Η ελληνική παρουσία στην Αφρική από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα – Οι Έλληνες της Αιγύπτου-Οι χιλιάδες Έλληνες της Νότιας Αφρικής – ΔιακεκριμένοιΈλληνες της χώρας – Ο Ιωάννης Παπακώστας – Και μια ιδιάζουσα περίπτωση: Δημήτριος Τσαφέντας: ο δολοφόνος του πρωθυπουργού αρχιτέκτονα του απαρτχάιντ
Είναι πολύ γνωστό ότι Έλληνες υπάρχουν παντού, σε όλο τον κόσμο. Έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενα άρθρα μας στους Έλληνες της Αμερικής, κυρίως των ΗΠΑ και της Αυστραλίας. Σήμερα θα ασχοληθούμε με τους Έλληνες της Αφρικής. Όπως θα δούμε από τον χάρτη της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού που εκδόθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, Έλληνες ζουν ακόμα και στις μικρότερες και άγνωστες σε πολλούς αφρικανικές χώρες. Κι αν κάποτε ήταν οι Έλληνες της Αιγύπτου αυτοί που κρατούσαν τα πρωτεία από πληθυσμιακή άποψη, μετά τα μέσα του 20ού αιώνα τα δεδομένα άλλαξαν. Η χώρα με τους περισσότερους Έλληνες σήμερα είναι η Νότια Αφρική. Μερικοί από αυτούς διακρίθηκαν ιδιαίτερα. Πριν λίγες μέρες έφυγε από τη ζωή ο Γιώργος (Τζορτζ) Μπίζος, δικηγόρος του Νέλσον Μαντέλα, ο οποίος είχε καταφέρει να γλιτώσει από τη θανατική ποινή τον μεγάλο Νοτιοαφρικανό ηγέτη. Ένας άλλος Έλληνας, ο Δημήτρης Τσαφέντας (Dimitri Tsafentas) όμως, σκότωσε στις 6 Σεπτεμβρίου 1966 τον τότε πρωθυπουργό της νότιας Αφρικής Hendrik Verwoerd…
Οι Έλληνες της Αφρικής
Στην Αφρική, μια πολύ κοντινή στη χώρα μας ήπειρο, εγκαταστάθηκαν Έλληνες από την αρχαιότητα (7Ος αι.π. Χ. οπότε ιδρύθηκε η Ναύκρατις από Μιλήσιους μισθοφόρους) ως την πρωτοβυζαντινή περίοδο και την επικράτηση των Αράβων. Η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και η Κυρηναϊκή Πεντάπολη στη σημερινή Λιβύη είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα παρουσίας και ευημερίας των Ελλήνων στη βόρεια Αφρική. Στα νεότερα χρόνια η μετανάστευση από την Ελλάδα στην Αφρική ξεκινά από τα μέσα του 19ου αιώνα. Μεμονωμένες περιπτώσεις βέβαια Ελλήνων που εγκαταστάθηκαν στην Αφρική πριν από την εποχή αυτή σίγουρα υπάρχουν, δεν είναι όμως εύκολο να βρεθούν
.
Οι Έλληνες Αιγυπτιώτες
Αφετηρία της ελληνικής διασποράς στην Αφρική ήταν η Αίγυπτος που το 1517 κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς και έγινε τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας ως το 1867. Στη συνέχεια με παρέμβαση των Βρετανών έγινε ανεξάρτητο προτεκτοράτο (χεδιβάτο). Ωστόσο και στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας υπήρξαν Έλληνες που εξισλαμισμένοι πλέον λόγω παιδομαζώματος, κατέλαβαν υψηλές θέσεις και αξιώματα (σουλτάνοι και πασάδες της Αιγύπτου). Σημαντικότερος ήταν ο Ραγίβ πασάς(Raghib Pasha) (1819-1894), Έλληνας γεννημένος στην Ελλάδα από Έλληνες γονείς. Σύμφωνα με την Wikipedia γεννήθηκε στην Χίο ή στο Ηράκλειο της Κρήτης και μεταφέρθηκε αρχικά στην Ανατολία και στη συνέχεια (1830) ως σκλάβος του Ιμπραήμ στην Αίγυπτο. Αφού είχε εξισλαμιστεί, κατέλαβε από το 1836 ήδη διάφορα αξιώματα και μάλιστα έγινε πρωθυπουργός της Αιγύπτου από τις 18 Ιουνίου ως τις 21 Αυγούστου 1882 (64 ημέρες).Επίσημα το παιδομάζωμα στην οθωμανική αυτοκρατορία πάντως είχε καταργηθεί από το 1638 (δείτε και σχετικό άρθρο μας(6/5/2017)…Από τον 19ο αιώνα άρχισε η μετανάστευση των Ελλήνων στην Αίγυπτο και ιδρύθηκαν ελληνικές Κοινότητες. Η Αλεξάνδρεια και το Κάιρο ήταν οι πολυπληθέστερες από αυτές. Άλλες σημαντικές Κοινότητες ήταν της Μανσούρας(ιδρύθηκε το 1860), της Μίνιαςστην άνω Αίγυπτο (1862), του Πορτ Σάιντ(1870), της Ζαγκαζίκ(1870), της Τάντα(1880) και του Σουέζ (1888). Να σημειώσουμε εδώ ότι στη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ (1858-1869) εργάστηκαν πολλοί Έλληνες Δωδεκανήσιοι από την Κάσο και το Καστελλόριζο. Ιδιαίτερα η Κάσος υπέστη τεράστια πληθυσμιακή αφαίμαξη και στο Πορτ Σάιντ, το Σουέζ και την Ισμαηλία(Timshah) άνθισαν παροικίες από το νησί. Όσο για τους Καστελλοριζιούς, όπως μας ενημέρωσαν από το ακριτικό νησί ο κύριος Στέφανος Σκοπελίτης, που μεγάλωσε στην Αίγυπτο και ο καλός μας φίλος Πανταζής Χούλης, τους οποίους και ευχαριστούμε θερμά, 2.000-2.500 ζούσαν στην Αίγυπτο, κυρίως στην Αλεξάνδρεια, ενώ ορισμένοι εγκαταστάθηκαν στις ίδιες πόλεις με τους Κασιώτες. Μας ενημέρωσαν επίσης ότι περίπου 50 Κασιώτες και Καστελλοριζιοί εργάζονταν ως πλοηγοί, ως καπετάνιοι δηλαδή πλοίων που τα οδηγούσαν στο κανάλι του Σουέζ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώτος πλοηγός που διέπλευσε τη διώρυγα του Σουέζ ήταν Κασιώτης ναυτικός!
Στο μεταξύ οι Έλληνες της Αιγύπτου αυξάνονταν ραγδαία. Η επίσημη απογραφή του 1907 κατέγραψε 62.973 Έλληνες στην Αίγυπτο. Στη συνέχεια ο πληθυσμός τους έφτασε στα χρόνια του Μεσοπολέμου τους 100.000 («Οι Έλληνες στη Διασπορά») και τους 250.000 το 1940 (Βικιπαίδεια). Φυσικά η συμμετοχή τους στην οικονομική, και όχι μόνο, ζωή της Αιγύπτου ήταν πολύ σημαντική.
Τα προβλήματα για τους Έλληνες της Αιγύπτου άρχισαν το 1952 με την άνοδο στην εξουσία του Νάσερ. Κατά την κρίση του Σουέζ (1956) οι Έλληνες εργάτες έμειναν στην Αίγυπτο, ενώ Βρετανοί και Γάλλοι συνάδελφοί τους έφυγαν από τη χώρα. Η άνοδος του παναραβισμού και του εθνικισμού και η εθνικοποίηση πολλών βιομηχανιών είχε σαν αποτέλεσμα μετά το 1957 χιλιάδες Έλληνες να φύγουν από την Αίγυπτο. Ως τα τέλη της διακυβέρνησης Νάσερ(1970) οι περισσότεροι εγκατέλειψαν τη χώρα. Σήμερα ζουν στην Αίγυπτο μερικές χιλιάδες Έλληνες (9.000 κατά τη Βικιπαίδεια) και υπάρχει πάντα βέβαια το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Με τους Αιγυπτιώτες Έλληνες θα ασχοληθούμε εκτενέστερα σε μελλοντικό μας άρθρο.
Πού πήγαν όμως οι Έλληνες της Αιγύπτου; Πολλοί από αυτούς ήρθαν στη χώρα μας και είχαν σημαντική συμβολή στην ανάπτυξή της χάρη στα κεφάλαια που επένδυσαν, το υψηλό μορφωτικό τους επίπεδο και τον κοσμοπολιτισμό τους. Πολλές χιλιάδες εγκαταστάθηκαν στη Νότια Αφρική, όπου σημειώθηκε ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των Ελλήνων. Όπως βλέπετε και στον χάρτη της Γ.Γ.Α.Ε. (αρχές δεκαετίας 1990), Έλληνες εγκαταστάθηκαν και σε άλλες χώρες της Αφρικής, όπου ασχολήθηκαν με τις επιχειρήσεις, το εμπόριο και την παροχή υπηρεσιών. Όπως εύστοχα επισημαίνεται στο βιβλίο «Οι Έλληνες στη Διασπορά», η
Αφρική διαφέρει από άλλους μεταναστευτικούς προορισμούς (ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία, Γερμανία κλπ), γιατί δεν πήγαν στις χώρες της «μαύρης ηπείρου» ως εργάτες χαμηλής εξειδίκευσης («προλεταριακή» μετανάστευση), αλλά ως επιχειρηματίες. Επίσης η εγκατάσταση τους στις χώρες αυτές συνέπεσε με την περίοδο αποαποικιοποίησης. Στον χάρτη της Γ.Γ.Α.Ε. βλέπουμε ότι οι περισσότεροι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στις αγγλόφωνες χώρες και όχι στις γαλλόφωνες. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι προέρχονταν από την Αίγυπτο που βρισκόταν για πολλά χρόνια υπό βρετανική κυριαρχία.
Άλλωστε οι Έλληνες ποτέ δεν υπήρξαν αποικιοκράτες.Κι αν σκεφθούν κάποιοι τον Μέγα Αλέξανδρο και ισχυριστούν ότι ήταν αποικιοκράτης, ας διαβάσουν καλύτερα την ιστορία του μεγάλου Μακεδόνα στρατηλάτη…
Οι Έλληνες της Νότιας Αφρικής
Όπως αναφέραμε οι περισσότεροι Έλληνες της Αιγύπτου εγκαταστάθηκαν στη Νότια Αφρική, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Όμως Έλληνες στη Νότια Αφρική ζούσαν από τον 19ο αιώνα.Ο πρώτος Έλληνας που αναφέρεται στις υπάρχουσες πηγές, ότι έζησε στη Νότια Αφρική, ήταν κάποιος Στέφανος, ο οποίος στα τέλη του 18ου αιώνα, ήταν προφήτης-μάντης των Κόρα, ενός νομαδικού λαού της Νότιας Αφρικής. Η ζωή του ήταν περιπετειώδης και συναρπαστική.
Οι πρώτοι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στη Ν. Αφρική γύρω στο 1850. Επίσημα στοιχεία της Ν. Αφρικής, αναφέρουν ότι το 1860 ζούσαν σ’ αυτή τουλάχιστον 11 Έλληνες ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 1880, υπήρχαν στη Ν. Αφρική περισσότεροι από 30 Έλληνες.
Οι Έλληνες στη Ν. Αφρική, άρχισαν να αυξάνονται από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα. Οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στο Κέιπ Τάουν. Ανάμεσά τους, ήταν αρκετοί ναυτικοί από την Ιθάκη. Το 1895, ζούσαν περίπου 70 Έλληνες στο Τράνσβααλ, ενώ τουλάχιστον 20 ζούσαν στο Κίμπερλι, όπου εργάζονταν ως αδαμαντωρύχοι. Λίγο νωρίτερα, είχαν ανακαλυφθεί μεγάλα κοιτάσματα διαμαντιών στην περιοχή. Στο Πορτ Ελίζαμπεθ, υπήρχαν τουλάχιστον 6 Έλληνες το 1885, όλοι τους παλιοί ναυτικοί. Το 1905, στα επίσημα αρχεία της περιοχής του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, αναφέρονται 931 Έλληνες και 31 Ελληνίδες. 380 ζούσαν στο Τράνσβααλ, 140 στην επαρχία Νατάλ και 50 Έλληνες στην αποικία του ποταμού Οράγγη. Οι περισσότεροι απασχολούνταν σε μικρά καταστήματα, σε βιομηχανίες επίπλων, σε ναυτιλιακές εταιρείες και σε ζαχαροπλαστεία. Αρκετοί Έλληνες ήταν καπνοπαραγωγοί και πολλοί εργάζονταν ως υπάλληλοι σε διάφορα καταστήματα. Το 1897, αρκετοί ήρθαν στην Ελλάδα για να πάρουν μέρος στον πόλεμο με την Τουρκία. Στον (Δεύτερο) Πόλεμο των Μπόερς (1899-1902), μεταξύ της Μ. Βρετανίας και των ανεξάρτητων δημοκρατιών του Ελεύθερου Κράτους του Οράγγη (ή της Οράγγης, όπως αναφέρεται συχνά) και της Δημοκρατίας της Νότιας Αφρικής, στη ΒΑ Νότια Αφρική, πήραν μέρος πολλοί Έλληνες. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους, κατέχει ο Ηπειρώτης Γιάννης Παπακώστας (John Costas), στον οποίο θα αναφερθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια.Το 1908, ιδρύθηκε η Ελληνική Κοινότητα του Γιοχάνεσμπουργκ και το ίδιο έτος (Αύγουστος 1908), η ελληνική Κοινότητα της Πρετόρια. Αυτές, μαζί με την Κοινότητα του Κέιπ Τάουν, συμπεριλάμβαναν τους περισσότερους Έλληνες που ήρθαν στη Ν. Αφρική.
Συνεκτικός κρίκος των Ελλήνων της Ν. Αφρικής, ήταν η Ορθοδοξία. Το 1901, έφτασε στο Κέιπ Τάουν ο πρώτος Έλληνας ιερέας, ο πάτερ Αρτέμιος. Μετά από πολλές προσπάθειες, το 1904 χτίστηκε στην πόλη η πρώτη ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της πόλης.
Στο Τράνσβααλ, έφτασε το 1907 ο πρωτοπόρος ορθόδοξος ιεραπόστολος Νικόλαος Σαρίκας, ο οποίος συνέβαλε στην ίδρυση ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας στην πόλη, ο θεμέλιος λίθος της οποίας μπήκε το 1913. Όμως ο Σαρίκας, δεν περιορίστηκε στη Ν. Αφρική, αλλά έκανε και ταξίδια σε άλλες περιοχές. Μάλιστα, οργάνωσε την πρώτη ορθόδοξη ιεραποστολή στην Κένυα.
Στην Πρετόρια, σημαντικό ρόλο έπαιξε ο Αρχιμανδρίτης Α. Νικολόπουλος, που έφτασε εκεί το 1911 και οργάνωσε την προσπάθεια για το χτίσιμο εκκλησίας, τα θυρανοίξια της οποίας έγιναν το 1914.
Το πρόβλημα της εκπαίδευσης των νεαρών Ελλήνων της Ν. Αφρικής, ήταν σημαντικό. Ωστόσο, με την συνδυασμένη προσπάθεια των κληρικών και των ηγετών των Κοινοτήτων, οργανώθηκαν κέντρα εκπαίδευσης για τα Ελληνόπουλα της χώρας.
Οι Έλληνες κατάφεραν ως το 1920, να αρχίζουν να παίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομία της Ν. Αφρικής. Εργάτες σε βιομηχανίες, τεχνίτες διαφόρων ειδικοτήτων, επιχειρηματίες, εργάτες στην κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών, εργάτες σε ορυχεία χρυσού και διαμαντιών, καπνεργάτες, μικροκτηματίες, γεωργοί κλπ, ήταν οι περισσότεροι από αυτούς.
Τη δεκαετία του 1920 ως τις αρχές της δεκαετίας του 1930, τα επαγγέλματα των Ελλήνων άλλαξαν. Η φυματίωση θέρισε τους εργάτες των ορυχείων. Αρκετοί επέστρεψαν στην Ελλάδα. Κάποιοι έγιναν μισθοφόροι στρατιώτες, άλλοι άνοιξαν καφενεία, μανάβικα κλπ, ενώ υπήρχαν και μερικοί πλοιοκτήτες. Το 1928, τοποθετήθηκε ο θεμέλιος λίθος της «Μεγάλης του Γένους Σχολής» («Great School of the Nation»), στο Γιοχάνεσμπουργκ η οποία αποπερατώθηκε το 1930 και έγινε σημαντικό εκπαιδευτικό και πολιτιστικό κέντρο των Ελλήνων της Ν. Αφρικής. Μεταξύ 1931 και 1940, έφτασαν στη χώρα 412 Έλληνες. Το 1941, για μικρό χρονικό διάστημα η Νότια Αφρική φιλοξένησε τη βασιλική οικογένεια και τα μέλη της Κυβέρνησης Τσουδερού. Το 1941, ο πρώτος Έλληνας πρέσβης, εγκαταστάθηκε στην Πρετόρια. Μεταξύ 1950 και 1970, άρχισαν να μεταναστεύουν στη Ν. Αφρική πολλοί Έλληνες.
Μεταξύ 1950-1960, περίπου 4.000 Έλληνες πήγαν στη Ν. Αφρική, ενώ άλλοι 15.000, πολλοί προερχόμενοι από την Αίγυπτο εγκαταστάθηκαν στη χώρα από το 1960 ως το 1970. Μεταξύ 1971 και 1976, 3.100 Έλληνες μετανάστευσαν στη Ν. Αφρική.
Μετά τα γεγονότα του Σοβέτο το 1976 (εξέγερση στην παραγκούπολη του Σοβέτο κοντά στο Γιοχάνεσμπουργκ εναντίον του καθεστώτος του απαρτχάιντ), πολλοί Έλληνες επέστρεψαν στη χώρα μας.
Σήμερα, οι Έλληνες της Νότιας Αφρικής, ξεπερνούν τους 100.000. Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια, το 2018 ήταν 138.000. Βέβαια, άλλες πηγές κάνουν λόγο για 45.000 και άλλες για 70.000. Φυσικά, πολλοί Έλληνες έχουν διακριθεί σε διάφορους τομείς στη μακρινή αφρικανική χώρα. Αναφερθήκαμε στον αείμνηστο Γεώργιο Μπίζο (1927-2020), από το Βασιλίτσι Μεσσηνίας, δικηγόρο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπερασπιστή και προσωπικό φίλο του μεγάλου Νέλσον Μαντέλα. Θα αναφερθούμε σε δύο ακόμα Έλληνες της Νότιας Αφρικής που ξεχωρίζουν, για διαφορετικούς όμως λόγους: τον Ιωάννη Παπακώστα και τον Δημήτριο Τσαφέντα.
Ιωάννης Παπακώστας (John Costas)
Ο Ιωάννης Παπακώστας, γεννήθηκε στο Λια Θεσπρωτίας, παραμεθόριο χωριό κοντά στους Φιλιάτες, το 1868. Ήταν γιος ιερέα. Μετανάστευσε αρχικά στην Αυστραλία, έπειτα στην Αίγυπτο και τελικά στη Ν. Αφρική, όπου εγκαταστάθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ (1898). Πήρε μέρος στον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς (1899-1902), στο πλευρό των Νοτιοαφρικανών. Οι Μπόερς, ήταν απόγονοι Ολλανδών και Γερμανών αποίκων που εγκαταστάθηκαν το 1652 κοντά στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας και συγκρούστηκαν με τους Βρετανούς, από τους οποίους ηττήθηκαν.
Ο Παπακώστας διακρίθηκε σε πολλές μάχες, αλλά αιχμαλωτίστηκε από τους Βρετανούς, φυλακίστηκε και στάλθηκε στο στρατόπεδο αιχμαλώτων POW Camps, της βρετανικής, τότε, Κεϋλάνης (νυν Σρι Λάνκα). Το 1903 απελευθερώθηκε και επέστρεψε στη Ν. Αφρική. Το 1911 γύρισε στην Ελλάδα. Συνδέθηκε φιλικά με τους Σπύρο Σπυρομήλιο και Παναγιώτη Δαγκλή, πρωτεργάτες των προσπαθειών για την απελευθέρωση της Ηπείρου. Πολέμησε στη Θεσπρωτία κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, κυρίως εναντίον των Τσάμηδων που είχαν ταχθεί στο πλευρό των Οθωμανών και συμμετείχε το 1914 στην ανακήρυξη της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Βορείου Ηπείρου. Φανατικός βενιζελικός, έμεινε στην Ελλάδα ως το 1920, οπότε και επέστρεψε στη Νότια Αφρική, μετά την ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου στις εκλογές. Πέθανε στο Stellenbosch το 1932.
Για την προσφορά του, τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος με τον βαθμό του Λοχαγού και πολεμικού παρασήμου, ενώ η Νότια Αφρική, αναγνωρίζοντας την προσφορά του στη χώρα, έστησε το 1952, προτομή στη γενέτειρά του Λια. Ο Ιωάννης Παπακώστας (στα αγγλικά αναφέρεται ως John Costas), υπήρξε κι ένας από τους εκατοντάδες Ηπειρώτες ευεργέτες, καθώς διέθεσε χρηματικά ποσά για τις ανάγκες, κυρίως της γενέτειράς του.
Δημήτριος Τσαφέντας (Dimitri Tsafendas)
Στον αντίποδα θα λέγαμε των Μπίζου, Παπακώστα και άλλων αξιόλογων Ελλήνων της Νότιας Αφρικής, βρίσκεται ο Δημήτρης Τσαφέντας (γνωστός στα αγγλικά ως Dimitri Tsafendas). Γεννήθηκε το 1918 στο Λορέντσο Μαρκές, το σημερινό Μαπούτο, πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης. Πατέρας του ήταν ο Μιχάλης Τσαφέντας ή Τσαφεντάκης από τα Χανιά και μητέρα του η Amelia Williams, μιγάδα από την Μοζαμβίκη.
Έζησε για πέντε χρόνια στην Αίγυπτο, επέστρεψε στη Μοζαμβίκη και το 1928 εγκαταστάθηκε στη Ν. Αφρική.
Το 1930, επέστρεψε στη Μοζαμβίκη όπου φοίτησε για δύο χρόνια σε εκκλησιαστικό σχολείο. Από τα δεκαέξι του χρόνια έκανε διάφορες δουλειές. Τη δεκαετία του 1930 έγινε μέλος του Κ.Κ. της Ν. Αφρικής. Την ίδια χρονική περίοδο έγινε ναυτικός και ταξίδεψε σε ολόκληρο τον κόσμο, όμως άρχισε να εμφανίζει ψυχωτικά επεισόδια.
Νοσηλεύτηκε σε πολλές χώρες, ανάμεσά τους και οι Η.Π.Α., όπου κατά την εξάμηνη νοσηλεία του στη Νήσο Έλις, διαγνώστηκε ότι έπασχε από σχιζοφρένεια.
Επέστρεψε στη Ν. Αφρική, όπου εργάστηκε ως μεταφραστής καθώς ήξερε 8 γλώσσες! Ωστόσο το σκούρο δέρμα του ήταν η αφορμή για ρατσιστικά σχόλια εναντίον του και ο λόγος που, εξαιτίας του Απαρτχάιντ, δεν μπορούσε να παντρευτεί τη μιγάδα φίλη του. Ήρθε στην Ελλάδα, όπου έγινε μέλος της διεθνούς χριστιανικής εκκλησίας «Two by Twos» και βαφτίστηκε σ’ αυτή. Επέστρεψε στη Νότια Αφρική και προσλήφθηκε ως κλητήρας στο Κοινοβούλιο.
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1966, σκότωσε μέσα στη Βουλή της Ν. Αφρικής με 4 μαχαιριές, του Πρωθυπουργό της χώρας Χέντρικ Φερβούρντ. Συνελήφθη και δικάστηκε, αλλά ο δικαστής έκρινε ότι ήταν σχιζοφρενής και τον κήρυξε αθώο.
Όμως, κρατήθηκε μ’ ένα νόμο που επέτρεπε μόνο στον Πρόεδρο της χώρας να του δώσει χάρη, κάτι που δεν έγινε ποτέ.
Ο Τσαφέντας έμεινε στη φυλακή ως τον θάνατό του (4/10/1999) και η κηδεία του έγινε με την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση (πηγή: Βικιπαίδεια).
Οι Έλληνες της Νότιας Αφρικής, 12.500 μίλια μακριά απ’ την πατρίδα, δεν ξεχνούν ποτέ την Ελλάδα. Διατηρούν την εθνική τους ταυτότητα και διακρίνονται σε διάφορους τομείς στη νέα τους «πατρίδα» ως σήμερα.
ΥΓ. Στον χάρτη που βλέπετε, έκδοση της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, υπάρχουν κάποια σοβαρά λάθη. Η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, γράφεται Αλεξάνδρια! Η Αντίς Αμπέμπα, γράφεται Αδδίς Αμπέμπα, ίσως ονομαζόταν έτσι στη χώρα μας, πολλές δεκαετίες πριν όμως, το Τσαντ, γράφεται Τσάντ (ως μονοσύλλαβη λέξη δεν πρέπει να τονίζεται) κλπ. Στο ίδιο βιβλίο, «Οι Έλληνες στη Διασπορά, 15ος-21ος αι», έκδοση της Βουλής των Ελλήνων (2006), στη σελ. 61, αναγράφεται: «… στην Ντάκα του σημερινού Πακιστάν…». Φυσικά, η Ντάκα είναι πρωτεύουσα του Μπανγκλαντές, ποτέ δεν ήταν καν πόλη του Πακιστάν. Σ’ ένα βιβλίο της Βουλής, με πρόλογο της τότε Προέδρου της και νυν ακαδημαϊκού κυρίας Άννας Μπενάκη-Ψαρούδα, που έχει γραφτεί από πέντε διακεκριμένους καθηγητές Πανεπιστημίου και δέκα επιστήμονες, φιλόλογους και ιστορικούς, της Βουλής, αυτά τα σοβαρά (ενδεικτικά…) λάθη, είναι, πιστεύουμε, ανεπίτρεπτα.
Πηγές: E.A. Mantzaris, «The Greeks in South Africa», Chapter 6, από το βιβλίο «The Greek Diaspora in the Twentienth Century»
«Οι Έλληνες στη Διασπορά, 15ος-21ος αι.», ΑΘΗΝΑ 2006, ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.