Όπως είχαμε προβλέψει ήδη προ μηνός, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πλέον θέμα χρόνου. Μαζί του αυξάνονται δυστυχώς και σημαντικοί κίνδυνοι για τη χώρα μας.
Πέρα από τις προφανείς ανθρωπιστικές (ομογένεια) και ενεργειακές επιπτώσεις, για τον Ελληνισμό το κεντρικό διακύβευμα της ουκρανικής κρίσης είναι η αντοχή των αρχών:
α) του απαραβίαστου των ευρωπαικών συνόρων και
β) της αλληλεγγύης μεταξύ εταίρων και συμμάχων.
Η σύγκρουση έρχεται σε μια στιγμή που η Άγκυρα ξεπερνά κάθε όριο επιθετικότητας κατά των νησιών του Αιγαίου.
Έχουμε προετοιμαστεί για τα ενδεχόμενα αυτά; Θα τα καταφέρουμε άραγε ή θα συνεχίσουμε να υποκρινόμαστε ότι δεν βλέπουμε την καταιγίδα;
ΑΝΑΛΥΣΗ : ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΜΕ ΣΕ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΜΟΝΟ ΑΝ ΟΙ ΕΤΑΙΡΟΙ ΜΑΣ ΣΤΗΡΙΞΟΥΝ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Οι δύο αρχές αποτελούν το θεμέλιο της μεταπολεμικής ασφάλειας στην Ευρωπαική Ήπειρο. Η πρώτη, η «ιερότητα» των διακρατικών συνόρων βάλλεται δυστυχώς έμπρακτα μέσω ένοπλης αμφισβήτησης εκ μέρους μιας «αδικημένης» Ρωσίας. Αν μια στρατιωτική εισβολή μείνει ουσιαστικά διεθνώς ατιμώρητη λόγω της δυτικής αδυναμίας, το προηγούμενο μπορεί να αποβεί λίαν επικίνδυνο και για μας.
Τη δεύτερη αρχή, την επίδειξη αλληλεγγύης προς απειλούμενο ή αμυνόμενο εταίρο/σύμμαχο, την απαιτούσαμε πάντα από τους φίλους μας. Οι επαπειλούμενες δυτικές κυρώσεις προς τη Ρωσία απαιτούν συνεπώς επιδέξια ακροβασία εκ μέρους μας γύρω από μια βασική θέση αρχών: η Ελλάδα πρέπει (χθες!) να κάνει διακριτικά σαφές (ειδικά σε Ανατολικοευρωπαίους και Σκανδιναβούς) ότι θα στηρίξει κυρώσεις κατά της Ρωσίας μόνο εφόσον και οι ίδιοι δεσμευθούν να στηρίξουν κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Θα είναι κωμικοτραγικό να συμμετάσχουμε σε αντίποινα κατά της Μόσχας και οι παντός είδους σύμμαχοί μας να συνεχίσουν να αδιαφορούν υποκριτικά για την πασιφανή τουρκική απειλή εναντίον μας. Η μοναδική ευκαιρία διπλωματικού linkage δεν πρέπει να χαθεί— παρά τη γκρίνια που θα υποστούμε!
Διότι μέσα στην γενική αναταραχή που εξελίσσεται πρέπει επιτέλους να σταλεί ένα σαφές μήνυμα —ανάλογο με το χθεσινό του Στέητ Ντηπαρτμεντ: ότι η Τουρκία ξεπέρασε όλα τα όρια επιθετικότητας αμφισβητώντας, επίσημα και διεθνώς, με προκλητικά νομικίστικες διαστρεβλώσεις, την ελληνικότητα όλων (!) των νησιών στο Αν.Αιγαίο: από τη Σαμοθράκη μέχρι το Καστελλόριζο περιλαμβάνοντας και Λέσβο, Χίο, Σάμο, Κω και Ρόδο…
Προ ετών αναφέρθηκα στις προσπάθειες της Άγκυρας να δημιουργήσει στο Αν.Αιγαίο μια «φινλανδοποιημένη» ζώνη μειωμένης ελληνικής κυριαρχίας. Προ μηνών επισήμανα —με αφορμή την επιστολή του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Τουρκίας προς τον ΟΗΕ— την επικίνδυνη προσπάθειά της να διεθνοποιήσει το ζήτημα της αποστρατικοποίησης. Ο στόχος της δεν είναι άλλος από την αναθεώρηση των «ιερών» Συνθηκών Λωζάνης και Παρισίων. Δυστυχώς μάλλον απαρατήρητη πέρασε η κλιμάκωση με συνέπεια ένα νέο αιφνιδιασμό μας. Επί τέσσερεις μήνες η επιστολή μένει αναπάντητη…(Όχι πάντως ότι η απάντηση δεν απαιτεί ιδιαίτερη σοβαρότητα και λήψη μέτρων!)
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Ανά πάσα στιγμή αναμένεται μια στρατιωτική ανάφλεξη μεγατόνων στην Ουκρανία. Μόνο η πλήρης αποδοχή του ρωσικού τελεσιγράφου θα μπορούσε να την αποτρέψει και ένας τέτοιος εξευτελισμός της Δύσης θα ξεπερνούσε όλα τα όρια. Καμιά δυτική κυβέρνηση δεν φαίνεται εξάλλου διατεθειμένη να στηρίξει στρατιωτικά ένα εταίρο/σύμμαχο που δέχεται ένοπλη επίθεση.Η απειλή ακόμη και αυστηρότατων κυρώσεων δεν αρκεί για να την αποτρέψει…
Το δίδαγμα: μπροστά σε ένα ηγέτη αποφασισμένο να χρησιμοποιήσει βία, η Δύση προτιμά να κάνει πίσω.. Θα το κάνει όμως μόνο στην Ουκρανία;
Το διακύβευμα: Γίνονται ακόμη σεβαστά τα σύνορα ως απαραβίαστα; Μπορούν διάφοροι «ταραξίες» —και πέρα απ´τον πρώην σοβιετικό χώρο— να τα αλλάξουν δια της βίας;
Μήπως ο μόνος τρόπος να αναθεωρηθεί η Συνθήκη της Λωζάνης είναι δια της στρατιωτικής οδού κι αυτό έχει κατά νου ο Ερντογάν; Πόσο επικίνδυνος μπορεί να αποβεί ο εφησυχασμός του πολιτικού μας συστήματος (όχι των ενόπλων δυνάμεών μας) που θεωρεί αδιανόητη μια μείζονα τουρκική στρατιωτική επίθεση (σε αντίθεση με ένα σύντομο «επεισόδιο»); Ποιό θα είναι το εθνικό κόστος αν ο σχεδιασμός μας δεν βασίζεται στο χειρότερο (κι όχι στο καλύτερο) δυνατό σενάριο—όπως απαιτεί μια αξιόπιστη στρατηγική;
———————-
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΙΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΜΟΥ
1. ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΜΟΥ valinakis.gr την 14/1/21 —BREAKING ANALYSIS
ΤΟ ΡΙΨΟΚΙΝΔΥΝΟ ΑΛΛΆ ΚΕΡΔΟΦΟΡΟ ΣΤΡΑΤΗΓΗΜΑ ΠΟΥΤΙΝ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ —ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ…
Ο Πούτιν τράβηξε τελεσιγραφικά απέναντι στις ΗΠΑ την κόκκινη γραμμή της Ρωσίας για την ευρωπαική ασφάλεια: όχι στην είσοδο της Ουκρανίας (και άλλων γειτόνων της) στο ΝΑΤΟ, απειλώντας σε αντίθετη περίπτωση με «στρατιωτική διαχείριση» του θέματος. Πολλοί Δυτικοί πολιτικοί και αναλυτές συστήνουν σκληρή στάση και απειλούν με κυρώσεις που νομίζουν ότι θα τον αποτρέψουν. Δίκαια βέβαια οι δυτικές κοινωνίες υποστηρίζουν το ελεύθερο δικαίωμα κάθε χώρας να επιλέξει τις συμμαχίες της. Όμως τα οικονομικά κυρίως αντίποινα δεν θα αποτρέψουν τον Πούτιν που διάλεξε στρατηγικά τον τόπο και τον χρόνο για το μεγάλο «παιχνίδι» του. Το ωμό τελεσίγραφό του δεν αποτελεί μπλόφα. Γιατί γνωρίζει ότι ο Μπάιντεν δεν θα εμπλακεί στρατιωτικά (παρά τις περί του αντιθέτου προσεκτικές διαβεβαιώσεις προς το Κίεβο), δεδομένου ότι επιπλέον χρειάζεται «ηρεμία» στην Ευρώπη για να αφοσιωθεί στην αντιπαράθεση με την Κίνα —αλλά με τους δικούς του όρους (διεύρυνση του ΝΑΤΟ, στρίμωγμα της Μόσχας).
Ριψοκινδυνεύοντας λοιπόν, και πριν είναι αργά γι αυτόν, ο Πούτιν στην ουσία στοχεύει στο μαξιμουμ των ανταλλαγμάτων που μπορεί να αποσπάσει, υπολογίζοντας ότι, παρ’όλο που ο συμβιβασμός της μερικής τουλάχιστον υποχώρησης στο τελεσίγραφο θα κοστίσει στις ΗΠΑ, θα τους επιτρέψει να αφοσιωθούν πιο εύκολα στο ζωτικό μέτωπο του Ειρηνικού.
Την ουκρανική κρίση πρέπει και στην Ελλάδα να την παρακολουθούμε με προσοχή. Ο Ερντογάν θαυμάζει και μιμείται τον Πούτιν. Χρειάζεται λοιπόν να αντλούμε τα δέοντα διδάγματα από τον ρωσικό σχεδιασμό και την πίεση που ασκείται στην Ουκρανία και να σκεφτούμε τις δικές μας «έξυπνες» κινήσεις —-πριν είναι αργά.
2. ΑΡΘΡΟ ΜΟΥ ΣΤΗΝ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» την 30/1/22
ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΑΦΟΡΑ ΕΝΑΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί κατά τους περισσότερους αναλυτές θέμα εβδομάδων, εκτός αν η Δύση ενδώσει πλήρως —πράγμα απίθανο— στο τελεσίγραφο Πούτιν. Ένας υπερσύγχρονος πόλεμος θα έχει μοιραία σοβαρότατες —ίσως και ιστορικές— επιπτώσεις διεθνώς, ενώ σε πιθανές εμπόλεμες ζώνες ζουν και πολλοί Έλληνες ομογενείς. Κυρίως όμως κρίνεται στην ουκρανική κρίση το σύστημα αλληλεγγύης και συνδρομής της Δύσης απέναντι στη χρήση βίας στην Ευρώπη. Υπό το πρίσμα αυτό ενδέχεται έμμεσα να προκύψουν ευκαιρίες αλλά και κίνδυνοι στα ελληνοτουρκικά. Τι κοινό μπορεί να έχουν οι τελεσιγραφικές απειλές χρήσης βίας Πούτιν και Ερντογάν;
Γενική είναι πλέον η αίσθηση ότι ο Ρώσος ηγέτης δεν μπλοφάρει και η διχογνωμία μεταξύ αναλυτών περιορίζεται στη μεθόδευση/ έκταση του σχεδίου του. Ως στρατηγικός στόχος της Ρωσίας θεωρείται η αναγνώρισή της ως ισότιμου εταίρου σε ένα νέο ευρωπαικό σύστημα ασφαλείας —σε αντίθεση με τον ρόλο του ηττημένου «παρία» που της επιφύλαξε η Δύση μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Η κρίση φαίνεται να αναδεικνύει την αμερικανική απροθυμία/ αδυναμία αποτροπής αλλά και αποτελεσματικής αντίδρασης απέναντι στη χρήση βίας —έστω κι αν πρόκειται για χώρα εκτός Συμμαχίας.
Ενόψει πιθανότατων αναδιατάξεων ισχύος στην Ευρώπη, η χώρα μας οφείλει να κινηθεί ευέλικτα με γνώμονα τα δικά της συμφέροντα. Ο μέχρι σήμερα υποτονικός δημόσιος διάλογος για τη στάση μας στο Ουκρανικό και τις τυχόν επιπτώσεις του, αναδεικνύει μια στάση αναμονής. Όμως οι περιστάσεις απαιτούν άμεσα «ακροβατικές» κινήσεις ανάμεσα στις συμμαχικές δεσμεύσεις, την ευρωπαική αποτροπή και την παραδοσιακά σημαντική σχέση με τη Μόσχα. Η συνήθης ανάλυση επικεντρώνεται στον ρόλο των νέων αμερικανικών διευκολύνσεων στην Αλεξανδρούπολη που ναι μεν ενισχύουν τις ελληνικές μετοχές, αλλά παράλληλα ενοχλούν ιδιαίτερα τη Ρωσία. Το πραγματικό όμως διακύβευμα για την Ελλάδα είναι άλλο. Μια χώρα που επικαλείται σταθερά τις αρχές της αλληλεγγύης και αμυντικής συνδρομής, οφείλει να αποδείξει έμπρακτα ότι τις τιμά απέναντι σε κράτη-μέλη ΕΕ και ΝΑΤΟ (η Ουκρανία πάντως δεν είναι). Προκύπτει παράλληλα η κατάλληλη συγκυρία προκειμένου να τεθεί ως προυπόθεση η αμοιβαία υποστήριξη (κυρίως από τα πρώην ανατολικά και σκανδιναβικά κράτη ) έναντι κάθε απειλής από επιθετικό γείτονα. Πρέπει συνεπώς να αξιοποιήσουμε τη σπάνια ευκαιρία (παράλληλα πχ. με ελληνογαλλικές πιέσεις για προόδους προς την Ευρωπαική Στρατηγική Αυτονομία, τη Στρατηγική Πυξίδα κλπ) με ένα στόχο: την έμπρακτη και χωρίς ασάφειες κατοχύρωση της αμοιβαίας υποχρέωσης συνδρομής έναντι παντοειδών εξωτερικών επιθέσεων. Η ασφάλεια πρέπει να είναι αδιαίρετη —για όλα τα μέλη και καθ’όλο το μήκος των εξωτερικών ευρωπαικών συνόρων. Κάθε δήλωση, συνδρομή και κύρωση που θα συνδιαμορφώσουμε θα πρέπει στο πλαίσιο αυτό να συνδεθεί με αντίστοιχη αλληλεγγύη στην αποτροπή, επιβολή κυρώσεων και αμυντική συνδρομή έναντι της Τουρκίας.
Καταλληλότερη έκφραση της βασικής θέσης μας ίσως να αποτελεί η συμβολική συνδρομή, εάν ζητηθεί, στη Βουλγαρία: μια συνετή επίδειξη αλληλεγγύης με την αποστολή στις βουλγαρικές ακτές μονάδας του Π.Ν. που παράλληλα θα βρίσκεται σε ετοιμότητα, μήπως απαιτηθεί να απομακρύνει δια θαλάσσης ομογενείς της Ουκρανίας. Σε περίπτωση σύρραξης ο εκεί ακμαίος Ελληνισμός (100.000-200.000 ομογενείς στο Ντόνμπας και στην παραλιακή ζώνη της Μαριούπολης) θα βρεθεί λογικά εν μέσω διασταυρούμενων πυρών.
Πάνω απ’όλα όμως, το συνολικό μας σχέδιο πρέπει να εντρυφήσει στα διεθνή προηγούμενα/τετελεσμένα που μια σύρραξη θα δημιουργήσει και στη δυτική αντιμετώπιση ένοπλων εισβολέων —ανεξάρτητα από κατά περίπτωση διαφορές ή εθνικές συμπάθειες. Στο πλαίσιο αυτό είναι απαραίτητο να λάβουμε υπόψη την ανησυχητική τάση του Ερντογάν να μιμείται τις μεθόδους δράσης του Ρώσου ομολόγου του. Αμφότεροι θεωρούν ότι η προιούσα μετεξέλιξη του μονοπολικού κόσμου σε πολυπολικό δημιουργεί νέες ευκαιρίες. Για τον λόγο αυτόν επένδυσαν σημαντικά στη στρατιωτική ισχύ— ιδίως απέναντι σε πιο αδύναμα κράτη. Και οι δύο εξάλλου ρέπουν προς τον αυταρχισμό, ενώ αντιμετωπίζουν τη Δύση ως αλαζονική, «φλύαρη» και τελικά «μαλθακή». Θεωρούν βέβαιο ότι θα υποκύπτει σε απειλητικά τελεσίγραφα αποφεύγοντας να απαντήσει στρατιωτικά σε εισβολείς, από φόβο για ανθρώπινες απώλειες και συρρίκνωση των δυτικών οικονομιών (χρήσιμη εδώ και η προσμέτρηση της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία και της μεταναστευτικής απειλής από την Τουρκία). Αισθάνονται και οι δύο ότι η χρονική συγκυρία είναι ευνοική και με μικρό ρίσκο μπορούν να κερδίσουν πολλά. Προβάλλουν εν γνώσει τους παράλογες απαιτήσεις, υπολογίζοντας ότι η πιθανότατη απόρριψή τους ανοίγει τον δρόμο για ένοπλη επιβολή «λύσης στα μέτρα τους» : ο νικητής «επί του πεδίου» θα επιβάλει πλήρως τους επαχθείς όρους του. Ακόμη πιο αποσταθεροποιητικοί είναι οι στρατηγικοί τους στόχοι: η μερική ανάκτηση των άλλοτε «αυτοκρατοριών» (Σοβιετικής/ Οθωμανικής), των οποίων τη συρρίκνωση υποχρεώθηκαν να αποδεχθούν προκάτοχοί τους. Ανυπόμονοι αμφότεροι (και υπό προεκλογικές πιέσεις) για την ολοκλήρωση της «ιστορικής τους αποστολής», επείγονται για άμεσα «επιτεύγματα».
Για τον Ελληνισμό (Ελλάδα- Κύπρο), η τάση μιμητισμού του Εντογάν προσδίδει στα προηγούμενα/τετελεσμένα που θα προκύψουν από την ουκρανική σύγκρουση εντελώς διαφορετικές διαστάσεις που πρέπει να συνυπολογισθούν σοβαρά. Παρά τις εύλογες διαφορές, οι αναλογίες των ρωσικών τελεσιγραφικών μεθόδων με εκείνες του Ερντογάν έναντι της Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας προβάλλουν ιδιαίτερα ανησυχητικές.
Κάθε κρίση εμπεριέχει εξ ορισμού κινδύνους αλλά και ευκαιρίες. Επιβραβεύει όσους ενεργούν προληπτικά και με σχέδιο, ενώ τιμωρεί τον αυτοσχεδιασμό. Αντλώντας συνεπώς τα ορθά συμπεράσματα και δρώντας με φιλόδοξη σύνεση και προληπτικό σχεδιασμό, προωθούμε αποφασιστικά τα εθνικά μας συμφέροντα.
Πηγή: https://www.valinakis.gr/portal/oykrania-aigaio-theoroyntai-akomi-ta-synora-stin/?fbclid=IwAR1Gauk8BuIB7J1RjJx2edZImn7LBi7QH3B0u8DiLiUR2WURrf-umHbdq4w