Εξαγορά της Credit Suisse από την UBS – Ελβετικά ΜΜΕ: Ντροπή για ολόκληρη τη χώρα | Γιατί οι αγορές είναι επιφυλακτικές

0
1813

Η συγχώνευση κινδυνεύει να έχει βαριές συνέπειες στην Ελβετία στον τομέα της απασχόλησης

Η καταναγκαστική εξαγορά της Credit Suisse από την UBS έναντι πινακίου φακής μαζί με την χορήγηση ισχυρών οικονομικών εγγυήσεων από τις ελβετικές αρχές προκαλούν έντονες επικρίσεις στην Ελβετία για «ερασιτεχνισμό» και «πλήγμα στην υπόληψη της χώρας ως χρηματοπιστωτικού κέντρου».

Αλλά ούτε οι επενδυτές είναι καθησυχασμένοι, εν μέσω μίας πολύ αρνητικής παγκόσμιας συγκυρίας για τον τραπεζικό τομέα που έχει πληγεί από την αύξηση των επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες. Η μετοχή της UBS υποχωρούσε κατά 6% στο μέσο της συνεδρίασης και η μετοχή της Credit Suisse βρισκόταν κάτω από τα 76 λεπτά, τιμή στην οποία η μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα την εξαγόρασε χθες έναντι 3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων.

Η Union des Banques Suisses ενέδωσε με μισή καρδιά για να γίνει ο σωτήρας της Credit Suisse, υπό την ασφυκτική πίεση των ελβετικών αρχών, οι οποίες υπήρξαν προηγουμένως στόχος ισχυρών πιέσεων των μεγάλων οικονομικών τους εταίρων που ανησυχούσαν για πιθανή μετάδοση.

«Ντροπή για την Ελβετία»

Ούτε ο Τύπος, ούτε οι ελβετοί πολιτικοί μασάνε το λόγια τους για την συγχώνευση, η οποία δημιουργεί μία υπερτράπεζα και δημιουργεί ερωτηματικά για το μέγεθός της στη Ελβετία και για τις οικονομικές συνέπειες που θα προέλθουν από αυτήν, κυρίως στην απασχόληση, εξαιτίας των πολλών υπερκαλύψεων ανάμεσα στα δύο τραπεζικά ιδρύματα.

Η βραδύτητα αντίδρασης των αρχών καταγγέλλεται επίσης στην Ελβετία. Χρειάσθηκε η ανακοίνωση αργά χθες το απόγευμα της συμφωνίας ώστε η ελβετική κυβέρνηση να πάρει τον λόγο έπειτα από μία εβδομάδα κρίσης και αλυσιδωτές συσκέψεις.

Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας και η ρυθμιστική αρχή άφησαν το Χρηματιστήριο να αφηνιάσει την Τετάρτη για να αντιδράσουν τελικά αργά προς το τέλος του απογεύματος. Ο πρόεδρος της φιλελεύθερης δεξιάς Τιερί Μπούρκχαρτ μιλάει για «ντροπή για την Ελβετία» και χαρακτηρίζει την χθεσινή ημέρα «μαύρη ημέρα για την χρηματοπιστωτική θέση της Ελβετίας και για ολόκληρη την Ελβετία».

Για την εφημερίδα Tribune de Genève, πρόκειται για ένα «κοινωνικό (για την απασχόληση), οικονομικό (για την υπόληψη της χώρας) μπάχαλο και πολιτικό όνειδος για την ηγεσία που καθυστέρησε υπερβολικά για να αντιδράσει». Πολλοί είναι επίσης αυτοί που καταγγέλλουν την βραδύτητα στον εντοπισμό των κινδύνων και στην αντίδραση, από το κόμμα των Πράσινων Φιλελευθέρων μέχρι τον συντάκτη του κύριου άρθρου της εφημερίδας Le Temps.

Πολλοί πολιτικοί αξιωματούχοι και δημοσιογράφοι αναγνωρίζουν ωστόσο ότι δεν υπήρχαν άλλες επιλογές, αφού η κυβέρνηση μίλησε για την εθνικοποίηση ως μόνη εναλλακτική σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων με την UBS.

Οσο για την ριζοσπαστική δεξιά (UDC), την μεγαλύτερη πολιτική παράταξη στην Ελβετία, θεωρεί ότι ο τυχοδιωκτισμός στο εξωτερικό ήταν μοιραίος, εκεί όπου η Credit Suisse υπήρξε πολύ κερδοφόρα. Καταγγέλλει επίσης την επιρροή των ρυθμιστικών αρχών και των ξένων εποπτικών αρχών επί του σχεδίου διάσωσης.

Και ποια είναι η θέση της UBS σε όλα αυτά;

Η UBS προσέρχεται σε αυτόν τον αναγκαστικό γάμο σφύζοντας από υγεία -κατά το 2022 είχε κερδοφορία 7 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων – και έχοντας εφαρμόσει μία δοκιμασμένη πλέον στρατηγική. Ομως η συγχώνευση δεν είναι ακίνδυνη για τον τραπεζικό κολοσσό της Ζυρίχης.

«Υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες και σημαντικά ρίσκα», δήλωσε ο Αντρέας Βεντίτι, αναλυτής της Vontobel, που τονίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο οι επενδυτές αξιολογούν την UBS θα αλλάξει σημαντικά. Η Union des Banques Suisses ήταν το νούμερο 1 παγκοσμίως στην διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, αλλά από αυτήν τη συγχώνευση θα γεννηθεί ένας μαστόδοντας στον τομέα με υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία αξίας 3.400 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Οι μέτοχοι της UBS δεν έχουν λόγο στο κεφάλαιο της εξαγοράς, για να κινηθούν γρήγορα. Η συγχώνευση κινδυνεύει επίσης να έχει βαριές συνέπειες στην Ελβετία στον τομέα της απασχόλησης, λόγω των υπερκαλύψεων που υπάρχουν στις δραστηριότητες λιανικής των δύο τραπεζών.

Η UBS στηρίζεται σε ένα δίκτυο 200 περίπου υποκαταστημάτων στην Ελβετία έναντι 95 για την Credit Suisse. Και οι δύο τράπεζες ασχολούνται με την διαχείριση στοιχείων ενεργητικού.

Η ελβετική πτέρυγα της Credit Suisse δραστηριοποιείται κυρίως στους τομείς των υποθηκών και των πιστώσεων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. «Ενα ζόμπι εξαφανίσθηκε, αλλά γεννήθηκε ένα τέρας», είναι ο τίτλος της εφημερίδας Neue Zürcher Zeitung.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Credit Suisse: Γιατί οι αγορές είναι επιφυλακτικές παρά την εξαγορά από την UBS

Ψάχνουν τα «ψιλά γράμματα» της συμφωνίας – Το μέγεθος της Credit Suisse, η «καχυποψία» λόγω του τιμήματος και τα επισφαλή ομόλογα

ubs-credit-suisse

Έπειτα από ένα «θρίλερ» διαπραγματεύσεων που διήρκεσε όλο το Σαββατοκύριακο, χθες το βράδυ ανακοινώθηκε η «έκτακτη διάσωση» της Credit Suisse, ύψους 3 δισ. ελβετικών φράγκων, με την εξαγορά της από την μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα, την UBS.

Οι ρυθμιστικές αρχές και η ελβετική κυβέρνηση έσπευσαν να διευκολύνουν τη διάσωση και να στηρίξουν την εμπιστοσύνη των αγορών, ενώ έξι κεντρικές τράπεζες παρουσίασαν σχέδια για την ενίσχυση της ρευστότητας του δολαρίου.

Οι αγορές άνοιξαν, όμως, τη Δευτέρα με ισχυρές απώλειες. Το κλίμα μπορεί να αναστράφηκε στη συνέχεια, το γεγονός όμως είναι ενδεικτικό της ανησυχίας που διατηρούν οι επενδυτές, ακόμα και μετά το «σωσίβιο» που δόθηκε στην Credit Suisse, ιδιαίτερα εάν ληφθούν υπόψη και οι κλυδωνισμοί σε περιφερειακά τραπεζικά ιδρύματα των ΗΠΑ.

«Πολλοί θα αναρωτιούνται ποιος θα μπορούσε να είναι ο επόμενος», δήλωσε ο Ροντρίγκο Κάτριλ στρατηγικός αναλυτής της National Australia Bank Ltd. στο Σίδνεϊ. «Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη χωρίς να δώσουν μήνυμα ανησυχίας» πρόσθεσε.

Ο «διάβολος» στις λεπτομέρειες

Το μέγεθος της Credit Suisse αποτελούσε πηγή ανησυχίας για το τραπεζικό σύστημα, όπως και το παγκόσμιο «αποτύπωμά» της, λόγω των πολλών διεθνών θυγατρικών της. Ο ισολογισμός της τράπεζας, με ιστορία 167 χρόνων, είναι περίπου διπλάσιος από τον ισολογισμό της Lehman Brothers όταν κατέρρευσε.

Η τράπεζα που προκύπτει από το deal Credit Suisse – UBS είναι ένας τεράστιος δανειστής, με περισσότερα από 5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε συνολικά επενδυμένα περιουσιακά στοιχεία, ανάφερε η UBS ανακοίνωσή της αργά την Κυριακή.

Ο Neil Shearing, επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου στην Capital Economics, σημείωσε ότι η εξαγορά της Credit Suisse μπορεί να ήταν ο καλύτερος τρόπος για να τερματιστούν οι αμφιβολίες σχετικά με τη βιωσιμότητά της ως επιχείρηση, αλλά «ο διάβολος θα βρίσκεται στις λεπτομέρειες» της συμφωνίας εξαγοράς της από την UBS.

Το τίμημα της εξαγοράς δημιουργεί καχυποψία στους επενδυτές: Τα 3,25 δισ. δολαρίων αντιστοιχούν περίπου στο 4% της λογιστικής αξίας και περίπου στο 10% της χρηματιστηριακής αξίας της Credit Suisse στην αρχή του έτους.

«Αυτό υποδηλώνει ότι ένα σημαντικό μέρος των περιουσιακών στοιχείων 570 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Credit Suisse μπορεί είτε να απομειωθεί είτε να θεωρηθεί ότι κινδυνεύει να υποστεί απομείωση. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει εκ νέου ανησυχίες σχετικά με την υγεία των τραπεζών» σημείωσε ο Neil Shearing.

Την ίδια στιγμή, μεταξύ των μεγαλύτερων χαμένων από την πώληση της Credit Suisse είναι οι επενδυτές στα πιο επισφαλή ομόλογα της τράπεζας, γνωστά ως AT1, αξίας 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων τα οποία έχουν πλέον μηδενική αξία μετά την εξαγορά. Αυτοί οι διαχειριστές κεφαλαίων δέχτηκαν πλήγμα, δημιουργώντας πιθανόν περιδίνηση σε μία αγορά ύψους 275 δισ. δολαρίων.

Όπως γράφει το Bloomberg, οι πιστωτές αναζητούν από την Κυριακή μανιωδώς τα ψιλά γράμματα για αυτούς τους λεγόμενους πρόσθετους τίτλους βαθμίδας 1 για να καταλάβουν εάν οι αρχές σε άλλες χώρες θα μπορούσαν να επαναλάβουν αυτό που έκαναν οι Ελβετοί: δηλαδή να τους «εξαφανίσουν» διατηρώντας παράλληλα αξία 3,3 δισ. δολαρίων για τους επενδυτές μετοχών.

Αφουγκραζόμενη αυτήν την ανησυχία, οι εποπτικές αρχές του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης διεβαίωσαν το μεσημέρι ότι «οι κοινοί μετοχικοί τίτλοι είναι οι πρώτοι που απορροφούν τις ζημίες και μόνο μετά την πλήρη χρήση τους θα απαιτείται η απομείωση των ομολόγων ΑΤ1».

«Το πρόσθετο Tier 1 (ΑΤ1) είναι και θα παραμείνει σημαντικό στοιχείο της κεφαλαιακής διάρθρωσης των ευρωπαϊκών τραπεζών» υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση.

Τι λένε 11 γκουρού των επενδύσεων

Ακολουθούν ορισμένα σχόλια από παράγοντες της αγοράς σχετικά με τις τελευταίες οικονομικές εξελίξεις:

Μπομπ Μισέλ, JPMorgan Asset Management στη Νέα Υόρκη: «Βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή. Σίγουρα θα επιβραδύνει την ανάπτυξη. Σίγουρα θα μειώσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Η Fed δεν χρειάζεται να αυξήσει τα επιτόκια την Τετάρτη. Η αγορά θα κάνει την πιστωτική σύσφιγξη γι’ αυτήν».

«Περιμένουμε ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο για να αποτρέψει την ύφεση». Η συμφωνία της UBS για την εξαγορά της Credit Suisse θα πρέπει να μειώσει την πίεση από τις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές, είπε.

Ο Μοχάμεντ Ελ-Εριάν, επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της Allianz SE και αρθρογράφος του Bloomberg Opinion δήλωσε σχετικά: «Ήταν μια διάσωση», δήλωσε για την εξαγορά της Credit Suisse από την UBS. «Δεν ήταν η καλύτερη λύση, αλλά υπερίσχυσε των άλλων δύο, που ήταν είτε η κρατικοποίηση, είτε η προσπάθεια εκκαθάρισης της τράπεζας».

«Δεν είναι καθαρή, αλλά από τις διαθέσιμες επιλογές, αυτή ήταν η καλύτερη που θα μπορούσαν να έχουν».

Τζέφρι Γκάντλαχ, διευθύνων σύμβουλος και επικεφαλής επενδύσεων της DoubleLine Capital LP: «Το Bloomberg αναφέρει ότι οι «πιστολάδες» που ανοήτως κράτησαν τα ομόλογα διάσωσης της Credit Suisse είναι θυμωμένοι που τους εξοντώνουν. Σοβαρά; Καλύτερα να κοιταχτείτε στον καθρέφτη. Εκεί βρίσκεται το «φταίξιμο». Μάθετε πώς να διαχειρίζεστε τον κίνδυνο!» έγραψε σε ένα tweet.

«Μέλη της επενδυτικής μου ομάδας συναντήθηκαν με έναν πολύ σημαντικό διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων την περασμένη Τετάρτη, ο οποίος ανέφερε ότι ΟΛΟΙ οι διαχειριστές των «προβληματικών χρεών» τους γνωμοδότησαν ότι τα ομόλογα της Credit Suisse ήταν «καλά λεφτά», δηλαδή θα επέστρεφαν την ονομαστική τους αξία. Μόνο με 100 μονάδες διαφορά. Όπως είπε και ο Ρικ Πέρι: «Ουπς».

Εντ Γιαρντένι, πρόεδρος της Yardeni Research στη Νέα Υόρκη:

«Η τρέχουσα τραπεζική κρίση δεν είναι πιθανό να είναι τόσο καταστροφική. Ωστόσο, θα μπορούσε να προκαλέσει ύφεση εάν οδηγήσει σε πιστωτική κρίση σε ολόκληρη την οικονομία. Το αν θα συμβεί αυτό είναι το ερώτημα που μας απασχολεί επί του παρόντος», έγραψε σε σημείωμά του.

«Δεν αυξάνουμε ακόμη τις πιθανότητες ύφεσης, αλλά ίσως χρειαστεί να το κάνουμε αν δούμε ενδείξεις ότι οι προσπάθειες της Fed να σταθεροποιήσει την τρέχουσα τραπεζική κρίση δεν αποδίδουν».

Ο Γιν Θιν, παγκόσμιος επικεφαλής της νομισματικής στρατηγικής της Brown Brothers Harriman & Co:

«Η συμφωνία με την Credit Suisse σε συνδυασμό με τα νέα για την πιστωτική γραμμή έχουν περιορίσει τη μευρικότητα, προς το παρόν. Νομίζω όμως ότι η First Republic και άλλες περιφερειακές τράπεζες παραμένουν σε καθεστώς αβεβαιότητας και έτσι δεν είμαι σίγουρος ότι μπορούμε να ακούσουμε τα πάντα ακόμα».

Γκρέγκορι Πέτερς συνδιευθυντής επενδύσεων της PGIM Fixed Income:

Μια παύση της Fed «είναι πιθανώς η κατάλληλη αντίδραση. Η αύξηση των επιτοκίων μοιάζει με «παραφωνία» και η μείωση των επιτοκίων δρα πολύ ύποπτα», δήλωσε σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg. «Οι κεντρικοί τραπεζίτες παγκοσμίως επικεντρώνονται πραγματικά στον κίνδυνο μετάδοσης και στο να κάνουν το σύστημα να λειτουργήσει. Αν αυτό μεταφράζεται σε μια διαφορετική πολιτική για τα επιτόκια, είναι το ερώτημα που βρίσκεται στο τραπέζι».

«Όλοι περιμένουν ότι αυτός ο κλυδωνισμός θα περιορίσει την ανάπτυξη της οικονομίας και μαζί της τον πληθωρισμό, αλλά αν αυτό δεν συμβεί, τότε αυτό είναι μια εντελώς διαφορετική προοπτική και αυτό αλλάζει ολόκληρη την πορεία της Fed».

Τζέραλντ Μακντόνελ, ανώτερος διευθύνων σύμβουλος της 22V Research LLC στη Νέα Υόρκη:

«Για τη Fed το να μην προχωρήσει την Τετάρτη [σε αύξηση επιτοκίων] θα μπορούσε να στείλει ένα μήνυμα πανικού. Θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε περαιτέρω ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων και σε μεγαλύτερη μεταβλητότητα στην αγορά ομολόγων στο εξής».

«Η ιδέα ότι η Fed θα κάνει παύση ακόμη και όταν αναγνωρίζει ότι αργότερα πρέπει να προχωρήσει περαιτέρω δεν φαίνεται πειστική».

«Δεν είναι καθόλου σαφές ότι η αποφυγή αύξησης των επιτοκίων θα βοηθούσε ακόμη και στην αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων του τραπεζικού συστήματος».

Στρατηγικοί, μεταξύ των οποίων ο Ντέρεκ Τανγκ της LHMeyer/Monetary Policy Analytics:

«Ο υψηλότερος κίνδυνος παύσης υποδηλώνει επίσης υψηλότερο κίνδυνο η FOMC (Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς) να αναθεωρήσει προς τα κάτω ή να αναστείλει την εκκαθάριση του ισολογισμού, ιδίως εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θεωρούν ότι η πρόσφατη πίεση στέλνει ένα οριστικό μήνυμα έλλειψης αποθεματικών σε συνολικό, συστημικό επίπεδο και όχι μόνο σε επίπεδο μεμονωμένων τραπεζών».

Ροντρίγκο Κάρτλ, στρατηγικός αναλυτής της National Australia Bank Ltd. στο Σίδνεϊ:

«Η περιοχή της Ασίας – Ειρηνικού παρακολουθεί την εξέλιξη αυτών των θεμάτων στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, οπότε θα είναι δύσκολο να εξαχθούν σημαντικά συμπεράσματα για την αγορά κατά τη διάρκεια της ημέρας μας».

«Το κλειδί βρίσκεται στο πώς οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα αντιδράσουν στις ειδήσεις σήμερα, ιδίως στο πώς η αγορά CoCos αντιδρά στην είδηση ότι τα CoCos της Credit Suisse έχουν εξανεμιστεί πλήρως, είπε, αναφερόμενος στο υπό αίρεση μετατρέψιμο χρέος της τράπεζας που απομειώθηκε το Σαββατοκύριακο.

Αναλυτές, συμπεριλαμβανομένων των Σάρον Ζόλνερ και Ντέιβιντ Κρόι της Australia & New Zealand Banking Group Ltd: «Οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να διαχωρίσουν τη νομισματική πολιτική και τις ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αλλά αυτό είναι ευκολότερο στη θεωρία παρά στην πράξη».

Η υπερβολική πολιτική τόνωσης του παρελθόντος «επιστρέφει στο σπίτι της με περισσότερους τρόπους από τα αποτελέσματα του πληθωρισμού» και υπάρχει ο κίνδυνος οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες να προκαλέσουν «μια έντονα αποπληθωριστική σκληρή προσγείωση», είπαν.

Ειδήσεις σήμερα:

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ