Η Ζωή Κοντόγιαννου μιλά στη «Ροδιακή» για το πώς άρχισε το γράψιμο που δεν πίστευε ότι θα γινόταν η μεγάλη της αγάπη
Η Ζωή Κοντόγιαννου γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Αρχάγγελο. Είναι παντρεμένη και μητέρα τεσσάρων παιδιών. Έχει τελειώσει τη σχολή γερμανικών Goethe Institut, και για ένα διάστημα δίδαξε γερμανικά σε φροντιστήριο ξένων γλωσσών.
Όμως αποφάσισε να αλλάξει τη ζωή της και σήμερα βοηθά το σύζυγό της που είναι αγρότης και παράγει διάφορα προϊόντα και ο οποίος διατηρεί πάγκο στη λαϊκή αγορά.
Όπως αναφέρει, πρόκειται για μία νέα και όμορφη σελίδα στη ζωή της, καθώς της αρέσει πολύ η επαφή που έχει με τον απλό κόσμο. Όπως λέει, είναι όμορφο και μαγικό να γνωρίζεις ανθρώπους, να γνωρίζεις την ψυχή τους, να έρχεσαι τόσο πολύ κοντά τους και να μαθαίνεις και τις ιστορίες τους.
Αυτό για εκείνη που αγαπά και τη συγγραφή, είναι ένας παράδεισος γεμάτος ιστορίες.
Γιατί η Ζωή Κοντόγιαννου είναι καταξιωμένη συγγραφέας με διακρίσεις και βραβεία, γνωστή και σε πολλούς συμπατριώτες μας που τη συναντούν στη λαϊκή αγορά, να πουλά τα προϊόντα του συζύγου της και να κουβεντιάζει μαζί τους.
Παίρνετε και ιδέες από τις συζητήσεις μαζί τους στη λαϊκή…
Παίρνω άπειρες ιδέες και μπορώ να σκιαγραφήσω και τους ήρωες μιας ενδεχομένως νέας ιστορίας, ενός νέου μυθιστορήματος. Αυτή είναι η ζωή μου τώρα, τα παιδιά μας, η δουλειά μας…
Και η συγγραφή πώς προέκυψε; Γιατί αποδείχτηκε τελικά ότι έχετε ταλέντο σε αυτό…
Το οποίο μάλιστα δεν ήξερα… Εγώ ανέκαθεν από τα εφηβικά μου χρόνια έγραφα, κρατούσα ημερολόγιο σκέψεων και προβληματισμών. Κάποιες φορές αυτό το γράψιμο είχε και τη μορφή… προσευχής που δεν ήθελα να τη λέω αλλά να τη γράφω. Αυτό με ξεκούραζε, οπότε σχεδόν ανελλιπώς κάθε βράδυ έγραφα πριν πάω για ύπνο.
Ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι θα γινόμουν δημιουργός μίας ιστορίας, συγγραφέας. Όταν όμως απέκτησα τα δύο πρώτα μου παιδιά και έπρεπε να τα βάλω για ύπνο, τους ηρεμούσε να πούμε μία ιστορία. Οπότε εγώ σκεφτόμουν διάφορες ιστορίες και κάποια στιγμή, για να μη χαθούν, άρχισα να τις καταγράφω και έτσι κατέγραψα και την ιστορία που άρεσε πολύ στα παιδιά μου, «Το Μπαουλάκι της Αγάπης» που εκδόθηκε τελικά από τις εκδόσεις iWrite.
Αυτή την ιστορία την είχα γράψει σε ένα πρόχειρο τετράδιο, που το φύλαξα σε ένα μπαούλο με ενθύμια των παιδιών και κάποια στιγμή αυτά τα ενθύμια έπρεπε να τα οργανώσω καλύτερα. Άρχισα λοιπόν να σκαλίζω το μπαούλο, εκεί βρήκα το τετράδιο, αλλά δεν το πέταξα, σκέφτηκα να το ανοίξω και τότε είδα γραμμένη την παιδική ιστορία.
Χωρίς δεύτερη σκέψη την έγραψα στον υπολογιστή, την έδωσα σε μερικούς εκδοτικούς οίκους, απάντησε αμέσως ο ένας, και έτσι ξεκίνησε αυτό το ταξίδι. Κάποια στιγμή όμως, είχα μάθει για έναν διαγωνισμό συγγραφής και θέλησα να δοκιμάσω τον εαυτό μου, οπότε ξεκίνησα να γράφω μία ιστορία.
Ήταν μαγικό το πώς εξελισσόταν αυτή η ιστορία και ο δημιουργός ήμουν εγώ. Ένιωσα ικανοποίηση με τον εαυτό μου, έστειλα την ιστορία, η οποία δεν διακρίθηκε, καθώς να φανταστείτε ότι δεν ήξερα τίποτα από συγγραφή.
Ήθελα όμως να μάθω πράγματα οπότε το είδα λίγο πιο ουσιαστικά και παρακολούθησα ένα εργαστήριο συγγραφής των εκδόσεων «Αλάτι» που με βοήθησε πολύ και σήμερα είμαι εδώ που βρίσκομαι.
Έγινε λοιπόν η αρχή δειλά και σταδιακά, αυτό το ταλέντο καλλιεργήθηκε και σήμερα μας έχετε δώσει και άλλα βιβλία
Ξεκίνησα να γράφω, άσχετη και πάλι με τη συγγραφή, το πρώτο μου μυθιστόρημα το οποίο έχει εκδοθεί από τις εκδόσεις «Υδροπλάνο» και έχει τον τίτλο «Μία δυνατή ψυχή». Είχα διαβάσει ένα βιβλίο από το οποίο είχα αρκετές προσδοκίες, αλλά τελικά δεν μου άρεσε, όμως ήταν το έναυσμα να πω ότι αν μπορούν να εκδοθούν τέτοιες ιστορίες μπορώ και εγώ να γράψω μία. Έτσι ξεκίνησε αυτό το ταξίδι. Ξεκίνησα με τετράδια και στυλό και όχι υπολογιστή.
Έγραφα, γιατί αυτό με ξεκούραζε από το στρες και την υπερένταση της μέρας. Είχα τότε δύο παιδιά, η μέρα ήταν γεμάτη και έψαχνα έστω μισή ώρα για εμένα… Aυτή τη μισή ώρα την αφιέρωνα στο γράψιμο. Έτσι με κέρδισε η συγγραφή. Δεν περνά μέρα πια που να μη γράψω…
Τώρα δηλαδή έχει γίνει ανάγκη…
Τώρα έχει γίνει ανάγκη, ακριβώς, και ανεπαίσθητα όπου και να βρεθώ βγαίνει, γίνονται όλα πια αυθόρμητα. Είναι κάτι που βγαίνει από μέσα μου και η συγγραφή σημαίνει μοίρασμα, θέλω να μοιράσω αυτό που έχω στην ψυχή μου, ίσως για να συγκινήσει και κάποιους άλλους ανθρώπους.
Και ο κόσμος πώς σας αντιμετωπίζει; Έχετε γίνει γνωστή στη Ρόδο…
Νιώθω την αγάπη του κόσμου, νιώθω τη χαρά τους όταν με δουν στο δρόμο τους, τους αρέσουν οι ιστορίες που ανεβάζω στο Facebook, νιώθω την αγάπη τους και τους ευχαριστώ πάρα πολύ, γιατί κάτι δεν πρέπει να αρέσει μόνο σε εμάς αλλά και στους άλλους και αυτό μας δίνει ώθηση να το εξελίξουμε και να εξελιχθούμε και εμείς πάνω σε αυτό.
Θέλω να μου πείτε αν η οικογένειά σας, σάς εμπνέει, αν σας βοηθάει και κυρίως να μου πείτε ποιος είναι ο ρόλος του συζύγου σας;
Έχω βοήθεια από τη μητέρα μου που είναι συνταξιούχος και τώρα μπορεί να με βοηθήσει με τα παιδιά μου, και έχω τη δυνατότητα να βγω προς τα έξω και να κάνω τα πράγματα που κάνω τώρα. Ευχαριστώ τους γονείς μου γιατί η συμπαράστασή τους όλα αυτά τα χρόνια είναι μεγάλη. Ό,τι και να βάλω στο μυαλό μου θα με βοηθήσουν.
Ο σύζυγός μου τώρα… Ο Γιώργος είναι ένας καλός άνθρωπος που με εμπνέει σε όλα. Στη στάση του απέναντι στη ζωή, στα παιδιά μας, στη δουλειά του, στους φίλους του, στα πάντα. Διδάσκομαι από αυτόν και είναι πολύ σημαντικό αυτό.
Είναι χαρά μου που τον βοηθάω και περνώ πολλές ώρες μαζί του. Δεν είναι μόνο ο σύζυγός μου, είναι ο φίλος μου είναι η παρηγοριά μου, η αγκαλιά μου… Kαι χαίρομαι ειλικρινά που είμαστε μαζί στη λαϊκή αγορά. Ήξεραν εκείνον, αλλά τώρα ξέρουν και εμένα.
Βοηθάτε τον σύζυγο και στα χωράφια;
Κάποιες φορές πήγαινα, αλλά όχι πάντα· είναι σκληρή δουλειά το ξέρει και ο ίδιος, αλλά όταν είναι ανάγκη ή όταν χρειαστεί βοήθεια το κάνω, πάμε και με τα παιδιά. Αλλά στη λαϊκή είμαι πάντα στο πόστο μου. Θα πρέπει να πω ότι πουλάμε τα προϊόντα μας και στη Σύμη, στη λαϊκή και ευχαριστούμε το νησί που μας στηρίζει τόσα χρόνια… Κάθε εβδομάδα για δύο μέρες πάμε στη Σύμη.
Θα ήθελα να τονίσω ότι η αγροτική δουλειά είναι δύσκολη και είναι ρίσκο γιατί έχει να κάνει με πολλά πράγματα και ειδικά με τον καιρό. Παρά τις δυσκολίες όμως προσπαθούμε, και θα ήθελα με την ευκαιρία να πω να μη διστάζει ο κόσμος να έρθει στη λαϊκή αγορά, υπάρχουν καταπληκτικά προϊόντα σε πολύ καλές τιμές και θα πρέπει να προτιμούμε τους ντόπιους παραγωγούς γιατί τα προϊόντα της Ρόδου είναι άριστα.
Τα παιδιά πώς βλέπουν τη μαμά τους που είναι συγγραφέας και γράφει;
Στην αρχή δεν τους έκανε κάποια εντύπωση, ίσως γιατί ήταν και μικρότερα. Για αυτά το σημαντικό είναι ότι είμαι η μαμά τους, έτσι απλά… Αλλά τους αρέσει να με βλέπουν να γράφω. Ξέρουν πότε εμπνέομαι αλλά και τα παιδιά είναι από μόνα τους μία έμπνευση. Και διδάσκεσαι από αυτά, αλλά και εμπνέεσαι πώς να γράψεις.
Παλιά δούλευα σε ξενοδοχεία και ερχόταν το λεωφορείο από το χωριό μάς έπαιρνε και μας επέστρεφε όταν σχολούσαμε. Εγώ όμως όσο κουρασμένη και αν ήμουν, πάντα είχα ένα βιβλίο στην τσάντα μου. Και μου έλεγε μία φίλη μου: «πάλι διαβάζεις βρε Ζωή; Ξεκουράσου λίγο».
Έχεις αποσπάσει και βραβεία και διακρίσεις όμως για τα έργα σου…
Όταν ξεκίνησα να δημοσιεύω τα κείμενά μου υπήρχαν πολλοί που με υποστήριζαν αλλά κάποιοι άλλοι δεν τους άρεσε, καθώς με είχαν συνηθίσει σαν τη… Ζωή που έχει τα παιδιά της και είναι στο σπίτι της.
Είναι δύσκολο για κάποιον να αρχίσει να σε βλέπει διαφορετικά. Υπήρχαν κάποιοι που ήταν προσβλητικοί και αμφέβαλλαν γι’ αυτό, και δεν μπόρεσαν να καταλάβουν πώς εγώ κέρδισα τον τίτλο του συγγραφέα, ενώ παίρνει χρόνια για να γίνει αυτό.
Όμως δεν παύει κάποιος που συγγράφει ένα κείμενο να είναι συγγραφέας. Δεν μπορείς να τον πεις διαφορετικά! Οπότε λοιπόν, θέλοντας να δοκιμάσω τον εαυτό μου και να δω πόσο μετράει αυτό που εγώ γράφω, πήρα μέρος στο δεύτερο πανελλήνιο διαγωνισμό του λογοτεχνικού περιοδικού «ΚΕΦΑΛΟΣ» και συμμετείχα σε τρεις κατηγορίες: μικρό διήγημα, διήγημα και παιδική ιστορία.
Κατάφερα να διακριθώ και στις τρεις κατηγορίες. Αυτό ήταν ένα μεγάλο βραβείο για τη δική μου ψυχή…
Δικαιωθήκατε, λοιπόν, και επιβραβευτήκατε…
Ναι δικαιώθηκα, θέλω να το πω αυτό, γιατί εκεί δεν σε κρίνει ο άνθρωπος που σε ξέρει αλλά κάποιος άγνωστος ανάμεσα σε χιλιάδες κείμενα. Κάποια στιγμή θέλησα να ξαναδοκιμαστώ, γιατί μου άρεσε πολύ, ήταν ένας διαγωνισμός από τις εκδόσεις «Ηλιαχτίδα» έγραψα ένα διήγημα το οποίο και αυτό διακρίθηκε , βραβεύτηκε και κυκλοφορεί.
Άρα έχετε μπει πλέον σε μία πορεία, του συγγραφέα που γράφει συστηματικά, αποτυπώνει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του στο χαρτί και συνεχίζει…
Συνεχίζω γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Είτε δημοσιευτούν τα κείμενα είτε όχι, είτε εκδοθούν ή όχι, δεν μπορείς να σταματήσεις να γράφεις. Eίναι πια ανάγκη να γράφεις…
Έχετε γράψει όμως και θεατρικό έργο…
Ο χώρος του θεάτρου ανέκαθεν με μάγευε αλλά δεν ήξερα πώς να διεισδύσω σε αυτόν. Στην πρώτη καραντίνα το 2020, όταν ήμασταν όλοι κλεισμένοι στα σπίτια, εντελώς ξαφνικά πήρα την απόφαση και είπα θα γράψω ένα θεατρικό και όπου βγει. Ήταν μία θεατρική κωμωδία με θέμα το γάμο, το κλέψιμο…
Και είναι γραμμένο στην αρχαγγελίτικη διάλεκτο!
Ναι είναι γραμμένο στην τοπική αρχαγγελίτικη διάλεκτο γιατί αυτό του δίνει ένα κωμικό στοιχείο. Πλησίασα κάποια παιδιά που ήξερα ότι αγαπούν το θέατρο και τους αρέσει, και ήταν πολύ όμορφο το ότι σε όποιον έκανα την πρόταση να συμμετέχει, δεν είπε όχι.
Ήταν πολύ σημαντικό γιατί ήμουν άγνωστη σε αυτό τον χώρο, και με εμπιστεύτηκαν και με βοήθησαν να το φτιάξουμε σωστά. Με βοήθησαν με τις ατάκες και όλα, και τώρα είμαστε σε πολύ καλό δρόμο. Οι ηθοποιοί είναι όλοι ερασιτέχνες από το χωριό, είναι πολύ αξιόλογοι, καταπληκτικοί…
Είναι πολύ δύσκολο να ανέβει μία παράσταση. Χρειάζεται πολύ πείσμα. Δεν θα έβρισκα αυτό το κουράγιο αν δεν είχα αυτούς τους ανθρώπους κοντά μου. Επίσης θα πρέπει να πω ότι πολύ σημαντική ήταν η οικονομική αλλά και η ηθική στήριξη από τον σύζυγό μου και ότι είναι τιμή μας που τη σκηνοθεσία υπογράφει η Βίκυ Θεολόγη, πρόεδρος του Θεατρικού Συλλόγου Δωδεκανήσου «Κουίντα», η οποία μας έχει βοηθήσει και σκηνοθετικά.
Η πρώτη παράσταση θα γίνει στις 8 Οκτωβρίου, και η δεύτερη στις 9 στο κινηματοθέατρο «ΡΟΔΟΝ», η είσοδος είναι ελεύθερη καθώς πρόκειται για μία συνδιοργάνωση του ΔΟΠΑΡ και της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, ενώ θα παιχτεί και στο χωριό μας στο πνευματικό κέντρο Ταξιαρχών στις 10 και 11 Νοεμβρίου, πάλι με ελεύθερη είσοδο.
Επίσης έχουμε ιδρύσει ένα θεατρικό ερασιτεχνικό εργαστήρι που λέγεται «Αστήρ» και μέσω αυτού του εργαστηρίου ανεβαίνει αυτή η παράσταση.
Ετοιμάζετε κάτι καινούριο;
Περιμένω να εκδοθεί το δεύτερό μου μυθιστόρημα από τις εκδόσεις «Υδροπλάνο», που θα έχει τον τίτλο «Ανάσα μου» και είναι μία ιστορία που εμπνεύστηκα από το νησί της Σύμης, εκεί εκτυλίσσεται, και πιστεύω ότι ο κόσμος θα την αγαπήσει, έχει πολύ δυνατές στιγμές… Έχω ξεκινήσει όμως να γράφω ένα τρίτο μυθιστόρημα, είναι μία τελείως διαφορετική ιστορία, μία σκληρή ιστορία και έξω από εμένα. Έχει να κάνει με γεγονότα που δεν έζησα, αλλά θέλω να αναφερθώ σε αυτά και ανυπομονώ να τελειώσει…
Οπότε μοιράζεστε ανάμεσα στην οικογένεια, τη συγγραφή και τη λαϊκή…
Ναι ακριβώς έτσι είναι. Ό,τι κάνει ο άνθρωπος, πρέπει να το αγαπά, και έτσι δεν θα του φαίνεται σαν αγγαρεία, ή δουλειά. Εγώ δεν θεωρώ ότι δουλεύω, είτε είμαι στη λαϊκή, είτε όταν γράφω. Τα αγαπώ και τα δύο πολύ και θέλω να συνεχίσω να τα κάνω.