν τόν χρόνο νά λειτουργήσει εὐεργετικά πρός ὄφελος τῆς ἀμοιβαίας γνωριμίας καί ἑνότητας. Εὔκολα φαντάζεται κανείς πόσο σημαντικές ἦταν αὐτές οἱ ἀποφάσεις, στό περιβάλλον τῆς ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὅταν, ὅπως ἤδη ἔχουμε ἀναφέρει, δέν εἶχαν διαμορφωθεῖ πλήρως οὔτε τά θεσμικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας οὔτε τό σῶμα τοῦ κλήρου οὔτε ἡ λατρεία. Τό γεῦμα ἀποτελοῦσε τόν κύριο τόπο συνάντησης καί ἐπικοινωνίας τῶν πιστῶν. Γι᾿ αὐτό δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι καί στήν Ἀντιόχεια κατά τή διαφωνία Πέτρου καί Παύλου τό πρόβλημα προέκυψε καί πάλι γύρω ἀπό τή διαδικασία τῶν γευμάτων. Μάλιστα, εἶναι σαφές ὅτι ὁ ἀπ. Παῦλος, ἐξ ἀρχῆς, τό ἀντιμετώπισε ὡς θέμα οὐσίας καί ὄχι ὡς μία συνήθεια κατά τήν ὁποία ἀλλοῦ (π.χ. στήν Ἰερουσαλήμ ἤ σέ περιοχές μέ αὐξημένο ἰουδαϊκό πληθυσμό) μποροῦσαν νά τηροῦν τόν Μωσαϊκό Νόμο καί ἀλλοῦ (π.χ. στήν Ἀντιόχεια ἤ στίς περιοχές μέ ἐθνικό πληθυσμό) νά τόν παρακάμπτουν. Αὐτή ἦταν καί ἡ διαφορά του μέ τόν ἀπ. Πέτρο, ὁ ὁποῖος ὑποχώρησε γιά νά ἀποφευχθεῖ τό πρόβλημα, ἀλλά μέ αὐτή του τή στάση παρ᾿ ὀλίγον νά δημιουργηθεῖ προηγούμενο καί τελικά νά συρθεῖ ἡ Ἐκκλησία στήν τήρηση τοῦ Νόμου παρά τή σαφέστατη διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ γιά ὑπέρβασή του.
Τά προβλήματα αὐτά, πού μέ τήν πάροδο τῶν ἐτῶν ἔγιναν λιγότερο ἔντονα, ἀπαιτοῦσαν χρόνο καί καλή διάθεση ἐκ μέρους τῶν χριστιανῶν γιά νά ξεπεραστοῦν. Πολλά ἀπό αὐτά δέ ἐπιβιώνουν, παραλλαγμένα ἤ ὄχι, μέχρι τίς μέρες μας.
Ἡ γνωριμία τῶν διαφορετικῆς προελεύσεως πιστῶν, ἡ ζύμωση μέσα στόν πνευματικό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου, ἡ ὑπακοή στό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων καί ἡ προσήλωση στήν «ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου» δημιούργησαν τίς κατάλληλες συνθῆκες γιά νά παραμεριστοῦν οἱ ἀντιθέσεις καί νά προχωρήσει ἡ Ἐκκλησία.
Εἶναι πολύ σημαντικό ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση, ὅπως καί ἐάν ἐκφράζεται, ἐπέλεξε συνειδητά νά περιλάβει αὐτά τά θέματα στό ὑλικό πού ἔφτασε σέ μας. Ἡ ἐπιλογή αὐτή, πού δέν εἶναι ἀπόφαση κάποιου συγγραφέα ἤ μιᾶς ὁμάδας ἀνθρώπων, ἀλλά ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας δείχνει ὅτι τελικά, καί αὐτά, συμβάλουν στή διαμόρφωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς αὐτοσυνειδησίας. Ἡ Ἐκκλησία δέν φοβᾶται μήπως «κακοχαρακτηριστεῖ» ἀπό τέτοιου εἴδους περιστατικά πού φανερώνουν τή ζωντάνια της καί τήν προσπάθειά της νά προχωρήσει μέσα στό ἱστορικό γίγνεσθαι.
Στήν Καινή Διαθήκη ἐντοπίζονται καί ἄλλα «δύσκολα» περιστατικά, ὅπως ἡ ἀπόφαση τοῦ συνεργάτη τοῦ ἀπ. Παύλου, Δημᾶ (Κολ. 4:14, Φιλήμ. 1:24), νά τόν ἐγκαταλείψει «ἀγαπήσας τόν νῦν αἰῶνα» καί νά πορευτεῖ στή Θεσσαλονίκη (Β΄ Τιμ. 4:10). Ἀπό τήν ἄλλη ὁ ἀπ. Παῦλος, πού ὅταν γράφει τήν Β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολή του εἶναι λίγο πρίν τό τέλος, ζητᾶ ἀπό τόν ἀπ. Τιμόθεο νά τόν ἐπισκεφθεῖ μαζί μέ τόν «εὔχρηστο εἰς διακονίαν» ἀπ. Μᾶρκο (προφανῶς ὁ Ἰωάννης Μᾶρκος τῶν Πράξεων), ὁ ὁποῖος ἐν τέλει, σχεδόν εἴκοσι χρόνια μετά τόν «παροξυσμό» Βαρνάβα καί Παύλου γιά χάρη του, κέρδισε τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν.
Ἄλλα θλιβερά, ἀλλά ἀναπόφευκτα, περιστατικά εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ ἐκ συγγενείας αἱμομείκτη τῆς Κορίνθου, ὁ ὁποῖος εἶχε συνάψει σχέσεις μέ τή γυναῖκα τοῦ πατέρα του (Α΄ Κορ. 5:1 κ.ἕ.). Χαρακτηρίζω τό περιστατικό «ἀναπόφευκτο» ὑπό τήν ἔννοια ὅτι στήν ἑλληνιστική καί στή ρωμαϊκή κοινωνική ἠθική τέτοιες περιπτώσεις, ἤ ἀκόμη καί κανονικῆς αἱμομειξίας, δέν ἦταν σπάνιες (ὅπως οἱ περιπτώσεις βασιλέων τοῦ οἴκου τῶν Πτολεμαίων, πού κατά τήν αἰγυπτιακή πρακτική ἀνέβαζαν στόν θρόνο, ὡς συζύγους τους καί βασίλισσες τίς ἀδελφές τους). Βέβαια, ὁ ἀπόστολος τονίζει ὅτι τέτοια διαφθορά «οὐδέ ἐν τοῖς ἔθνεσιν», ἀλλά ἴσως ὁ αἱμομείκτης, ζώντας στήν Κόρινθο πού ἦταν διαβόητη γιά τή χαλαρότητα τῶν ἠθῶν, θεώρησε ὅτι ἐπιτρεπόταν νά τό κάνει. Ἴσως, μάλιστα, εἶχε προχωρήσει σέ αὐτή τήν ἀνάρμοστη σχέση πρό τῆς εἰσόδου του στήν Ἐκκλησία, ἴσως μετενόησε καί τήν ἐγκατέλειψε πρός στιγμήν, ἀλλά τελικά ἐπανῆλθε. Εἶναι πιθανό νά ἔπαιξε ρόλο τό ὅτι, καθώς τό βάπτισμα γινόταν σέ μεγάλη ἡλικία, γιά ἕναν ἐνήλικα πού εἶχε ἀποκτήσει κάποιες συνήθειες, καί εἶχε ζήσει μέ αὐτές, ἦταν πολύ δύσκολο νά τίς ἐγκαταλείψει καί νά συμμορφωθεῖ μέ τήν ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου.
Χαρακτηριστικό τῶν προβλημάτων τῆς νεόφυτης Ἐκκλησίας εἶναι τό περιστατικό μέ τό ψεῦδος τοῦ Ἀνανία καί τῆς Σαπφείρας, πού, χωρίς κανείς νά τούς ὑποχρεώσει νά παραδώσουν τά χρήματα στούς ἀποστόλους, εἶπαν ψέματα γιά τό ποσό πού ἔλαβαν ἀπό τήν πώληση κτήματός τους καί τίς φοβερές συνέπεις πού αὐτό τό ψέμα ἐπέσυρε, καθώς ἀμέσως πέθαναν (Πρ. 5:1-11). Ὁ εὐαγγ. Λουκᾶς κατέγραψε καί αὐτό τό συμβάν ἄν καί θά μποροῦσε νά δημιουργήσει φόβο ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία παρουσιάζει στόν κόσμο πάντοτε τήν ἀλήθεια, ἀκόμη καί ἄν αὐτή ἐνοχλεῖ.
Μία ἄλλη «ἐνοχλητική» περίπτωση εἶναι αὐτή πού ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν τρίτη ἐπιστολή του: «ὁ φιλοπρωτεύων Διοτρεφής οὐκ ἐπιδέχεται ἡμᾶς» (Γ΄ Ἰω. 1:9). Ἀπό αὐτά πού γράφει στή συνέχεια εὔκολα διαπιστώνουμε ὅτι μέ τή διδασκαλία του ἔκανε μεγάλη ζημιά στίς τάξεις τῶν πιστῶν. Ἀνάλογη ζημιά ἔκαναν καί αὐτοί πού προκαλοῦσαν σχίσματα στήν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου (Α΄ Κορ. 1:10-17) καί τήν διασποῦσαν σέ ὁμάδες μέ διάφορους ἀρχηγούς, ὅπως καί αὐτοί πού κατηγοροῦσαν τούς κορυφαίους ἀποστόλους Πέτρο καί Παῦλο νά μήν ἔχουν μαζί τους χριστιανή γυναῖκα ὡς σύζυγο ἤ ὅτι ὁ ἀπ. Παῦλος καί ὁ ἀπ. Βαρνάβας ἦταν οἱ μόνοι πού κατά τήν ἱεραποστολική δράση δέν εἶχαν τό δικαίωμα νά ζοῦν δίχως νά ἐργάζονται συνεχῶς (Α΄ Κορ. 9:4-12).
Ὅλα αὐτά τά περιστατικά κρύβουν δυσάρεστες ἀλλά ἀναμενόμενες καταστάσεις καί ἔχουν τήν ἀξία τους. Ἡ Καινή Διαθήκη μᾶς βοηθᾶ νά πατᾶμε στά πόδια μας καί νά μήν ἔχουμε αὐτό πού καμμιά φορά λέμε «ἀγγελικό σύνδρομο»: ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὡς κεφαλή τόν Χριστό ἀλλά συγκροτεῖται ἀπό ἀνθρώπους καί ἡ πνευματική ζωή δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀνέπαφη καί ἀνεπηρέαστη ἀπό τά στοιχεῖα πού ταλαιπωροῦν τόν ἄνθρωπο μετά τήν Πτώση.
Οἱ Δώδεκα φοβοῦνται ἕναν ἄλλο ἀπόστολο, δύο Ἀπόστολοι διαφωνοῦν γιά ἕνα σημαντικό ζήτημα, δύο πιστοί πού ξεκινοῦν μέ τήν πρόθεση νά βοηθήσουν τόν συνάνθρωπο καταλήγουν νεκροί ἐπειδή ἐκπειράζουν τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καυγάδες γιά τό ποιός θά ἐπικρατήσει, ἔντονες διαφωνίες γιά τούς συνεργάτες, ἀπομακρύνσεις στελεχῶν, παραθεώρηση χηρῶν ἐπειδή δέν ἀνῆκαν στήν ἴδια ὁμάδα κ.ἄ.
Κι ὅμως ὅλα αὐτά δέν μειώνουν τήν σπουδαιότητα τῆς Ἐκκλησίας καί δέν ἀκυρώνουν τήν προσφορά της στόν κόσμο μας! Ἀντιθέτως, μᾶς πείθουν μέ τόν πλέον εἰλικρινῆ καί σαφῆ τρόπο ὅτι μποροῦμε νά ἐμπιστευθοῦμε τή ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία, παρά τά προβλήματα καί τίς, δικές μας καί τῶν ἄλλων, ἀδυναμίες! Τελικά, φαίνεται ὅτι μέσα ἀπό τίς ἀδυναμίες αὐτές θά μπορέσουμε νά ξεπεράσουμε τά λάθη καί τά σφάλματά μας καί νά σωθοῦμε.
Πολλές φορές ἀναρωτιέμαι πῶς θά νιώθαμε ἐάν ἡ Ἁγία Γραφή διέσωζε μία ἰδανική, εἰδυλλιακή, ἀψεγάδιαστη καί ἰδεώδη εἰκόνα γιά τήν Ἐκκλησία τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων. Θά τολμούσαμε ἄραγε νά ἀρχίσουμε τόν ἀγῶνα μας γιά τή σωτηρία ἤ θά καταθέταμε τά ὅπλα πρίν ἀκόμη ξεκινήσουμε; Θά εἴχαμε τό κουράγιο νά προσπαθήσουμε; Μία ἀλάνθαστη ἐκκλησιαστική κοινότητα θά ἔδειχνε ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη τή Χάρι τοῦ Κυρίου καί τήν ἀνακαινιστική δράση τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας! Ἀντιθέτως, ἀπορρίπτοντας κάθε βοήθεια, θά προχωροῦσε τραγικά ἔρημη, μόνη, ἐγωιστικά ἀπομονωμένη στήν τελειότητά της καί οὐσιαστικά ἀνίκανη νά σώσει τόν ἄνθρωπο.
ΜΕ ΠΡΟΣΟΧΗ ΔΙΑΒΑΣΑ ΤΟ ΜΑΚΡΟΣΚΕΛΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΑΣ. ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΟΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΝΟΙΑΖΟΝΤΑΙ ΠΙΟ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΓΕΙΑ ΥΛΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΑΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟ ΤΟΥΣ. ΓΙΑΥΤΟ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΓΙΑΥΤΟ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΕΒΕΙΑ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΠΟΥ ΑΣΥΣΤΟΛΑ ΠΩΛΟΥΝ ΜΕΤΑΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΣΕ ΑΜΑΡΤΩΛΑ ΣΤΕΚΙΑ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΚΟΛΑΣΙΑΣ. Η ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΕΝΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΔΟΛΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΕΙΝΑΙ ΣΠΑΝΙΑ ΔΥΣΕΥΡΕΤΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΚΤΗ ΣΧΕΔΟΝ ΣΕΝΑ ΥΛΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗΣ
Ενα σωρό ασάφειες που προσφέρουν ένα ειδυλλιακό αποχαυνισμό στους μελετητας και απολογητας της θρησκειας που κατεστρεψε πολιτισμους.Ο Μωσαικος Νόμος είναι ο Νόμος του Θεου οπως παρεδόθη από Αυτόν ναι ή ου;;Επιτρεπεται σε κάποιον να παρέμβει;Να αλλάξει εστω και μία τελεία; Αναφερομαι στο περιστατικό με τον Πετρο και τον Παυλο. Είναι ο Ιουδαικος λαός ο αγαπημενος του Ιεχωβά ναι ή ου; Τι να πρωτοπεις και με τι να πρωτοκαταπιαστεις με το πνευματικό οχετό και μπαχαλο που εχετε υποπεσει.