Τις τελευταίες δεκαετίες η Χώρα μας έχει στρέψει σε πολύ μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον της προς αυτό που πολλοί ονομάζουν «Βιομηχανία του Τουρισμού». Τα μεγαλύτερα ποσοστά εσόδων του ΑΕΠ που έρχονται στα κρατικά ταμεία προέρχονται από την ενασχόληση με τον τομέα του τουρισμού.
Αυτός εκ πρώτης όψεως θεωρείται ένας τομέας σοβαρής ανάπτυξης των πλουτοπαραγωγικών πηγών της και είναι. Ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο αυτή η ανάπτυξη επιτυγχάνεται, μπορεί να καθορίσει θετικά ή αρνητικά τη μελλοντική της
οικονομία, συνδυασμένη με πλήθος παραμέτρων και παραγόντων οι οποίοι είτε θα αναβαθμίσουν είτε θα υποβαθμίσουν ολέθρια τελικώς την ποιότητα ζωής των γηγενών κατοίκων της.
Μέχρι στιγμής οι κύριες περιοχές που σχεδόν μονοπωλούν την ενασχόληση με τον τουρισμό (εις βάρος πολλών επαγγελματικών δραστηριοτήτων που τείνουν ή έχουν ήδη εξαφανιστεί), είναι τα νησιά.
Το ιδανικό κλίμα σε συνδυασμό με το μοναδικού κάλλους φυσικό τοπίο πολλών περιοχών ευνοούν πολύ την καλλιέργεια του ενδιαφέροντος των επισκεπτών, οπότε η παροχή όσο περισσότερο καλύτερων συνθηκών διαμονής και φιλοξενίας είναι σχεδόν επιβεβλημένη.
Το ερώτημα που τίθεται είναι: Πόσοι τελικά επισκέπτες μπορούν ταυτόχρονα να συνυπάρχουν σε ένα μέρος, ώστε η παρουσία τους να μη δημιουργεί πρόβλημα σε
κανέναν τομέα τόσο στους ίδιους όσο και στους μόνιμους κατοίκους;
Η λογική μας λέει ότι όσο και να θέλουμε κόσμο να επισκέπτεται τα νησιά μας, δε μπορεί αυτός ο κόσμος να είναι απεριόριστος, γιατί το ανεξέλεγκτο πλήθος δε θα μπορεί ούτε να εξυπηρετηθεί, ούτε να απολαύσει τη διαμονή του, ούτε να μη διαταράξει τις ευαίσθητες τοπικού χαρακτήρα ισορροπίες.
Ως προς το θέμα αυτό, υπάρχει ένας επιστημονικός όρος ο οποίος ονομάζεται «φέρουσα ικανότητα τοπίου», εν προκειμένω του νησιωτικού, του τουριστικού, του αστικού, του φυσικού κ.ο.κ. Ο όρος αυτός περιγράφει τον μέγιστο αριθμό ανθρώπων που μπορεί να μοιράζονται τον ίδιο γεωγραφικό πεπερασμένο χώρο κάθε φορά και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Κάθε περιοχή έχει έναν τέτοιο δείκτη τον οποίο θα έπρεπε να λαμβάνουμε υπόψιν πριν την ανεξέλεγκτη έκδοση οικοδομικών αδειών για καταλύματα, των οποίων έπειτα
επιδιώκουμε την πληρότητα (για να πούμε ότι «πήγε καλά η σεζόν..»).
Για τον υπολογισμό της «φέρουσας ικανότητας τοπίου» λαμβάνονται υπόψιν κάποιοι μετρήσιμοι δείκτες, οι οποίοι μπορούν να καταγραφούν από εξειδικευμένες επιστημονικές ομάδες και αφορούν για παράδειγμα στα αποθέματα φυσικών πόρων (πχ νερό
και ενέργεια), την ελάχιστη απόσταση που μπορεί δύο άνθρωποι να έχουν μεταξύ τους σε έναν δημόσιο χώρο χωρίς να αισθάνονται ανασφάλεια (η απόσταση αυτή έχει αυξηθεί μετά την έλευση της πανδημίας του κορωνοϊού), οικολογικοί δείκτες για τη διασφάλιση της μη διατάραξης του φυσικού τοπίου και των εκάστοτε οικοσυστημάτων, δείκτες φυσικού κάλλους οι οποίοι αφορούν στην ανάγκη αισθητικής διατήρησης και στο
βαθμό των επιτρεπτών ανθρώπινων επεμβάσεων στο τοπίο, ιδίως σε ορισμένες περιοχές όπου αυτό κρίνεται έως και «εξαιρετικό» κλπ.
Οι παραπάνω δείκτες είναι φυσικά γνωστοί σε ειδικά κυβερνητικά κλιμάκια και
χρησιμοποιούνται όταν διαμορφώνονται οι λεγόμενες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων και βάσει αυτών γίνεται η όποια εκμετάλλευσή τους.
Αν καθίσει κανείς και λάβει σοβαρά υπόψιν του τις παραπάνω προϋποθέσεις, θα διαπιστώσει ότι ιδίως στα νησιά μας, σε συγκεκριμένες περιόδους του έτους έρχονται ανεξέλεγκτα υπεράριθμοι επισκέπτες, η παρουσία των οποίων τελικά δημιουργεί προβλήματα τόσο στους μόνιμους κατοίκους όσο και στους ίδιους τους επισκέπτες.
Το γεγονός αυτό όμως από μόνο του δημιουργεί την αντίφαση ότι ενώ εκ πρώτης όψεως
είναι ένδειξη ότι η περιβόητη σεζόν πήγε περίφημα και είχαμε πλήρη κάλυψη κλινών κλπ, εν τέλει μακροπρόθεσμα οι ίδιοι υποβαθμίζουμε τις υφιστάμενες αντικειμενικές αξίες του προϊόντος που προωθούμε, με αναπόφευκτο αποτέλεσμα την έλευση μεν ίσως και περισσότερων επισκεπτών τις επόμενες χρονιές αλλά…για πολύ λιγότερα χρήματα!
Ο μαζικός τουρισμός, η απουσία στρατηγικού και χωροταξικού σχεδιασμού σε πολλές περιπτώσεις νέων δομήσεων μεγάλων εκτάσεων με ρυθμούς «οικοδομικού οργασμού», η πολιτική των “all inclusive”, ο εκτοπισμός των μικρομεσαίων τοπικών επιχειρήσεων και η μη επαρκής εν τέλει κερδοφορία των γηγενών πολιτών που διαμένουν στα νησιά είναι η απόδειξη των παραπάνω:
Παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων της Χώρας μας προέρχεται από τον τουρισμό των νησιών, εν τέλει οι κοινωνικές δημόσιες παροχές για τους μόνιμους κατοίκους των νησιών (οι οποίοι συμβάλλουν στα κέρδη αυτά με τον κόπο τους) είναι σχεδόν τριτοκοσμικές σε όλα τα επίπεδα.
Η διατήρηση των χαμηλών συντελεστών δόμησης, ο περιορισμός της ανεξέλεγκτης δόμησης για καταλύματα, η δημιουργία κινήτρων και η στροφή του ενδιαφέροντος όσων ασχολούνται με τον τουρισμό και σε άλλους κλάδους όπως ανάδειξη παλαιών τεχνών και επαγγελμάτων που έχουν εκλείψει όμως ανήκουν στην τοπική μας λαογραφία και ιστορία (για παράδειγμα αγροτοτουρισμός) θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν κάπως όλο αυτό το ρεύμα που αν το δει κανείς πιο μακροπρόθεσμα, μάλλον δεν είναι για το καλό του τόπου
ιδίως με τον τρόπο που το αντιμετωπίζουμε.
Ας φανταστούμε μετά από μερικά χρόνια, ποιός τελικά επισκέπτης θα ενδιαφερόταν να έρθει στον τόπο μας;
Σίγουρα εκείνοι που θα πουν «μα τσάμπα είναι, τι έχω να χάσω, στην τελική θα έχω ήλιο και θάλασσα..».
Ας αναλογιστεί ο καθένας μας, τέτοιους επισκέπτες θέλουμε, αξίζει ο τόσος κόπος για αυτήν την απαξίωση που ξεκινάει πρώτα από εμάς τους ίδιους;
Σ.Μ.
Ουκ εν τω πολλω το ευ αλλ εν τω ευ το πολύ .
TSIRKO MEDRANO
Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΗΤΑΝ ΕΙΝΑΙ Κ ΘΑ ΕΙΝΑΙ…. ΔΕ ΘΑ ΧΑΘΕΙ ΠΟΤΕ…ΕΙΤΕ ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΕΙΤΕ ΠΟΣΟΤΙΚΟΣ ΟΛΑ ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΝ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ… ΚΥΡΙΩΣ ΕΜΕΙΣ ΕΔΩ ΣΤΗ ΚΩ ΕΧΟΥΜΕ ΤΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΞΕΝΟΔ…ΥΠΟΔΟΜΕΣ Κ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΕΣ ΚΙΟΛΑΣ! ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΝΕΡΟ ΑΣ ΑΝΑΛΑΒΟΥΝ ΟΙ ΥΠΕΥΘΗΝΟΙ ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΟΥΣ…. ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΕΒΑΙΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ Κ ΜΕ ΤΟ ΡΕΥΜΑ ΤΟΥΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥΣ ΜΗΝΕΣ… ΕΚΣΥΧΡΟΝΙΣΜΟΣ… ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ….ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ… Η ΚΩΣ ΜΠΟΡΕΙ!