Τα τελευταία χρόνια η ένταση στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, η σημαντική υποτίμηση της λίρας και το ρευστό πολιτικό και μακροοικονομικό περιβάλλον έχουν περιορίσει την ελληνική παρουσία – Κ. Μίχαλος: Σοβαρό πρόβλημα και στον ελληνικό τουρισμό
Σχεδόν τίποτε δεν θυμίζει πλέον τις εποχές που οι ελληνικές τράπεζες, με αιχμή την Εθνική και την εξαγορά της Finansbank, και άλλες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις περνούσαν το Αιγαίο για να επεκταθούν στην Τουρκία και αντίστοιχα, όμιλοι από τη γειτονική χώρα επέκτειναν τις δραστηριότητές τους στην Ελλάδα.
Οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας έχουν πλέον περάσει σε άλλη εποχή, όχι μόνον πολιτικά αλλά και οικονομικά. Η διαρκής υποτίμηση της λίρας, το διογκούμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και, κυρίως, οι επιβολή δασμών και οι ψυχροπολεμικές σχέσεις των δύο πλευρών έχουν περιορίσει για τα καλά τη ροή των επενδύσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Όπως αναφέρει στην ετήσια έκθεσή του το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβείας της Ελλάδας στην Άγκυρα, το ύψος των ελληνικών επενδύσεων στη Τουρκία περιορίστηκε σημαντικά μετά την πώληση της Finansbank (έναντι 2,7 δισ.ευρώ) από την Εθνική Τράπεζα το 2015.
Είναι χαρακτηριστικό πως όταν άρχισε να αυξάνεται η ένταση στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, το διμερές εμπόριο επηρεάστηκε αρνητικά. Ειδικότερα, ο όγκος του διμερούς εμπορίου των δύο χωρών ενώ αυξήθηκε το 2017 κατά 24,2%, από 2,73 δισ. ευρώ, σε 3,39 δισ. ευρώ, μετά άρχισε να ακολουθεί σχετικά πτωτική πορεία και σήμερα υπολογίζεται ότι κινούνται στα ίδια επίπεδα. Οι εξαγωγές προς τη γείτονα κινούνται ετησίως κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ, με την αντίστροφη τάση να είναι σχεδόν ανάλογη.
Με βάση επίσημα στοιχεία, οι διμερείς εμπορικές ροές Ελλάδας – Τουρκίας για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2020 είχαν ανέλθει στα 2,1 δισ. ευρώ. Το εμπορικό ισοζύγιο παρέμεινε ελλειμματικό για την Ελλάδα (182,7 εκατ. ευρώ), διευρυμένο κατά 112,7% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Οι ελληνικές εξαγωγές στο 9μηνο του 2020 ανήλθαν σε 968,8 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση της τάξης του 28,4%, τοποθετώντας την Τουρκία στην 6η θέση μεταξύ των χωρών – προορισμών των ελληνικών προϊόντων, για την εν λόγω περίοδο, από 4η θέση το 2019. Οι ελληνικές εισαγωγές, την ίδια περίοδο, ανήλθαν σε 1,15 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 19,9% και η Τουρκία κατατάσσεται στη 13η θέση μεταξύ των χωρών – προμηθευτών της Ελλάδας, από 10η το 2019.
Τα βασικότερα εξαγωγικά προϊόντα από την Ελλάδα μετά τα πετρελαιοειδή που απορροφά η Τουρκία είναι το βαμβάκι, βιομηχανικά προϊόντα πλαστικών, αλουμινίου, χαλκοσωλήνες, μηχανολογικός και ηλεκτρολογικός εξοπλισμός. Αντίστοιχα, τα κυριότερα εισαγόμενα προϊόντα περιλαμβάνουν χάλυβα, πλαστικά, οχήματα, έτοιμα ενδύματα, έπιπλα και ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας.
Να σημειωθεί πως με σκοπό την προστασία της εγχώριας παραγωγής και τον περιορισμό του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, οι τουρκικές αρχές έχουν θέσει πολλαπλά εμπόδια στην εισαγωγή προϊόντων, τα οποία είτε παράγονται στην Τουρκία, είτε είναι παρεμφερή με τοπικά παραγόμενα προϊόντα(π.χ. φέτα και λευκό τυρί Τουρκίας). Ιδιαίτερα ο κλάδος των αγροτικών προϊόντων και των ειδών διατροφής στην Τουρκία είναι ιδιαιτέρως προστατευμένος από το διεθνή ανταγωνισμό, με περιοριστικού τύπου εισαγωγικές πρακτικές,καθώς και υψηλό δασμολόγιο.
Μέχρι πρότινος, σημαντικό ήταν και το τουριστικό ρεύμα από και προς την Τουρκία, αν και τα προηγούμενα, προ κορωνοϊού, χρόνια λόγω της υποτίμησης της τουρκικής λίρας οι αφίξεις στην Ελλάδα από την Τουρκία είχαν μειωθεί αισθητά.
Οι όμιλοι με τη σημαντικότερη παρουσία στη χώρα
«Η νέα κρίση στην Τουρκία αποτελεί ένα ακόμη επεισόδιο όσων έχουμε παρακλουθήσει τα τελευταία χρόνια στη χώρα», αναφέρει στέλεχος εταιρείας με παρουσία στην Τουρκία, συμπληρώνοντας πως όσοι κάνουν δουλειές στη χώρα είναι πλέον συνηθισμένοι στην αστάθεια.
Μετά την αποεπένδυση των ελληνικών τραπεζών από τη χώρα, αλλά και τη μείωση της παρουσίας άλλων ελληνικών ομίλων, τη μεγαλύτερη επιχειρηματική παρουσία στην Τουρκία έχει ο Όμιλος Τιτάν, μέσω της κοινοπραξίας Adocim Cimento Beton Sanayi ve Ticaret A.S., η οποία ανήκει κατά 50% στον Όμιλο Cem Sak και κατά 50% στον Τιτάνα από το 2008. Η εταιρεία εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου την περιοχή Τοκάτ, κοντά στην Μαύρη Θάλασσα και άλλες μονάδες στην Αττάλεια και το Τεκίρνταγκ.
Η εταιρεία συστημάτων ανελκυστήρων Kleemann διατηρεί από το 2001 σημαντική παρουσία στην Τουρκία, μέσω της Kleeman Asansor με έδρα στην Κωνσταντινούπολη. Η θυγατρική διαθέτει εγκαταστάσεις 6.470 τ.μ. στην Κωνσταντινούπολη, γραμμή συναρμολόγησης και κέντρο ανεφοδιασμού. Μάλιστα, η Kleeman είχε παρουσία στη γειτονική χώρα από το 1988 και μέχρι σήμερα έχει αναλάβει σημαντικά έργα, όπως στο κρατικό νοσοκομείο του Balikesir, στο εκθεσιακό κέντρο της Σμύρνης και στο αεροδρόμιο Kars.
Σημαντική βιομηχανική δραστηριότητα στην Τουρκία έχει και η Πλαστικά Κρήτης. Έχει δημιουργήσει θυγατρική με την επωνυμία Senkroma που παράγει color masterbatches – συμπυκνώματα χρωμάτων – για συνθετικά νήματα) που διατηρεί δύο μονάδες, στο Gaziantep και στη Κωνσταντινούπολη. Στο Gaziantep, στη νοτιοανατολική Τουρκία, που έχει εξελιχθεί σε ένα από τους σημαντικότερους πόλους παραγωγής συνθετικών ινών και χαλιών στον κόσμο, συγκεντρώθηκε η ανάπτυξη-παραγωγή masterbatches για ίνες, ώστε να προσφέρει αμεσότερη και ακόμα πιο εξειδικευμένη εξυπηρέτηση στη βιομηχανία της περιοχής, ενώ το εργοστάσιο της Κωνσταντινούπολης επικεντρώθηκε, με νέες επενδύσεις, στην παραγωγή masterbatches για όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες πλαστικών προϊόντων.
Στο χώρο του retail, η Fourlis αποφάσισε προ ετών να επεκταθεί στην Τουρκία ποντάροντας στους υψηλούς καταναλωτικούς ρυθμούς της χώρας, οι οποίοι βέβεια τα τελευταία χρόνια έχουν ανακοπεί. Ο όμιλος έχει περιορίσει τον αριθμό των σημείων πώλησης στην Τουρκία και, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας (Νοέμβριος 2020) διατηρεί δίκτυο 20 καταστημάτων της αλυσίδας Intersport στη χώρα και τριών της αλυσίδας αθλητικών ειδών, The Athlete’s Foot.
Επίσης η CHIPITA εδώ και πολλά χρόνια διατηρεί ιδιόκτητη παραγωγική μονάδα στην Κωνσταντινούπολη (Chipita Gida Uretim A.S.), ενώ και η Αλουμύλ συνεχίζει να δραστηριοποιείται στη χώρα. Ακόμη, ο βιομηχανικός όμιλος “Ελληνικοί Λευκόλιθοι”, κορυφαίος παραγωγός και παγκόσμιος προμηθευτής προϊόντων μαγνησίας, διατηρεί σημαντική παρουσία στην Τουρκία με τη θυγατρική της Akdeniz Mineral Kaynaklari A.S.
Σε ότι αφορά στην παρουσία τουρκικών Ομίλων στην Ελλάδα, την προ ετών ηχηρή είσοδο στην Ελλάδα του Τούρκου μεγιστάνα Φερίτ Σαχένκ, επικεφαλής του ομίλου Dogus, ακολούθησε μια «χαμηλών τόνων» αποχώρηση. Το 2013 ξεκίνησε μέσω της Dogus Hellas να αποκτά ένα πλούσιο χαρτοφυλάκιο στην Ελλάδα, με μαρίνες, ακίνητα στο Κολωνάκι, συμμετοχή στο Χίλτον, αλλά και περίπου το 30% του Αστέρα Βουλιαγμένης. Σήμερα, ωστόσο, σχεδόν όλες οι συμμετοχές έχουν πουληθεί, πλην του 30% που ελέγχει στην κοινοπραξία του Αστέρα Βουλιαγμένης.
Μίχαλος: Σοβαρό πρόβλημα και στον ελληνικό τουρισμό από τη «βουτιά» της λίρας
Την ίδια ώρα, σε αντίθεση με τα προβλήματα στον τουρισμό και τις εξαγωγικές επιχειρήσεις που προκαλεί η κατάρρευση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας, οι εισαγωγικές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων με έδρα την Τουρκία εκτιμάται ότι θα ευνοηθούν. Όμως σε κάθε περίπτωση, δημιουργείται ένας αναβρασμός, καθώς η κατάρρευση της τουρκικής λίρας προκάλεσε στην κυριολεξία εκρηκτικές απώλειες σε μετοχές και ομόλογα, επηρεάζοντας πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες κι επιχειρήσεις που διαθέτουν επενδύσεις στη γειτονική μας χώρα.
Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι
Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, για το αν και πόσο επηρεάζει τις ελληνικές επιχειρήσεις η νομισματική κρίση της Τουρκίας.
Συγκεκριμένα ο κ. Μίχαλος δήλωσε:
«Η κατάρρευση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας τις τελευταίες ημέρες έχει προκαλέσει εκρηκτικές απώλειες γενικότερα στην τουρκική οικονομία, αλλά χωρίς καμία αμφιβολία αφήνει εκτεθειμένη και την παγκόσμια οικονομική κοινότητα και ιδιαίτερα την ΕΕ με την οποία γειτνιάζει.
Συγκεκριμένα, οι επιπτώσεις που θα έχει η «βουτιά» του τουρκικού νομίσματος στις ελληνικές επιχειρήσεις εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις που εισάγουν πρώτες ύλες και προϊόντα από την Τουρκία, εν ολίγοις είναι εισαγωγικές επιχειρήσεις, προφανώς θα ευνοηθούν, καθώς θα μπορούν να αγοράζουν φθηνότερα από την γειτονική μας χώρα λόγω της πτώσης της ισοτιμίας ευρώ – λίρας που έφθασε σχεδόν στο 1/10.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις όμως με εξαγωγικό προσανατολισμό σίγουρα θα αντιμετωπίσουν προβλήματα, καθώς θα καταστούν μη ανταγωνιστικές λόγω της πτώσης των τιμών των προϊόντων τουρκικής προέλευσης στις διεθνείς αγορές.
Θα πρέπει να τονίσουμε ακόμη ότι η κατάρρευση της τουρκικής λίρας, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο, θα προκαλέσει σοβαρό πρόβλημα και στον ελληνικό τουρισμό, αφού πλέον η Τουρκία ως προορισμός θα είναι πολύ φθηνότερος σε σχέση με τη χώρα μας.
Βεβαίως, υπάρχουν και οι περιπτώσεις επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων με έδρα την Τουρκία, που και αυτές, προφανώς, θα ευνοηθούν αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητά τους λόγω της νομισματικής αυτής κρίσης.
Σε κάθε περίπτωση, δημιουργείται ένας αναβρασμός, καθώς η κατάρρευση της τουρκικής λίρας προκάλεσε στην κυριολεξία εκρηκτικές απώλειες σε μετοχές και ομόλογα, επηρεάζοντας πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες κι επιχειρήσεις που διαθέτουν επενδύσεις στη γειτονική μας χώρα.
Δεν μπορώ όμως να μην επισημάνω ότι όλη αυτή η αναταραχή προκαλείται κυρίως για πολιτικούς λόγους, δημιουργώντας γενικότερη ανασφάλεια στην ευαίσθητη γεωπολιτικά περιοχή μας».
newmoney.gr