Το συσσίτιο και η «ούρα» | Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη

7
1413
Ψαλίδι / Άγ. Γαβριήλ / Εξοχή, Κως

Το κουδούνι για το δεύτερο διάλειμμα χτυπούσε ασταμάτητα και τα παιδιά πετάχτηκαν έξω από τις τάξεις, ξεφωνίζοντας χαρούμενα. Το διάλειμμα αυτό, περιείχε το δεκατιανό, στο ολοκαίνουργιο εξατάξιο Δημοτικό Σχολειό του Ασφενδιού, δίπλα στην Εκκλησία της Παναγιάς της Ευαγγελίστριας. Ο αξέχαστος Πέτρος ο επιστάτης, ζέσταινε στα ξύλα το γάλα σε σκόνη και το ανακάτευε σε ένα μεγάλο μπακιρένιο καζάνι.

Τα παιδιά στοιχίζονταν με τη σειρά το ένα πίσω από το άλλο και περίμεναν υπομονετικά να γεμίσουν το εμαγιέ κατσαρόλι τους ή την τσίγκινη καστανιά, με το ζεστό γάλα.

Αυτό συνοδεύονταν και με ένα κομμάτι κίτρινο τυρί ή βούτυρο, σε συμπυκνωμένη μορφή, βγαλμένο από τον Αμερικανικό γκαζοντενεκέ. Καθισμένα στο τσιμεντένιο πεζούλι του Σχολείου, τα παιδιά έπιναν το γάλα μαζί με λίγο σπιτικό, σταρένιο ψωμί. Πολλές φορές βρεγμένο με λίγο ζαχαρόνερο ή αλειμμένο με την γλίνα, δηλ το ζωικό λίπος του χοίρου.

Το διάλειμμα αυτό ήταν μεγάλο, αφού όταν τα παιδιά τελείωναν το κολατσιό τους, έπειτα δροσίζονταν στην σειρά στις βρυσούλες του Σχολείου. Εκεί έπλυναν και τα κυπελλάκια τους και χορτασμένα συνέχιζαν τα μαθήματα στις τάξεις τους.

Το απόγευμα κάθε Κυριακής, ο Ιερέας αφού είχε προ αναγγείλει μετά την πρωινή Θεία Λειτουργία, την μάζωξη των ενοριτών του, συγκεντρώνονταν όλοι στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού. Εκεί τα λευκά λινά Αμερικανικά τσουβάλια άνοιγαν και ο Ιερέας μαζί με την Ενοριακή Επιτροπή της Εκκλησιάς, κρατώντας ένα κατάλογο ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και το μέγεθος των ανθρώπων, μοίραζε μαζί με μερικά κλινοσκεπάσματα, ενδύματα και παπούτσια.

Δεν γνωρίζουμε μετά βεβαιότατος, αν ήταν μεταχειρισμένα, ‘δεύτερο χέρι’ ή καινούργια, που τα πρόσφεραν μεγάλα Αμερικανικά καταστήματα και εργοστάσια από το στοκ που τους έμενε.

Φυσικά δεν έλειπαν και τα παράπονα, διότι όσα και να έπαιρναν κατά τακτά διαστήματα μια ή και δυο φορές το χρόνο, συνήθως Άνοιξη και Φθινόπωρο, δεν ήταν όλοι ικανοποιημένοι. Πολλοί ήθελαν κάτι παραπάνω, από ό, τι τους προσφέρονταν και άλλοι τα μεταποιούσαν, αφού οι ντόπιες μοδίστρες τα έφερναν στα μέτρα τους. Συχνά συνέβαιναν και μερικά ευτράπελα, όπως με τα αστεία καπέλα με λουλούδια και φτερά ή με τα παράξενα φορέματα. Αυτά τα άφηναν για να τα βάζουν τις Απόκριες και να κάνουν τις καμουζέλλες ή τα αλαφάκια κατά το Τριώδιο.

Όταν κάποια ιδιαίτερη στην εμφάνιση και στην συμπεριφορά της γυναίκα, φορούσε ένα αταίριαστο ρούχο, της έλεγαν σκωπτικά από την ‘ούρα’ το πήρες ή ντύθηκες πρόωρα καμουζέλλα. Στο τέλος της διανομείς ρουχισμού, πολλοί διαγκωνίζονταν ποιος θα πάρει τα τσουβάλια από κάμποτο ή λινό για χίλιες δυο άλλες χρήσεις.

Ότι και να έλεγαν όμως η ‘ούρα’ όπως την ονόμαζαν τότε, δηλ η διανομή ρούχων στην ουρά, έντυσε και ανακούφισε πολλά ρακένδυτα σπίτια της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου του 50 μέχρι και του 60. Ύστερα έφτασε η λαίλαπα της μετανάστευσης.

Οι νέοι και οι νέες κυρίως, σκόρπισαν σε όλα τα σημεία του κόσμου, αναζητώντας καλλίτερη τύχη, ξεφεύγοντας από την μεταπολεμική φτώχεια, το ξενοκάματο και την μίζερη ζωή του ρημαγμένου χωριού τους.

Όταν τελείωσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος με την παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων, οι ΗΠΑ θέλοντας να δείξουν το ευσπλαχνικό πρόσωπο τους και να κλείσουν τις πληγές του ολέθριου πολέμου, θέσπισαν και εφήρμοσαν το σχέδιο του γερουσιαστή George Μarschal. Το 1948   ενίσχυσαν οικονομικά με γενναίες δόσεις χιλιάδων δολαρίων όσες χώρες είχαν εμπλακεί στον μεγάλο καταστροφικό πόλεμο και παράλληλα φρόντισαν να τους στέλλουν και είδη τροφής ένδυσης και υπόδησης. Έστελλαν για πολλά χρόνια, κυρίως σε όλη την ύπαιθρο χώρα και στην ακριτική ρακένδυτη και εξαθλιωμένη Ελλάδα, η οποία ήταν ρημαγμένη από τους ισχυρούς βομβαρδισμούς, βασικά τρόφιμα και ρουχισμό.            Αρκετά χωριά που κατέστρεψαν και ρήμαξαν οι Γερμανοί κατακτητές, υπέφεραν όχι μόνο σε θέματα τροφής κατά την σκληρή Κατοχή, αλλά είχαν ελλείψεις σε πολλά βασικά είδη πρώτης ανάγκης.

Έτσι η Αμερικανική βοήθεια η ‘ούρα’ σε ρούχα και παπούτσια, καθώς και με το Σχολικό συσσίτιο σε σκόνη γάλα, βούτυρο συμπυκνωμένο και κίτρινο τυρί, κάλυψαν πολλά κενά φτώχειας και μεταπολεμικών στερήσεων κυρίως των χωριών μας.

Κάτι ανάλογο κάνουν σήμερα οι φιλανθρωπικές οργανώσεις καθώς και οι διάφοροι σύλλογοι φιλόπτωχων, ανακουφίζοντας όσους έχουν ανάγκη από βασικά είδη.

Ξανθίππη Αγρέλλη

7 ΣΧΟΛΙΑ

  1. ΔΥΣΚΟΛΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΛΛΑ ΑΞΕΧΑΣΤΑ ΓΕΜΑΤΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΤΕΡΗΜΕΝΗ ΕΠΟΧΗ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΕ

  2. Κυρία Ξανθίππη μου,

    Αυτά που λέτε μου θύμισαν τα παιδικά μου χρόνια. Αχχ να ξέρετε πόσες αναμνήσεις μου φέρατε στο μυαλό. Θυμάμαι επίσης την ζάχαρη από την Κούβα που βάζαμε στο γάλα, αλλά ήταν τόσο χονδρή που δεν έλιωνε με τίποτα.

    Εγώ σαν ανθρωπος μιας παλαιότερης εποχής, τα έζησα όπως τα περιγράφεται. Μπορεί να μην είχαμε αί πόντ και η ζωή να ήταν δύσκολη και το μέτωπό μας έσταζε απο τον ιδρώτα, ήταν όμως καθαρό και μοσχομύριζαν οι αυλές μας αγιόκλιμα και το φεγγάρι ήτανε ασημένιο σαν τα μπακίρια του παπά Χαραλάμπου στον Αϊ- Σώστη.

    Αυτά κυρία Ξανθίππη μου, να είστε καλά και πάντα δυνατή.

    • Από ποτε ητανε δικια σου η Κυπρος και δεν το θυμαμαι;Εχετε παθει παρακρουση μου φαινεται.Τους Κυπριους τους ρώτησες;

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ