Δύο κάλπες στις 14 Μαΐου – Η αντιπολίτευση δεν έχει καταλήξει σε κοινό υποψήφιο – Ο Ερντογάν προτιμά τον Κιλιτσντάρογλου
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιλέγει να βαδίσει στα χνάρια του Αντνάν Μεντερές, αν και γνωρίζει πως ο πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας ολοκλήρωσε τον πολιτικό και βιολογικό βίο του στην αγχόνη.
Ο Ερντογάν, μαέστρος των συμβολισμών, επέλεξε ως ημερομηνία διπλών εκλογών τη 14η Μαΐου, εργαλειοποιώντας το συναίσθημα απέναντι στη δυσαρέσκεια για τα σοβαρά προβλήματα της χώρας και την αποτυχία του να πείσει ότι η Τουρκία κατέστη επί των ημερών του η περιφερειακή υπερδύναμη που οραματιζόταν.
Η 14η Μαΐου 1950 είναι η μέρα που το Δημοκρατικό Κόμμα μπόρεσε να υπερισχύσει των κεμαλικών του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος, κερδίζοντας τις εκλογές στην Τουρκία. Ο Ερντογάν θέλει να εμφανίζεται ως πολιτικός διάδοχος του Μεντερές, ο οποίος κυβέρνησε ως το 1960, οπότε ανετράπη με πραξικόπημα και εκτελέστηκε.
Μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κυβερνώντος κόμματος πριν από λίγες ημέρες αποκάλυψε την ημέρα διεξαγωγής των πρόωρων εκλογών λέγοντας: «Στις 14 Μαΐου 1950 ο αείμνηστος Μεντερές είπε “φτάνει πια” και βγήκε από την κάλπη με μεγάλη νίκη. Ζητάμε τη στήριξη του έθνους μας το 2023 λέγοντας “φτάνει”, ο λόγος, η απόφαση και το μέλλον ανήκουν στο έθνος».
Δύο κάλπες
Στις 14 Μαΐου θα στηθούν δύο κάλπες (προεδρικές και βουλευτικές) και ουσιαστικά θα συγκρουστούν δύο μέτωπα. Το ένα είναι αυτό του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν, με δεκανίκι τον ακραίο ισλαμιστή Ντεβλέτ Μπαχτσελί και το άλλο αυτό του «τραπεζιού των έξι», με τα κόμματα της αντιπολίτευσης που ακόμα δεν έχουν καταλήξει σε κοινό υποψήφιο. Από το σχήμα της αντιπολίτευσης απουσιάζει μόνο το φιλοκουρδικό κόμμα, με τον φυσικό ηγέτη του Σελαχατίν Ντεμιρτάς να βρίσκεται στη φυλακή.
Ο Ερντογάν στοχεύει σε παράταση της 20ετούς κυριαρχίας του στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας, παραμένοντας για ακόμα μία θητεία στην προεδρία του κράτους, διατηρώντας παράλληλα και τον έλεγχο στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση.
Στις 14 Μαΐου θα παιχτεί το πρώτος μέρος του παιχνιδιού εξουσίας, καθώς θα ξεκαθαρίσει το θέμα της κοινοβουλευτικής ισχύος των κομμάτων, αλλά θα παραμείνει ανοικτό το θέμα της εκλογής προέδρου, αφού κανείς εκ των φερόμενων ως υποψηφίων δεν φαίνεται να μπορεί να αγγίξει τον στόχο του 50%+1 που απαιτείται για εκλογή.
Αυτό σημαίνει ότι μία εβδομάδα μετά, στις 21 Μαΐου, θα ξαναστηθούν κάλπες για αναμέτρηση των δύο επικρατέστερων ώστε να δοθεί η τελική μάχη, η οποία θα κρίνει αν η εποχή Ερντογάν έφτασε στο τέλος της. Η εβδομάδα μεταξύ 14ης και 21ης Μαΐου θεωρείται απ’ όλους τους πολιτικούς αναλυτές ιδιαίτερα επικίνδυνη, καθώς ο απρόβλεπτος Ερντογάν θα μπορούσε να προκαλέσει μια τεχνητή κρίση που θα του επιτρέψει την επίκληση άρθρων του Συντάγματος που προνοούν την επ’ αόριστον αναβολή της εκλογικής διαδικασίας για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Δεν αποκλείεται αυτή η τεχνητή κρίση, αν επιλέξει αυτή την οδό ο Ερντογάν, να χρησιμοποιηθεί και για σκοπούς συσπείρωσης των εθνικιστών, ώστε να ενισχυθεί η υποψηφιότητά του στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. Αυτό που κανένας δεν μπορεί να προβλέψει είναι αν μια τέτοια κρίση μπορεί να είναι ελεγχόμενη ή αν θα δημιουργήσει ευρύτερη αστάθεια στην περιοχή με συνέπειες που θα καθιστούν πλέον τις εκλογές θέμα ελάσσονος σημασίας.
Μέχρι αυτή τη στιγμή δεν είναι σαφές ποιος από τους ισχυρούς παράγοντες της αντιπολίτευσης θα βρεθεί απέναντι στον Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές. Πάντως, αν ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος μπορούσε να επιλέξει αντίπαλο, αυτός θα ήταν ο ηγέτης του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κομματος (CHP), Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Ο Κιλιτσντάρογλου θα μπορούσε να επιβάλει την υποψηφιότητά του, λόγω της ισχύος του κόμματός του, αλλά είναι λιγότερο δημοφιλής από τους δημάρχους της Αγκυρας Μανσούρ Γιαβάς και της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, οι οποίοι θεωρούνται επίσης πιθανοί υποψήφιοι αντίπαλοι του Ερντογάν. Και οι δύο είναι στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κομματος (CHP) και ο Κιλιτσντάρογλου τους θεωρεί απειλή για την ηγεσία του κόμματος.
Ωστόσο, από τις μέχρι σήμερα μετρήσεις φαίνεται πως ο Κιλιτσντάρογλου δεν καταφέρνει επιτυχώς σημαντική διείσδυση προς τα δεξιά ώστε να προσελκύσει συντηρητικούς ψηφοφόρους και καθιστά επισφαλή την επικράτηση της αντιπολίτευσης, αν ο Ερντογάν οξύνει περαιτέρω τους τόνους, κυρίως προς την Ελλάδα.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο Κιλιτσντάρογλου θα επιμένει ως το τέλος να είναι αυτός ο επικεφαλής του αντιπολιτευτικού μετώπου, το οποίο δεν διακρίνεται για τη συνοχή του ακόμα και σε θέματα κεφαλαιώδους σημασίας. Κύριος στόχος είναι ο τερματισμός της μονοκρατορίας Ερντογάν και του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Ενα ακόμα κώλυμα για τον ηγέτη του CHP είναι η θρησκευτική του ταυτότητα, καθώς είναι αλεβίτης σε μια χώρα όπου κυριαρχούν οι σουνίτες μουσουλμάνοι.
Σε περίπτωση που ο Κιλιτσντάρογλου δεν μπορέσει να επιβάλει την υποψηφιότητά του, θα προτιμούσε ως υποψήφιο πρόεδρο τον Μανσούρ Γιαβάς, τον οποίο δεν θεωρεί απειλή για την ηγεσία του κόμματος. Ωστόσο, ο Γιαβάς, παρότι μπορεί να κερδίσει ψήφους από τα δεξιά, δεν θα στηριχθεί από το κουρδικό και το φιλοκουρδικό στοιχείο, το οποίο παίζει ρόλο ρυθμιστή αφού το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) είναι το τρίτο κόμμα.
Το HDP δεν έχει ενταχθεί στο «τραπέζι των έξι» και ο φυλακισμένος από το 2016 Ντεμιρτάς δεν αποκλείει τη στήριξη του υποψηφίου της αντιπολίτευσης. Μέχρι στιγμής το HDP προσανατολίζεται σε αυτόνομη διεκδίκηση των προεδρικών εκλογών, αν μέχρι τον Μάιο ο Ερντογάν δεν έχει καταφέρει να το θέσει εκτός νόμου. Ηδη πολλά στελέχη του κόμματος βρίσκονται στη φυλακή, ενώ έχουν παγώσει οι τραπεζικοί λογαριασμοί τους με δικαστικά διατάγματα, με τον ισχυρισμό διατήρησης σχέσεων με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK).
Ο Εκρέμ Ιμάμογλου έχει, επίσης, καταδικαστεί σε στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, αλλά μπορεί να λάβει μέρος στις εκλογές, καθώς εκκρεμεί η έφεση που έχει καταχωρήσει. Δεν αποκλείεται, όμως, τα δικαστήρια που ελέγχονται από τον Ερντογάν να επισπεύσουν την εκδίκαση της έφεσης ώστε να τεθεί εκτός μάχης και ο Ιμάμογλου. Ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης θεωρείται ο πλέον υπολογίσιμος αντίπαλος του Ερντογάν, λόγω της ισχυρής δημοφιλίας του και της στήριξης που έχει εξασφαλίσει και από ηγέτες άλλων αντιπολιτευόμενων κομμάτων, όπως της Μεράλ Ακσενέρ που ηγείται του δεξιού Καλού Κόμματος.
Η ίδια η Ακσενέρ παρότι είχε θεωρηθεί πιθανή κοινή υποψήφια της αντιπολίτευσης, έχει ξεκαθαρίσει πως δεν θα ήθελε να διεκδικήσει την προεδρία της Τουρκίας, ελπίζοντας πως θα γίνει πρωθυπουργός με την αλλαγή του Συντάγματος και την επαναφορά του κοινοβουλευτικού συστήματος το οποίο κατάργησε ο Ερντογάν. Τη συμμαχία της αντιπολίτευσης αποτελούν το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) του Κιλιτσντάρογλου, το Καλό Κόμμα (Y) της Ακσενέρ, το Ισλαμιστικό Κόμμα Ευδαιμονίας (Saadet) του Τεμέλ Καραμολάογλου, το Δημοκρατικό Κόμμα (DP), το Κόμμα Δημοκρατίας και Προόδου (DEVA) του Αλί Μπαμπατζάν και το Κόμμα του Μέλλοντος (Gelecek) του Αχμέτ Νταβούτογλου.
Τα γκάλοπ
Οι δημοσκοπήσεις που διεξάγονται τους τελευταίους μήνες στη Τουρκία κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικές είναι για τον Ταγίπ Ερντογάν και το κόμμα του. Οπως προκύπτει, ο Τούρκος πρόεδρος χάνει από όλους τους πιθανούς αντιπάλους του, με καλύτερη περίπτωση για τον ίδιο να έχει απέναντί του τον Κιλιτσντάρογλου. Πρόσφατη δημοσκόπηση του περασμένου Δεκεμβρίου φέρνει ως επικρατέστερο υποψήφιο της αντιπολίτευσης έναντι του Ερντογάν τον Γιαβάς, ο οποίος φέρεται να συγκεντρώνει το 51,4% των προτιμήσεων έναντι 33,1, του Ερντογάν. Αυτό το σενάριο οδηγεί σε προεδρικές εκλογές ενός γύρου με ανάδειξη του Γιαβάς στην προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας από την Κυριακή 14 Μαΐου.
Αν ο αντίπαλος του Ερντογάν είναι ο Ιμάμογλου τότε, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, θα υπάρξει και δεύτερος γύρος εκλογών στις 21 Μαΐου. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου συγκεντρώνει το 43,2 % των προτιμήσεων και ο Ερντογάν περιορίζεται στο 36,9%. Στο σενάριο που υποψήφια της αντιπολίτευσης θα είναι η Μεράλ Ακσενέρ τότε, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, φαίνεται να συγκεντρώνει το 42,4%, με τον Ερντογάν να βρίσκεται περίπου 6 μονάδες πίσω, στο 36,3%. Αν τελικώς ο κοινός υποψήφιος της αντιπολίτευσης είναι ο ηγέτης του CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, η παρτίδα δεν θεωρείται χαμένη για τον Ερντογάν αφού ο Κιλιτσντάρογλου συγκεντρώνει 38,6% έναντι 37,6% του Τούρκου προέδρου.
Απώλειες για το AKP
Δημοσκόπηση που διεξήχθη από τις 10 ως τις 12 Ιανουαρίου για τις βουλευτικές εκλογές από την εταιρεία ORC Research δείχνει σημαντικές απώλειες για το ΑΚΡ σε σύγκριση με τις εκλογές του 2018. Το ΑΚΡ φαίνεται να χάνει πέντε ποσοστιαίες μονάδες και από το 43,7% του 2018 να βρίσκεται πλέον στο 38,8%. Το Καλό Κόμμα φαίνεται να εκτοπίζει από τη δεύτερη θέση το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και να λαμβάνει 22,6%. Ακολουθεί το CHP με 18,9% και το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Μπαχτσελί με 15,5%. Τα μικρότερα κόμματα περιορίζονται στο 6,2%.
Μια άλλη δημοσκόπηση του πρώτου μήνα του 2023, η οποία διερεύνησε την πρόθεση ψήφου των νέων ψηφοφόρων, είναι επίσης πλήρως απογοητευτική για το κυβερνών κόμμα της Τουρκίας. Το ΑΚΡ καταλαμβάνει την τέταρτη θέση και βρίσκεται πίσω ακόμα και από το «κόμμα» των αναποφάσιστων. Από αυτή την έρευνα προκύπτει ότι το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) κερδίζει το 21,7% και δεύτερο έρχεται το Καλό Κόμμα με 17,4%. Το ποσοστό των αναποφάσιστων νέων ανέρχεται στο 15,1% και το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) ακολουθεί με μόλις 13,9%.
Συμφωνία για Σύνταγμα
Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, οι υποψηφιότητες για τις προεδρικές εκλογές θα πρέπει να υποβληθούν ως τις 8 Απριλίου και θα πρέπει να συνοδεύονται από 100.000 υπογραφές υποστήριξης. Για τις βουλευτικές εκλογές η προθεσμία λήγει στις 4 Απριλίου. Οι εκλογικοί κατάλογοι θα πρέπει να είναι έτοιμοι ως τις 20 Απριλίου και να παραδοθούν στα κόμματα και τους υποψηφίους. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης συμφωνούν στην αναγκαιότητα κατάργησης των συνταγματικών αλλαγών που έγιναν από τον Ερντογάν ώστε να συγκεντρωθούν όλες οι εξουσίες στα χέρια του. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί άνευ σημασίας η δύναμη των κομμάτων αφού θα χρειαστούν 360 ψήφοι από τους 600 της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης για να αλλάξει το Σύνταγμα.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης θέλουν να καταργήσουν το προεδρικό σύστημα και να επαναφέρουν το κοινοβουλευτικό, καθιστώντας ουσιαστικό ηγέτη της χώρας τον εκάστοτε πρωθυπουργό ενώ ο πρόεδρος θα διατηρεί τυπικές εξουσίες.
Ο «Economist» τάραξε τη Δύση και την Τουρκία
Με τίτλο «Η επωαζόμενη δικτατορία της Τουρκίας» και εικονογράφηση την τουρκική σημαία με τη μορφή του Ερντογάν μέσα στην ημισέληνο κυκλοφορεί το νέο τεύχος του περιοδικού «Economist». Με αφορμή τις εκλογές στη γείτονα, ο «Εconomist» υπογραμμίζει πως «η συμπεριφορά του κ. Ερντογάν πλησιάζοντας οι εκλογές θα μπορούσε να ωθήσει αυτό που σήμερα είναι μια βαθιά ελαττωματική δημοκρατία εκτός ορίων, σε μια πλήρη δικτατορία».
Αναφέρει δε πως σταδιακά αφομοιώνει τους ρόλους του πρωθυπουργού, του προέδρου κόμματος και του κεντρικού τραπεζίτη στις εξουσίες του. Το άρθρο επισημαίνει ακόμα ότι είναι ένας νταής που «θα μπορούσε να προβεί σε πιο σκληρές εδαφικές διαμάχες με την Ελλάδα, την Κύπρο και τη Συρία» και καλεί τον Μπάιντεν να παρέμβει