Όταν ο Βοσκόπουλος μαζί με τη Δούκισσα τραγουδούσαν στις πίστες της Κω, την χρυσή εποχή των μπουζουκιών.
Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη 20/7/2021
Άλλος ένας άρχοντας της πίστας έφυγε. Έφυγε ‘ο ανεπανάληπτος’ Τόλης Βοσκόπουλος, για να συναντήσει αγαπημένα πρόσωπα και μεγάλους έρωτες όπως την αξέχαστη Δούκισσα. Πέρασαν και οι δυο από τις πίστες της νυχτερινής ζωής της Κω. Ο Βοσκόπουλος, ήταν ένας από τους τελευταίους τροβαδούρους που ύμνησε με πάθος τον έρωτα και την αγάπη. Ερμήνευσε τραγούδια από νταλκαδιάρικα, λεβέντικα ζεϊμπέκικα, μέχρι κεφάτα λικνιστά τσιφτετέλια και ρομαντικές μουσικές μπαλάντες. Άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στις χρυσές μουσικές σελίδες του Ελληνικού τραγουδιού. Απήλαυσε την χαρά των μυριάδων θαμώνων από το παλκοσένικο με χιλιάδες τραγούδια, δίπλα σε ξεχωριστούς ερμηνευτές. Θα μείνει και αυτός όπως και οι άλλοι εκλεκτοί καλλιτέχνες, Μητροπάνος, Καζαντζίδης, Πουλόπουλος, Διονυσίου, Μενιδιάτης, Μπιθικώτσης, και τόσοι άλλοι, ζωντανός μέσα από τις χρυσές διαχρονικές επιτυχίες και τους πλατινένιους δίσκους του.
‘Όπα, όπα τα μπουζούκια, όπα και ο μπαγλαμάς.’ Πόσο μας έλειψαν,
αυτές τις δύσκολες ημέρες της πανδημίας; Πόσοι δεν έβρισκαν εκτός από διασκέδαση και δουλειά στα αξέχαστα Ελληνικά μπουζούκια; Αγαπητοί αναγνώστες, ας επαναλάβουμε ξανά αυτή την υπέροχη μουσική διαδρομή στο χρόνο, για να θυμηθούμε παλιές στιγμές, αλλοτινές δόξες της διασκέδασης στην Κω, που σήμερα καταλήγουμε να λέμε για τα μπουζούκια ‘και διηγώντας τες να κλαις ή να τις νοσταλγείς.’
Όσο και αν προσπαθούν να μας διασκεδάσουν στο σπίτι, με Αντώνη Ρέμο με Νατάσα Θεοδωρίδου και με ποικίλα μουσικά προγράμματα, οι διάφοροι τηλεοπτικοί σταθμοί, όσο και αν βάζουν τα δυνατά τους οι εκλεκτοί ταλαντούχοι καλλιτέχνες, τα μπουζούκια είναι αναντικατάστατα.
Ας ξαναθυμηθούμε τις χρυσές δεκαετίες της Κω όταν τα μπουζούκια κάποτε ανθούσαν και στο νησί μας. Και φιλοξενούσαν τα πρώτα ονόματα τραγουδιστών, στις ασφυκτικά γεμάτες αίθουσες τους.
Ας κάνουμε μια νυχτερινή μουσική περιπολία, στους φωτισμένους δρόμους και στα θρυλικά Κέντρα διασκέδασης, της αλλοτινής όμορφης Κω.
Οι δεκαετίες του 60- 70- 80 και 90, ήταν οι χρυσές δεκαετίες των μπουζουκιών σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στο νησί μας. Φυσικά ήταν και η χρυσή εποχή του τουρισμού, όπου τότε όλοι είχαν κάνει προκοπή, με τις τουριστικές επιχειρήσεις. Παράλληλα ήκμαζε και η οικοδομή, με όλα τα συναφή επαγγέλματα, που την ακολουθούσαν.
Τα μπουζούκια και τα νυχτερινά κέντρα στο νησί μας, είχαν ιδιαίτερη άνθηση. Όταν το Σαββατόβραδο τελειώναμε τις δουλείες μας, δεν διστάζαμε να ξεκουραστούμε στους μελωδικούς ήχους του μπουζουκιού, ‘που και νεκρούς ανασταίνει’!
Πέρα από τη ντίσκο Απόλλων, την ντίσκο Όσκαρ, την καλοκαιρινή υπαίθρια ντίσκο της Μεροπίδος και αυτές που βρίσκονταν στην περιοχή της ΑΒΙΚΩ, όπως οι ντίσκο Σειρήνες, υπήρχαν και μερικά άλλα μικρότερα στέκια για τους νέους, όπως τα θρυλικά μπαράκια, για ξένους και ντόπιους.
Για όλες τις ηλικίες όμως χειμώνα -καλοκαίρι, λειτουργούσαν τα βραδινά μεταμεσονύχτια Κέντρα, αλλά και οι μπουζουκο -ταβέρνες για πιο ενωρίς οικογενειακή διασκέδαση.
Θα προσπαθήσω να θυμηθώ μερικά από αυτά, που κρατούσαν ζωντανή τη νυχτερινή ζωή του νησιού μας.
Το κέντρο Αδέλφια, στον επαρχιακό δρόμο, δίπλα στη θέση Πελαργός, ήταν ασφυκτικά γεμάτο, σχεδόν κάθε βράδυ και ιδίως τα Σαββατοκύριακα. Έφερνε τότε τις καλύτερες φίρμες του ελαφρού και λαϊκού τραγουδιού, όπως τον Γιώργο Μαργαρίτη, τον Στράτο Διονυσίου, Τόλη Βοσκόπουλο, Δημήτρη Κοντολάζο, τον Γιώργο Γερολυμάτο, Γιώργο Ταλιούρη, τον Νίκο Λιόλιο, τον Δάκη, τον Γιάννη Πάριο, τον Γιώργο Νταλάρα, την Άννα Βίσση, τη Δούκισσα, τον Λευτέρη Πανταζή τον Αντύπα, τον Βασίλη Καρά, τον Μανώλη Αγγελόπουλο, τον Θέμη Αδαμαντίδη τον Κώστα Κόλια, τον Νίκο Πάνο, τον Κώστα Μοναχό, τον Πάνο Μαρίνο, την Φωτεινή Μαυράκη, τον Τάσο Μπουγά, τον Στάθη Αγγελόπουλο, την Μαριάνθη Κεφάλα, την Πίτσα Παπαδοπούλου, την Άντζελα Δημητρίου και πολλούς άλλους.
Ένα Σαββατόβραδο, γίναμε μάρτυρες και ενός από τους συνηθισμένους, με μεθυσμένους καυγάδες, για μια παραγγελιά ενός ‘σπέσιαλ αφιερωμένου τραγουδιού’! Θυμάμαι καθαρά και τους διαφωνούντες, ‘φασαριόζους’ γλεντζέδες, αλλά δυστυχώς δεν βρίσκονται πια στη ζωή, για να τους αναφέρω, αν και ήταν οι πιο συχνοί πελάτες του κέντρου.
Κάτω από την εκκωφαντική μουσική, μοίρασαν τις ‘ψιλές’ τους, έφαγαν τα ‘μπουκέτα’ τους και ξαναγύρισαν πάλι στο γλέντι αγκαλιασμένοι, σαν να μην συνέβηκε τίποτα, για να ακούσουν το γνωστό ζεμπέκικο του Τόλη Βοσκόπουλου ‘ανεπανάληπτος λοιπόν, ανεπανάληπτος θα είμαι εγώ για σένα’…. και βροχή οι γαρδένιες και τα γαρύφαλλα.
Το κέντρο Τσάμπαλας, ήταν όλο διαμορφωμένο και διακοσμημένο, με ένα παράξενο τρόπο, αφού ήταν γύρω, γύρω κτισμένο από άδεια μπουκάλια μπύρας. Έτσι έλεγαν εκείνο το νυχτερινό κέντρο, ‘Τα μπουκάλια.’
Επιχειρηματίας και ενίοτε τραγουδιστής ο ίδιος του κέντρου, ήταν ο αξέχαστος και δραστήριος, ο Ντίνος Κέλλης.
Πριν μερικά χρόνια, η ανίατη ασθένεια, τον πήρε από τη ζωή, αφήνοντας όμως ανεξίτηλη την παρουσία του, στον νυχτερινό κόσμο της διασκέδασης.
Στο κέντρο Μπουκάλια στη Λάμπη, μπορούσες από ενωρίς να φας ένα μεζεδάκι και ύστερα να συνεχίσεις μέχρι το πρωί την διασκέδαση σου.
Από ενθουσιώδεις χορευτές, υπήρχαν αμέτρητα τα ταλέντα, όσο για τις αυτοδίδακτες χορεύτριες ήσαν αξιοθαύμαστες. ‘Όλα τα μωρά ήταν στην πίστα!….’ με το παράγγελμα ‘χορέψτε γιατί χανόμαστε’…..
Λίγο πιο πέρα ήταν το κέντρο διασκέδασης Καμπούρης, με ένα πλούσιο λαϊκό πρόγραμμα. Στην παραλία της Λάμπης, βρισκόταν και το νυχτερινό, χορευτικό κέντρο των αδελφών Τουμπαζή.
Αυτοί διέθεταν και ασφαλή χώρο φύλαξης, των μικρών παιδιών μας.
Ύστερα άνοιξε παραδίπλα το μεγάλο κέντρο Αιγαίο. Δυστυχώς αν και γνώρισε δόξες ατέλειωτης διασκέδασης, σήμερα έμεινε ένα ερειπωμένο κουφάρι, κτισμένο εκεί κοντά, στο ξενοδοχείο Αίολος.
Αυτά ήταν τα κέντρα διασκέδασης, που βρίσκονταν στην περιοχή της Λάμπης, μαζί με το κέντρο Κρητικά. Συνήθως τα νυχτερινά κέντρα, τα έφτιαχναν έξω από την πόλη, γιατί ο εκκωφαντικός θόρυβος από τα τεράστια ήχο-συστήματα ήταν ενοχλητικός. Ενοχλητικός και θορυβώδης ήταν και ο χώρος στάθμευσης των θαμώνων.
Στην περιοχή Ψαλίδι, είχαμε το κέντρο μουσικό- ταβέρνα Ελένη των αδελφών Τουλαντά, το κέντρο Παρθενώνας και το κέντρο διασκέδασης Παρασκευάς, που ήταν στον ίδιο δρόμο λίγο πιο πάνω.
Εκεί κοντά ήταν και η μπουζουκο-ταβέρνα του Βρούβα, που συνήθως συγκέντρωνε πολλούς περαστικούς τουρίστες, που μπερδεύονταν με τους ντόπιους και χόρευαν το δικό τους χορό. Παράλληλα, μάζευε και όλους τους ακούραστους κτηνοτρόφους και γεωργούς της περιοχής, που ήθελαν να διασκεδάσουν και να ξεκουραστούν, με το γλυκό ήχο της Κρητικιάς λύρας. Αργότερα λίγο πιο κάτω, δίπλα στον Αρχαιολογικό χώρο του Αγίου Γαβριήλ, έφτιαξε ένα σύγχρονο νυχτερινό κέντρο, το Απόπλους, ο Κώστας ο Καίσερλης, που φιλοξένησε πολλές φίρμες τραγουδιστών, όπως την Πίτσα Παπαδοπούλου, τον Θέμη Αδαμαντίδη, την Άντζελλα Δημητρίου, τον Στάθη Αγγελόπουλο, τον Άγγελο Διονυσίου, την Καίτη Γαρμπή κλπ.
Φυσικά υπήρχαν και άλλες μπουζουκο-ταβέρνες, καθώς και μερικά μικρότερα χορευτικά κέντρα, μέσα στα Ξενοδοχεία, για τις Ελληνικές βραδιές. Αυτοδίδακτοι ντόπιοι καλλιτέχνες, τραγουδιστές, αναλάμβαναν την διασκέδαση στα ασφυκτικά γεμάτα κέντρα.
Ο αείμνηστος Κώστας Αυγουλάς, καλλίφωνος ψάλτης και τραγουδιστής, ο Δαυίδ Σακέλης, και ο ταλαντούχος συμμαθητής μου ο Τάκης Γιαννάκης, ο γείτονας μου ο Βασίλης ο Βαβλάς, ο αξέχαστος Μανόλης Παγώνης, ο Γιάννης και η Καίτη Χατζηβελούδου και οι μοναδικοί αδελφοί Κεφαλιανού.
Υπήρχε και στο Πλατάνι το κέντρο Αστέρια, που έπαιζε διαρκώς Νησιώτικα και Κρητικά, όπου συνήθως έπαιζαν και τραγουδούσαν μεταξύ άλλων, ο Γιώργος Σκαρπαθιωτάκης και ο Γιώργος Παραγιός. Επίσης υπήρχε και το κέντρο Κρητικά στη Λάμπη, που κυρίως έφερνε Κρητικά συγκροτήματα.
Οι μουσικοί πολλοί, κυρίως ντόπιοι και ταλαντούχοι. Ας θυμηθούμε τον αείμνηστο Ηλία Σοφιανό στα ντράμς, τον δεξιοτέχνη αρμονίστα Κώστα Μαυρουδή, το Νίκο Πασανικολάκη και τον Στέργο Έψιμο στο μπουζούκι και τον μοναδικό μαέστρο στο αρμόνιο, τον αξέχαστο ταλαντούχο Αλή τον Κουνελάκη, που πριν λίγα χρόνια έφυγε από τη ζωή και μετοίκισε στην ουράνια μουσική σκηνή.
Τότε ο κόσμος διασκέδαζε με πολύ κέφι. Έκανε στρογγυλά πηγαδάκια, έριχνε ουίσκι στην πίστα και έκαιγε τα πεντοχίλιαρα, που κυκλοφορούσαν άφθονα, σαν τα πετσετάκια! Πάνω στα καλοστρωμένα τραπέζια βρισκόταν τα ακριβά ποτά, όπως το ουίσκι και η σαμπάνια, ενώ οι νεαρές ανθοπώλες, ή λοιλουδούδες, κατάλληλα ντυμένες, ξεπουλούσαν τα πανέρια με τις γαρδένιες και τα γαρύφαλλα.
Έσπαγαν οι θαμώνες στοίβες πιάτα, από εκείνα τα γύψινα, τα εύθραυστα πιάτα και μετά την απαγόρευση, έσπαγαν και αληθινά ποτήρια.
Οι λουλουδούδες έκαναν χρυσές δουλειές, μαζί και τα ανθοπωλεία, όπως και οι έμποροι των ξηρών καρπών και του ποτού, κυρίως του ουίσκι και της σαμπάνιας. Τότε το χρήμα έρεε άφθονο σαν το ποτό!
Αν ήθελε ο τακτικός γλεντζές, πρώτο τραπέζι πίστα, και τραγούδι με παραγγελιά, τα ακριβοπλήρωνε. Αν έσπαγε πιάτα και άνοιγε σαμπάνιες για την καλή του, που του χάριζε ένα ξεχωριστό, λικνιστό προκλητικό χορό, τσιφτετέλι, τότε έβαζε βαθιά το χέρι στη τσέπη του.
Όλες οι γυναίκες που αγαπούσαν τον χορό και την διασκέδαση, προετοιμάζονταν για το μουσικό Σαββατόβραδο. Τηλεφωνούσαν η μια στην άλλη, για να συνεννοηθούν και να βρεθούν στο συγκεκριμένο χορευτικό κέντρο. Έτσι για να μπορέσουν να σχηματίσουν, τον ανάλογο χορευτικό κύκλο. Φόραγαν λόγω της γυναικείας φιλαρέσκειας, τα πιο πρωτότυπα ρούχα και κοσμήματα, και ήταν πάντα καλά χτενισμένες και μακιγιαρισμένες, για να εντυπωσιάσουν στην πίστα. Έπρεπε από πριν να κλείσουν τραπέζι, αλλιώς περίμεναν για πολλή ώρα για να αδειάσει κάποιο.
Τους τραγουδιστές και τις ξεχωριστές εμφανίσεις τους τότε, στα διάφορα κέντρα, τις διαλαλούσε στα στενά της πόλης, ο Κώστας ο Μπουρνής με την ντουντούκα του.
Ήμασταν μια αγαπημένη παρέα όλο το νησί. Όλες οι φίλες, Χριστιανές και Οθωμανές, από το Κούμπουρνο, δηλ την ενορία του Αγίου Παύλου, μέχρι το Πλατάνι, τον παλιό Κερμετέ, μαζί με παλιές συμμαθήτριες και συναδέλφους, συναντιόμασταν απαραίτητα κάθε Σαββατόβραδο στα μπουζούκια και ξέραμε να διασκεδάζουμε.
Ούτε η ορθοστασία της ολοήμερης δουλειάς, ούτε οι οικογενειακές ευθύνες και υποχρεώσεις, μας εμπόδιζαν να απολαύσουμε με τους συζύγους και την παρέα μας, δυο τρεις ώρες ατέλειωτης μουσικής και ασταμάτητου χορού, με πολύ κέφι.
Οι μουσικοί έμπειροι και οι τραγουδιστές καλλίφωνοι, ξεκινούσαν το πρόγραμμα τους από τα νησιώτικα συρτά, τα καλαματιανά και έφταναν στη Κώτικη σούστα και στα Ροδίτικα, ανεβάζοντας στα ύψη το γλέντι.
Τα ξημερώματα τελείωναν με λικνιστά, κεφάτα τσιφτετέλια και λεβέντικα, βαριά ζεμπέκικα, με το μπουζούκι να ‘κλαίει’ γεμάτο λυρισμό.
Αξέχαστο θα μου μείνει, εκείνο το μεσονύκτιο ατμοσφαιρικό χαμήλωμα των φώτων, στην εισαγωγή από την κλασσική Ενάτη συμφωνία του Μπετόβεν, (παράξενο μουσικό πάντρεμα και όμως αληθινά ωραία συνδυασμένο), να την ακολουθούν τα μπουζούκια στο λαϊκό άσμα…..
‘Τα μαύρα μάτια σου, όταν τα βλέπω με ζαλίζουνε’……. του Μανόλη Αγγελόπουλου.
Εκκωφαντική η μουσική, κάπνα πολλή, ντουμάνι η αίθουσα, (τότε δεν υπήρχε η απαγόρευση του καπνίσματος) και η μυρωδιά από το αλκοόλ, ανακατεύονταν με τα ακριβά, βαριά γυναικεία αρώματα.
Και όταν όλοι ερχόταν στο τσακίρ κέφι, ξεκινούσε και πάλι ο συνωστισμός στην πίστα. ‘Κυριολεκτικά, πατείς με πατώ σε’.
Μοναδικές βραδιές, που μερικές φορές τις έβρισκε το ξημέρωμα. Βλέπαμε τον ήλιο να ανατέλλει, επιστρέφοντας από τη Λάμπη, το Ψαλίδι και τα χωριά, αν τύχαινε να βρισκόμασταν στην παλιά και νέα Φαντασία, του Βασίλη του Τράκκα, στο Ασφενδιού, στην μουσικό ταβέρνα Γιαλίζης, στο Ζιπάρι ή σε ένα χορευτικό κέντρο, όπως στη Μαργαρίτα, στο Πυλί.
Ύστερα ήρθε η οικονομική παρακμή. Ακόμη και ο τουρισμός παρήκμασε. Για αρκετά καλοκαιρία, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, έμεναν τα περισσότερα άδεια και έτσι ο κόσμος έμεινε χωρίς δουλειές. Έκλεισαν τα εργοστάσια, ετοίμων ενδυμάτων και τομάτας και μαράζωσε η ντόπια οικονομία.
Η οικοδομή άρχισε να πέφτει και οι δουλειές λιγόστεψαν. Ακολούθησε η κρίση και η φορομπηχτική πολιτική. Που καιρός και λεφτά, για γλέντια και διασκέδαση. Μερικοί νέοι, περνούσαν ευχάριστα την ώρα τους στα μπαράκια, με τη μουσική και την ανάλογη παρέα, μαζί με ένα ποτήρι ποτό στο χέρι. Τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, έπεσαν θύματα της οικονομικής κρίσης, αλλά και της τελευταίας συμφοράς, της παγκόσμιας φονικής πανδημίας και έκλεισαν το ένα μετά το άλλο. Τελευταίο έκλεισε και το μεγάλο κέντρο, Απόπλους στο Ψαλίδι, από όπου πέρασαν οι μεγαλύτερες φίρμες.
Η Άντζελα Δημητρίου έβαζε ‘φωτιά στα Σαββατόβραδα’…. με το ζεμπέκικο ‘οι χωρισμένοι δεν γιορτάζουνε ποτέ…. ’ και η Πίτσα Παπαδοπούλου της απαντούσε. ‘Δεν μας ένοιωσε καρδιά μου, δεν μας ένοιωσε, κι ας του δώσαμε αγάπη δεν μας έδωσε’….
Ακολούθησαν οι Βασίλης Καράς, Θέμης Αδαμαντίδης, Βαλάντης, Στάθης Αγγελόπουλος, ο Αντύπας, ο Βαγγέλης και η Στέλλα Κονιτοπούλου, η Καίτη Γαρμπή, η Αγγελική Ηλιάδη και τόσες άλλες ξεχωριστές φωνές του λαϊκού πενταγράμμου, με τον δικό μας ταλαντούχο τραγουδιστή τον Νότη Σφακιανάκη, να είναι τακτικός θαμώνας του θρυλικού κέντρου.
Αυτή ήταν η ανθρώπινη Κως, το νησί της χαράς, της ξενοιασιάς, της διασκέδασης, του χαβαλέ, με τους ζεστούς κατοίκους της, ‘έξω καρδιά’! Το νησί της ευημερίας, πριν την οικονομική κρίση. Αλλά κρίση είναι και θα περάσει έλεγαν. ‘Σκάλα είναι η ζωή, με τα πάνω της και τα κάτω της,
μύλος είναι που γυρίζει,’ όπως λέει και η λαϊκή θυμοσοφία.
Ξεχάστε λοιπόν σήμερα αγαπητοί αναγνώστες, τα δύσκολα χρόνια του που περνάμε με την φονική ‘πανούκλα’ του 21 αιώνα και με τα αρπακτικά οικονομικά σινάφια, που θέλουν να βασανίζουν τον κόσμο.
Ας ελπίσουμε ότι θα έρθουν και πάλι οι τουρίστες, το καλοκαιράκι, μετά και την δεύτερη καραντίνα στην Ελλάδα, για να δουν πως διασκεδάζουν με κέφι, και μπουζούκι, οι φιλόξενοι και καλόκαρδοι Έλληνες. Αν βέβαια ανοίξουν ελεύθερα τα νυχτερινά κέντρα, όπως τις παλιές καλές μέρες και νύχτες. Πως δεν θα σταματήσουν να εκφράζουν το λυρισμό και τα συναισθήματα τους, με ένα δυνατό τσιφτετέλι και τους καημούς τους, με ένα βαρύ και ασήκωτο ζεϊμπέκικο.
‘Το μοναδικό ζεμπέκικο της Ευδοκίας’!
Υ.Γ. Ας με συγχωρέσουν, όσους ντόπιους μουσικούς, ή τραγουδιστές ξέχασα τα ονόματα τους σε αυτό το αφιέρωμα και δεν μπόρεσα να τους αναφέρω. Σίγουρα υπάρχουν και πολλοί άλλοι αξιόλογοι καλλιτέχνες, σε διάφορα μουσικά σχήματα.
Ξανθίππη Αγρέλλη
που σε κάθε διάλειμμα έβαζε Βοσκόπουλο,που άρεσε πολύ στον ιδιοκτήτη.
Ούτε μια λέξη για το Ακουαριους και τον Κασαμπαλη;
ΥΠΕΡΟΧΟ ΑΡΘΡΟ ΞΑΝΘΙΠΠΗ ΜΟΥ ΜΑΣ ΘΥΜΙΣΕΣ ΠΑΛΙΕΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ
Ευχαριστώ για την υπενθύμιση .όμως ακολουθεί δεύτερο μέρος με τις θρυλικές ντισκοτέκ όπου αναφερομαι στο Ακουαριους και στους αδελφούς Κασαμπαλη.
Καλά τα γλέντια, τα ξενύχτια και τα πιοτά αλλά ευτυχώς κλείσανε αφενός γιατί ήταν μέσα στην παρανομία χωρίς άδειες, φοροδιαφυγή στο τέρμα και αφετέρου πόσος κόσμος είχε χάσει τον ύπνο του, πόσες οικογένειες ζήσαν την εμπειρία των μεθυσμένων και χρεωμένων γονιών στο βωμό ενός τραγουδιού ή μιας ερωμένης. Ευτυχώς που κλείσανε να γλυτώσουν τα παιδιά βρογχίτιδες από τις τσιγαρίλες των γονιών τους.
Του τσαμπαλα? Το ξεχασες
ΠΡΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟ ΦΙΛΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ -ΤΟΝ ΤΣΑΜΠΑΛΑ ΤΟΝ ΑΝΕΦΕΡΑ -ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ- ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΠΟΥΚΑΛΙΑ ΣΤΗ ΛΑΜΠΗ -ΤΟΥ ΑΞΕΧΑΣΤΟΥ ΝΤΙΝΟΥ ΚΕΛΛΗ-