Δεκαετία του 1970 και η Αλβανία ό, τι αρχίζει να γίνεται γνωστή στον δυτικό κόσμο και, φυσικά, στην Ελλάδα.
Οι σχέσεις του αλβανικού καθεστώτος με την Ελλάδα ήταν επί της ουσίας ανύπαρκτες έως τότε, αλλά η κινεζο-αμερικανική προσέγγιση έφερε κοντά την αμερικανόφιλη χούντα του Γ. Παπαδόπουλου με την «λαϊκή δημοκρατία» του Ε. Χότζα.
Έτσι, στις 20 Ιανουαρίου 1970 γίνεται μια πρώτη συνάντηση των αντιπροσώπων των εμπορικών επιμελητηρίων Αλβανίας και Ελλάδας στο Παρίσι, ενώ τον Μάρτιο του 1971 η δικτατορική κυβέρνηση Γ. Παπαδόπουλου, μέσω του μόνιμου αντιπροσώπου της Ελλάδας στον ΟΗΕ Δημητρίου Μπιτσίου, γνωστοποιεί στην αλβανική αντιπροσωπεία το πλέγμα της προσέγγισης, που θα οδηγούσε σε σύναψη διπλωματικών σχέσεων, με την γειτονική χώρα.
Και όντως, αφού στις 6 Μαΐου 1971 Ελλάδα και Αλβανία αποκαθιστούν τις διπλωματικές σχέσεις τους – ένα ιστορικό γεγονός που εορτάστηκε, μάλιστα, προσφάτως, καθώς συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τότε.
Απόρροια εκείνης της προσέγγισης ήταν να αρχίσουν να γίνονται γνωστές και στην Ελλάδα κάποιες πληροφορίες για την Αλβανία, μέσω των μεγάλων κατ’ αρχάς περιοδικών της εποχής.
Το 1972 κυκλοφορεί στη χώρα μας το βιβλίο τού Γάλλου φιλοσόφου και πολιτικού Gilbert Mury «Η σημερινή Αλβανία χώρα του νέου ανθρώπου / και κείμενα του Εμβέρ Χότζα» [Εκδόσεις Μνήμη],.
Εντάσσεται στην περίοδο άνθησης του ευρύτερου μαρξιστικού-λενινιστικού βιβλίου στην Ελλάδα, μετά την κατάργηση της προληπτικής λογοκρισίας για τα έντυπα, το φθινόπωρο του 1969.
Στο πλαίσιο αυτό, το 1977, οι πρεσβείες των δύο χωρών, τα μορφωτικά τμήματά τους, που είναι σε επικοινωνία, δίδουν αμφότερα την άδεια σε λαϊκά συγκροτήματα από τις δύο χώρες να ανταλλάξουν παραστάσεις, συσφίγγοντας τους δεσμούς μεταξύ των δύο λαών.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση το 80μελές Κρατικό Συγκρότημα Τραγουδιών και Χορών της γειτονικής χώρας θα ερχόταν για παραστάσεις στην Ελλάδα.
Από την Αθήνα θα μετέβαινε στην Αλβανία για εμφανίσεις η Μαρινέλλα, με το συγκρότημά της και με άλλους καλλιτέχνες, με τους οποίους συνεργαζόταν εκείνη την εποχή, στο Zoom στην Πλάκα ή και στις συναυλίες (Κώστας Καράλης, Αδελφοί Τζαβάρα, Αθηναίοι, Στέλιος Ζαφειρίου).
Ας πούμε, εδώ, πως το αλβανικό καθεστώς έδινε τότε πολύ μεγάλη σημασία στην μουσική – και στην λαϊκή μουσική, αυτήν που θα αποκαλούσαμε φολκλορική-δημοτική, μαζί με τους αντίστοιχους χορούς, όπως και στην «έντεχνη» (ας την πούμε «κλασική» ή και «σύγχρονη κλασική»).
Οι συναυλίες της Μαρινέλλας στην Αλβανία, τον Αύγουστο του 1977
Με την αλβανική μουσική έχει ασχοληθεί επισταμένα ο «πάπας» τής ελληνικής μουσικοκριτικής (μουσικολόγος επίσης κ.λπ.) Γιώργος Λεωτσάκος (γενν. 1935) σε μιαν εποχή (αρχές της δεκαετίας του ’80) όπου τα θέματα αυτά ήταν παντελώς ανεξερεύνητα στην Δύση.
Γνωστό είναι το ιστορικό κείμενό του, υπό τον τίτλο «Αλβανική μουσική ή ένα λήμμα εγκυκλοπαίδειας που έμεινε αδημοσίευτο», που είχε δημοσιευθεί τελικά στο περιοδικό «Μουσικολογία» (τεύχος #1, 1985). Διαβάζουμε σχετικώς:
«Το άρθρο αυτό αποτελεί προϊόν έρευνας –στην οποία συνέβαλαν αποφασιστικά οι Αλβανοί μουσικολόγοι που διαθέτουν αρχειακό υλικό 21.000 ηχογραφημένων λαϊκών τραγουδιών– και απευθύνεται σε κάθε καλοπροαίρετο, απροκατάληπτο και συνειδητό επιστήμονα, καλλιτέχνη, φιλόμουσο και φιλότεχνο, ανεξάρτητα από την πολιτική του τοποθέτηση, όσο και αν το φαινόμενο της έντεχνης αλβανικής μουσικής και η μοναδική ιδιαιτερότητά του είναι απολύτως αδύνατο να αποσχετιστούν από την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα της χώρας, μετά την απελευθέρωσή της, το 1944».
Σ’ ένα κείμενο του Χότζα από τις 19 Ιουνίου 1977 διαβάζουμε μεταξύ άλλων σε σχέση με το θέμα μας.
Το πόσο σημασία, δηλαδή, έδινε το καθεστώς στις φολκλορικές μουσικές.
«(…) Η μετάβαση του Κρατικού μας Συγκροτήματος Λαϊκών Τραγουδιών και Χορών στην Ελλάδα θα δημιουργήσει αναμφίβολα συμπάθεια και ενθουσιασμό ακόμα μεγαλύτερο απ’ ό,τι δημιούργησαν εκεί οι εβδομάδες του αλβανικού φιλμ (σ.σ. Πανόραμα Αλβανικού Κινηματογράφου στην Αθήνα, 6 Δεκεμβρίου 1976).
Είτε στην Αθήνα, είτε στη Θεσσαλονίκη, στον Πειραιά και παντού, όπου οι Έλληνες συμφωνήσουν με μας για να πάει το συγκρότημά μας, εκείνοι θα ιδούν με τα μάτια τους τούς ανθρώπους μας που τραγουδούν, που χορεύουν, θα καταλάβουν τα λόγια των τραγουδιών, το περιεχόμενό τους και αυτό θα κάνει πράγματι μεγάλη εντύπωση.
Γι’ αυτό να ετοιμαστούμε, ώστε την επιχείρηση αυτή, προς εξυπηρέτηση της φιλίας των δύο λαών μας, να την πραγματοποιήσουμε όσο γίνεται καλύτερα».
Θα προηγείτο, όμως, η εμφάνιση της Μαρινέλλας και των συνεργατών της στην Αλβανία.
Πιο συγκεκριμένα η ελληνική καλλιτεχνική ομάδα θα ξεκινούσε τις εμφανίσεις της το Σάββατο 13 και την Κυριακή 14 Αυγούστου 1977, με δύο συναυλίες στην αίθουσα της Κρατικής Όπερας των Τιράνων.
Η περιοδεία θα συνεχιζόταν την Δευτέρα 15 Αυγούστου, με συναυλία στην Αυλώνα, την Τρίτη στο Αργυρόκαστρο, την Τετάρτη στο Δυρράχιο και την Πέμπτη 18 Αυγούστου, στην τελευταία παρουσία των ελλήνων καλλιτεχνών εκεί, με παράσταση στην Κορυτσά.
Η παρουσία της Μαρινέλλας και των συνεργατών της είχε τεράστια προβολή στη γειτονική χώρα, καθώς θεωρήθηκε ως εκδήλωση πρώτου μεγέθους.
Ένα από τα δύο live των Τιράνων είχε μεταδοθεί από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Μάλιστα, εκείνη την μαγνητοσκόπηση την είδαν και οι Έλληνες καλλιτέχνες λίγες μέρες αργότερα, όταν βρίσκονταν στο Αργυρόκαστρο!
Όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» της εποχής (17 Αυγούστου 1977):
«Ειδικότερα στη συναυλία της Κυριακής είχε προσδοθεί από μέρους της αλβανικής κυβέρνησης επίσημος χαρακτήρας με την παρουσία πολλών υπουργών, μεταξύ των οποίων η υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού κ. Τεύτα Τσάμη, , ο υφυπουργός των Εξωτερικών κ. Μαλίλε, ο υφυπουργός της Παιδείας κ. Αναστάς Κόντο, ο δήμαρχος των Τιράνων, ο πρέσβυς της Ελλάδας κ. Μητσόπουλος, ολόκληρο το διπλωματικό σώμα και πολλοί εκπρόσωποι του καλλιτεχνικού και πνευματικού κόσμου της Αλβανίας.
Μετά την παράσταση ο πρέσβυς της Ελλάδας παρέθεσε στο φουαγιέ της Όπερας δεξίωση».
Στο YouTube, τώρα, υπάρχει ένα άλλο αλβανικό φιλμ από την συνολική περιοδεία της Μαρινέλλας στην Αλβανία, τον Αύγουστο του 1977, στο οποίο παρουσιάζεται το οδοιπορικό εν περιλήψει στην ελληνική γλώσσα.
Ένα μέρος του προγράμματος είχε ως εξής:
«Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει» (Κώστα Χατζή – Σώτιας Τσώτου) με την Μαρινέλλα, «Το πρόσωπό σου» (Αφών Τζαβάρα – Ανδρέα Αγγελάκη) με τους αδελφούς Τζαβάρα (πρώτη εκτέλεση από την Μαρίνα), «Δημητρούλα μου» (Παναγιώτη Τούντα) με την Μαρινέλλα (μεγάλη επιτυχία για την Χαρούλα Αλεξίου στα μέσα του ’70), «Σ’ αγαπώ» (Κώστα Χατζή – Σώτιας Τσώτου) με την Μαρινέλλα, «Εν Βελγίω» (Νίκου Τζαβάρα – Δημήτρη Ιατρόπουλου) με τους Αδελφούς Τζαβάρα (πρώτη εκτέλεση από την Χαρούλα Αλεξίου), «Ιδανικός κι ανάξιος εραστής» (Γιάννη Σπανού – Νίκου Καββαδία) με τον Κώστα Καράλη, «Οδός Ονείρων» (Μάνου Χατζιδάκι) με την Μαρινέλλα, «Τα παιδιά του Πειραιά» (Μάνου Χατζιδάκι) με την Μαρινέλλα και ακόμη μια σόλο «λαϊκή φαντασία» στο μπουζούκι από τον βιρτουόζο Στέλιο Ζαφειρίου.
Την παράσταση της Μαρινέλλας την είχε δει από τη τηλεόραση και ο ίδιος ο Ενβέρ Χότζα και μάλιστα είχε ασχοληθεί διεξοδικά μ’ αυτήν!
Η παράσταση της Μαρινέλλας ήταν «προχωρημένη» για τα αλβανικά ήθη της εποχής.
Και είναι περίεργο, εδώ που τα λέμε, πώς έγινε κι «έκλεισε» η Μαρινέλλα για την Αλβανία και όχι κάποιο ελληνικό φολκλορικό συγκρότημα, της Δόμνας Σαμίου ας πούμε, που ήταν πιο κοντά στο πνεύμα των Αλβανών-εξάλλου ένα ανάλογο συγκρότημα θα έστελναν κι εκείνοι, για να περιοδεύσει στην Ελλάδα λίγο αργότερα.
Τέλος πάντων, και αυτό είναι το ενδιαφέρον της ιστορίας, ο Ενβέρ Χότζα υπερασπίζει την επιλογή να τραγουδήσει η Μαρινέλλα στην Αλβανία, ασκώντας από την μεριά του εκείνος κριτική στους συντηρητικούς θεατές, που… σκανδαλίστηκαν από την παράσταση.
Οι πολιτιστικές ανταλλαγές αυτού του τύπου θα συνεχίζονταν και τα επόμενα χρόνια, ανάμεσα στις δύο χώρες, καθώς το 1978 θα εμφανιζόταν στην Αλβανία ο Γιάννης Πάριος, με την Πωλίνα, την Ρένα Πάντα και τον Γιώργο Κατσαρό, το 1980 η Μαρίζα Κωχ με τον Γιάννη Γλέζο κ.λπ. Αλλά γι’ αυτά μπορεί να γράψουμε άλλη φορά…
*Με πληροφορίες από τo Lifo.gr
Δείτε περισσότερα εδώ: https://www.lifo.gr/culture/music/oi-synaylies-tis-marinellas-stin-albania-ton-aygoysto-toy-1977?fbclid=IwAR2NYuoiuXsuKKnA1sn8t-wMmzXpukKvZ1gHwT9VIG244b6lSWXFrTueS8s