Χαρίκλεια Χριστοφή
Κυριακή 20 Νοεμβρίου, παραβολή του Άφρονα πλούσιου, προεόρτια της μεγάλης θεομητορικής εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου και Νισύρου κ. Ναθαναήλ χοροστάτησε στον Όρθρο και προεξήρχε της Θείας λειτουργίας στον ΙΝ Αγίου Αθανασίου Πλατανίου με συλλειτουργός τον Αρχιμανδρίτη π. Αμβρόσιο Καμπούρογλου που βρίσκεται στο νησί μας, τον εφημέριο του ΙΝ π. Αναστάσιο Γιώτη και τον Διάκονο π. Περικλή Πουλέντση.
Έψαλλε πολυμελής χορός Ιεροψαλτών υπό τον Πρωτοψάλτη Τρύφων Γεωργίου.
Παρόντες ήταν ο Πρόεδρος Ασφενδιού Μιχάλης Γιωργαλλής και πολλοί προσκυνητες.
Η παραβολή του άφρονα πλούσιου
Ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου ὁ Θεὸς ἔδειξε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἰσότιμος μὲ τὰ ἄλλα ἐπίγεια δημιουργήματα. Γιὰ ὅλα μὲ ἕνα Του λόγο «εἶπε καὶ ἐγενήθησαν», ὅπως τὸ φῶς, τὸ στερέωμα, τὸ νερὸ κ.λ.π. Τὸν ἄνθρωπο, ὅμως, τὸν ἔπλασε μὲ ἰδιαίτερο δημιουργικὸ τρόπο, μὲ ξεχωριστὴ φροντίδα, μὲ στοργή. «Καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τόν ἄνθρωπον, χοῦν (χῶμα) ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς καὶ ἐγένετο ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν» (Γεν. 2, 7). Ἔτσι, στὸ ὑλικὸ συστατικὸ τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου προστέθηκε καὶ τὸ πνευματικὸ στοιχεῖο, ἡ ἄυλη ψυχή. Νὰ σκεφθοῦμε ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι γιὰ τὸ γήινο σῶμα ὅ,τι ὁ κυβερνήτης γιὰ τὸ πλοῖο, ὁ μουσικὸς γιὰ τὸ ὄργανο (ἱ. Χρυσόστομος). Γι’ αὐτὸ ἡ ψυχὴ χαρακτηρίζεται «βασίλισσα» καὶ τὸ σῶμα «ὑπηρέτης».
Τὶ εἶναι ἠ ψυχή; Εἶναι ὁ ἔσω ἄνθρωπος, ἡ πνευματικὴ ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου, «ὁ κρυπτὸς τῆς καρδίας ἄνθρωπος», θὰ μᾶς πεῖ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ( Α΄ Πέτρ. 3. 4). Εἶναι αὐτὴ ἡ θεία πνοή, μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς Δημιουργὸς μᾶς μετέδωσε τὸ ἀτίμητο δῶρο τῆς ζωῆς, μᾶς κατέστησε δικές του εἰκόνες. Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει: «Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα. Τὸ σῶμα προέρχεται ἀπὸ τὴν γῆ, ἐνῶ ἡ ψυχὴ εἶναι οὐράνια καὶ ἡ ἀξία της εἶναι μεγάλη. Ἡ ψυχὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ δίνει πνοὴ στὸ σῶμα. Ὅταν τὸ σῶμα νεκρωθεῖ, ἡ ψυχὴ ζεῖ καὶ εἶναι ἀθάνατη».
Γιὰ τὸν ἄφρονα πλούσιο τῆς παραβολῆς δὲν ὑπῆρχε ἐσωτερικὸς κόσμος, δὲν ὑπῆρχε ψυχή. Παραδεχόταν μόνο τὴν παροῦσα ζωὴ καὶ τίποτε ἄλλο. Σύνθημά του ἦταν: «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν». Δὲν συνειδητοποιοῦσε ὅτι «οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. 13, 14). Δὲν σκεπτόταν ὅτι μετὰ τὴν τελικὴ κρίση ἀρχίζει γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἡ αἰωνιότητα – Παράδεισος ἢ Κόλαση. Εἶχε ἐντάξει τὸν ἑαυτό του στοὺς «τὰ ἐπίγεια φρονοῦντας», τῶν ὁποίων θεὸς εἶναι ἡ κοιλία (πρβλ. Φιλ. 13, 19). Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔπαθε τέτοια σύγχυση, ποὺ ξέχασε ὅτι τὸ φαγητὸ εἶναι μέσο συντήρησης καὶ ὄχι σκοπὸς τῆς ζωῆς. «Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά», ἀναφώνησε, «κείμενα εἰς ἔτη πολλά». Ἡ ψυχή, ὅμως, δὲν τρέφεται μὲ ὑλικὰ ἀγαθά.
Πολὺ εὔστοχα ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἐρωτᾶ: «Ὤ πλούσιε, τοὺς καρποὺς τοὺς ἔχεις ἀσφαλίσει σὲ ἀποθῆκες καὶ ἐλπίζεις νὰ τοὺς ἀπολαύσεις. Τὰ πολλὰ ἔτη τῆς ζωῆς σου ἀπὸ ποῦ θὰ τὰ λάβεις;» Καὶ ἔρχεται ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου: «Τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ». Γιατὶ δὲν λέει ὁ Κύριος, ὅτι τὴν ψυχὴ τὴν ἀπαιτεῖ ὁ Ἴδιος; Γιατὶ λέει «ἀπαιτοῦσι»; Διότι τὴν ψυχὴ ποὺ εἶναι μέσα στὴν ἁμαρτία καὶ δουλεύει στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας τὴν ἀπαιτοῦν τὰ φοβερὰ τελώνια. Τὰ ζοφερὰ δαιμόνια εἶναι αὐτὰ ποὺ ἀπατοῦσαν καὶ τὸν ἄφρονα πλούσιο. Ἀντίθετα, σύμφωνα μὲ τὸν ἀψευδῆ λόγο τοῦ Κυρίου, μόνον «δικαίων ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος» (Σοφ. Σολ. 3. 1).
Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἐπισημαίνει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ (Γεν. 1, 26). Τὸ «κατ’ εἰκόνα» ἀναφέρεται στὴν ψυχή‧ εἶναι ἡ ψυχή. Ὅπως διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «τὸ μὲν κατ’ εἰκόνα τὸ νοερὸν δηλοῖ καὶ αὐτεξούσιον, τὸ δὲ καθ’ ὁμοίωσιν, τὴν τῆς ἀρετῆς κατὰ τὸ δυνατὸν ὁμοίωσιν». Καὶ κατὰ τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον, «ἡ ψυχὴ κινεῖ καὶ τὸ σῶμα καὶ τὸν ἑαυτό της κινεῖ, καὶ μετὰ τὸν θάνατον τοῦ σώματος».
Εὔλογα εἶναι τὰ ἐρωτήματα τοῦ Κυρίου: «Τὶ δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» καί:«τὶ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» Ὁ Κύριός μας μπορεῖ νὰ κρίνει τὴν ἀξία τοῦ κόσμου, γιατὶ Ἐκεῖνος τὸν δημιούργησε. Αὐτὸς γνωρίζει καὶ τὴν ἀξία τῶν ψυχῶν, γιατὶ ὁ Ἴδιος θυσιάστηκε γιὰ νὰ τὶς ἐξαγοράσει. Ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ ἀποτελεῖ μιὰ δεύτερη ἀπόδειξη τῆς ἀξίας τῆς ψυχῆς μας ποὺ ἦταν αἰχμάλωτη τοῦ διαβόλου καὶ τῆς ἁμαρτίας. Σκοπός, ἑπομένως, τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. «Μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε», μᾶς συμβουλεύει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Φιλ. 2, 11). Πρώτη μας ἐπιδίωξη, ἡ ζωὴ ποὺ ἐμπνέει ὁ Χριστός. Πρῶτος μας πόθος, ἡ εἴσοδός μας στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Προσοχή, μὴ μᾶς αἰχμαλωτίσει ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου, αὐτὸ ποὺ ὁ Εὑαγγελιστὴς Ἰωάννης ὀνομάζει «ἐπιθυμία σαρκός, ἐπιθυμία ὀφθαλμῶν, καὶ ἀλαζονεία βίου» (Α΄ Ἰω. 2,16). Προσοχή, μὴ μᾶς παγιδεύσουν τὰ ἐφήμερα καὶ τὰ γήινα καὶ ἔτσι λησμονήσουμε τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς καὶ τὸν ἀληθινὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς!
Ὁ λόγος τῶν Ἁγίων Πατέρων θὰ μᾶς διαφωτίσει περισσότερο.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος λέει, ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας μοιάζει μὲ τὸ ἐμπόριο. Ὅπως ὁ ἔμπορος κάθε βράδυ ὑπολογίζει τὸ κέρδος καὶ τὴν ζημιὰ τῆς ἡμέρας, ἔτσι κι ἐμεῖς κάθε βράδυ πρέπει νὰ κάνουμε τὸν ἀπολογισμό μας. Νὰ εἰσερχόμαστε στὰ ἄδυτα τῆς καρδιᾶς μας καὶ νὰ ρωτᾶμε τὸν ἑαυτό μας: Μήπως σήμερα στενοχώρησα τὸν Θεό, μήπως ἐξόργισα τὸν ἀδελφό μου, μήπως ἁμάρτησα;
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε στὰ φλογερά του κηρύγματα: «Χριστὸς καὶ ψυχὴ σᾶς χρειάζεται. Αὐτὰ τὰ δύο πρέπει νὰ προσέχετε νὰ μὴ σᾶς τὰ πάρουν».
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος διδάσκει: «Ἡ ἁμαρτία διαστρέφει τὸ θεῖο κάλλος τῆς εἰκόνας τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος καὶ τὴν καθιστᾶ δύσμορφη καὶ αἰσχρή. Ἡ ἁμαρτία ἀπομακρύνει τὸν ἄγγελο, τὸν φύλακα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, καὶ τὰ παραδίδει στὴν κατατυραννία τοῦ διαβόλου. Ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς εἶναι αὐτὴ ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ὄντως εὐδαιμονία, ποὺ εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ὕπαρξής του στὴν κοινωνία του μὲ τὸν Θεό». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Ἀρετή, ἐσὺ σὰν θυγατέρα τοῦ οὐρανοῦ ἐξαγνίζεις τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἕλκεις πρὸς τὴν θεία συγγένεια, χαρίζεις στὴν ψυχή του τὴν θεία εὐγένεια καὶ τὴν καλὴ δόξα, καὶ ἔτσι τὸν ὁδηγεῖς πρὸς τὸν Θεό».
Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἐπισημαίνει: «Ἡ ψυχή μας δὲν εἶναι κανένα πρᾶγμα ὑλικὸ ποὺ βλάπτεται καὶ πιάνεται καὶ μπορεῖς νὰ πεῖς ὅτι θὰ τὴν πάρεις στὰ χέρια σου καὶ νὰ τὴν γλιτώσεις ἀπὸ τὸν κίνδυνον. Εἶναι πρᾶγμα ἄυλον‧ συγκρατεῖται καὶ ἀναπαύεται μόνον μὲ τὰς ἀρετάς‧ ἡ ψυχὴ δὲν εἶναι κάτι τὸ ὁρατόν. Ἀμὲ τὶ θὰ ἰδοῦμεν γιὰ νὰ εἰποῦμεν ὅτι ἐσώσαμεν τὴν ψυχήν μας; Τὰς ἀρετὰς θὰ δοῦμε! Τὴν ταπείνωσιν, τὴν συμπάθειαν, τὴν ὑπομονήν, τὴν ἀγάπην, τὴν ὁμόνοιαν. Αὐτὰ χαρακτηρίζουν τὴν σωσμένη ψυχή». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος Γέροντας: «Δύο στοιχεῖα εὑρίσκονται εἰς τὴν ψυχήν: τὸ ἕνα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγε ὁ ἄφρων πλούσιος εἰς τὴν ψυχήν του. Τὸ δὲ ἄλλον μέρος τῆς ψυχῆς, τὸ ἀνώτερον, τὸ ἠθικόν, ὅλο τὰ οὐράνια ζητεῖ. Αὐτὰ τὰ δύο ἔχουν διαρκῶς πάλην μεταξύ τους».
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος θὰ συμπληρώσει: «Νὰ γεμίσεις τὴν ψυχήν σου μὲ Χριστόν, μὲ θεῖον ἔρωτα, μὲ χαρά. Ὁ Θεὸς μᾶς φροντίζει. Δὲν ἀδιαφορεῖ γιὰ ἐμᾶς, δὲν εἴμαστε μόνοι μας στὸν κόσμο. Ὅταν ἡ ψυχὴ εἶναι ταραγμένη, θολώνει τὸ λογικὸ καὶ δὲν βλέπει καθαρά. Γιατὶ νὰ κυνηγᾶμε τὰ σκοτάδια; Νά, θὰ ἀνάψουμε φῶς καὶ τὰ σκοτάδια θὰ φύγουν μόνα τους. Θ’ ἀφήσουμε νὰ κατοικήσει σ’ ὅλη μας τὴν ψυχὴ ὁ Χριστός. Τὸ κακό, ἡ ἁμαρτία, τὸ μῖσος ἐξαφανίζονται μόνα τους. Στὴν ψυχὴ ποὺ ὅλος ὁ χῶρος εἶναι κατειλημμένος ἀπὸ τὸν Χριστό, δὲν μπορεῖ νὰ μπεῖ νὰ κατοικήσει ὁ διάβολος, ὅσο κι ἂν προσπαθεῖ, γιατὶ δὲν χωράει».
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος προσθέτει: «Ἡ σεσωσμένη ψυχή, ὅταν ἑτοιμάζεται νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀπὸ τὴν ὕλη, βλέπει τὸν Ἄγγελό της καὶ ἤρεμα ἀποχωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα. Τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα ὁ Ἄγγελος τὴν παρουσιάζει στὸν Κύριο. Ἐνῶ ἡ ψυχὴ ποὺ δὲν πρόκειται νὰ σωθεῖ, βλέπει τὸν πονηρὸ καὶ κρύβεται μέσα στὴν ὕλη, προσπαθεῖ νὰ ξεφύγει. Καὶ γίνεται τέτοια πάλη, τέτοιος ἀγώνας τότε, ποὺ χρειάζεται ἱερέας νὰ ἔρθει, νὰ διαβάσει, ὥστε νὰ μπορέσει ἡ ψυχὴ νὰ βγεῖ κάτω ἀπὸ τὴν εὐχή. Ἀγωνίζεται πάρα πολὺ ἄσχημα. Εἶναι πάρα πολὺ δύσκολη αὐτὴ ἡ ὥρα». Καὶ συμπληρώνει ὁ Ἅγιος: «Στὴν ψυχὴ κάθε ἀνθρώπου ὑπάρχουν πάθη, ὁ θυμός, ἡ πορνεία, ἡ ἀναίδεια, ἡ φιλονικία καὶ τόσα ἄλλα. Ἔρχεται, λοιπόν, ὁ σατανᾶς καὶ μᾶς ὑποκινεῖ στὰ πάθη αὐτά. Ἂς ἀγωνισθοῦμε νὰ τὰ πολεμήσουμε καὶ νὰ σώσουμε τὴν ψυχή μας».
Ὁ ἄφρων πλούσιος μὲ τὴν ἐπιλογὴ ποὺ ἔκανε ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ χωρὶς νὰ ἀπολαύσει τὰ ἀγαθά του καί -τὸ χειρότερο- ἔμεινε «ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ». Παρόμοιο εἶναι τὸ τέλος ὅσων περιορίζονται στὴν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν. Τὸ πάθημα τοῦ ἄφρονος πλουσίου πρέπει νὰ μᾶς προβληματίσει. Καλούμαστε νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν ἀνυπολόγιστη ἀξία τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νὰ στολίσουμε τὴν ἀθάνατη ψυχή μας μὲ ἐνάρετα καὶ ἀγαθοποιὰ ἔργα. Ὁ Κύριός μας θυσιάστηκε γιὰ ἐμᾶς. Δὲν ἀξίζει καὶ ἐμεῖς νὰ Τοῦ προσφέρουμε ὡς θυσία τὴν καθαρὴ ζωή μας, τὴν μετάνοιά μας; Τὰ ἀπολυτίκια τῶν Ἁγίων μας μᾶς προτρέπουν καὶ μᾶς διδάσκουν «ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς πράγματος ἀθανάτου». Τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὸ φθαρτὸ τοῦτο σῶμα δὲν τὴν γνωρίζουμε. Εἴθε ὅταν ἔλθει ὁ Ἄγγελος ἐκείνη τὴν ὥρα, νὰ τὸν δοῦμε χαρούμενο νὰ παραλαμβάνει τὴν ψυχή μας καὶ νὰ τὴν ὁδηγεῖ στὸ φοβερὸ βῆμα τοῦ ἀδεκάστου Κριτοῦ καὶ νὰ συμβασιλεύσουμε αἰώνια μαζί Του.