ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΗΣ ΓΝΩΜΗΣ, ΔΥΝΑΜΗΣ ΚΡΑΤΟΥΝΤΩΝ ΚΑΙ ΚΟΛΑΚΕΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ
Διάβασα κάποτε ένα άρθρο σχετικό με την καθοδήγηση της κοινής γνώμης από διαφόρους παράγοντες και ήλθε στο νου μου η ιδέα να αναφέρω μερικές απόψεις διαπρεπών ανθρώπων, που έζησαν και μεγαλούργησαν ανά τους αιώνες, για να καταδείξω πως περιγράφουν την κοινή γνώμη, τη δύναμη των εκάστοτε κρατούντων και τα αποτελέσματα της κολακείας που δέχονται οι κρατούντες από εμάς τους κοινούς θνητούς, δηλαδή τους πολίτες.
Μπορεί η γνώμη να είναι το καταστάλαγμα της σκέψης των ανθρώπων, όπως έλεγε ο Πλάτων, ο ίδιος όμως προσδιόριζε πως μια καλή γνώμη όταν γίνεται από όλους παραδεκτή, επονομάζεται ‘νόμος’ στα πλαίσια της Πολιτείας. Πάνω στην θέση αυτή στηρίχθηκε στην εποχή μας και η «νόμῳ κρατούσα Πολιτεία». Πολλές όμως γνώμες μαζί, παρά τη ρευστότητα των ανθρωπίνων ιδεών και αντιλήψεων, διαμορφώνουν ένα από τα μεγαλύτερα ψεύδη που κυριαρχούν σ’ αυτόν τον κόσμο, τη λεγόμενη «κοινή γνώμη», μας λέει ο διάσημος Άγγλος φιλόσοφος, ιστορικός, κριτικός και δοκιμιογράφος Θωμάς Καρλάϋλ. Κι έρχεται να τον επιβεβαιώσει ο δικός μας ποιητής και πεζογράφος Ανδρέας Λασκαράτος, που τονίζει πως η φωνή του λαού δεν είναι πάντοτε φωνή του Θεού και ότι συχνά η δημόσια γνώμη δεν διαφέρει από τις άλλες «δημόσιες»! Εντελώς όμως απαξιωτικός είναι και ο λογοτέχνης μας Κώστας Βάρναλης που έγραψε: «Πλήθος, Δημόσια Γνώμη, τεράστιο κοπρόσκυλο δεμένο στο παλούκι, μέσα στον ήλιο. Όλο τον καιρό κοιμάται, ξύνει τη ψώρα του και χιμάει λυσσασμένα μόλις θελήσει κανείς να το βγάλει απ’ τη συνήθειά του, λύνοντάς του την αλυσίδα». Στις μέρες μας την κοινή γνώμη διαπλάθουν, επηρεάζουν, επιβάλλουν και καθοδηγούν σχεδόν αποκλειστικά τα ΜΜΕ. Γι αυτό και η προσπάθεια ελέγχου αυτών από τους εκάστοτε κρατούντες. Έτσι βλέπουμε τον μικρόψυχο να τρέμει μπροστά στη διαμορφούμενη κοινή γνώμη, τον άφρονα να την περιφρονεί και τον επιτήδειο να την κατευθύνει.
Ο επιτήδειος, μάλιστα, που κατορθώνει να πάρει στα χέρια του και την εξουσία, αποκτά πολλές φορές τόση δύναμη, που τον μετατρέπει σε αλαζόνα και τον κάνει να θεωρεί τον εαυτό του άτρωτο από τα βέλη των ανταγωνιστών ή των αντιφρονούντων του. Πιστεύει, δηλαδή, λανθασμένα ότι ισχύει για τον εαυτό του η πανάρχαια ρήση: «Οὐδείς ψέγει Ἡρακλέα»[Τον Ηρακλή κανένας δεν (τολμά να) τον κατακρίνει], λες και είναι παντοδύναμος σαν τον ημίθεο Ηρακλή! Αγνοεί, βέβαια, μιαν άλλη ρήση, του επιφανέστατου Γερμανού ποιητή Γκαίτε αυτή τη φορά, που μας λέει πως «μια άλογη ενεργητικότητα, μια έξαλλη δύναμη, χωρίς όρια ή φραγμούς, καταλήγει κάποτε μοιραία σε χρεωκοπία». Γι αυτό κι ένας από τους εφτά σοφούς της Ελληνικής αρχαιότητας, ο Χείλων ο Λακεδαιμόνιος, συμβουλεύει: «όταν είσαι ισχυρός, να είσαι ταυτόχρονα και πράος, για να σε σέβονται οι άλλοι πιο πολύ, παρά να σε κατακρίνουν ή να σε φοβούνται».
Συχνά απέναντι στη δύναμη των κρατούντων στέκεται μια ανθρώπινη αδυναμία, η κολακεία. Κολακεία είναι ο βράχος, πάνω στον οποίο έσπασαν τα πιο σοφά διδάγματα και οι πλέον χρήσιμες των άλλων συμβουλές. Χρειάζονται θησαυροί πολλοί για να αγοράσει κανείς χειροκροτήματα, επαίνους και το άπιστο θυμίαμα της κολακείας, τονίζει ο Ανδρέας Κάλβος. «Κολακεία, με τη βαθύτερη ανάλυση της λέξης, είναι η γνώμη που έχουμε για τον εαυτό μας, χωρίς να τη λέμε στους άλλους, την οποία όμως μας λένε οι άλλοι, χωρίς και να την έχουν πράγματι για τον εαυτό μας», σημειώνει ο διπλωμάτης, δημοσιογράφος, συγγραφέας και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών Δημήτριος Κακλαμάνος. Έτσι η κολακεία «αποτελεί ένα κίβδηλο νόμισμα, που κυκλοφορεί χάρη στην αστείρευτη και αβυθομέτρητη κενοδοξία μας», λέει ο θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και εκδότης Πολύβιος Δημητρακόπουλος. «Είναι η κοπριά, με την οποία οι κόλακες λιπαίνουν την κουφότητα των μωροφιλόδοξων», επισημαίνει ο συγγραφέας Δημήτριος Σκουρής. Λίγοι μόνο άνθρωποι είναι τόσο αρκετά σοφοί, ώστε να προτιμούν τις επικρίσεις που τους ωφελούν, από τους επαίνους που τους ζημιώνουν», τονίζει ο Γάλλος δούκας Φραγκίσκος Ντε Λα Ροσφουκώ.
Οι περισσότεροι από τους κατέχοντες την εξουσία παρασύρονται, δυστυχώς, σχεδόν πάντα από τους απατηλούς υπαινιγμούς των κολάκων και όχι σπάνια από τις φιλοφρονήσεις των αδύναμων, πολλές φορές υστερόβουλων ακόμη και καταπτοημένων από τον έλεγχο, την τιμωρία ή και την εκδίκηση για τυχόν παράνομες πράξεις ή παραλείψεις τους, πολιτών. Οι τελευταίοι όμως δεν πρέπει να ξεχνούν αυτό που ο Αριστοτέλης πριν από αιώνες επεσήμανε: «Ο έγκριτος πολίτης τιμάει μεν, αλλά χωρίς ποτέ να κολακεύει». Κλείνω με το ευφυές αίνιγμα που μας χάρισε ο Δημοσθένης. Ερώτηση: «Σε τι διαφέρει ένας κόλακας από ένα κόρακα;» Απάντηση: «Ο μεν κόλακας τρώει τους ζωντανούς, ο δε κόρακας τρώει τα ψοφίμια!».
Σ’ εμάς απομένει να αναζητήσουμε και να ανεύρουμε σε πόσα και σε ποιά πρόσωπα της εποχής μας ταιριάζουν απόλυτα οι παραπάνω χαρακτηρισμοί.
ΒΑΣΙΛΗΣ Σ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ