ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΙΕΡΟΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΕΡΙΚΛΕΙΣΤΟΥ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟΥ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ.
ΜΙΑ ΑΕΝΑΗ ΕΛΕΓΕΙΑ – ΘΡΗΝΟΣ ΟΠΟΥ ΓΗΣ
του Νίκου Παπαχαρτοφύλη
Φιλολόγου.
Σχετικά με την πανηγυρική… έναρξη λειτουργίας του στρατοπέδου στο Πυλί της Κω προσυπογράφω την αποστομωτική δήλωση της Δημοτικής συμβούλου κ. Μακρή ως προς την πολιτική προσέγγιση.
Όμως ως προς την Θεολογική, η δυναστεία του πόνου αιώνια και ατελεύτητη. Δυστυχώς στην αληθινή θρησκεία αγιασμός είναι τα δάκρυα των πονεμένων. Το βάφτισμα στο δάκρυ του πόνου δίνει το ιερό όνομα : Ανθρωπος. Εμπρός στην σημαντικότητα του πόνου, ξεθωριάζει κάθε άλλη ανθρώπινη αξία ή απαξία.
Όλα τα αποσπάσματα απ τους ΨΑΛΜΟΥΣ των Εβραίων για αναστοχασμό ειδικότερα απ τους Ποιμένες και το ποίμνιο αλλά και απ τους ελευθερόφρονες!
Σηκωθείτε, δεκάχορδο ψαλτήριο και κιθάρα μου, πρωί πρωί και θα ψάλω για τη δόξα σου, Θεέ μου. 107
Στον Κύριο στηρίχτηκα. Και πώς εσείς λέτε σε μένα; γίνε μετανάστης πάνω στα βουνά σαν σπουργίτι. Ιδού οι οι εχθροί μου τέντωσαν τα τόξα, ετοίμασαν στη φαρέτρα τα βέλη για να τα ρίξουν με λύσσα πάνω μου.10.
Και είπα ποιός θα μου δώσει φτερά σαν το περιστέρι να πετάξω και να βρω την ησυχία μου, θα γινόμουνα πρόσφυγας στην έρημο, θα περίμενα τον Θεό να με σώσει απ τη ολιγοψυχία και πειρασμούς μου που με βασανίζουν σαν καταιγίδα.54.
Χώθηκα σε βαθύ βούρκο και δεν υπάρχει βάση σταθερή και όλο σέρνομαι προς τα κάτω, βυθισμένος στα βάθη της θάλασσας. Σώσε με, Θεέ μου, τα νερά πνίγουν την ψυχή μου, οι κραυγές μου που σε καλούσαν σε βοήθεια με εξάντλησαν, ο λάρυγκας μου βραχνός, τα μάτια μου θολά και δεν βλέπουν τον ερχομό σου. 68
Και είδαν τα παράδοξα έργα του Κυρίου στα βάθη της θάλασσας: με μια διαταγή προκαλώντας άγριους ανέμους με τεράστια κύματα, τα πλοία σέρνονταν απ τα κύματα μέχρι τα νέφη και αμέσως μετά σωριάζονταν ως τις αβύσσους της θάλασσας και η ψυχή τους απ τα κακά έλιωνε σαν το κερί..ταράχτηκαν, ζαλίστηκαν, τρίκλιζαν σαν ο μεθυσμένος και όλη η τέχνη και η ναυτική τους πείρα εξαφανίστηκε. Και όσο χρόνο θλίβονταν, κραύγαζαν προς τον Κύριο και διάταξε την κατάπαυση της καταιγίδας και αυτή μεταστράφηκε σε αύρα, δροσιστικό αεράκι και τα κύματα σίγησαν. Ευφράνθηκαν γιατί ησύχασαν απ την ταραχή των κυμάτων. Και τους οδήγησε σε λιμάνι του θελήματος του.106.
Εως πότε, Κύριε, θα ξεχνάς εντελώς; Έως πότε θα γυρνάς αλλού το πρόσωπο σου; Έως πότε θα σχεδιάζω νύκτα και μέρα πώς θα ξεφύγω τις οδύνες μου; Έως πότε ο εχθρός μου θα γίνεται απειλητικότερος; Ρίξε το βλέμμα σου πάνω μου, άκουσε με, δώσε φως στα μάτια μου, για να μην πεί ο εχθρός μου ότι με τσάκισε. Ολοι όσοι με βασανίζουν θα σκιρτήσουν από αγαλλίαση χωρίς σταματημό.12. Είναι αυτοί που έχουν αυτοπεποίθηση λόγω της κοινωνικής τους δύναμης και καυχώνται για τον τεράστιο πλούτο τους.48.
Εσύ, Κύριε, ορκίστηκες ότι δεν θα αλλάξεις απόφαση (ού μεταμεληθήσεται) 109. Γιατί σηκώνεις το φτωχό απ το χώμα και τον πένητα απ την ΚΟΠΡΙΑ (κοινωνική εξαθλίωση) και τον βάζεις να καθίσει με τους άρχοντες του λαού.112.
Μην εμπιστεύεσθε (πεποίθατε) τους άρχοντες, δεν υπάρχει σωτηρία απ αυτούς…145
Μακάρι η δεξιά χείρα σου να πατάξει και συντρίψει όλους τους εχθρούς σου, τους ρίξει σε κλίβανο πυρός και ο Κύριος οργισμένος θα τους πανικοβάλλει, κατατρώγοντας τους η φωτιά 20.
Δοξασμένος ο Κύριος που μου διδάσκει τα χέρια μου να χειρίζονται το σπαθί σε παράταξη μάχης και τα δάκτυλα μου σε πόλεμο.143
Θεέ μου, δώσε προσοχή σε μένα, γιατί με εγκατέλειψες ; Τα λόγια μου δεν τ ακούς νύκτα και μέρα ;
Κανένας δεν θα μου καταλογίσει ανοησία γι αυτό…Εγώ είμαι ένα σκουλήκι, όνειδος ,εξουθένωμα, δεν είμαι άνθρωπος. Μην απομακρύνεσαι από κοντά μου, η θλίψη με περισφίγγει και δεν έχω κανένα βοηθό.22 Νιώθω να βρίσκομαι στο λάκκο των νεκρών, γεννήθηκα σαν άνθρωπος αβοήθητος, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ μόνο προς τον θάνατο.87.
Ανταπόδοσε το ζήλο του δούλου σου, Κύριε, δόσε μου ζωή και εγώ θα φυλάξω τους λόγους σου…118
Ο Κύριος ματαιώνει τις επίβουλες αποφάσεις και τα σχέδια των αρχόντων. 32.
Δίκασε, Κύριε, τους άδικους, πολέμησε τους εχθρούς μου, λάβε στα χέρια σου το όπλο και την ασπίδα σου και σύρε απ τη θήκη του το σπαθί και φράξε το δρόμο τους για να μην με καταδιώκουν. Με πείραζαν, με περιγελού
σαν με περιφρόνηση, μου έτριζαν άγρια τα δόντια τους. 34.
Θεέ μου, είσαι κριτής, τον ένα ταπεινώνεις και τον άλλον ανυψώνεις γιατί κρατάς στο χέρι σου ποτήρι γεμάτο από κρασί ανόθευτο για κέρασμα και το δίνεις από το ένα στόμα στο άλλο των παράνομων και το πικρό κατακάθι του ποτηριού δεν τέλιωσε και θα το πιούν όλοι οι παράνομοι της γης.74.
Και ανταποκρίθηκε μετά απ την απουσία του ο Κύριος, όπως σηκώνεται κάποιος από ύπνο, ως μεγάλος πότης που μέθυσε απ το πολύ κρασί.77.
Θεέ μου, ποιός μπορεί να συγκριθεί με σένα; Μην παραμένεις σιωπηλός, μην είσαι αδιάφορος γιατί οι εχθροί σου ξέσπασαν με πολύ θόρυβο χαράς και σε μισούν και σήκωσαν με θράσος κεφάλι. Συνέλαβαν σχέδια κατά του λαού γεμάτα πανουργία.82
Ο παράνομος μονολογώντας στα ενδότερα του, αποφάσισε για συνέχιση των ανομιών του, γιατί δεν υπάρχει φόβος Θεού, διαστρέβλωσε τα πάντα ενώπιον του ώστε δεν αποδέχεται ότι υπάρχει παρανομία και να την μισήσει.Τα εξερχόμενα λόγια του στόματος του, γεμάτα δόλο και ανομία, δε θέλησε ούτε σκέφτηκε να πράξει το καλό. Όλη την ημέρα ακόμα και στο κρεβάτι σχεδιάζει την αδικία, είναι πάντα παρών σε κάθε δρόμο πονηρό. Τόσο πωρωμένος που δεν τη χορταίνει.35.
Όμως οι εχθροί μου, Κύριε, είναι γεμάτοι ζωή και έγιναν ισχυρότεροι (κεκραταίωνται). Και για τις πράξεις μου, Κύριε, θυμωμένος μη με ελέγξεις, ούτε οργισμένος μην με τιμωρήσεις σκληρά, γιατί ήδη τα βέλη των πόνων και τιμωριών σου διαπέρασαν το σώμα μου, δίνοντας μου ένα δυνατό χαστούκι. Τα τραύματα μου βρώμησαν και σάπησαν. Καμπούρης, περιφέρομαι σκυθρωπός. Θεραπεία δεν υπάρχει. Οι δυνάμεις μου με εγκατέλειψαν. Οι φίλοι μου μόλις με αντίκρυσαν, οπισθοχώρησαν, οικτείροντας με. Οι συγγενείς μου εξαφανίστηκαν. 37.
Και τώρα τι περιμένω; η ελπίδα μου ο Κύριος. Εκλεισα τα αυτιά μου και το στόμα για να μην παραπονεθώ επειδή, Κύριε, εσύ τα δεινά μου προκάλεσες! Απομάκρυνε από μένα τις μαστιγώσεις, τα χτυπήματα των χεριών σου ανυπόφορα.38.
Αυτός που φύτευσε το αυτί στο κεφάλι μας είναι δυνατόν να μην ακούει; Ή που έπλασε το μάτι να μην βλέπει; 93.
Γνωρίζεις τα πάντα για μένα, από τότε που ήμουνα στη κοιλιά της μάνας μου. Στο βιβλίο σου, όλοι είναι καταγεγραμμένοι πριν γεννηθούν και τους γνωρίζεις πλήρως πριν έρθουν στην ζωή.138.
Τι είναι ο άνθρωπος, Κύριε, που θέλεις να τον γνωρίσεις και να τον σκέφτεσαι; Ο άνθρωπος είναι όμοιος με την ματαιότητα, οι μέρες του περνούν σαν σκιά. 143.
Τα ΔΑΚΡΥΑ μου έγιναν η τροφή ( άρτος) μέρα και νύκτα, λέγοντας μου κάποιοι κάθε μέρα πού είναι ο Θεός σου; Έως πότε θα μας διατρέφεις με δάκρυα αντί άρτου και έως πότε θα μας ποτίζεις με πλήρες και άφθονο το μέτρο των δακρύων;.41.
Για λίγο τάχω χαμένα (εσαλεύθησαν οι πόδες μου),στα βήματα της ζωής μου σιγά σιγά αμφέβαλα για την πίστη μου γιατί Ζ Η Λ Ε Ψ Α, Κύριε, την καλοπέραση των αμαρτωλών γιατί δεν αγωνιούν στις τελευταίες στιγμές της ζωής τους, η θλίψη τους σχεδόν ανύπαρκτη. Δεν κουράζονται για την εξασφάλιση των αναγκαίων, δεν βασανίζονται (ού μαστιγωθήσονται) όπως οι περισσότεροι. Η υπερηφάνεια τους οριστικά νίκησε, ντύθηκαν την αδικία και ασέβεια ως ρούχο. Η αδικία τους φυτρώνει σε έδαφος σαν από παχύ λίπος-λίπασμα ( εκ στέατος) . Ξεπέρασαν κάθε μέτρο και όριο οι πωρωμένες επιθυμίες της καρδιάς τους : με αγέρωχη φωνή και ασύστολα επιδοκίμαζαν τα κατορθώματα τους, τα λόγια τους φτάνουν στον ουρανό και η Γ Λ Ω Σ Σ Α τους κάνει το γύρο της γης. Και είπαν οι παράνομοι πώς ο Θεός γνώρισε αυτά; και αν υπάρχει γνώση τούτων στον Υψιστο; Ιδού αυτοί είναι αμαρτωλοί και ευτυχούν, κάτοχοι πλούτου αυξανόμενου διαρκώς (εις τον αιώνα). Είπα και εγώ : μάταια ήμουνα αγνός στην καρδιά και ένιψα τα χέρια μου καθαρά μαζί με τους αθώους, μαστιγωνόμουνα κάθε μέρα ,ελέγχοντας τον εαυτό μου συνεχώς τι έπραξα. Αν έλεγα τις αμφιβολίες μου στους νεότερους, θα ήμουνα αποστάτης. Σκέφτηκα ότι είναι σωστό να ερευνήσω τις αμφιβολίες μου αλλά κουράστηκα χωρίς απάντηση…72.
Και είπεν ο Α Φ Ρ Ω Ν εν καρδία αυτού ούκ έστιν Θεός. Και όλοι άφρονες παράνομοι, με την συμπεριφορά τους διεφθαρμένοι, έγιναν μισητοί απ τον Θεό. Και τόσο απλώθηκε το κακό ώστε δεν υπάρχει ούτε ένας που να πράξει το καλό, ούτε ένας. Τότε ο Θεός έσκυψε απ τον ουρανό και έριξε μια ματιά στους ανθρώπους για να διαπιστώσει αν υπάρχει άνθρωπος με σύνεση στην αναζήτηση του Θεού :
πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ούκ έστι ποιών χρηστότητα, ούκ έστιν έως ενός, τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών, ταις γλώσσαις αυτών εδολιούσαν, ιός (δηλητήριο) υπό τα χείλη αυτών, το στόμα αυτών γέμει αράς (κατάρας) και πικρίας, οι πόδες ταχείς αυτών ρίπτειν αίμα, σύντριμμα και ταλαιπωρία εν ταις οδοίς αυτών και οδόν ειρήνης ούκ εγνώριζον. Ούκ έστι φόβος Θεού απέναντι οφθαλμών αυτών.13.
Θυμήσου, Κύριε, πώς κατάντησε η ζωή μας; Μήπως έπλασες όλους τους ανθρώπους να ταλαιπωρούνται μάταια;;;! 88
Προτάσεις;
Θα ήταν χρήσιμο να δημοσιεύετε συχνότερα τις σκέψεις σας κύριε Παπαχαρτοφύλη.
Καλή η μετάφραση των Ψαλμών στη δημοτική, αλλά πολύ μακρόσυρτη η ελεγεία. Θα ήταν καλό να περιοριστούμε μόνο στο θέμα