Η Μαρία προς τις κακοποιημένες γυναίκες: «Σπάστε τα δεσμά σας»

0
891

Συνέντευξη
στη Μαίρη Φώτη

Η Μαρία, είναι μια γυναίκα που κακοποιήθηκε συστηματικά από τον σύντροφό της αλλά κατάφερε να σπάσει τα δεσμά της, να ξεφύγει και να ξανασταθεί στα πόδια της. Σήμερα, με τον σύντροφό της, περιμένουν το πρώτο τους παιδί.
Στην συνέντευξή της στην «δημοκρατική», περιγράφει τον εφιάλτη που έζησε, με ποιον τρόπο κατάφερε να ξεφύγει, απευθύνεται προσωπικά σε όσες γυναίκες ζουν σήμερα με έναν “δυνάστη σύντροφο” και λέει ότι υπάρχει τρόπος να ξεκινήσουν την ζωή τους από την αρχή!
• Σε ποιο στάδιο της σχέσης ξεκίνησε η κακοποίηση;
Λίγο καιρό αφότου μείναμε στο ίδιο σπίτι. Στην αρχή όλα φαίνονται καλά, αν και υπήρχαν εκρήξεις θυμού, στις οποίες μάλλον έδωσα μικρότερη βαρύτητα απ΄ότι έπρεπε θεωρώντας ότι είναι κάτι φυσιολογικό ίσως. Δεν ξέρω…
• Πώς ξεκίνησε;
Θυμάμαι χαρακτηριστικά την πρώτη φορά που με έβρισε χυδαία. Στενοχωρήθηκα πολύ και έκλαιγα επί ώρες. Κλειδώθηκα στο δωμάτιο και προσπαθούσα να καταλάβω τι λάθος έκανα και με έβρισε κατά αυτόν τον τρόπο. Ακόμα και σήμερα δεν μπορώ να θυμηθώ πώς ξεκίνησε ο τσακωμός. Συνήθως ήταν για ασήμαντη αφορμή, πάντα ήταν για ασήμαντη αφορμή. Κλεισμένη μέσα στο δωμάτιό μου και εκείνος απ΄έξω μου χτυπούσε την πόρτα για να μου ζητήσει συγγνώμη για την συμπεριφορά του. Αυτό θυμάμαι. Ανοιξα κάποια στιγμή, μου ζήτησε συγγνώμη, μου μαγείρεψε και όλα καλά. Ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον μέχρι την επόμενη φορά.
• Πέρα από την λεκτική κακοποίηση, υπήρχε και σωματική;
Ναι. Λίγο καιρό μετά ξεκίνησε και η σωματική κακοποίηση. Στην αρχή ήταν ένα χαστούκι. Ξαφνιάστηκα, δεν το περίμενα ότι θα μπορούσε να φτάσει μέχρι εκεί. Όταν με χαστούκισε, στη διάρκεια μιας διαφωνίας- δεν θα την έλεγα καβγά- έμεινα άφωνη. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτός ο άνθρωπος σήκωσε χέρι πάνω μου. Με χαστούκισε… Μου φαινόταν αδιανόητο. Τον ρώτησα γιατί το έκανε αυτό και μου είπε «για να βάλεις μυαλό». Μετά με πήραν τα κλάματα, ένιωσα πολύ άσχημα για τον εαυτό μου. Πέρασαν ώρες, μου ζήτησε πάλι συγγνώμη, είπε ότι δεν θα το ξανακάνει… Δυστυχώς τον πίστεψα. Μπορεί και να ήθελα να τον πιστέψω. Οι μέρες περνούσαν η λεκτική βία συνεχιζόταν, οι εκρήξεις θυμού πύκνωναν και εγώ έβλεπα σαν θεατής την ζωή μου να παίρνει άλλον δρόμο.
• Γιατί λες σαν θεατής;
Γιατί δεν αντιδρούσα σε αυτό που συνέβαινε. Το έβλεπα να εξελίσσεται και δεν έκανα τίποτα να το σταματήσω. Ξεσπούσαν καβγάδες για ασήμαντη αφορμή. Γιατί μπορεί το φαγητό να μην είχε αλάτι, γιατί μπορεί το νερό να μην ήταν παγωμένο, γιατί μπορεί να μην είχα προλάβει να του σιδερώσω το πουκάμισό του, γιατί δεν γινόταν αυτό που ήθελε, την ώρα που το ήθελε. Κι έτσι ξεκινούσαν οι τσακωμοί. Μια φορά θυμάμαι άδειασε πάνω μου μια κατσαρόλα με φαγητό επειδή δεν του άρεσε αυτό που είχα μαγειρέψει. Συνήθως έκανα πίσω, για να σταματήσει γρήγορα. Να μην μας ακούσει η γειτονιά, να μην με χτυπήσει… Προσπαθούσα να μην μιλάω, για να περνάει η μπόρα…
• Γιατί;
Νομίζω ότι ήταν ο φόβος που με σταμάτησε τότε. Ο φόβος να παραδεχθώ ότι έκανα λάθος επιλογή συντρόφου και ο φόβος ότι αν του έλεγα να φύγει από το σπίτι θα με έβρισκε μεγαλύτερο κακό.
• Όπως;
Δεν ξέρω, πολλές φορές με απειλούσε ότι θα με σκοτώσει. Ηδη στον πρώτο χρόνο της σχέσης βίωνα πια μεγάλη κακοποίηση. Με χτυπούσε βάναυσα, μου πετούσε διάφορα αντικείμενα, με τραβούσε από τα μαλλιά, μου έπαιρνε το τηλέφωνο, με κλείδωνε σ΄ένα δωμάτιο επί ώρες, χτυπημένη χωρίς νερό και χωρίς φαγητό.
• Και παρόλα αυτά δεν αντιδρούσες.
Όχι, μόνο έκλαιγα. Δεν είχα θυμό, είχα στενοχώρια μέσα μου. Φοβόμουν, δεν είχα σε ποιον να απευθυνθώ ή έτσι νόμιζα. Ντρεπόμουν. Ντρεπόμουν την γειτονιά που άκουγε τους καβγάδες μας, ντρεπόμουν να κυκλοφορήσω με τα σημάδια στα χέρια, στο πρόσωπο, πάντα έψαχνα μια δικαιολογία… Υστερα, κάθε φορά μου ζητούσε συγγνώμη με κλάματα. Αυτό είναι και η μεγαλύτερη παγίδα.

• Οι γονείς σου, οι συγγενείς σου, οι φίλοι σου δεν το γνώριζαν;
Όχι. Τους το έκρυβα. Πάντα είχα μια δικαιολογία για τα σημάδια μου. Πότε έπεσα από τις σκάλες, πότε γλίστρησα στο μπάνιο, πότε σκόνταψα στο δρόμο. Αυτά που άκουγα κι εγώ από άλλες γυναίκες, πριν μπω σε αυτήν την βίαιη σχέση και χωρίς να το καταλάβω έγινα κι εγώ θύμα.
• Γιατί δεν στράφηκες για βοήθεια στους δικούς σου ανθρώπους;
Τι να σας πω… Κάθε φορά που με χτυπούσε μου έλεγε ότι ήταν η τελευταία και κάθε φορά, βλακωδώς, τον πίστευα. Και κάθε φορά γινόταν όλο και πιο βίαιος. Φαύλος κύκλος, σας λέω. Να σας πω την αλήθεια, αν μια φίλη μου μου περιέγραφε αυτή την κατάσταση το πρώτο πράγμα που θα της έλεγα είναι να φύγει μακριά. Όμως όταν ζεις το πρόβλημα, όταν είσαι μέσα σε αυτό, είναι εντελώς διαφορετικά τα πράγματα. Σιγά σιγά έφυγε η αγάπη, έμεινε μόνο ο φόβος. Κι αυτός ο φόβος καθόριζε τα πάντα. Ακουγα το κλειδί στην πόρτα και έτρεμα για το τι θα με έβρισκε πάλι. Πρόσεχα τι θα πω, πώς θα το πω, πώς θα μιλήσω, πώς θα συμπεριφερθώ ακόμα και πώς θα αναπνέω πρόσεχα για να μην τον εκνευρίσω και ξεσπάσει πάνω μου. Αυτή ήταν η ζωή μου. Δεν είχαμε κοινωνική ζωή, μέναμε στο σπίτι γιατί δεν ήθελε να βγαίνει έξω μαζί μου. Εγώ δεν είχα δικαίωμα να πάω πουθενά, γιατί ζήλευε. Σπίτι δουλειά, δουλειά σπίτι…
• Αυτό που μας περιγράφεις είναι τρομακτικό.
Είναι. Αλλά όταν ζεις μέσα στον φόβο δεν το καταλαβαίνεις, αφήνεσαι και αφήνεις την ζωή να περνάει. Μουδιάζεις. Δεν καταλαβαίνεις ότι ο φόβος σε διαβρώνει, σε μεταλλάσσει…
• Πού μένατε;
Σε μια μεγάλη συνοικία της πόλης
• Πόσα χρόνια έμεινες μαζί του;

Περίπου 2,5 χρόνια.
• Αρα κατάφερες να σπάσεις κάποια στιγμή τα «δεσμά».

Χάρις στη μητέρα μου. Ηρθε μια μέρα για επίσκεψη στο σπίτι, νωρίτερα, από την προκαθορισμένη ώρα. Εκείνη την ώρα μέσα στο σπίτι γινόταν πόλεμος… Με χτυπούσε και εγώ ούρλιαζα γιατί με τραβούσε από τα μαλλιά και με έσερνε σε όλο το σπίτι. Τότε η μητέρα μου χτύπησε το κουδούνι, εκείνος πανικοβλήθηκε. Σταμάτησε. Όταν η πόρτα άνοιξε και η μητέρα μου με αντίκρισε σε αυτή την κατάσταση, τον πέταξε έξω από το σπίτι με τις κλωτσιές. Αλλάξαμε κλειδαριές… Και κάπως έτσι έφυγε από το σπίτι.
• Η μητέρα σου, τι σου είπε;
Ότι έπρεπε να της είχα μιλήσει από την αρχή. Ότι έπρεπε να απευθυνθούμε στην αστυνομία, να κινηθούμε δικαστικά.
• Το έκανες;
Όχι…
• Γιατί;
Γιατί η Ρόδος είναι μια μικρή κοινωνία. Ντρεπόμουν. Δεν ήθελα να μαθευτεί ότι μια γυναίκα όπως εγώ, με σπουδές, με καλή δουλειά, από καλή οικογένεια είχα υποστεί όλον αυτόν τον εξευτελισμό. Φοβόμουν ότι θα με ρωτήσουν γιατί το υπέμενα και δεν θα είχα απάντηση. Δεν έχω απάντηση μέχρι σήμερα.
• Εκείνος πώς αντέδρασε;
Στην αρχή με βομβάρδιζε με μηνύματα αγάπης. Μετά με απειλές. Ερχόταν κάτω από το σπίτι έκανε φασαρία, έβριζε, απειλούσε. Όμως εγώ δεν ήμουν πια μόνη μου, είχα ανθρώπους γύρω μου και αισθανόμουν δυνατή και πιο σίγουρη για τον εαυτό μου. Σιγά σιγά εξαφανίστηκε από την ζωή μου. Βρήκε, δυστυχώς, άλλο θύμα.
• Πώς είναι σήμερα η ζωή σου;
Είμαι πολύ καλά. Εχω έναν υπέροχο σύζυγο και περιμένουμε το πρώτο μας παιδάκι με το καλό. Τότε δεν φανταζόμουν ότι θα μπορούσα να γλιτώσω από τον εφιάλτη αλλά σήμερα ζω σε ένα όνειρο.
• Γιατί αποφάσισες να μιλήσεις σήμερα;
Γιατί δεν έχω ξεχάσει τον εφιάλτη και γιατί πιστεύω ότι κι άλλες γυναίκες σαν εμένα, περνούν αυτά που πέρασα εγώ και δεν μιλούν. Δεν ξέρω τι θα μου συνέβαινε αν δεν είχε έρθει η μαμά μου εκείνη την ημέρα στο σπίτι να με γλιτώσει από τα χέρια του. Θέλω να πω ότι στις γυναίκες που κακοποιούνται, να μην φοβούνται να ζητήσουν βοήθεια. Να μην υπομένουν την βία όπως έκανα εγώ. Κανένας άνθρωπος και κανένα πλάσμα του Θεού δεν αξίζει τέτοια συμπεριφορά. Οι άνθρωποι που ασκούν βία είναι άρρωστοι, δεν υπακούουν σε κανόνες λογικής και δεν ελέγχουν την συμπεριφορά τους. Το κακό μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Μιλήστε, ζητήστε βοήθεια. Εχουμε δομές στη Ρόδο που μπορούν να σας δώσουν λύση. Ο φόβος μάς δένει τα χέρια και μας κάνει ανίσχυρες και ευάλωτες, μας μετατρέπει σε θύματα του κάθε άρρωστου. Δεν είναι τόσο δυνατοί όσο μας δείχνουν, ο φόβος μας κάνει να τους βλέπουμε δυνατούς…
• Παρόλα αυτά Μαρία, επιλέγεις να μην δείχνεις το πρόσωπό σου.
Δεν έχει σημασία το πρόσωπο, δεν έχει σημασία αν με λένε Μαρία, Ελευθερία, Ελένη, Γεωργία. Σίγουρα υπάρχει κάποια Ελευθερία, κάποια Ελένη ή κάποια Γεωργία που κακοποιείται συστηματικά από τον σύντροφό της ή τον σύζυγό της δίπλα μας και είτε δεν το γνωρίζουμε είτε σιωπούμε. Η σιωπή είναι συνενοχή. Σίγουρα υπάρχει κάποια Ελευθερία, κάποια Ελένη ή κάποια Γεωργία που περιμένει να την απελευθερώσουμε. Καμία γυναίκα δεν το αξίζει αυτό, κανένας άνθρωπος δεν το αξίζει αυτό. Αν σήμερα διαβάσει αυτήν την συνέντευξη έστω και μια γυναίκα που κακοποιείται, θέλω να της πω να σπάσει τα δεσμά της το συντομότερο, να φύγει. Μπορεί να σταθεί στα πόδια της με τη βοήθεια των ειδικών και των δικών της ανθρώπων και να ζήσει την ζωή που της αξίζει.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ