Η ΚΩΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ: Διακογιάννης Ελευθέριος – Γράφει ο Κώστας Ζαμάγιας

0
1099

Η ΚΩΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Το κείμενο που ακολουθεί αφιερώνεται στον συμπατριώτη μας, μετανάστη και ποιητή, που γνώρισα τελευταία (όψιμα/έψιμα, όπως λέει ο λαός) αλλά νοιώθω σα να τον ξέρω χρόνια. Να ΄ναι καλά και τον ευχαριστώ για τη φιλία του.
Εύχομαι ο Δήμος του νησιού να μάθει κάποτε (φοβούμαι πως θα δυσκολευτεί πάρα πολύ, γιατί δεν έχει ψυχή) να «μετρά» και να τιμά ΟΛΟΥΣ τους Κώους όλων των ηλικιών, που ζουν, διαπρέπουν και δημιουργούν «ευεργετικά» παντοιοτρόπως σε όλη/για όλη την οικουμένη, εν ζωή…

– Διακογιάννης Ελευθέριος του Ιωάννη-της Μαρίας Γιάγκου/ Ιωάννη Χατζηαντωνίου (Κως, 30.10.1943). Τελείωσε το πρώτο δημοτικό σχολείο και την τρίτη τάξη του εξατάξιου Ιπποκρατείου Γυμνασίου Κω. Φοίτησε στη Σχολή Εργοδηγών Ηλεκτρολόγων Μέσης Εκπαίδευσης «Νηρέα» Ρόδου για ένα έτος και στην αντίστοιχη του «Αρχιμήδη» Πειραιά για άλλα δύο έτη.
Μετανάστευσε στο Κογκό το 1964 σε ηλικία 19 ετών με πρόσκληση του εξαδέλφου του Θεοδόση Νικ. Διακογιάννη, όπου εργάστηκε για δέκα έτη. Αρχικά δούλεψε για 8 μήνες στην πόλη Bunia σε κατάστημα εξαρτημάτων αυτοκινήτων μιας εταιρείας, που την είχαν Ηπειρώτες με αντικείμενο βενζινάδικα, ψαράδικα, κ.ά. Αλίευαν, στέγνωναν τα ψάρια και τα μετέφεραν για διάθεση στο εσωτερικό της χώρας.
Μετά δούλεψε στην Kinshasa για 5-6 μήνες σε διάφορες δουλειές και ως επιβλέπων σε φούρνο κάποιου Συμιακού σε εστιατόριο στον πύργο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ONU). Συνέχισε να εργάζεται στις πόλεις Lumumbashi και Kolwezi ως υπεύθυνος διευθυντής (Gerant) υποκαταστημάτων της εταιρίας Piesauto-Garage Central. Κατόπιν εργάστηκε στο Kisangani ως διευθύνων υπεύθυνος στο κατάστημα της εταιρείας L&A Franco, ιδιοκτησίας δύο αδέλφών Εβραίων από τη Ρόδο, συγγενών του Μισέλ Μενασέ από την Κω. Υπεύθυνος στην ίδια θέση πριν, το 1961, ήταν ο Σταμάτης Γαμβρέλλης ενώ στο κατάστημα της Κινσάσα ήταν ο Θεοδόσης Νικ. Διακογιάννης. Σε όλες αυτές τις εταιρείες το αντικείμενο εργασίας ήταν τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Παράλληλα άνοιξε συνεταιρικό κατάστημα ίδιων προϊόντων με τον Κύπριο Φελίξ Πολυκάρπου.

Στο κάστρο της Κω, 19 ετών, 1963,

– Σεπτέμβριος 1963, αποχαιρετισμός
των γονιών – Κισανγκάνι,1968, υπάλληλος της εταιρείας “Λ & Α Φράνκο”

 

Το 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα και δούλεψε στην Αθήνα για 6 χρόνια μέχρι το 1981 ως προϊστάμενος ανταλλακτικών αυτοκινήτων στο τμήμα Βοξόλ της εταιρείας Σαρακάκη.
Από το 1981 μέχρι το 2009  ο Λευτέρης λειτούργησε στην Αίγινα κατάστημα ειδών δώρου και χρυσού. Από το 2009 είναι συνταξιούχος. Εκτός από το γράψιμο στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με την ιστιοπλοΐα. Είναι παντρεμένος με την Ελπίδα Ανέστη κι έχει δύο παιδιά την Ελένη και τον Ιωάννη. Η οικογένεια ζει στην Αίγινα.
΄Αρχισε να γράφει δειλά-δειλά ποίηση από την εποχή της μοναξιάς του στην πόλη Bunia του Κογκό. Όλο αυτό το υλικό μορφοποιήθηκε στην πρώτη του ποιητική συλλογή «Πιρόγες» (1997). Ακολούθησαν οι συλλογές  «Σ΄ ένα κοχύλι» (2014), «Χαρακιές» (2014), «Στον καιρό της κρίσης» (2016).
Το βιβλίο, στο οποίο περιγράφει την προσωπική του μετανάστευση ως συνέχεια εκείνης του πατέρα του στην Αμερική, κυκλοφόρησε πρώτη φορά στη Γαλλία με τίτλο «Tu pars toi aussi?» (The book edition, 113 rue Barthelomy Delespaul 590 Libre Codes) με μεγάλη απήχηση στο φιλοπρόοδο αναγνωστικό κοινό.
Η ελληνική ιδιωτική έκδοσή του στη σειρά προσωπικών αφηγήσεων της Νεοελληνικής πεζογραφίας «Φεύγεις κι εσύ;» (2014, ISBN 9789609357043, 345 σελ., 21 x 14 εκ., € 17,50) μπορεί να παραγγελθεί μέσω του ιστότοπου www.biblionet.gr ή απευθείας από το βιβλιοπωλείο της Αίγινας «Λυχνάρι» (Σπύρου Ρόδη 41 & Αιακού 10, 180 10 Αίγινα, τηλ. 22970.26424).

«Έτσι, αφού έφτιαξα τον πρωινό καφέ, σκέτο όπως τον έπινε ο πατέρας μου, με τις πρώτες γουλιές, ξανάφερα στο νου αυτά που μου είχε εξιστορήσει ο ίδιος μια απ΄ τις λίγες φορές που μου εκμυστηρεύτηκε κάτι ολότελα δικό του, κάτι για το οποίο σχεδόν ποτέ δεν μίλαγε, για το δικό του μακρινό ταξίδι στην Αμερική. Και, παράξενο, εκτός από το mal d’ Afrique, πόσο ήταν μια επανάληψη του δικού μου ταξιδιού, πόσο έμοιαζαν οι δυο ιστορίες, πόσα ίδια βιώματα είχαμε ζήσει:

…Με γέρασε, μάνα μου, η ζωή και δεν θυμάμαι τίποτα
πως με μεγάλωσες δεν ξέρω και ποιον να ρωτήσω;
τον πατέρα σαν έφυγε, δεν έκλαψα στην Αφρική
και ήσουν το πρώτο δικό μου αντίο.
Και είχε, μάνα μου, γύρω μου τόσο κρύο
γιατί είμαστε όλοι εκεί,
ξεφτισμένοι, γερασμένοι, άδειοι, παγωμένοι,
μα πιο πολύ ξένοι μεταξύ μας…

… Ξανά στον ύπνο μου κι απόψε
τα ξύλινα κρεβάτια μου της Αφρικής
θα γίνουν καλοτάξιδες πιρόγες
κι οι κουνουπιέρες τα πολύχρωμα φτερά τους.

…Πουλήσαμε τις ψυχές μας στο αφρικάνικο παζάρι
σε τσιγκέλια κρεμάσαμε τα φτωχά όνειρα του μετανάστη
ανάμεσα σε κρεμασμένους σαν σφαχτά καμένους πιθήκους
και σε σωρό κάμπιες και μπαχάρι.

Κως, Μποντρούμ, Νέα Υόρκη, Κινσάσα: τέσσερις τόποι ενωμένοι από παράξενα πεπρωμένα που συναντιούνται, ανακατεύονται και απαντιούνται. Στο κέντρο όλων αυτών των μετακινήσεων η Κως, μια ανάσα από την Ελληνική Αλικαρνασσό, τόσο κοντά που, όταν ο άνεμος είναι ευνοϊκός, η φωνή λένε του μουεζίνη, εκεί στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, φτάνει και σβήνει στις ακτές της Κω. Κως, γη φιλοξενίας για εκατοντάδες οικογένειες προσφύγων της Μικράς Ασίας και γη απ΄ όπου θα φύγουν χιλιάδες μετανάστες, σε διαδοχικά κύματα, για βόρεια Αμερική, Αυστραλία ή Αφρική στη διάρκεια όλου του εικοστού αιώνα…».

Με ευαισθησία, χωρίς να χάσει ποτέ το κριτικό βλέμμα του αφηγητή, ο συγγραφέας αναφέρεται σ’ αυτά τα σταυρωτά πεπρωμένα, γοητεύοντας με την οξύτητα της μαρτυρίας του.

Κως, 24 Αυγ. 2017 Κώστας Ζαμάγιας

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ