Το ερώτημα αν αξίζει κανείς να αγοράσει προϊδιόκτητα ρολόγια Rolex ή να τα παρακάμψει και να απευθυνθεί στην εταιρεία για ένα καινούριο κομμάτι, τίθεται εδώ και χρόνια. Η απάντηση, όπως και τα ρολόγια άλλωστε, διαμορφώνεται ανάλογα με το πέρασμα του καιρού. Τα παλιά χρόνια, όταν ακόμη μπορούσες να μπεις σε οποιοδήποτε κατάστημα και να αγοράσεις ένα ολοκαίνουριο ρολόι, όποιο μοντέλο κι αν επιθυμούσες να αποκτήσεις και μάλιστα σε καλή τιμή, έχουν φύγει ανεπιστρεπτί. Εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε λόγος να σκεφτεί κανείς να στραφεί στα προϊδιόκτητα ρολόγια.
Η μεταμόρφωση της Rolex από μια εταιρεία, που κατασκεύαζε όμορφα ρολόγια σε ένα brand συνώνυμο της πολυτέλειας και του λαμπερού lifestyle είναι η αιτία, που οδήγησε στην κατακόρυφη αύξηση των τιμών αλλά και στην περιορισμένη διαθεσιμότητα των πιο διάσημων μοντέλων της. Οποιοσδήποτε προσπάθησε να κάνει κράτηση για οποιοδήποτε από τα σπορ ρολόγια από ανοξείδωτο ατσάλι της Rolex, ξέρει ότι είναι ακατόρθωτο και να μπει στη λίστα αναμονής ακόμη και αν πρόκειται για 2-3 χρόνια παραλαβής μετά.
Η φρενήρης αναζήτηση για «Rolex μεταχειρισμένα»
Αυτή ακριβώς η στάση της εταιρείας έκανε το κοινό να αναζητά rolex μεταχειρισμένα είτε σε φυσικά καταστήματα ή και στο διαδίκτυο οδηγώντας ταυτόχρονα και σε άνθηση την αγορά των προϊδιόκτητων ρολογιών. Σε αυτόν τον κλάδο της αγοράς μπορεί να βρει το Rolex της επιλογής του και μάλιστα αρκετά συχνά είναι πιθανό να το πετύχει σε καλή τιμή. Οπότε πλέον το ερώτημα αντιστρέφεται και η απορία είναι: Αξίζει να αγοράσει κανείς σήμερα καινούριο Rolex; Ας εξετάσουμε ακόλουθα τα υπερ και τα κατά των καινούριων και των προϊδιόκτητων.
Οικονομικό όφελος: Καινούριο ή προϊδιόκτητο
Τα οικονομικά οφέλη από την αγορά ενός καινούριου έναντι ενός παλιού δεν είναι τόσο απλή υπόθεση, όσο κάποιος μπορεί να νόμιζε. Όπως και με όλα τα πράγματα, από τη στιγμή που βγαίνει κανείς από ένα μαγαζί αγοράζοντας ένα ρολόι, έρχεται η πρώτη υποτίμηση. Όταν το ρολόι μεταπωληθεί ο δεύτερος αγοραστής μπορεί να γλυτώσει έως και 20% από την αρχική τιμή. Αυτό διευρύνει την γκάμα επιλογών του δεύτερου αγοραστή, καθώς πλέον μπορεί να αποκτήσει και κάποιο που αρχικά δεν ήταν εντός του προϋπολογισμού του.
Επιπρόσθετα παρατηρεί κανείς, ότι το προϊδιόκτητο χάνει την αξία του πολύ πιο αργά, απ’ ότι ένα καινούριο. Μια σειρά παραγόντων, όπως η σπανιότητα αλλά φυσικά και η ζήτηση ενός συγκεκριμένου κομματιού, μπορεί να κάνουν την αξία του να ανέβει ακόμη συγκριτικά με το ποσό, που κόστιζε εξαρχής. Μερικά vintage μεταχειρισμένα ρολόγια είδαν την αξία τους να εκτοξεύεται στα ύψη.
Το μοντέλο καθορίζει το κόστος
Όσον αφορά τη διαμόρφωση της αξίας του ρολογιού, όλα εξαρτώνται από το εκάστοτε μοντέλο. Εκείνα τα ρολόγια από ανοξείδωτο ατσάλι, που ανήκουν στη συλλογή Professional, αλλά και νεότερες παραλλαγές τους, όπως MT-Master II, Daytona, ή Submariner είναι πολύ σπάνια. Αυτά που τα καταφέρνουν και φτάνουν στα ράφια των καταστημάτων εξαφανίζονται εν ριπή οφθαλμού. Όταν δε βρεθούν στην αγορά των προϊδιόκτητων η τιμή τους έχει σημαντικές προσαυξήσεις, ακριβώς λόγω αυτής της υψηλής ζήτησης. Σαν γενικός κανόνας πάντως, αυτό που ισχύει είναι, ότι τα rolex μεταχειρισμένα είναι φθηνότερα απ’ ότι τα καινούρια.
Εύλογα επομένως δημιουργείται η απορία, γιατί να μπει κανείς στον κόπο να αγοράσει καινούριο. Γιατί απλούστατα έχει το κεφάλι του ήσυχο, ότι αυτό για το οποίο θα διαθέσει τα χρήματά του είναι το γνήσιο. Μην ξεχνάμε, ότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος των απομιμήσεων. Ακριβώς επειδή πρόκειται για μια από τις πιο διάσημες εταιρείες παρασκευής ρολογιών, πολλοί επιχειρούν να μιμηθούν τα κομμάτια της. Μάλιστα εικάζεται, ότι κυκλοφορούν περισσότερες απομιμήσεις παρά γνήσια κομμάτια. Εάν πάλι κάποιος είναι διατεθειμένος να ρισκάρει, μπορεί να το κάνει με ασφάλεια στρεφόμενος σε ένα ενεχυροδανειστήριο με αξιόπιστους εμπειρογνώμονες και έντιμους επαγγελματίες, που θα τον καθοδηγήσουν ανάλογα.