Επιχειρώντας να διαμορφώσει κάποιος άποψη για την περιβόητη Έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, καλό θα είναι να αποφύγει τη μηδενιστική προσέγγιση και την αφοριστική διάθεση. Το γεγονός ότι, εκ προοιμίου «βαφτίστηκε» ως «νεοφιλελεύθερη λαίλαπα», από μερίδα του Τύπου καθώς και από άλλους συνδαιτυμόνες της εγχώριας πολιτικής σκηνής, δεν σημαίνει αυτομάτως ότι αποτελεί και το απόλυτο κακό. Ούτε προφανώς πρέπει να αναλυθεί ως τέτοιο. Αντιθέτως, η αποσαφήνιση των βασικών πυλώνων και των ριζικών αλλαγών που θα επιφέρει, πρέπει να γίνει με αντικειμενικότητα και διαύγεια.
Γράφει ο Νώντας Βλάχος
Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, πρέπει να παραχθούν τα συμπεράσματα για την Έκθεση και κυρίως, διότι αυτό είναι το μείζον για τις επιπτώσεις που θα επιφέρει η εφαρμογή της στο Ασφαλιστικό και στους άμεσα συμμετέχοντες, τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Η σπουδαιότερη, ίσως, πτυχή της Έκθεσης αφορά στη θεμελιακή αλλαγή στον «χαρακτήρα» του δεύτερου πυλώνα ασφάλισης. Το αναδιανεμητικό σύστημα εγκαταλείπεται για χάρη του κεφαλαιοποιητικού, γεγονός που μεταβάλει άρδην όσα ίσχυαν και γνωρίζαμε για την επικουρική ασφάλιση στη χώρα μας.
Είσοδος των ιδιωτών στην επικουρική ασφάλιση
Τι σημαίνει επί του πρακτέου αυτό; Ότι για πρώτη φορά θα εισαχθεί, ως ακλόνητο θεμέλιο, ο ιδιωτικός πυλώνας στην κοινωνική ασφάλιση και δη στην επικουρική. Οι ιδιώτες αποκτούν πρόσβαση στα επικουρικά. Εταιρείες αλλά και funds θα διαχειρίζονται αποταμιεύσεις των συνταξιούχων, μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δεν είναι απολύτως καταστροφικό, άλλωστε μια «επιδερμική» ανάλυση-προσέγγιση τέτοιου τύπου προσφέρεται μόνο για… λαϊκισμό. Ωστόσο, προκαλεί ανησυχία και ασφαλώς εγείρει ερωτήματα που χρήζουν άμεσης απάντησης, τόσο από τους συντάκτες της Έκθεσης όσο και από το υπουργείο Εργασίας.
Ερωτήματα όπως τα παρακάτω, με δεδομένη την ανατροπή του αναδιανεμητικού συστήματος και την επιβολή του κεφαλαιοποιητικού:
Πώς θα καλυφθεί οικονομικά η ούτως ή άλλως εξόχως δύσκολη μετάβαση από το παλιό στο νέο σύστημα; Το κόστος μετάβασης υπολογίζεται στα 65 δισεκατομμύρια ευρώ και μέρος της… αποπληρωμής του επωμίζεται ο κρατικός υπολογισμός. Αυτό συνεπάγεται ότι φορολογούμενοι και ασφαλισμένοι θα κληθούν να βάλουν και πάλι το χέρι στην τσέπη;
Πώς θα βρίσκονται τα χρήματα, για την κάλυψη των επικουρικών των ήδη συνταξιούχων, όταν οι συντάξεις τους πληρώνονται από τις εισφορές αυτών που εργάζονται; Πώς θα είναι βιώσιμο το εν λόγω σύστημα και απρόσκοπτη η καταβολή επικουρικών συντάξεων, όταν σπάσει αυτός ο συνεκτικός κρίκος;
Λαμβάνοντας, πάλι, ως δεδομένο, ότι τα χρήματα των νέων ασφαλισμένων δεν θα μπαίνουν στο ενιαίο ταμείο για την επικουρική, ευλόγως κάποιος θα οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι τα έσοδα του ασφαλιστικού συστήματος θα συρρικνωθούν. Και προκειμένου να μην σταματήσει η καταβολή συντάξεων, τι θα επιλεχθεί; Η αναπλήρωση του κενού θα γίνει και πάλι από τις τσέπες των φορολογουμένων ή υπάρχει κάποιο άλλο σχέδιο, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και σαφή αποτελεσματικότητα;
Έμμεσες μειώσεις και στις κύριες συντάξεις;
Επιπρόσθετα, ένα σημείο της έκθεσης Πισσαρίδη που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και ανάλυσης, είναι αν το εν λόγω σχέδιο «υποκρύπτει» έμμεσες μειώσεις στις κύριες συντάξεις. Η έκθεση προβλέπει ενίσχυση του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης, ωστόσο, δεν αναφέρει το παραμικρό αναφορικά με αύξηση της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Αντιθέτως, μάλιστα, υπάρχει συγκεκριμένο «εδάφιο» εντός της Έκθεσης, όπου οι συντάκτες της επιχειρηματολογούν υπέρ της μείωσης της συνταξιοδοτικής δαπάνης. Αυτό αναμφίβολα δημιουργεί συνειρμούς που σχετίζονται με τη μείωση συντάξεων.
Σημαντική παράμετρος είναι και η εξής: εφόσον ο δεύτερος πυλώνας της ασφάλισης, η επικουρική, περνά σταδιακά στα χέρια των ιδιωτών, αρχίζει επί της ουσίας και η αντίστροφη μέτρηση για την κατάργηση του ενιαίου Ταμείου ΕΤΕΑΠ. Αυτό συνεπάγεται πως οι εγγυήσεις του κράτους αναφορικά με τις συνταξιοδοτικές παροχές, θα εδράζονται μόνο στην εθνική και ανταποδοτική σύνταξη, γεγονός που οδηγεί στη μεταβολή επί τα χείρω, της κρατικής εγγυημένης σύνταξης.
Επίσης, η επιτροπή Πισσαρίδη, επισημαίνει στην Έκθεσή της, την ανάγκη για τον τερματισμό της πρόωρης συνταξιοδότησης, προτάσσοντας δύο άξονες για να καταστεί αυτός εφικτός. Ο πρώτος είναι μέσω της αναπροσαρμογής των κανόνων υπολογισμού της ανταποδοτικής κύριας σύνταξης ανάλογα με την ηλικία συνταξιοδότησης. Ο δεύτερος με τον εξορθολογισμό των κανόνων αναγνώρισης πλασματικών χρόνων ασφάλισης.
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η αλλαγή, όπως και οι παραπάνω που περιγράφησαν, είναι ικανές να αλλάξουν συλλήβδην το τοπίο στην κοινωνική ασφάλιση. Οι συζητήσεις, οι διαβουλεύσεις, οι ενστάσεις και τα ερωτήματα για την Έκθεση Πισσαρίδη και τις κυβερνητικές επιλογές επί του ασφαλιστικού, μόλις ξεκίνησαν…