Ουκρανία: η ισχύς του δικαίου ή το δίκαιο του ισχυρού;
Του Γιάννη Βαληνάκη
Tα ΝΕΑ 23.02.22
Το κεντρικό διακύβευμα στην κρίση της Ουκρανίας είναι το αν στην παγκόσμια κοινότητα θα επικρατήσει η ισχύς του δικαίου ή αν ο θεμελιώδης αυτός κανόνας διεθνών σχέσεων θα αντικατασταθεί από το δίκαιο του ισχυρού. Η νέα ρωσική θέση ότι η Ουκρανία δεν έχει δικαίωμα κυριαρχίας παραπέμπει σε κανόνες διεθνούς ζούγκλας. Η Δύση ξυπνάει ξαφνικά από τον λήθαργό της και ο Ι.Καλίν, δεξί χέρι του Ερντογάν (θαυμαστή της «σιδηράς πυγμής» του Πούτιν) δηλώνει ότι απαιτούνται «νέοι διεθνείς κανόνες και αρχές». Για την Ελλάδα οι εξελίξεις είναι ιδιαίτερα αρνητικές και απαιτείται στρατηγική ευελιξία.
Δυστυχώς η Δύση υποτίμησε τη δυσαρέσκεια της ταπεινωμένης ρωσικής άρκτου, αν και οι πρόσφατες εξελίξεις ήταν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αναμενόμενες. Η τελεσιγραφική ρωσική επιδίωξη απολύτως ανέφικτων στόχων είχε άλλωστε εξαρχής σχεδιασθεί ως ακραία για να μην μπορεί να οδηγήσει σε διπλωματικό συμβιβασμό. Με τη συνοδεία μιας τεράστιας στρατιωτικής μηχανής το μήνυμα της απειλής ή και χρήσης βίας ήταν τους τελευταίους μήνες σαφέστατο. Μπορεί η τελική επιλογή ανάμεσα στα διάφορα επιχειρησιακά σενάρια να ανήκει δυστυχώς στον Πούτιν, όμως η ρωσική αποφασιστικότητα ήταν πασιφανώς αξιόπιστη. Γι αυτό και η παραδοσιακή δυτική ροπή προς διπλωματικές λύσεις δεν μπορούσε να τελεσφορήσει. Διαψεύστηκαν τελικά δυστυχώς όσοι με βάση τη δυτική λογική διέβλεπαν μια ρωσική «μπλόφα» που θα καμπτόταν μπροστά στη διεθνή κινητοποίηση.
Η αναγνώριση από τη Μόσχα των ρωσόφωνων αποσχισθεισών περιοχών Ντόνμπας και Λουγκάνσκ ως ανεξάρτητων κρατών και όσα θα επακολουθήσουν, συνιστούν σοβαρότατη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Ακόμη χειρότερα, η ντε φάκτο ρωσική απόσυρση της αναγνώρισης του «καθεστώτος του Κιέβου» και της ουκρανικής κυριαρχίας, συνεπάγονται στρατιωτική σύγκρουση: το Κίεβο λογικά θα σπεύσει να υπερασπιστεί το εθνικό έδαφος, «ανοίγοντας τον δρόμο» για ρωσική επίθεση. Αποδεικνύεται έτσι ότι ο πραγματικός στόχος της πρωτοφανούς επιστράτευσης τόσων δυνάμεων δεν ήταν, όπως είχαμε επισημάνει από την αρχή, η μη επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αλλά η «επιστροφή» της σε ρωσική τροχιά και η επιβολή νέων διεθνών κανόνων σε αντικατάσταση εκείνων που «επέβαλε» η Δύση στο παρελθόν. Εξ ού και ο ενθουσιασμός του Ι.Καλίν, αλλά και η ανάγκη επικαιροποίησης της εθνικής στρατηγικής μας.
Μια χώρα που επικαλείται σταθερά το διεθνές δίκαιο και τις αρχές της αλληλεγγύης και αμυντικής συνδρομής, οφείλει να αποδείξει έμπρακτα ότι τις τιμά και στην πράξη, απέναντι πχ σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ (η Ουκρανία προφανώς δεν είναι). Είχα προ μηνών επισημάνει το διπλωματικό «παράθυρο ευκαιρίας» που γεννούσε το Ουκρανικό ώστε να στηρίξουμε βεβαίως τις κυρώσεις που επίκεινται κατά της Ρωσίας, με την ταυτόχρονη όμως δέσμευση όλων των εταίρων (ιδίως των πρώην Ανατολικών και Σκανδιναβών) για αμοιβαία υποστήριξη έναντι κάθε απειλής από επιθετικό γείτονα. Τέτοιες προληπτικές κινήσεις δεν φαίνεται να υπήρξαν.
Οι ενεργειακές και οικονομικές επιπτώσεις ορθά μελετώνται στις κυβερνητικές συσκέψεις , όπως και η στήριξη των ομογενών της Μαριούπολης. Αυτό που δεν φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα αλλά επείγει, είναι το στρατηγικό σχέδιο που απαιτείται ώστε η χώρα μας να βγει αλώβητη από τους κινδύνους που επαπειλούνται.