Εκεί, όπου αρχικά προγραμματιζόταν, στο Σαντ Αντρέ αμ Τσίκζεε του αυστριακού ομόσπονδου κρατιδίου Μπούργκενλαντ, στην Ανατολική Αυστρία στα σύνορα με την Ουγγαρία, θα ανεγερθεί τελικά το πρώτο ελληνοορθόδοξο μοναστήρι στην Αυστρία, όπως ανακοίνωσε στη Βιέννη ο Ελληνοορθόδοξος Μητροπολίτης Αυστρίας-Έξαρχος Ουγγαρίας και Μεσευρώπης, Αρσένιος.
Νωρίτερα, ο νέος δήμαρχος του Σαντ Αντρέ, Αντρέας Ζάτλερ, είχε απευθύνει πρόσκληση να γίνει πραγματικότητα η ανέγερση του μοναστηριού στην περιοχή του – ανέγερση για την οποία αρχικά είχαν υπάρξει επιφυλάξεις από κάποιους κατοίκους της περιοχής και το θέμα είχε τεθεί τον περασμένο Ιούνιο σε τοπικό δημοψήφισμα, του οποίου το αποτέλεσμα ήταν θετικό, υπέρ της ανέγερσης του μοναστηριού.
Στο δημοψήφισμα του Ιουνίου, για τη διεξαγωγή του οποίου είχαν συγκεντρωθεί τους προηγούμενους μήνες υπογραφές, «υπέρ» της ανέγερσης του μοναστηριού είχαν ψηφίσει 569 κάτοικοι και «κατά» 385.
Εξαιτίας των συζητήσεων και των επιφυλάξεων που είχαν διατυπωθεί στο παρελθόν, ο Μητροπολίτης Αρσένιος, με επιστολή του, ήδη στα τέλη του περασμένου Απριλίου προς τον τότε δήμαρχο του Σαντ Αντρέ, είχε αποσύρει το αίτημα χωροταξικής τακτοποίησης της έκτασης, η οποία είχε παραχωρηθεί από την Ρωμαιοκαθολική Επισκοπή του ομόσπονδου κρατιδίου Μπούργκενλαντ στην Ιερά Μητρόπολη Αυστρίας, ειδικά για την ανέγερση του μοναστηριού.
Όπως ανέφερε τότε στην επιστολή του ο Μητροπολίτης Αρσένιος, από την αρχή υπήρχαν στην περιοχή φωνές κατά του μοναστηριού, επικράτησαν ο φόβος και το θυμικό, διαδόθηκαν ψευδείς φήμες, από τις οποίες πολλές ήταν προσβλητικές, τόσο για την ορθόδοξη όσο και την καθολική Εκκλησία, αλλά παρά ταύτα υπήρχε η πεποίθηση πως «ένα χριστιανικό μοναστήρι θα μιλούσε από μόνο του».
Ο καθολικός επίσκοπος του ομόσπονδου κρατιδίου Μπούργκενλαντ, Εγίντιους Ζίφκοβιτς, είχε εκφράσει «λύπη και ντροπή» για αυτό που μπορεί να συμβαίνει στην δικαιοδοσία της επισκοπής του, διακηρύσσοντας ο ίδιος την πρόθεσή του για αναζήτηση νέας τοποθεσίας για την ανέγερση του ελληνοορθόδοξου μοναστηριού.
Μετά την θετική έκβαση του τοπικού δημοψηφίσματος του περασμένου Ιουνίου, στον Σαντ Αντρέ είχαν προκύψει πλέον νέα δεδομένα για την ανέγερση του μοναστηριού, τη στιγμή μάλιστα που στο μεταξύ διάστημα, διάφορες περιοχές στην Αυστρία είχαν δείξει ενδιαφέρον να γίνει σε αυτές η ανέγερσή του.
Ανακοινώνοντας τον Οκτώβριο του 2014 την ίδρυση και προσεχή ανέγερση της «πρώτης οργανωμένης ορθόδοξης Μονής στην περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης», ο Μητροπολίτης Αρσένιος είχε εκφράσει την πεποίθησή του πως αυτή θα αποτελέσει «γέφυρα» που θα ενώνει την Αυστρία με την Ελλάδα, τον Καθολικισμό με την Ορθοδοξία.
Όπως είχε δηλώσει τότε ο ίδιος στη Βιέννη, η ίδρυση και λειτουργία ορθόδοξου μοναστηριού στην περιοχή δικαιοδοσίας της Μητρόπολης και Εξαρχείας, ήταν επιθυμία από την αρχή της ιερατείας του τον Δεκέμβριο του 2011, που ευοδώθηκε σε μια πρώτη φάση, με την υπογραφή του συμβολαίου δωρεάς, έπειτα από πολύμηνες επαφές και συζητήσεις με τον επίσκοπο του Μπούργκενλαντ, Εγίντιους Ζίφκοβιτς.
Το δωρητήριο συμβόλαιο είχε παραλάβει συμβολικά στις 11 Νοεμβρίου 2014, προσωπικά σε τελετή στην επισκοπή της ‘Αϊζενστατ, της πρωτεύουσας του Μπούργκελαντ, ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Ο επίσκοπος του Μπούργκενλαντ, είχε τονίσει πως από την ενορία του εκφράζεται ιδιαίτερη χαρά για την ανέγερση του πρώτου ορθόδοξου μοναστηριού, ενόψει και του γεγονότος πως πολιούχος της πόλης είναι ο απόστολος Ανδρέας, ο ιδρυτής του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.
Στην Αυστρία, όπου ο αριθμός των ορθοδόξων ανέρχεται στις 500.000 και αποτελούν τη δεύτερη θρησκευτική Κοινότητα (μετά τη Ρωμαιοκαθολική), υπάρχουν επτά δικαιοδοσίες ορθοδόξων Εκκλησιών, εκείνες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Αντιοχείας, της Βουλγαρίας, της Γεωργίας, της Ρουμανίας, της Ρωσίας και της Σερβίας, οι οποίες εκπροσωπούνται στη Συνέλευση των Ορθοδόξων Επισκόπων, της οποίας προεδρεύει ο Μητροπολίτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Το μάθημα των ορθόδοξων θρησκευτικών, το οποίο παρακολουθούν σήμερα σε μια σειρά σχολείων στην Αυστρία πάνω από 10.000 μαθητές της δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης, διδάσκεται από 80 δασκάλους που διορίζονται από τον Μητροπολίτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου Αρσένιο, ως αρμόδια και ανώτατη αρχή, ενώ υπάρχει ένας συντονιστής που συντονίζει και επιβλέπει το έργο των εκπαιδευτικών.