Ο δημοσιογράφος του protothema.gr Γιώργος Διονυσόπουλος μας μεταφέρει την εμπειρία του να πετάς με μαχητικό
«Ψυχή που έχουν!», ήταν η φράση που σιγομουρμούρισε μία ηλικιωμένη επισκέπτης της στατικής έκθεσης των μαχητικών αεροσκαφών στην 114 Πτέρυγα Μάχης, ενώ παρακολουθούσε τη διαδοχική απογείωση δύο μαχητικών αεροσκαφών της Πολεμικής μας Αεροπορίας, την περασμένη Κυριακή, στην Τανάγρα.
Συμπτωματικά είχα σταθεί δίπλα της, παρακολουθώντας με το ίδιο δέος αρχικά την τροχοδρόμηση και εν συνεχεία τον εκκωφαντικό θόρυβο που έκαναν οι ιπτάμενες μηχανές λίγο πριν αφήσουν το έδαφος με άγνωστη κατεύθυνση. Μοιραζόμουν την εικόνα με τα ίδια περίπου συναισθήματα, αλλά και με μία τεράστια προσμονή, αφού με αφορμή τη γιορτή της Πολεμικής Αεροπορίας ήμουν ένας εκ των τριών δημοσιογράφων του στρατιωτικού ρεπορτάζ, που κληρώθηκαν να πετάξουν με μαχητικό αεροσκάφος. Έχοντας ξυπνήσει άγρια χαράματα προκειμένου να είμαι έξω από την πύλη του αεροδρομίου στις 7 το πρωί, όπως προέβλεπε το σχετικό πρόγραμμα, σκεφτόμουν ήδη το βασικό κορμό για το κείμενο που θα έγραφα μετά την πτήση μου.
Για τους ήρωες πιλότους που καθημερινά αναχαιτίζουν τα εχθρικά αεροσκάφη στο Αιγαίο, τα «γαλάζια φτερά» που μας κάνουν όλους υπερήφανους, τους άγρυπνους φρουρούς των συνόρων μας και πολλά άλλα κλισέ που, όλα τους, κατά καιρούς, έχουν γραφτεί στον Τύπο. Όχι ότι δεν ισχύουν όλ’ αυτά. Ισχύουν και με το παραπάνω.
Φεύγοντας όμως και έχοντας πλέον την εμπειρία της πτήσης, εκείνο που μου έμεινε περισσότερο εντυπωμένο στη μνήμη μου ήταν η φράση της ηλικιωμένης κυρίας. Χωρίς να έχει πετάξει ποτέ της, χωρίς καν ίσως να έχει μπει σε πιλοτήριο, έπιασε την ουσία. Και η ουσία είναι πως, πέρα από την αγάπη για την πατρίδα σου, για την ΠΑ και για τα μαχητικά αεροσκάφη, θα πρέπει να έχεις επίσης τεράστιες αντοχές, απεριόριστη εσωτερική δύναμη και να σου αρέσει υπερβολικά η ελευθερία, η μοναξιά και να ζεις τη ζωή σου στα όρια, για να είσαι πιλότος σε μαχητικό αεροσκάφος.
Κανένας φόβος
«Πώς αισθάνεσαι όταν μπαίνεις στο πιλοτήριο για να φύγεις για αναχαίτιση στο Αιγαίο; Δεν φοβάσαι;» ρωτάω έναν από τους ιπταμένους της 341 Μοίρας F-16 που εδρεύει στην Αγχίαλο, ενώ περιμένω να φορέσω τη φόρμα του πιλότου. «Δεν έχω κανένα φόβο, ούτε και το σκέπτομαι. Ίσα ίσα η χαρά μου ότι θα μπω στο πιλοτήριο είναι απερίγραπτη. Και να σου πω και κάτι; όσο εγώ χαίρομαι άλλο τόσο λυπάται το τεχνικό και βοηθητικό προσωπικό που ετοιμάζει το αεροσκάφος γιατί θα ήθελε και αυτό να είναι στην ίδια θέση με εμένα» μου απαντάει, προσθέτοντάς ότι το ίδιο τυχερός θα πρέπει να νιώθω κι εγώ γιατί η πτήση με ένα μαχητικό αεροσκάφος είναι από μόνη της μια εμπειρία ζωής.
Η πτήση
Φοράω τη φόρμα του πιλότου, μου βάζουν τα διακριτικά της 341 Μοίρας, μιας και το F-16 με το οποίο θα πετάξω ανήκει στη δύναμή της και περιμένω να με φωνάξουν για ενημέρωση, μαζί με τους υπόλοιπους (ένας απόστρατος αξιωματικός της ΠΑ και ένας ακόμη συνάδελφος δημοσιογράφος) που αποτελούμε το «δεύτερο κύμα» των επετειακών πτήσεων. Με κάποια δόση υπερηφάνειας και μπόλικης χαράς κοιτάζω στο στήθος μου το σήμα με το βέλος που τρυπάει τέσσερίς άσους, με πρώτον και καλύτερο τον άσσο σπαθί, σύμβολο εύνοιας και τύχης, σε χρώμα κόκκινο και μαύρο. Μπαίνουμε στην αίθουσα προετοιμασίας του διοικητηρίου της 331 Μοίρας στην Τανάγρα όπου και μας γίνεται η ενημέρωση για τον καιρό, τις συνθήκες της πτήσης και την πορεία που θα ακολουθήσουμε. «Ξεκινάμε από Τανάγρα και ακολουθούμε πορεία προς Νότιο Αιγαίο. Θα πετάξουμε πάνω από τους Καλόγερους και εν συνεχεία θα κινηθούμε προς Μύκονο. Θα περάσουμε ανάμεσα από Πάρο και Νάξο, θα κατευθυνθούμε προς Σίκινο και Σαντορίνη έως Ικαρία και θα επιστρέψουμε πετώντας πάνω από Σκύρο και Εύβοια πίσω στην 114 Πτέρυγα Μάχης» μας εξηγεί ο επικεφαλής αξιωματικός, Σμηναγός στο βαθμό, του ζεύγους των F-16 και του ενός Φάντομ, με τα οποία θα πραγματοποιηθούν οι πτήσεις.
«Μην ανησυχείς δεν πρόκειται να πάει τίποτα στραβά…»
Λίγο νωρίτερα έχουμε γνωριστεί ο καθένας με τον κυβερνήτη του μαχητικού που έχει κληρωθεί να πετάξει. Ο Γιάννης, όπως είναι το μικρό όνομα του υποσμηναγού και κυβερνήτη του F-16 Block-50, με τον κωδικό Arrow, με το οποίο θα πραγματοποιήσω την πτήση, μου εξηγεί τη χρήση του καθίσματος εκτίναξης, στο ενδεχόμενο που συμβεί το οτιδήποτε. «Μην ανησυχείς δεν πρόκειται να πάει τίποτα στραβά, αλλά έτσι προβλέπεται» μου εξηγεί, συμπληρώνοντας πως από τη στιγμή που θα δοθεί εντολή εγκατάλειψης του αεροσκάφους, μεσολαβούν περίπου 0,7 δέκατα του δευτερολέπτου για να βρεθούμε εκτός πιλοτηρίου.
«Δεν φαίνονται πολλά, αλλά εάν συμβεί κάτι τέτοιο, ο χρόνος περνάει σε άλλη διάσταση με αποτέλεσμα η όλη διαδικασία της εκτίναξης να σου φανεί ότι κρατάει 2 ώρες…» προσθέτει με νόημα. Όση ώρα μιλάμε με οδηγεί στον χώρο όπου φυλάσσονται οι στολές αντι-g. Ενώ τη φοράω πάνω από τη φόρμα, αρχίζω να νιώθω όλο και περισσότερο μία έξαψη, όχι μόνο γιατί ένα παιδικό όνειρο γίνεται πραγματικότητα, αλλά και διότι αρχίζω να μπαίνω στο πετσί του ρόλου. Ενός ρόλου, για τον οποίο έχω γράψει τόσα πολλά χωρίς επί της ουσίας να γνωρίζω -όπως εκ των υστέρων αποδείχτηκε- παρά ελάχιστα πράγματα.
Η απογείωση
Το «δεύτερο κύμα», συνολικά έξι άτομα, τρεις κυβερνήτες και εμείς οι υπόλοιποι ως συγκυβερνήτες, μπαίνουμε στο βαν που θα μας μεταφέρει στον χώρο όπου μας περιμένουν τα μαχητικά. Με τη βοήθεια του υπόλογου, δένομαι στο κάθισμα του πιλοτηρίου. Ζώνες παντού και δύο σωληνάρια, ένα παρέχει οξυγόνο και συνδέεται με τη μάσκα και ένα δεύτερο που τροφοδοτεί με αέρα τη στολή αντι-g. Η καλύπτρα, σε σχήμα σταγόνας, κλείνει. Η θέα που σου παρέχει είναι ανεμπόδιστη, σε σημείο που να έχεις την αίσθηση πως είσαι πάνω και όχι μέσα στο αεροσκάφος. Λίγα λεπτά αργότερα απογειωνόμαστε. Η ώση του αεροσκάφους είναι εντυπωσιακή. Τα δύο F-16 κινούνται σε σχηματισμό και σε μικρή απόσταση το ένα από το άλλο. «Όταν θα ανέβουμε και κατά τη διάρκεια των ελιγμών να προσπαθείς να είσαι πάντα σφιγμένος σε όλο σου το σώμα, για να αντιμετωπίσεις καλύτερα τις συνέπειες από την αύξηση της επιτάχυνσης πάνω σου» θυμήθηκα ότι μου είπε ο υποσμηναγός κυβερνήτης του μαχητικού, όταν λίγο νωρίτερα, έπαιρνα τη θέση μου στο κόκπιτ. Χαλάρωσα μόνο όταν κατέβηκα…
«Πώς θες να πετάξουμε;»
Η μέρα είναι υπέροχη και η θέα εκθαμβωτική. Παντού μπλε γύρω σου και απέραντο γαλάζιο από κάτω. Η ηρεμία δεν κράτησε πολύ. «Πως θες να πετάξουμε;» με ρώτησε μέσω της ενδοεπικοινωνίας ο Γιάννης. «Ας μην κάνουμε την πτήση εμπορική…» ήταν η απάντησή μου. Δευτερόλεπτα αργότερα το αεροσκάφος επιταχύνοντας θα προχωρήσει σε κλειστή στροφή με αποτέλεσμα τα g από 1 να γίνουν 4. Νιώθω την αντι-g στολή να φουσκώνει με αέρα από κάτω προς τα πάνω, προκειμένου να διευκολύνει τη ροή του αίματος προς το κεφάλι. Το βάρος αυξάνει, το στομάχι φεύγει από τη θέση του, το κεφάλι πιέζεται έντονα και η ορατότητα αρχίζει να περιορίζεται αισθητά. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ, μόλις 1 με 2 δευτερόλεπτα. Μου φάνηκαν λεπτά. Δεν αισθάνεσαι φόβο, μόνο δυσφορία, ανάμικτη με ένα κύμα έξαψης.
Θάλασσα και ξηρά έχουν γίνει ένα
Ακολουθεί χαμηλή πτήση λίγες δεκάδες πόδια πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Δίπλα μας και σε κοντινή απόσταση πετάει το δεύτερο F-16, με τον αρχηγό του σχηματισμού και τον κωδικό ghost. Κινούμαστε πότε παράλληλα και πότε με ελιγμούς που προσομοιάζουν με φιγούρες σε έναν αέρινο χορό, όπου και τα δύο μέλη ξέρουν ακριβώς τι κάνουν και πότε πρέπει να το κάνουν. Περνάμε πάνω από τη βραχονησίδα Καλόγεροι, η οποία, παρά το ότι δεν φαίνεται ούτε στο χάρτη, οι τούρκοι την έχουν κάνει μία από τις πιο γνωστές του Αιγαίου, λόγω των υπερπτήσεων που έκαναν μέχρι και τις αρχές Φεβρουαρίου, γιατί μετά σταμάτησαν σχεδόν εντελώς ακόμη και τις παραβιάσεις. Συνεχίζουμε με πορεία νότια και πετάμε σε χαμηλό ύψος πάνω από τη Μύκονο. Η θέα πανοραμική. Βλέπεις από κάτω σου το νησί, χτισμένο σχεδόν παντού και με μία αίσθηση ότι η θάλασσα έχει παρεισφρήσει στην ξηρά. Τόσες ήταν και έτσι φαίνονταν οι πισίνες από ψηλά…
Οι ελιγμοί και οι αερομαχίες
Περνάμε ανάμεσα από Πάρο και Νάξο και συνεχίζουμε για Σαντορίνη. Μπαίνουμε με χαμηλό ύψος μέσα στην Καλντέρα και ανεβαίνουμε απότομα. Οι δυνατότητες του αεροσκάφους, η ευελιξία και η γρηγοράδα του είναι απίστευτες. Το ίδιο και η δυσφορία που νιώθει όμως και κάποιος αδαής σαν εμένα. Τα g θα ανέβουν απότομα και πάλι, είναι ίσως η τρίτη ή η τέταρτη φορά, έχω σταματήσει και να μετράω και να θυμάμαι. Το οξυγόνο ρέει άφθονο μέσα στη μάσκα, η θερμότητα στο σώμα αυξάνει και ο ιδρώτας κυλά από παντού. Ρωτάω από την ενδοεπικοινωνία εάν όλ’ αυτά είναι φυσιολογικά. «Πιάσαμε επιτάχυνση περίπου 4 g. Είναι όλα απόλυτα φυσιολογικά, λόγω της καταπόνησης που δέχεται το σώμα σου» με καθησυχάζει ο κυβερνήτης. «Σκέψου τι συμβαίνει όταν είσαι πιλότος σε αποστολή αερομαχίας και αντί για 4 g πραγματοποιείς ελιγμούς και αναπτύσσεις ταχύτητες που μπορεί να φτάσουν τα 7-8 ή ακόμη και τα 9 g. Και όλ’ αυτά ενώ θα πρέπει να αντιμετωπίσεις και τον αντίπαλο. Για εμάς όμως είναι μία καθημερινότητα, την οποία αντιμετωπίζουμε μέσω της συνεχούς εκπαίδευσης και της διαρκής αξιολόγησης από τους ανωτέρους μας» μου επισημαίνει ο Γιάννης.
Η προσγείωση
Συνεχίζοντας την πτήση μας φτάνουμε Ικαρία όπου και με μία ανοιχτή χαμηλή στροφή, λίγο πάνω από τη θάλασσα, παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής προς την Τανάγρα. Ένα δρομολόγιο που εάν το έκανες με πλοίο της ακτοπλοΐας θα ήθελες κάτι παραπάνω από 8 ώρες, εμείς το κάναμε μέσα σε λιγότερο από… 12 λεπτά και με σχετικά χαμηλή ταχύτητα για F-16. Ενώ προσεγγίζουμε τον αεροδιάδρομο της 114 Πτέρυγα Μάχης, στο σχηματισμό μας θα μπει και ένα Φάντομ το οποίο περίμενε να πάρει σειρά προσγείωσης. «Υπάρχει συνωστισμός λόγω της αεροπορικής επίδειξης στο Φλοίσβο, η οποία μόλις ολοκληρώθηκε», μου λέει ο κυβερνήτης. Λεπτά αργότερα τροχοδρομούμε στο διάδρομο προσγείωσης.
Η μοναδική εμπειρία
Δυσκολεύομαι να πιστέψω όσα είδα και όσα έζησα. Από την άλλη δεν μπορώ να παραβλέψω και την ανακούφιση που ένιωσα, καθώς το να φλερτάρεις σχεδόν μία ώρα με τη ναυτία, το ανεβοκατέβασμα της πίεσης και την εναλλαγή των g στο σώμα σου, δεν είναι και ότι καλύτερο, ειδικά εάν είσαι εντελώς ανεκπαίδευτος. Με τη βοήθεια του επισμηναγού θα λυθώ από τη θέση μου και θα κατέβω τη σκάλα του αεροσκάφους, πατώντας γερά το έδαφος με τα πόδια μου. «Πώς μπορείς και αντέχεις κάθε μέρα αυτή την επιβάρυνση στο σώμα σου, την κόπωση και την εξουθένωση που συνεπάγεται η πτήση με ένα μαχητικό και μάλιστα σε συνθήκες που κάποιες φορές προσομοιάζουν με συνθήκες πολέμου στο Αιγαίο;» ρωτάω τον, μέχρι και πριν λίγη ώρα, κυβερνήτη μου. «Πίστεψέ με, πολύ πιο χειρότερο από αυτό είναι η ατέλειωτη αναμονή στα readiness. Μόνη μας λύτρωση είναι η λέξη scramble, το άκουσμα της οποίας μας δίνει τη δυνατότητα μέσα σε μόλις λίγα λεπτά να βρεθούμε και πάλι στον ουρανό του Αιγαίου κυνηγώντας τους εισβολείς» μου απαντά χαμογελώντας ο υποσμηναγός. Μπαίνοντας στο βαν της επιστροφής στο διοικητήριο και κοιτάζοντας από το παράθυρο βλέπω την διαδοχική προσγείωση ενός Rafale και ενός Μιράζ. Αυτόματα στο μυαλό μου έρχεται για μία ακόμη φορά η φράση της ηλικιωμένης κυρίας. «Για να τα κάνεις όλ’ αυτά και να είσαι σε θέση να αντέχεις όλη αυτή την κόπωση και εξουθένωση υπηρετώντας απλά και μόνο τη πατρίδα σου, δεν έχεις ψυχή, έχεις πολλή… ψυχή» σκέφτηκα.